Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ ΤΑΚΤΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ (Α.ΜΕΡΟΣ)


Φεβρουάριος 1821. Η από καιρό προετοιμαζό¬μενη επανάσταση των Ελλήνων κατά των Τούρ¬κων δυναστών ξεσπά στη Μολδοβλαχία. Σύντομα στο "πανηγύρι της φωτιάς" θα έμπαινε και η κυρίως Ελλάδα. Ύστερα από 400 σχεδόν χρόνια φρικτής σκλαβιάς, το Έθνος εξεγέρθηκε κατά του μιαρού κατακτητή, για να διεκδικήσει την προγονική ελευθερία και δόξα.

Πού βασίστηκαν όμως οι Έλληνες για να προ¬χωρήσουν στο εγχείρημα αυτό με τις ενδεχόμενες ανυπολόγιστες συνέπειες; Οι μυημένοι, τουλάχι¬στον, γνώριζαν ότι δεν μπορούσαν να υπολογίζουν -άμεσα- στην επέμβαση των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Υπήρχε, βέβαια, διάχυτη η προσδοκία ρωσικής - υπέρ των Ελλήνων - παρέμβασης, η οποία όμως σύντομα εξανεμίσθηκε. Οι Έλληνες ήταν μόνοι και έπρεπε να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις, σε ότι αφορούσε την πολεμική προσπάθεια αυτή καθαυτή, τουλάχιστον.

Από τι απετελείτο, όμως η "πολεμική μηχανή" του Έθνους εκείνη την περίοδο; Ποιες ήταν οι ένοπλες δυνάμεις και κυρίως ο "στρατός" που η επαναστατημένη Ελλάδα ήταν σε θέση να παρατά¬ξει απέναντι στα πολυάριθμα οθωμανικά στρατεύ¬ματα;

Σε ολόκληρη τη Στερεά Ελλάδα και την Πελο¬πόννησο, δεν υπήρχαν -σύμφωνα με τον Χρ. Βυζά¬ντιο (Ιστορία του Τακτικού Στρατού της Ελλάδας, Αθήνα 1837) - περισσότεροι από 4.000 οπλοφόροι, εντεταγμένοι στα διάφορα αρματολικά σώματα. Τα σώματα των κλεφτών ήταν ακόμα πιο ολιγάριθμα, ύστερα από τις συνεχείς διώξεις που είχαν υποστεί. Τα περισσότερα είχαν διαλυθεί και πολλά στελέχη τους είχαν καταφύγει στα Επτάνησα. Κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων, πολλοί καταδιωκόμενοι κλέφτες κατατάχθηκαν στα δύο! ελληνικά τάγματα ελαφρού πεζικού που είχαν συγκροτήσει οι Βρετανοί στα Επτάνησα. Το ένα τάγμα, μάλιστα, συμμετείχε στις επιχειρήσεις για την εκπόρθηση του φρουρίου της Αγίας Μαύρας, στη Λευκάδα.

Έλληνες όμως υπηρέτησαν και στον Ρωσικά και στον Γαλλικό Στρατό στο διάστημα 1798-1814. Στον Ρωσικό Στρατό οι Έλληνες υπηρετούσαν, κυρίως, στις μονάδες των Κυνηγών (τύπος φρού πεζικού) από παλιά. Ορισμένοι, όπως Λάμπρος Κατσώνης ή ο Αλέξανδρος Υψηλάντη ανήλθαν στους ανώτερους και στους ανώτατου βαθμούς της στρατιωτικής ιεραρχίας. Ο τελευταίος, μάλιστα, έχασε το δεξί του χέρι, πολέμων για τον Τσάρο, στη Δρέσδη, το 1813.

Οι Γάλλοι από την πλευρά τους ενέταξαν Έλληνες στις δυνάμεις τους κατά τη διάρκεια κατοχής της Αιγύπτου και των Επτανήσων. Επρόκειτο όμως για τμήματα ασφαλείας μόνο και όχι για μάχημα τμήματα.

Οι άνδρες των 1st και 2st Greek Light Infantry του Βρετανικού Στρατού, ήταν οπλισμέ¬νοι με το όπλο των περίφημων rifleman του 95ου Συντάγματος Πεζικού, το τυφέκιο ραβδωτής κάνης Βaker. Έφεραν επίσης "γερμανικού" τύπου μαχαίρια (Ηirschfanger•).

Εκτός του επισήμου οπλισμού, οι άνδρες πολ¬λές φορές έφεραν και δικά τους όπλα (πιστόλες, γιαταγάνια). Οι αξιωματικοί έφεραν κυρτή σπάθη. Η στολή τους βασίζονταν στην ελληνική παραδοσια¬κή φορεσιά, σε μίξη με βρετανικά στοιχεία. Οι άνδρες ήταν εκπαιδευμένοι πάνω στα βρετανικά πρότυπα και ήταν ικανοί να πολεμούν σε τάξη ακροβολισμού, κατά ζεύγη, ή σε πυκνή τάξη, σε σχηματισμό γραμμής δυο ζυγών.

Στον Ρωσικό Στρατό, αντίθετα, οι Έλληνες φορούσαν την ίδια στολή με τους Ρώσους συνα¬δέλφους τους. Ήταν οπλισμένοι με μουσκέτο και ξιφολόγχη και πολεμούσαν είτε σε τάξη ακροβολι¬σμού, κατά ζεύγη, είτε σε σχηματισμό γραμμής, τριών ζυγών, είτε σε σχηματισμό φάλαγγας βάθους έξι, συνήθως, ζυγών.

Αν και ο αριθμός των Ελλήνων που υπηρέτη¬σαν στους ξένους στρατούς ήταν περιορισμένος, εν τούτοις η σημασία του γεγονότος καθαυτού ήταν μεγάλη. Πολλοί από αυτούς έγιναν στελέχη του επαναστατικού στρατού, χάρις στην εμπειρία που είχαν αποκομίσει. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Θεό¬δωρος Κολοκοτρώνης, ο αρχηγέτης της επανάστα¬σης, υπηρέτησε ως αξιωματικός σε ένα από τα δύο ελληνικά τάγματα του Βρετανικού Στρατού.

Πίσω στην Ελλάδα, τα σώματα των αρματολών και των κλεφτών δεν ήταν παρά άτακτες ομάδες ανδρών, χωρίς σταθερή οργάνωση. Κάθε άνδρας είχε τον δικό του οπλισμό, προερχόμενο πολλές φορές από λάφυρα. Γιαταγάνια, καριοφίλια, πιστό¬λες και μαχαίρες ήταν ο συνήθης οπλισμός των ανδρών. Τα καριοφίλια, που ονομάστηκαν έτσι από ένα υπόδειγμα του ιταλικού εργοστασίου όπλων Κάρλο και υιός (Κάρλο ε Φίλιο) ήταν ουσια¬στικά μακρύκαννα εμπροσθογεμή τυφέκια λείας κάνης. Είχαν μεγαλύτερο βεληνεκές από τα ευρωπαϊκά μουσκέτα, αν και το διαμέτρημα τους ήταν συνήθως μικρότερο. Στα χέρια ενός έμπειρου σκοπευτή το όπλο ήταν εξαιρετικά ακριβές. Το 1801, Αλβανοί ακροβολιστές του Οθωμανικού Στρατού, οπλισμένοι με καριοφίλια, εξανάγκασαν σε παράδοση ένα βρετανικό τμήμα στην Αίγυπτο.
Οι Έλληνες άτακτοι, όπως και οι Τούρκοι, δεν έτρεφαν ιδιαίτερη εκτίμηση στα ευρωπαϊκά μουσκέτα και στις ξιφολόγχες τους. Η ξιφολόγχη εθε¬ωρείτο "άτιμο" όπλο που η χρήση του, αντίθετα με αυτή της σπάθης, δεν προσέδιδε δόξα στον χρή¬στη. Εθισμένοι σε τακτικές μάχης ανταρτοπόλε¬μου, όπου οι ατομικές συγκρούσεις και οι μονομαχίες αποτελούσαν συνηθισμένες καταστάσεις, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την αναγκαιότητα χρήσης της ξιφολόγχης, ενός όπλου που προϋπέ¬θετε έναν πιο συλλογικό τρόπο μάχης. Η έλλειψη της πάντως, φάνηκε αργότερα, κατά τη διάρκεια της επανάστασης, ιδιαίτερα σε συμπλοκές με το τουρκικό ιππικό.

Εκτός των αρματολικών και των κλέφτικων σωμάτων, υπήρχαν και κάποια άτακτα, επίσης, σώματα "πολιτοφυλάκων", όπως αυτά των Μανια¬τών και των Σουλιωτών. Τα σώματα αυτά ήταν στην πραγματικότητα μικροί τοπικοί στρατοί με υποτυπώδη οργάνωση. Δεν διέφεραν, ουσιαστικά, από τα αντίστοιχα των κλεφταρματολών. Είχαν τις ίδιες δυνατότητες και υπέφεραν από τις ίδιες αδυ¬ναμίες, βασικότερη των οποίων ήταν η έλλειψη συνοχής και η ανικανότητα εκτέλεσης ελιγμών, σε πεδινό έδαφος, ιδιαίτερα επί τη παρουσία εχθρικού ιππικού, το οποίο αποτελούσε τον φόβο και τον τρόμο των άτακτων σωμάτων. Σε προπαρασκευα¬σμένες θέσεις άμυνας τα άτακτα σώματα απέδιδαν εξαιρετικά. Δεν ήταν όμως τα τμήματα που απαιτούντο για να διεκδικήσουν από τον αντίπαλο το έδαφος του πεδίου της μάχης. Το θετικό για τους Έλληνες άτακτους ήταν ότι και τα τουρκικά στρα¬τεύματα, ακόμα και τα τακτικά, δεν διακρίνονταν για την καλή εκπαίδευση και την πειθαρχία τους. Πολλοί δε Τούρκοι διοικητές δεν δίστασαν να εξα¬πολύσουν κατά μέτωπο επιθέσεις, ακόμα και με ιππικό, εναντίον των "ταμπουρωμένων" Ελλήνων, με δυσάρεστα για αυτούς αποτελέσματα.
Αντίθετα με τους άτακτους, ένα τμήμα τακτι¬κού πεζικού της γραμμής, όπως ονομαζόταν, οπλι¬σμένο και εκπαιδευμένο πάνω στα δυτικοευρω¬παϊκά πρότυπα, ήταν ικανό να διεκδικεί, να καταλαμβάνει και να αγκιστρώνεται σε πεδινό και ημιο¬ρεινό έδαφος, ακόμα και χωρίς την υποστήριξη φιλίου ιππικού. Εμπρός στο συγκροτημένο, ομαδι¬κό του πυρ, οποιαδήποτε κατά μέτωπο επέλαση του κυρίως ελαφρού τουρκικού ιππικού, ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αποτυχία. Ακόμα και αν οι ιππείς "περνούσαν", σχετικά, αλώβητοι τον φραγμό πυρός, θα είχαν να αντιμετωπίσουν ένα δάσος από ξιφολόγχες επάνω στο οποίο - τα άλογα θα αρνούνταν, κατηγορηματικά, να επιπέσουν. Αν οι ιππείς έφεραν λόγχες θα έπλητταν σίγουρα κάποιους πεζούς του πρώτου ζυγού, θα δέχονταν όμως τα πυρά των ανδρών του δευτέρου ζυγού, τα οποία από τέτοια απόσταση (3-5 το πολύ μέτρα) θα ήταν θεριστικά. Αν οι ιππείς δεν ήταν λογχοφόροι δεν θα μπορούσαν καν να πλησιάσουν τους πεζούς για να τους πλήξουν με τις σπάθες τους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι σπάθες του ιππικού σπάνια ξεπερνούσαν σε μήκος τα 110 εκα¬τοστά. Αντίθετα το μουσκέτο με την ξιφολόγχη του προσαρμοσμένη πλησίαζε σε μήκος τα 2 μέτρα.

Επίσης ένα ικανοποιητικά εκπαιδευμένο τμήμα πεζικού γραμμής, εφόσον διατηρούσε την ψυχραιμία του ενώπιον του εχθρικού ιππικού, ήταν ικανό να αλλάξει σχηματισμό σε 30 με 60 δευ¬τερόλεπτα. Ακόμα και αν ο διοικητής του τμήμα¬τος έκρινε ότι δεν θα ήταν δυνατό να ανασχηματι¬σθεί το τμήμα σε τετράγωνο, λόγω της ταχύτητας επέλασης του εχθρικού ιππικού, θα μπορούσε να διατάξει τη λήψη σχηματισμού φάλαγγας ανά λόχο ή διλοχία, με βάθος 12 ή 6, αντίστοιχα ζυγών, ο οποίος θα του εξασφάλιζε εξαιρετικές πιθανότητες επιβίωσης του τμήματος του.

Σε σχηματισμό φάλαγγας, το πεζικό της γραμ¬μής είχε ακόμα και τη δυνατότητα εκτόξευσης αντεπίθεσης κατά των σε αταξία ευρισκομένων ιππέων, ύστερα από την άσκοπη τους επέλαση. Υπάρχουν δύο, τουλάχιστον, καταγεγραμμένες περιπτώσεις που το ελληνικό πεζικό γραμμής αντεπιτεθεί όντας σε σχηματισμό φάλαγγας, με την ξιφολόγχη και ανέτρεψε τμήματα τουρκικού ιππικού! Αυτό ήταν ένα εξαιρετικό επίτευγμα μόνο άριστα εκπαιδευμένοι στρατιώτες (οι Πρώσοι, οι Αυστριακοί και οι Βρετανοί) στο παρελθόν είχαν επιτύχει. Υπ' αυτές τις συνθήκες, η έστω περιορισμένη, αριθμητικά, παρουσία τακτικού τμημάτων εντός του επαναστατικού ελληνικού "στρατού", ήταν ζήτημα μείζονος σημασίας, την αλήθεια αυτή πρώτοι αντελήφθησαν οι αδελφοί Υψηλάντη, οι οποίοι, ως αξιωματικοί του Στρατού, γνώριζαν τις δυνατότητες των τακτικών τμημάτων


Ο Ιερός Λόχος αντιμε¬τωπίζει το τουρκικό ιππικό στο Δραγατσάνι. Οι άνδρες φέρονται να φορούν στολές ανάλογες αυτών του στρατού του γερμανι¬κού κρατιδίου του Μπράουνσβαϊγκ.

Έτσι, αμέσως μετά την επίσημη κήρυξη της επανάστασης (24η Φεβρουαρίου 1821) από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ιάσιο της σημερινής Ρουμανίας, ξεκίνησε η προσπάθεια συγκρότησης του πρώτου τακτικού τμήματος, του περίφημου Ιερού
Λόχου. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης έδωσε την ονομασία αυτή στο τμήμα σε μια προσπάθεια σύνδεσης της αρχαίας και της νεώτερης ελληνικής ιστορίας.

Αρχικά ο Λόχος διέθετε 100 άνδρες. Σύντομα όμως η δύναμη του πενταπλασιάστηκε. Η

Πρώτος διοικητής και εκπαιδευτής του Λόχου ήταν ο Γεώργιος Καντακουζηνός, συνταγματάρ¬χης ιππικού του Ρωσικού Στρατού. Τον διαδέχθη¬κε ο Βασίλειος Καραβιάς και αυτόν ο Νικόλαος Υψηλάντης, αδελφός του Αλεξάνδρου. Οι Ιερολοχίτες ήταν όλοι εθελοντές, Έλληνες της διασποράς,
Το τμήμα οργανώθηκε ως τάγμα πεζικού των 5 λόχων (εκατονταρχιών, όπως ονομάστηκαν), Διέ¬θετε δική του σημαία με παραστάσεις των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και του Φοίνικα που αναγεννάται εκ της τέφρας του. Διέθετε ακόμα και δική του μουσική. Επίσης στον Ιερό Λόχο προσκολλήθηκε τμήμα 200 ελαφρών ιππέων και πυρο¬βολαρχία τεσσάρων πυροβόλων. Οι πεζοί ήταν οπλισμένοι με μουσκέτο και ξιφολόγχη και οι ιππείς με κυρτή σπάθη και πιστόλες ή κοντσκάννες, εμπροσθογεμείς καραμπίνες. Ορισμένοι δε, έφεραν και λόγχη μήκους 2,5-3 μέτρων.

Οι πεζοί Ιερολοχίτες φορούσαν μία ιδιόμορφη στολή εμπνευσμένη από αυτή των παλαιών ρωσι¬κών τμημάτων των Στρέλτσι. Γερμανικές γκραβούρες εποχής, ωστόσο, την παρουσιάζουν ως ομοιάζουσα με την αντίστοιχη των ανδρών του κρατιδίου του Μπράουνσβαϊγκ. Το χρώμα της ήταν μαύρο. Το μακρύ αμπέχωνο έφερε στο μπρο¬στινό μέρος διακοσμητικά σειρίτια, μαύρου επίσης χρώματος, ανάλογα με αυτά των Ευρωπαίων ουσάρων. Το παντελόνι ήταν επίσης μαύρο, όπως και το τύπου "καλπάκι" καπέλο, το οποίο έμοιαζε με το ευρωπαϊκό 8η8κυ, χωρίς το γείσο. Στο καπέλο φερόταν το έμβλημα του θανάτου, μία νεκροκεφα¬λή με δύο χιαστί οστά, για να θυμίζει στους Ιερο¬λοχίτες την απόφαση τους να πολεμήσουν ως τον θάνατο. Το έμβλημα αυτό ήταν καθαρά πρωσικής προέλευσης και φερόταν στα καπέλα των Πρώ¬σων ουσάρων "του θανάτου" του Μεγάλου Φρει¬δερίκου, από τα μέσα του 18ου αιώνα, περίπου. Η υιοθέτηση του από ιόν Αλέξανδρο Υψηλάντη δεί¬χνει τις επιρροές του οπό την τριβή με τους Πρώσους κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέ¬μων. Στο καπέλο, τέλος, οι Ιερολοχίτες έφεραν λευκού χρώματος λοφίο

γενέθλιος ημερομηνία του Ιερού Λόχου και μαζί του, του Ελληνικού Στρατού (των νεωτέρων χρόνων) τοποθετείται εντός του Μαρτίου του 1821. Τόπος "γέννησης" ήταν το Φωξάνι της Μολδαβίας. Στον καθεδρικό ναό της πόλης αυτής οι Ιερολοχίτες έδωσαν, ενώπιον του θεού, τον όρκο τον οποίο τήρησαν κατά γράμμα.
Η εξάρτυση τους ήταν απλή. Απετελείτο μόνο από μία δερμάτινη, μαύρη ζώνη επί της οποίας εφαρμοζόταν η επίσης μαύρη δερμάτινη φυσιγγιοθήκη και η θήκη της ξιφολόγχης. Οι ιππείς οι οποίοι προσκολλήθηκαν στον Ιερό Λόχο φορούσαν στολές κοζάκων και ουσσάρων.
Ο Ιερός Λόχος συμμετείχε σε πληθώρα επιχει¬ρήσεων στο πολε-μικό μέτωπο της Μολδοβλαχίας. Η πλέον ένδοξη στιγμή του όμως σημειώθηκε στη τελευταία του μάχη στο Δραγατσάνι (7 Ιουλίου 1821). Η μάχη του Δραγατσανίου ξεκίνησε όταν ο επικεφαλής του ελληνικού ιππικού Νικόλαος Καραβιάς παράκουσε τις διαταγές του Αλέξανδρου Υψηλάντη και επιτέθηκε κατά οχυρωμένων στο ομώνυμο χωριό Τούρκων με 800 ιππείς.

Σύντομα όμως αφίχθησαν στην περιοχή τουρκικές ενισχύ¬σεις που έτρεψαν σε φυγή τους περισσότερους Έλληνες ιππείς. Ο Καραβιάς και 60 περίπου άνδρες του δεν πρόλαβαν να φύγουν και κυκλώ¬θηκαν. Ωστόσο δεν παραδόθηκαν και συνέχισαν να μάχονται απελπισμένα. Σε βοήθεια τους έσπευσαν οι Ιερολοχίτες, ενισχυμένοι με 100 ιππείς και έναν ουλαμό πυροβολικού.

Σε σχηματισμό φάλαγγας με τα πυροβόλα Τάγματος, τις σημαίες να ανεμίζουν, τα τύμπανα να ηχούν και τους άνδρες να ψάλλουν εμβατήρια, ο Ιερός Λόχος προσέγγισε με ταχύ βήμα τις τουρκι¬κές ορδές που είχαν κυκλώσει τον Καραβιά και τους άνδρες του. Κατάπληκτοι από το θέαμα της συντεταγμένης προσπέλασης των Ιερολοχιτών, οι Τούρκοι αποτραβήχτηκαν, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον Καραβιά και στους υπ' αυτόν να ξεφύγουν. Όταν όμως οι Τούρκοι συνειδητοποίη¬σαν ότι ο Ιερός Λόχος δεν υποστηριζόταν από άλλα ελληνικά τμήματα, επιτέθηκαν από όλες τις πλευ¬ρές εναντίον του. Οι 373 Ιερολοχίτες σχημάτισαν τετράγωνο και με τα πυρά τους κράτησαν γιο αρκετή ώρα μακριά τους οκταπλάσιους, τουλάχι¬στον, εχθρούς.

Οι τάξεις όμως του Ιερού Λόχου σταδιακά άρχι¬σαν να αραιώνουν. Οι επιζήσαντες αξιωματικοί διέταξαν τότε την εκτέλεση ενός από τους δυσκο¬λότερους ελιγμούς, την οπισθοχώρηση μαχόμενου τετραγώνου. Διατηρώντας τη συνοχή του και με υψηλό ηθικό, το τμήμα πράγματι οπισθοχώρησε πολεμώντας ως ένα παρακείμενο δάσος, καλυπτό¬μενο από τα πυρά των άτακτων σωμάτων του, Ολύμπιου και του Ι. Χόρκα.

Στη μάχη έπεσαν και οι πέντε λοχαγοί (εκατόνταρχοι) ο σημαιοφόρος, 25 υπαξιωματικοί και 180 στρατιώτες. Άλλοι 37 τραυματισμένοι Ιερολοχίτες συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και αφού αντιμετωπίσθηκαν με τη συνήθη τουρκική "αβρότητα" στάλ¬θηκαν τελικά στην Κωνσταντινούπολη όπου και αποκεφαλίστηκαν. Ο διοικητής του Ιερού Λόχου Νικόλαος Υψηλάντης, μόλις διεσώθη την τελευ¬ταία στιγμή είτε από Γάλλο φιλέλληνα, είτε από ιόν αρχιμανδρίτη Σέρβο και τους άνδρες του.

Η
καταστροφική αυτή μάχη σήμανε το τέλος του Ιερού Λόχου. Οι περισσότεροι επιζήσαντες, πάντως, έφτασαν, αργότερα, στην Πελοπόννησο και κατατάχθηκαν στα εκεί σχηματιζόμενα τακτικό τμήματα.

Αν και η κατάληξη της μάχης δεν υπήρξε ευτυ¬χής, εντούτοις φάνηκαν καθαρά οι δυνατότητες ενός τακτικού τμήματος απέναντι στα άτακτα εχθρικά στίφη. Αν οι 373 Ιερολοχίτες, που κατόρ¬θωσαν να αγκιστρώσουν για αρκετή ώρα πάνω από 3.000 Τούρκους, υποστηρίζονταν εγκαίρως, η εξέλιξη της μάχης θα ήταν σίγουρα διαφορετική. Τα άτακτα όμως ελληνικά τμήματα δεν τόλμησαν, με την παρουσία του τουρκικού ιππικού, να αφή¬σουν τις θέσεις τους και να κινηθούν σε αναπεπταμένο πεδίο, προς ενίσχυση του Ιερού Λόχου. Μοιραία λοιπόν επήλθε η καταστροφή.

Το πρώτο τακτικό τμήμα στη νεώτερη ιστορία του Ελληνικού Στρατού χάθηκε άδοξα, πριν προ¬λάβει να βοηθήσει, σύμφωνα με τις δυνατότητες του, τον αγώνα της Πατρίδας. Σύντομα όμως άλλα τακτικά τμήματα θα έπερναν τη θέση του.

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΡΥΚΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ 1821-1922


ΤΕΛΟΣ Α ΜΕΡΟΥΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου