Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

ΕΟΚΑ : ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 4ης ΓΕΝΕΑΣ ΕΓΙΝΕ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Γράφει ο Γιάννης Αλεξανδρόπουλους
Ιστορικός

Με αφορμή την εμπόλεμη κατάσταση σε Συρία – Ιράκ και Ουκρανία, στην Ελλάδα έχει αρχίσει απο ειδικούς και μη, μια εκτεταμένη συζήτηση περί της νέας μορφής πολέμου, του πολέμου 4ης γενεάς όπως ονομάζεται διεθνώς πλέον. Αυτό όμως που δεν έχει αναφερθεί καθόλου, δείγμα ίσως του πιθηκισμού που εμφανίζεται κατα καιρούς στην Ελλάδα όπου αντιγράφουμε όρους απο το εξωτερικό χωρίς να ελέγξουμε την ελληνική παρουσία σε αυτούς, είναι η πρωτοπορία του ελληνισμού στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία καθώς οι χώρες που εφάρμοσαν πρώτες τεχνικές – μεθόδους που τώρα αποδίδονται στον πόλεμο τέταρτης γενεάς ήταν η Ινδία απο τον Γκάντι και η Κύπρος με την ΕΟΚΑ.
Στο παρακάτω κείμενο θα παρουσιαστεί συνοπτικά το τι είναι ο πόλεμος 4ης Γενεάς αλλα και πως συστατικά στοιχεία αυτού του είδους πολέμου εμφανίζονται στον αγώνα της ΕΟΚΑ, αναφερόμενοι στην ιστορία της ελληνοκυπριακής οργάνωσης.

Ο πόλεμος 4ης γενεάς

Πόλεμος 4ης Γενεάς ονομάζεται η σύγκρουση στην οποία χαρακτηρίζεται από μια ασάφεια ερμηνείας μεταξύ των όρων πολέμου και πολιτικής, καθώς και μεταξύ των όρων στρατιώτη και πολίτη.
Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1989 από μία ομάδα αναλυτών των ΗΠΑ, με κύριο εκφραστή τον William S. Lind, ειδικό σε στρατιωτικές μελέτες και κάτοχο master Ιστορίας. Κατά τον Lind ο πόλεμος 4ης γενεάς εμφανίζεται όταν το κράτος στα­διακά χάνει το μονοπώλιο διεξαγωγής πολέμου, όπου αναζητούνται και συστήνονται νέες προκλήσεις, οι οποίες κι αυτές γεννώνται από νέες διαμορφούμενες καταστάσεις εξ αιτίας άλλων νεωτέρων προκλήσεων. Απο αυτόν τον ορισμό, πολλοί αναλυτές τονίζουν ότι η ρίζα του φαινομένου αυτού τοποθετείται στην «κρίση νομιμότητας του κράτους» που έχει προκληθεί λόγω της αδυναμίας του ίδιου του κράτους να αντιμετωπίσει επιτυχώς διεθνή πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα.
Ο πόλεμος τέταρτης γενιάς περιγράφεται επίσης σαν η επιστροφή στην αποκεντρωμένη μορφή πολέμου, όπου κύριοι συμμετέχοντες δεν είναι πλέον μόνο κράτη αλλά κάποιοι βίαιοι μη κρατικοί φορείς ή οργανισμοί.

Αναλυτικά, πόλεμος 4ης γενεάς θεωρείται η σύγκρουση στην οποία πρέπει να ισχύουν μερικά ή όλα απο τα εξής στοιχεία:
Περιπλοκή των μακροπρόθεσμων στόχων της κρατικής εξουσίας
Ύπαρξη επαναστατικών/ανατρεπτικών οργανώσεων
Επίθεση στην κυρίαρχη κουλτούρα ή προσπάθεια επιβολής μιας νέας κουλτούρας
Έντονες ψυχολογικές επιχειρήσεις των εμπλεκομένων
Χρήση όλων των μέσων πίεσης προς την αντίπαλη πλευρά (πολιτικοί, οικονομικοί, θρησκευτικοί)
Συγκρούσεις χαμηλής έντασης (πόλεμος χαμηλής εντάσης εννοούμε την χρησιμοποίηση στρατιωτικών δυνάμεων, οι οποίες ενεργούν επιλεκτικά, σε τοπικό επίπεδο και με πειθαρχία για να επιβάλλουν συμμόρφωση στους αντικειμενικούς σκοπούς του πολιτικού σώματος που υπάγονται)
Αδιευκρίνιστη η θέση/άποψη του ντόπιου πληθυσμού (είναι υπέρ ή κατά της ανατρεπτικής οργάνωσης)
Μικρού μεγέθους αντάρτικων ομάδων και ευρέως ανεπτυγμένο δίκτυο επικοινωνίας και οικονομική υποστήριξη.
Χρήση μεθόδων ανορθόδοξου πολέμου
Μάλιστα, ο αντικρατικός/αντάρτικος οργανισμός σε αυτού του είδους πολέμου παρουσιάζει τα εξής στοιχεία:
Έλλειψη τυπικής δομής.
Υπομονή και ευκαμψία.
Δυνατότητα τηρήσεως χαμηλού προφίλ, όταν απαιτείται.
Μικρό μέγεθος ομάδων.
Τον τέταρτης γενεάς πόλεμο τον συναντούμε σε όλα τα μέτωπα. Δηλαδή το πολιτικό, στο οικονομικό, στα media, στο στρατιωτικό αλλά και στους πολίτες.
Ενώ οι τακτικές επιδιώξεις του είναι κυρίως η επιβίωσή του ως οργανισμού και, μέσω των στρατιωτικών του επιχειρήσεων, να πείσει τον κρατικό εχθρό του ότι οι σκοποί του είναι είτε ακατόρθωτοι είτε πολύ δαπανηροί για το πλεονέκτημά του.

Ομάδα Αμερικανικών στρατιωτικών συγγραφέων έχει κατατάξει τους πολέμους σε γενεές.
α. Πρώτη Γενεά: Είναι η τακτική Γραμμών και Φαλάγγων, με ορόσημο την συνθήκη της Βεστφαλίας και εντεύθεν. Τότε εθεωρείτο, ως ο αποτελεσματικότερος τρόπος διεξαγωγής πολεμικών επιχειρήσεων.
β. Δευτέρα Γενεά: Χρησιμοποίηση της τακτικής του Γραμμικού πυρός και κινήσεως που βασίζεται και υποστηρίζεται από το έμμεσο πυρ (ΠΒ).
γ. Τρίτη Γενεά: Είναι η τακτική της διεισδύσεως, της υπερκεράσεως και της εξουδετερώσεως των εχθρικών δυνάμεων δια της προσβολής της εις βάθος αμυντικής των διατάξεως.
δ. Τον Πόλεμο 4ης Γενεάς (Π4Γ) τον συναντούμε κατά πρώτον στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, όταν οι υπερδυνάμεις και οι μεγάλες δυνάμεις προσπαθούσαν να διατηρήσουν την ισχύ τους στις αποικίες τους και στα κατεκτημένα εδάφη.


ΕΟΚΑ
 
Ενδεικτικό για το ότι ο ΕΟΚΑ όντως εξαπέλυσε πόλεμο 4ης γενεάς εναντίων της Μεγάλης Βρετανίας φένεται απο το καταστατικό της οργάνωσης όπου αναφέρεται σαφώς πως: «Δια πράξεων ηρωισμού και αυτοθυσίας να κινήσωμεν το ενδιαφέρον της Διεθνούς κοινής γνώμης, ιδία δε των Συμμάχων, επί του Κυπριακού ζητήματος, το οποίον θα ήτο δυνατόν, ούτω, να τοις παράσχη πράγματα, εάν δεν δοθεί λύσις, ικανοποιούσα ημάς. Δια συνεχούς σοβαράς παρενοχλήσεως των Άγγλων εν Κύπρω να διαδηλώσωμεν την σταθεράν απόφασιν και θέλησιν μας ότι δεν θα υποχωρήσωμεν προ ουδεμίας θυσίας, αλλά, τουναντίον, θα προχωρήσωμεν μέχρις επιτεύξεως του σκοπού μας. Ο Αγών θα συνεχισθεί μέχρις ού η Διεθνής διπλωματία – ΟΗΕ – και οι Άγλλοι, ειδικώς, εξαναγκασθούν να εξετάσουν το Κυπριακόν ζήτημα και δώσουν ΑΜΈΣΩΣ λύσιν σύμφωνον με τους πόθους του Κυπριακού λαού και ολοκλήρου του Ελληνικού Έθνους». Αλλα κυριότερο επιχειρήμα για αυτό είναι η ιστορία της ΕΟΚΑ, την οποία θα παρουσιάσουμε παρακάτω.
Η Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) ήταν οργάνωση των Ελληνοκυπρίων που έδρασε κατά την χρονική περίοδο 1955-1959 για την ελευθερία της Κύπρου από την Βρετανική κυριαρχία, εθνική αυτοδιάθεση και την ένωσή της με την Ελλάδα.
Οι πρώτες σκέψεις για την ίδρυση μαχητικής οργάνωσης των Ελλήνων της Κύπρου που σκοπό θα είχε την προώθηση του αγώνα για ένωση του νησιού με την Ελλάδα, χρονολογούνται στο 1948, χρόνο κατά τον οποίο στην Κύπρο η Εκκλησία αναδιοργανώθηκε και στελεχώθηκε με νέα ηγεσία, μετά από μια περίοδο 16 περίπου χρόνων κατά την οποία είχε αποξηλωθεί λόγω μιας αποτυχημένης εξέγερσης τον Οκτώμβριο του 1931 που είχε σαν αποτέλεσμα την εξορία των Μητροπολιτών Κιτίου Νικόδημου Μυλωνά και Κυρήνειας Μακάριου, ενώ από το 1933 που πέθανε ο αρχιεπίσκοπος Κύριλλος Γ’ δεν είχε καταστεί δυνατό να πληρωθεί ο αρχιεπισκοπικός θρόνος.
Μόνο μετά τη λήξη του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου η εκκλησία κατόρθωσε να εκλέξει ξανά την ανώτατη ηγεσία της. Ο μητροπολίτης Κυρήνειας Μακάριος επέστρεψε από την εξορία και εξελέγη αρχιεπίσκοπος μετά τον θάνατο του τοποτηρητή και, για πολύ σύντομο χρονικά διάστημα, αρχιεπισκόπου Λεοντίου. Στον θρόνο της Πάφου εξελέγη ο Κλεόπας, στον θρόνο Κυρήνειας ο Κυπριανός και στον θρόνο Κιτίου ο Μακάριος, που, από το 1950, έγινε αρχιεπίσκοπος.
Με την εκλογή νέας εκκλησιαστικής ηγεσίας, άρχισε και η μεθόδευση του αγώνα και η επαναφορά του παγίου αιτήματος των Ελλήνων της Κύπρου για ένωση του νησιού με την Ελλάδα.
 Ο Γεώργιος Γρίβας, πρώην αρχηγός της αντικομμουνιστικής Οργάνωσης Χ στη δεκαετία του 1940, είχε συλλάβει από νωρίς την ιδέα της ένοπλης δράσης στο νησί εναντίων των Βρετανών. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, παρουσίασε τις απόψεις του στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο Γ΄, ο οποίος αρχικά ήταν αρνητικός. Το 1952 πραγματοποιήθηκε σειρά συναντήσεων, στις οποίες συμμετείχαν εκτός του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακάριου Γ΄ και του ίδιου του Γρίβα, ο κυπριακής καταγωγής δημοσιογράφος Αχιλλέας Κύρου και οι δικηγόροι Σάββας και Σωκράτης Λοϊζίδης, καθώς και Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι πνευματικοί άνθρωποι και στρατιωτικοί. Σύνδεσμος με την Κύπρο ήταν ο Ανδρέας Αζίνας.
Ο Μακάριος Γ΄ είχε αρχικά δισταγμούς. Τελικά συναίνεσε το 1954, με τον όρο ότι οι επιθέσεις θα γίνονταν κατά των βρετανικών εγκαταστάσεων χωρίς ανθρώπινα θύματα.
Ο Μακάριος διεξήγε, ταυτόχρονα, διπλωματικό και πολιτικό αγώνα, στοχεύοντας στη διεθνοποίηση του Κυπριακού ζητήματος και τη συζήτηση του στα διεθνή πλαίσια του ΟΗΕ, ελπίζοντας ότι έτσι θα εξανάγκαζε την κρατούσα δύναμη, τη Μεγάλη Βρετανία, να συζητήσει το πρόβλημα σοβαρά. Οι απογοητεύσεις στον πολιτικό τομέα, με την πλήρη άρνηση της Βρετανίας να παραδεχθεί έστω και την ύπαρξη Κυπριακού ζητήματος, με την αδυναμία των εξαρτωμένων από την Αγγλία ελληνικών κυβερνήσεων να επιτύχουν ο,τιδήποτε και με τα πενιχρά αποτελέσματα των πρώτων συζητήσεων επί του Κυπριακού που έγιναν στους διαδρόμους των Ηνωμένων Εθνών, οδήγησαν στην τελική απόφαση για διεξαγωγή στην Κύπρο του σχεδιαζόμενου ένοπλου αγώνα. Αφού πήρε την τελική έγκριση από τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο, που ήταν και ο βασικός χρηματοδότης των μέχρι τότε ενεργειών, ο Γρίβας αναχώρησε κρυφά από την Ελλάδα για την Κύπρο με καράβι. Έφθασε στο νησί το βράδυ της 10/11/1954 κι αποβιβάστηκε μυστικά σε ερημική ακτή της Πάφου, κοντά στο χωριό Χλώρακα. Αμέσως άρχισε σκληρή εργασία για σύσταση μυστικής στρατιωτικής οργάνωσης. Άρχισε η στρατολόγηση και η εκπαίδευση ανδρών και η στελέχωση της οργάνωσης, η οποία πήρε την ονομασία ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών). Την ονομασία έδωσε ο Γρίβας, που για τον εαυτό του επέλεξε το εύστοχο και επιτυχές ψευδώνυμο Διγενής το όνομα του Βυζαντινού ήρωα των ακριτικών επών.
Η ΕΟΚΑ με τη σύμφωνη γνώμη του Μακαρίου (που είχε το ψευδώνυμο Γενικός) άρχισε τη δράση της εντυπωσιακά την 1/4/1955.
Για την εισαγωγή οπλισμού στην Κύπρο από την Ελλάδα ο Διγενής χρησιμοποίησε φίλους και συνεργάτες του. Το πρώτο φορτίο όπλων έφτασε στην Κύπρο τον Μάρτιο του 1954. Μ’ αυτά τα λίγα όπλα ξεκίνησε ο Αγώνας της ΕΟΚΑ την 1η Απριλίου 1955. Ένα δεύτερο φορτίο, που μεταφερόταν με το πλοιάριο «Άγιος Γεώργιος» τον Ιανουάριο του 1955, κατασχέθηκε από τις Αγγλικές Αρχές, κατόπιν προδοσίας, κοντά στο χωριό Χλώρακα της Πάφου.
Κατά τη διάρκεια του Αγώνα λειτούργησε μυστικό σχέδιο αποστολής όπλων στην Κύπρο με επιβατικά πλοία της γραμμής Πειραιά-Λεμεσού. Άλλα όπλα έφταναν με το ταχυδρομείο της Πάφου και με άλλους τρόπους. Στις 29 Ιανουαρίου του 1956 ο οπλισμός της ΕΟΚΑ εμπλουτίστηκε με 800 περίπου κυνηγετικά όπλα Ελληνοκυπρίων, που είχαν πάρει απ’ αυτούς μέλη της ΕΟΚΑ. Ένας άλλος τρόπος, με τον οποίο η ΕΟΚΑ εξασφάλιζε όπλα ήταν οι επιθέσεις σε αστυνομικούς σταθμούς και από νεκρούς Άγγλους στρατιώτες. Μερικά όπλα ήταν επιτόπιας κατασκευής σε ειδικά εργαστήρια, στα οποία κατασκευάζονταν επίσης ωρολογιακές βόμβες, νάρκες και άλλο πολεμικό υλικό.

Η οργάνωση της ΕΟΚΑ

 Η ΕΟΚΑ οργανώθηκε από τον Γρίβα με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ευέλικτη, να διακρίνεται από ικανότητα ταχείας δράσεως, να βασίζεται στην μυστικότητα και στην δυνατότητα να πλήττει στόχους εντελώς αναπάντεχα και να εξαφανίζεται αμέσως. Παράλληλα, δόθηκε μεγάλη σημασία στον τομέα της ασφάλειας και στον τομέα συλλογής πληροφοριών για οτιδήποτε αφορούσε τον εχθρό. Το απειροπόλεμο των Ελλήνων της Κύπρου, η γεωγραφική θέση του νησιού και η περιορισμένη έκτασή του, το ήμερο του τοπίου και η τεράστια υπεροχή του αντιπάλου, ήσαν οι βασικοί παράγοντες που καθιστούσαν δυσχερέστατο τον ένοπλο αγώνα, που δεν ήταν δυνατό παρά να πάρει τη μορφή ανταρτοπόλεμου.
Η ΕΟΚΑ άρχισε τη δράση της με μικρό αριθμό ανδρών και ελάχιστο οπλισμό, γρήγορα όμως αγκαλιάστηκε και βοηθήθηκε από τον λαό, οι δε τάξεις της πλήθυναν. Διοικούταν αποκλειστικά από τον Γεώργιο Γρίβα, που ήταν ο αρχηγός της. Η Κύπρος χωρίστηκε στους ακόλουθους στρατιωτικούς τομείς που ο κάθε ένας είχε επί κεφαλής ένα τομεάρχη που υπαγόταν απ’ ευθείας στον αρχηγό:
1. Λευκωσίας
2. Μόρφου
3. Ορεινής
4. Αμμοχώστου
5. Βαρωσίων
6. Καρπασίας
7. Λάρνακας
8. Λεμεσού
9. Κακοπετριάς – Γαλάτας
10. Πάφου
11. Κερύνειας
12. Κυθρέας.

Στις περιοχές των τομέων ιδρύθηκαν και δρούσαν μαχητικές ομάδες κρούσεως και δολιοφθορών, ενώ δημιουργήθηκαν. και δίκτυα συλλογής και αποστολής πληροφοριών, καθώς και δίκτυα συνδέσμων που μετέφεραν προς κάθε κατεύθυνση τα μηνύματα από και προς τον αρχηγό, εξασφάλιζαν την συνεχή επικοινωνία των τομεαρχών μεταξύ τους και με τον αρχηγό, και μεταξύ τομεαρχών και ομάδων κρούσεως.
Όσα από τα μέλη της ΕΟΚΑ επισημαίνονταν από τους Βρετανούς και διέφευγαν τη σύλληψη, καθώς και όσα δραπέτευαν από τα κρατητήρια και τις φυλακές, ανέβαιναν στα βουνά όπου εντάσσονταν στις αντάρτικες ομάδες. Η κάθε μια αντάρτικη ομάδα ήταν ολιγομελής, αποτελούμενη συνήθως από 4-6 άτομα, για λόγους καλύτερης απόκρυψης, ταχύτερης μετακίνησης και ευελιξίας. Σε διάφορες πολεμικές επιχειρήσεις που απαιτούσαν περισσότερους άνδρες, συνενώνονταν διάφορες ανταρτικές ομάδες που δρούσαν από κοινού. Διοικητικά οι αντάρτικες ομάδες υπάγονταν σε περιοχές δράσης. Η κάθε περιοχή εδιοικείτο από ένα αρχηγό αντάρτικων ομάδων ο οποίος ήταν υπόλογος απ’ ευθείας στον αρχηγό. Και μεταξύ των αντάρτικων ομάδων λειτουργούσε ευρύ δίκτυο συνδέσμων που εξασφάλιζε τη συνεχή επικοινωνία των ομάδων με τον αρχηγό της περιοχής τους και του τελευταίου με τους άλλους αρχηγούς και με τον ίδιο τον αρχηγό της ΕΟΚΑ. Λειτούργησαν οι ακόλουθες περιοχές αντάρτικων ομάδων:
1. Κύκκου
2. Μηλικουρίου – Γερακιών – Πεδουλά
3. Τηλλυρίας – Μαραθάσας
4. Σταυρού της Ψώκας
5. Πάφου – Χρυσοχούς
6. Πιτσιλιάς
7. Παραμύθας – Φασούλας
8. Αυδήμου – Κοιλανίου
9. Λάρνακας
10. Κακοπετριάς – Γαλάτας.

Παράλληλα είχε οργανωθεί και δίκτυο τροφοδοτών που εφοδίαζε τις αντάρτικες ομάδες με πολεμικό υλικό, τρόφιμα, ρουχισμό και άλλα αναγκαία είδη συντήρησής τους, κατασκευής κρησφυγέτων κλπ.
Προς υποβοήθηση του έργου της ΕΟΚΑ θεωρήθηκε απαραίτητη η οργάνωση του πληθυσμού από την αρχή. Προς τούτο, σε όλα σχεδόν τα χωριά καθώς και στις πόλεις δημιουργήθηκαν ολιγομελείς πυρήνες, που, με τη σειρά τους, προχώρησαν στη μυστική στρατολόγηση ανδρών. Παράλληλα, οργανώθηκε η νεολαία με την ίδρυση της ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ), οργάνωση που είχε δική της διοίκηση η οποία και πάλι υπαγόταν απ’ ευθείας στον αρχηγό της ΕΟΚΑ.
Από την αρχή, ο Γρίβας απέκλεισε τη συμμετοχή κομμουνιστών στις τάξεις της ΕΟΚΑ, η οποία ήταν και παρέμεινε οργάνωση της Δεξιάς. Όπως αναφέρει ο Γρίβας (Χρονικόν Αγώνος ΕΟΚΑ, Λευκωσία, 1972, σ.3), η στρατολογία των μελών της ΕΟΚΑ γινόταν με πολλή προσοχή. Για τα άτομα που επελέγοντο γινόταν διακρίβωση των φρονημάτων τους, της ικανότητας και του βαθμού εχεμύθειάς τους, και στη συνέχεια γινόταν η μύησή τους. Τέλος, αποφασιζόταν η εισδοχή τους στην οργάνωση, οπότε έδιναν τον όρκο. Εφιστάτο ιδιαίτερα η προσοχή τους στο ότι εάν τα μέλη παρέβαιναν τον όρκο τους, θα εκτελούνταν. Ο όρκος, που δινόταν στο όνομα της αγίας Τριάδος, αποτελείτο από 7 άρθρα που πρόβλεπαν:
1. Αγώνα με όλες τις δυνάμεις για απελευθέρωση της Κύπρου.
2. Απαγόρευση εγκατάλειψης του αγώνα, παρά μόνο ύστερα από διαταγή του αρχηγού.
3. Απόλυτη πειθαρχία στις διαταγές του αρχηγού.
4. Απόλυτη εχεμύ8εια σε περίπτωση σύλληψης και βασανισμών.
5. Τήρηση μυστικότητας για ό,τι αφορούσε την οργάνωση.
6. Αποκλεισμός πράξεων για ιδιοτελή ή κομματικά συμφέροντα.
7. Εάν κάποιος παρέβαινε τον όρκο, θα ήταν άτιμος και άξιος κάθε τιμωρίας.

Όπως ο ίδιος ο Γρίβας αναφέρει καθ’ όλη την διάρκεια του 4ετούς αγώνα η ΕΟΚΑ δαπάνησε χρηματικό ποσόν περί τις 140.000 λίρες. Το μεγαλύτερο μέρος του ποσού αυτού κατεβλήθη από την Εκκλησία, με μηνιαίες εισφορές μέσω του ηγουμένου του μοναστηριού Κύκκου στον ταμία της οργάνωσης. Ο ταμίας απέσυρε κάθε μήνα ποσόν που ενέκρινε ο ίδιος ο Γρίβας βάσει προϋπολογισμών και με τήρηση λογιστικών βιβλίων. Ακαθόριστο χρηματικό ποσόν εστάλη και από τον τότε υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδος Ευάγγελο Αβέρωφ μέσω της ελληνικής πρεσβείας της Λευκωσίας. Για λόγους ασφάλειας, ο Γρίβας απαγόρευσε αυστηρά την είσπραξη από μέλη της ΕΟΚΑ οιωνδήποτε εισφορών από ιδιώτες ή οργανισμούς, από εράνους ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή.
Το ποσόν που δαπανήθηκε είχε χρησιμοποιηθεί για συντήρηση των μαχητικών ομάδων, την αγορά οπλισμού και άλλου υλικού, τη συντήρηση οικογενειών καταζητούμενων ανταρτών και βοήθεια προς τις οικογένειες των νεκρών του αγώνα.
Ωστόσο κοντά στο χρηματικό αυτό ποσόν που δαπανήθηκε, θα πρέπει να προστεθεί η τεράστια βοήθεια του λαού προς την ΕΟΚΑ σε είδη αντί σε χρήματα, όπως ρουχισμός, τρόφιμα, υλικά για κατασκευές κρησφύγετων κλπ. Μεγάλη εις είδος βοήθεια πρόσφεραν στους αντάρτες και τα μοναστήρια.
Για διάφορους σοβαρούς λόγους, ένα ένοπλο επαναστατικό κίνημα στην Κύπρο αντιμετώπιζε ανυπέρβλητα σχεδόν προβλήματα. Οι κυριότεροι από τους λόγους αυτούς ήσαν:
α) Ο νησιώτικος χαρακτήρας της Κύπρου και η γεωγραφική της θέση, που εμπόδιζε την ύπαρξη βάσεων των ανταρτών ή την διείσδυση οποιασδήποτε βοήθειας από γειτονικές χώρες.
β) Η περιορισμένη έκταση του νησιού και το ήμερο του τοπίου, που δεν παρείχε επαρκή απόκρυψη των ανταρτών σε αχανείς ή απρόσιτες εκτάσεις.
γ) Το απειροπόλεμο των ιδίων των Κυπρίων, σε συνδυασμό με τον πράο και φιλήσυχο χαρακτήρα τους που πολύ απείχε από του να μετατραπούν σε πολεμιστές.
δ) Η συντριπτική υπεροχή του αντιπάλου (των Βρετανών) σε έμψυχο και άψυχο υλικό.

Οργανώνοντας την ΕΟΚΑ, ο αρχηγός της Γεώργιος Γρίβας έλαβε πολύ σοβαρά υπ’ όψιν τους πιο πάνω παράγοντες, που πέτυχε ώς ένα πολύ μεγάλο βαθμό να τους εξουδετερώσει ή αντισταθμίσει, αντιπαραβάλλοντας:
1) Μια μορφή ανταρτοπόλεμου που βασιζόταν στη γρήγορη μετακίνηση , στα αστραπιαία και αιφνιδιαστικά κτυπήματα και στην ταχεία εξαφάνιση.
2) Την αποφυγή κατά μέτωπον επιθέσεων και γενικής αντιπαράταξης προς τον εχθρό.
3) Την μαζική συμμετοχή του λαού, που με συνεχείς διαδηλώσεις, απεργίες, ή ακόμη και παθητική αντίσταση, απασχολούσε μόνιμα μεγάλες δυνάμεις του αντιπάλου.
4) Την καλλιέργεια αγωνιστικού φρονήματος και την εξύψωση του ηθικού των αγωνιστών αλλά και ολόκληρου του λαού.
5) Την αυστηρή πειθαρχία και την αμείλικτη τιμωρία όλων εκείνων που είτε πρόδιδαν μυστικά της ΕΟΚΑ, είτε απέφευγαν να εκτελέσουν την αποστολή τους και το καθήκον τους.

Η τακτική αυτή του συνταγματάρχη Γεωργίου Γρίβα απεδείχθη ικανοποιητική και κατέστησε την ΕΟΚΑ υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη που απασχολούσε μόνιμα πέραν των 20.000 ανδρών των βρετανικών δυνάμεων ασφαλείας. Ωστόσο το απειροπόλεμο των ανδρών της ΕΟΚΑ ήταν μια από τις βασικές αιτίες των απωλειών που η οργάνωση είχε κατά τα 4 χρόνια της αγωνιστικής της δραστηριότητας, σε έμψυχο υλικό. Οι περισσότεροι από τους άνδρες της οργάνωσης που έπεσαν, χάθηκαν ακριβώς εξ αιτίας της πολεμικής τους απειρίας: είτε από έκρηξη βομβών που κατασκεύαζαν, τοποθετούσαν ή μετέφεραν, είτε από ανεπαρκή μέτρα ασφαλείας, είτε σε συγκρούσεις προς τον εχθρό κατά τις οποίες η ανεπαρκής εκπαίδευσή τους τους καθιστούσε ευάλωτους στα αγγλικά πυρά.
Παρά ταύτα, πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις της ΕΟΚΑ χαρακτηρίστηκαν από πράξεις ανδρείας και ηρωισμού.
 
Σταθμοί της πορείας της ΕΟΚΑ

Στα τέλη Μαρτίου του 1955 η ΕΟΚΑ ήταν έτοιμη για το ξεκίνημα του Αγώνα. Τη νύκτα της 31ης Μαρτίου προς την 1η Απριλίου, 30 λεπτά μετά τα μεσάνυκτα, οι ομάδες της ΕΟΚΑ έδρασαν με επιτυχία. Εκκωφαντικές εκρήξεις συγκλόνισαν τη Λευκωσία, τη Λάρνακα, τη Λεμεσό και στρατιωτικές επισταθμίες. Η ΕΟΚΑ είχε τότε τον πρώτο της νεκρό. Ήταν ο Μόδεστος Παντελή από το Λιοπέτρι, που πέθανε από ηλεκτροπληξία στην προσπάθεια του ν’ αποκόψει ηλεκτροφόρα σύρματα, για να δράσουν οι ομάδες της ΕΟΚΑ.
Την 1η Απριλίου 1955 κυκλοφόρησε η πρώτη προκήρυξη του Διγενή που άρχιζε με τούτα τα λόγια: «Με την βοήθειαν του Θεού, με πίστιν εις τον τίμιον αγώνα μας, με την συμπαράστασιν ολοκλήρου του Ελληνισμού και με την βοήθειαν των Κυπρίων, αναλαμβάνομεν τον αγώνα διά την αποτίναξιν του αγγλικού ζυγού».
Αρχικά η ΕΟΚΑ ιδρύθηκε με σκοπό τη διενέργεια μικρής εκτάσεως στρατιωτικών επιχειρήσεων, κυρίως δε ενεργειών δολιοφθοράς σε άψυχους αγγλικούς στόχους στην Κύπρο, για δημιουργία θορύβου που ενδεχομένως θα υποβοηθούσε τις πολιτικές ενέργειες του αρχιεπισκόπου Μακαρίου για τη λύση του Κυπριακού ζητήματος. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στους αρχικούς σκοπούς της ΕΟΚΑ δεν περιλαμβανόταν το αίτημα για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, πράγμα που δεν αναφερόταν ούτε στην πρώτη προκήρυξη του Γρίβα που κυκλοφόρησε την 1/4/1955, μέρα έναρξης του ένοπλου αγώνα. Και τούτο, γιατί οι πολιτικοί χειρισμοί ανήκαν στον αρχιεπίσκοπο Μακάριο, τον οποίο ο Γρίβας αναγνώριζε αρχικά ως ανώτερο του και ως τον άνθρωπο εκείνο ο οποίος του ενεπιστεύθη την διεξαγωγή του αγώνος ( Η τρομοκρατία εν Κύπρω – Το ημερολόγιον του Γρίβα, έκδοση 1957 από τους Άγγλους του ανευρεθέντος ημερολογίου, καταχώρηση ημερ. 2/4/1955).
Στη συνέχεια όμως, μετά το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων του αρχιεπισκόπου Μακαρίου με τον κυβερνήτη Χάρτιγκ (τέλος 1955 – αρχές 1956), της εξορίας του πρώτου από τον δεύτερο (9/3/1956) και των μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεων του Χάρτιγκ κατά της ΕΟΚΑ, η οργάνωση ξέφυγε από τις αρχικές δραστηριότητές της (δολιοφθορές) και ανταπέδωσε τα πλήγματα, αναγκασμένη πια να αναμετρηθεί με τους Βρετανούς. Ο ίδιος ο Γρίβας (Απομνημονεύματα/ διαχωρίζει τον τετραετή αγώνα της ΕΟΚΑ στις ακόλουθες φάσεις:
α) Από την έναρξή του μέχρι την άφιξη του Χάρτιyκ (1/4/1955 – 3/10/1955).
β) Από την άφιξη του Χάρτιγκ μέχρι την εξορία του Μακαρίου (3/10/1955 – 9/3/1956).
γ) Από την εξορία του Μακαρίου μέχρι την πρώτη εκεχειρία (9/3/1956 – 16/8/1956).
δ) Από την πρώτη μέχρι την δεύτερη εκεχειρία ( 17/8/1956 – 14/3/1957).
ε) Από τη δεύτερη εκεχειρία μέχρι την αντικατάσταση του Χάρτιγκ (15/3/1957 – 6/11/1957).
στ) Από την αναχώρηση του Χάρτιγκ μέχρι την ανακοίνωση του σχεδίου Μακμίλλαν (7/11/1951 – 19/7/1958).
ζ) Από την ανακοίνωση του σχεδίου μέχρι τη συζήτηση του Κυπριακού στον ΟΗΕ (20/7/1958 – 25/11/1958).
η) Από την συζήτηση στον ΟΗΕ μέχρι την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου (25/11/1958- 19/2/1959).

 Κατά την πρώτη φάση, η δράση της ΕΟΚΑ ήταν κυρίως δολιοφθορές, μια απόπειρα κατά της ζωής του Άγγλου κυβερνήτη και σποραδικές επιθέσεις, ταυτόχρονα δε διαδηλώσεις και παναπεργίες.
Κατά τη δεύτερη φάση, στήνονται ενέδρες και διεξάγεται η μεγάλη μάχη στην περιοχή του χωριού Σπήλια, συνεχίζονται οι δολιοφθορές, οργανώνεται η νεολαία και αναδιοργανώνεται η ΕΟΚΑ.
Κατά την τρίτη φάση, εφαρμόζονται μεγάλης κλίμακας τρομοκρατικά μέτρα του αγγλικού στρατού και επιχειρήσεις του Χάρτιγκ κατά της ΕΟΚΑ, κυρίως στην περιοχή Κύκκου. Η ΕΟΚΑ αντεπιτίθεται, γίνεται ακόμη και απόπειρα κατά του Χάρτιγκ, ενώ φθάνει στην Κύπρο ο συνταγματολόγος λόρδος Ράντκλιφ που αποτυγχάνει να προωθήσει την ιδέα εφαρμογής ενός συντάγματος. Μαζική συμμετοχή του λαού σε διαδηλώσεις και παναπεργίες.
Κατά την τέταρτη φάση, η ΕΟΚΑ επαναλαμβάνει τις επιθέσεις της μετά την αποτυχία της προσπάθειας για εκεχειρία. Δημοσιεύεται από τους Βρετανούς το ημερολόγιο του Γρίβα που ανευρέθη και το οποίο, μεταξύ άλλων, ενοχοποιούσε και τον Μακάριο. Η Κύπρος χρησιμοποιείται ως ορμητήριο των Αγγλογάλλων κατά της Αιγύπτου (εισβολή στο Σουέζ). Η ΕΟΚΑ προπαρασκευάζεται για μακρόχρονη δράση. Οι επιθέσεις των Άγγλων και οι αντεπιθέσεις της ΕΟΚΑ συνεχίζονται. Οι Τουρκοκύπριοι αρχίζουν να προβάλλουν έντονα το αίτημα για διχοτόμηση της Κύπρου. Σε μάχες σκοτώνονται ο Μάρκος Δράκος, ο Μιχαήλ Γεωργάλλας και ο Γρηγόρης Αυξεντίου.
Κατά την πέμπτη φάση, αρχίζει η παθητική αντίσταση του λαού. Η ΕΟΚΑ περιορίζει τη δράση της προκειμένου να δημιουργηθεί ευνοϊκό κλίμα για απελευθέρωση του Μακαρίου που κρατείται στις Σεϋχέλλες. Ο Μακάριος απελευθερώνεται. Αναπτύσσεται στην Κύπρο δράση εξτρεμιστών Τουρκοκυπρίων που συνεργάζονται με τους Βρετανούς.
Κατά την έκτη φάση, η δράση της ΕΟΚΑ περιορίζεται και πάλι, κυρίως σε ενέργειες δολιοφθορών. Στην Κύπρο αναλαμβάνει νέος κυβερνήτης ο σερ Χιού Φούτ, που ζητά να συναντηθεί με τον Γρίβα. Το Κυπριακό ζήτημα συζητείται σε πολλά παρασκηνιακά επίπεδα. Εκδηλώνεται μεγάλης κλίμακας οργανωμένη επίθεση των Τουρκοκυπρίων κατά των Ελληνοκυπρίων και των περιουσιών τους. H ΕΟΚΑ επαναρχίζει την δράση της, ενώ επαναρχίζουν και οι μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις των Βρετανών κατά της ΕΟΚΑ.
Κατά την έβδομη φάση, συνεχίζονται οι επιθέσεις των Τουρκοκυπρίων, τους οποίους τώρα κτυπά η ΕΟΚΑ. Οι Άγγλοι κατορθώνουν να δημιουργήσουν στην Κύπρο συνθήκες διακοινοτικής διαμάχης. Σε μάχη σκοτώνονται οι τέσσερις ήρωες του αχυρώνα του Λιοπετρίου. Η ΕΟΚΑ διενεργεί μεγάλες επιθέσεις κατά των Βρετανών. Στο Δίκωμο σκοτώνεται ο Κυριάκος Μάτσης. Αρχίζει η διαφωνία ως προς το πολιτικό μέλλον της Κύπρου, μεταξύ Μακαρίου και Γρίβα.
Κατά την όγδοη και τελευταία φάση του αγώνα, η ΕΟΚΑ περιορίζει τη δράση της, όπως την περιορίζουν και οι Βρετανοί και οι Τούρκοι. Οι παρασκηνιακές ζυμώσεις οδηγούν στην επίτευξη συμφωνίας μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας στη Ζυρίχη, που προσυπογράφεται και από τους λοιπούς ενδιαφερομένους (Ελληνοκυπρίους, Τουρκοκυπρίους και Βρετανούς) στο Λονδίνο. Η Κύπρος καθίσταται πια ανεξάρτητη Δημοκρατία.
Αναλυτικά, Στις 3 Οκτωβρίου 1955 τον Κυβερνήτη Άρμιτεϊτζ αντικατέστησε στην Κύπρο ο Σερ Τζων Χάρντιγκ, Αρχηγός του Αυτοκρατορικού Γενικού Επιτελείου Στρατού. Ο Χάρντιγκ ήρθε αποφασισμένος να συντρίψει την ΕΟΚΑ. Ενίσχυσε περισσότερο το στρατό και στις 26 Νοεμβρίου 1955 κήρυξε την Κύπρο σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Αλαζονικά φερόμενος διακήρυξε ότι οι μέρες της ΕΟΚΑ είναι μετρημένες. Θέσπισε κανονισμούς, που προνοούσαν ποινή θανάτου για όσους μετέφεραν ή χρησιμοποιούσαν όπλα ή βόμβες ή εκρηκτικές ύλες. Τα μέτρα όμως αυτά δεν έφεραν τον εκφοβισμό στον Ελληνικό Κυπριακό λαό, όπως ανέμενε ο Χάρντιγκ, αλλά το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα. Αύξησαν τη συμπάθεια και τη βοήθεια του λαού προς την ΕΟΚΑ, τα μέλη της οποίας προέβαιναν συνεχώς στις πιο ριψοκίνδυνες πράξεις, αψηφώντας το θάνατο.
Τα κυριότερα γεγονότα της περιόδου Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 1955 από τη δράση της ΕΟΚΑ είναι τα ακόλουθα:
α) Στις 4 Οκτωβρίου μια ομάδα επιτέθηκε στον αστυνομικό σταθμό Λευκονοίκου και αφαίρεσε 11 όπλα.
β) Στις 20 Οκτωβρίου άλλη ομάδα, ύστερα από επιδρομή σε στρατιωτική αποθήκη της Αμμοχώστου, πήρε 16 όπλα.
γ) Στις 23 Νοεμβρίου στήθηκε ενέδρα από αντάρτες, με επικεφαλής τον Διγενή, σε δύο στρατιωτικά αυτοκίνητα στο δρόμο Κυπερούντας – Χανδριών. Οι Άγγλοι είχαν δύο νεκρούς και δύο τραυματίες.
δ) Η πιο μεγάλη επιτυχία της ΕΟΚΑ ήταν η μάχη που έγινε στις 11 Δεκεμβρίου κοντά στα Σπήλια, όπου ήταν τα λημέρια της ΕΟΚΑ. Εκεί βρίσκονταν ο Διγενής, ο Αυξεντίου και άλλοι αγωνιστές. Οι Άγγλοι στρατιώτες προχωρούσαν από δύο διαφορετικές κατευθύνσεις, για να περικυκλώσουν τους αγωνιστές. Ο Αυξεντίου, που με τρεις άλλους επιτηρούσε την περιοχή, πυροβόλησε και προς τις δύο κατευθύνσεις των Άγγλων. Επειδή επικρατούσε πυκνή ομίχλη, οι Άγγλοι και των δυο ομάδων νόμισαν ότι πυροβολούνται από μέλη της ΕΟΚΑ, οπότε για αρκετή ώρα αλληλοπυροβολήθηκαν, με αποτέλεσμα να έχουν 15 νεκρούς και 35 τραυματίες.
ε) Στις 15 Δεκεμβρίου η ΕΟΚΑ έχασε το πρώτο της παλληκάρι στο πεδίο της μάχης, που έγινε στην τοποθεσία Μερσινάκι, κοντά στους αρχαίους Σόλους. Νεκρός ήταν ο Χαράλαμπος Μούσκος, μέλος της αντάρτικης ομάδας του Μάρκου Δράκου, η οποία έστησε ενέδρα σε στρατιωτικό αυτοκίνητο. Δύο άλλοι αγωνιστές, ο Ανδρέας Ζάκος και ο Χαρίλαος Μιχαήλ συνελήφθηκαν και αργότερα απαγχονίστηκαν.

Ο Χάρντιγκ, παράλληλα με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που γίνονταν για τη συντριβή της ΕΟΚΑ, άρχισε συνομιλίες με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο για πολιτική διευθέτηση του Κυπριακού προβλήματος. Οι συνομιλίες άρχισαν στις 4 Οκτωβρίου 1955 και έληξαν στις 11 του ίδιου μήνα λόγω διαφωνιών. Νέος γύρος συνομιλιών ξανάρχισε στις 9 Ιανουαρίου 1956. Και πάλιν οι προβαλλόμενες θέσεις των δύο ανδρών ήταν διαφορετικές. Στην τελευταία συνάντηση της 29ης Φεβρουαρίου πήρε μέρος και ο Βρετανός Υπουργός Αποικιών Λέννοξ Μπόυντ. Οι Άγγλοι εισηγούνταν την παροχή αυτοκυβέρνησης στον Κυπριακό λαό για αόριστο χρονικό διάστημα, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος επέμενε να οριστεί χρόνος για την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης. Έτσι οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε ναυάγιο. Ο Αρχιεπίσκοπος στις 6 Μαρτίου διακήρυξε: «Εν ουδεμιά περιπτώσει θα υποστείλωμεν την σημαίαν της αυτοδιαθέσεως».
Στις 9 Μαρτίου 1956 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος συνελήφθηκε στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, από το οποίο θα μετέβαινε στην Αθήνα για συνομιλίες με την Ελληνική Κυβέρνηση. Την ίδια μέρα συνελήφθηκαν ο Μητροπολίτης της Κερύνειας, ο Παπασταύρος Παπαγαθαγγέλου και ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης. Και οι τέσσερις εξορίστηκαν στις Σεϋχέλλες. Στην Κύπρο ακολούθησε περίοδος στρατοκρατίας. Οι Άγγλοι επιδίδονταν σε βανδαλισμούς εις βάρος του ελληνικού πληθυσμού. Η ΕΟΚΑ εξαπέλυε παντού σφοδρές επιθέσεις. Την 21η Μαρτίου 1956 ο θαλαμηπόλος του Χάρντιγκ τοποθέτησε ωρολογιακή βόμβα στο κρεβάτι του Κυβερνήτη, η οποία λόγω κλιματολογικών συνθηκών δεν εξερράγη και ανακαλύφθηκε την επόμενη μέρα.
Στις 10 Μαΐου 1956 ο Μιχαλάκης Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου απαγχονίζονται στις κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας για τη δράση που είχαν ως μέλη της ΕΟΚΑ. Ενταφιάζονται στις κεντρικές φυλακές. Στο ίδιο χώρο αργότερα θα ταφούν άλλα έντεκα μέλη της ΕΟΚΑ. Μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου τα φυλακισμένα μνήματα έγιναν ιερό προσκύνημα Κυπρίων και ξένων επισκεπτών.
Τον Ιούνιο του 1956 έγιναν μεγάλες έρευνες στην περιοχή του Κύκκου για σύλληψη του Διγενή και ανταρτών της ΕΟΚΑ. Ο Διγενής με πέντε παλληκάρια του κατόρθωσε να διαφύγει. Ύστερα από μεγάλες ταλαιπωρίες κατέληξε στη Λεμεσό με τον Αντώνη Γεωργιάδη. Εκεί παρέμεινε και διηύθυνε τον Αγώνα μέχρι τη λήξη του. Κατά τη διάρκεια των ερευνών για τη σύλληψή του προκλήθηκε πυρκαγιά στο δάσος της Πάφου, που πήρε μεγάλες διαστάσεις στις 17 Ιουνίου. Λόγω ξαφνικής μεταβολής του ανέμου έχασαν τη ζωή τους 19 Άγγλοι στρατιώτες και τραυματίστηκαν 18.
Στις 12 Ιουλίου 1956 ο Βρετανός Πρωθυπουργός Ήντεν ανακοίνωσε πρόθεση της χώρας του για εισαγωγή συντάγματος αυτοκυβέρνησης στην Κύπρο. Το έργο αυτό ανέλαβε ο συνταγματολόγος λόρδος Ράντκλιφ ο οποίος ήρθε στην Κύπρο για μελέτη των πολιτιστικών συνθηκών. Οι Έλληνες της Κύπρου δεν είχαν καμιά συνεργασία μαζί του.
Στις 9 Αυγούστου 1956 απαγχονίζονται τρία μέλη της ΕΟΚΑ, ο Ανδρέας Ζάκος, ο Χαρίλαος Μιχαήλ και ο Ιάκωβος Πατάτσος. Άλλοι τρεις αγωνιστές απαγχονίζονται την 21η Σεπτεμβρίου, ο Μιχαήλ Κουτσόφτας, ο Ανδρέας Παναγίδης και ο Στέλιος Μαυρομμάτης.
Στις 16 Αυγούστου 1956 ο Διγενής κήρυξε εκεχειρία της ΕΟΚΑ, για να διευκολύνει την εξεύρεση πολιτικής λύσης στο Κυπριακό. Ο Χάρντιγκ, αντί να ανταποκριθεί με διακοπή των στρατιωτικών ερευνών, ανακοίνωσε όρους παράδοσης των μελών της ΕΟΚΑ. Ο Διγενής απάντησε ότι οι νικητές δεν παραδίδονται.
Για ενίσχυση του Αγώνα της ΕΟΚΑ ο Διγενής τον Αύγουστο του 1956 δημιούργησε την Πολιτική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνα (ΠΕΚΑ), που εργάστηκε για τη διατήρηση αρραγούς εσωτερικού μετώπου, την εξύψωση του ηθικού του λαού και την καταπολέμηση της προπαγάνδας του αντιπάλου. Η ΠΕΚΑ εκπλήρωσε πλήρως τον προορισμό της.
Στις 3 Μαρτίου 1957 οι Άγγλοι κατόπιν πληροφοριών ανακάλυψαν το κρησφύγετο του Γρηγόρη Αυξεντίου και των τεσσάρων συναγωνιστών του, που βρίσκεται κοντά στη μονή Μαχαιρά. Ο Αυξεντίου δεν παραδίδεται και επί οκτώ ώρες πολεμά εναντίον εκατοντάδων στρατιωτών. Με διαταγή του παραδίδονται οι τέσσερις συναγωνιστές του. Οι Άγγλοι ρίχνουν βενζίνη στο κρησφύγετο και τρεις εμπρηστικές βόμβες. Ο Αυξεντίου γίνεται ολοκαύτωμα στο βωμό της ελευθερίας της πατρίδας του.
Ξημερώματα της 14ης Μαρτίου 1957 απαγχονίζεται ο 19χρονος Ευαγόρας Παλληκαρίδης, που διέκοψε στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου Πάφου τη μόρφωση του και έγινε αντάρτης της ΕΟΚΑ.
Με απόφαση του Βρετανικού Υπουργικού Συμβουλίου της 28ης Μαρτίου 1957 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και οι συνεξόριστοί του είναι ελεύθεροι να μεταβούν σε οποιαδήποτε χώρα πλην της Κύπρου. Οι τέσσερις άνδρες φεύγουν από τις Σεϋχέλλες και φτάνουν στις 17 Απριλίου στην Αθήνα, όπου τους επιφυλάσσεται ενθουσιώδης υποδοχή.
Όλοι οι ηρωικοί πεσόντες της ΕΟΚΑ: ΕΔΩ
 
Το τέλος και η αναγνώριση

Καθ’ όλο το χρονικά διάστημα της αγγλικής κατοχής της Κύπρου, αίτημα των Ελλήνων κατοίκων του νησιού ήταν η απόδοσή του στην Ελλάδα, με την οποία απαιτούσαν την ένωση. Είναι αυτονόητο ότι ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ είχε ως στόχο του την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Από την άποψη αυτή, ο αγώνας εκείνος δεν δικαιώθηκε. Αντί της ενώσεως, τόσο η Ελλάδα όσο και οι Έλληνες της Κύπρου αναγκάστηκαν να αποδεχθούν τη λύση της ανεξαρτησίας, και μάλιστα μιας ανεξαρτησίας με πολλές δεσμεύσεις και με αρκετά προνόμια για τους Βρετανούς, αλλά και εμπεριέχουσας το σπέρμα της διχοτόμησης. Η μεγάλη αυτή υποχώρηση αποτελεί πολιτική νίκη της Αγγλίας και της Τουρκίας σε βάρος του Ελληνισμού. Οι λόγοι για την πολιτική ελληνική ήττα οφείλονται:
α) Στην πολιτική ανωριμότητα των Ελλήνων και των Ελληνοκυπρίων, σε αντίθεση προς την πολιτική ικανότητα των Βρετανών.
β) Στην εξάρτηση, σ’ ένα πολύ μεγάλο βαθμό, της Ελλάδος από τους Βρετανούς και τους λοιπούς δυτικούς συμμάχους της, πράγμα που δεν της επέτρεψε να παράσχει ουσιαστική βοήθεια στους Έλληνες της Κύπρου ή και να προασπίσει σε ικανοποιητικά βαθμό τα δίκαια και δικαιώματα του Ελληνισμού.
γ) Στην υποτίμηση του τουρκικού παράγοντα.
δ) Στα αγγλικά συμφέροντα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ιδιαίτερα όπως αυτά διαφοροποιήθηκαν μετά το 1956, οπότε οι Άγγλοι υποχώρησαν από την Εγγύς Ανατολή προς τα δυτικά, απέτυχαν και στο Σουέζ, και η Κύπρος κατέστη πλέον το «προκεχωρημένο φυλάκιο» τους στην περιοχή. Η εξέλιξη αυτή τους εμπόδισε από του να δεχθούν την παραχώρηση πλήρους ελευθερίας στην Κύπρο, που θα ξέφευγε έτσι, ενδεχομένως, του ελέγχου των δυτικών.
ε) Στην επέκταση της επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Με τα πιο πάνω δεδομένα, οι ρυθμιστικές συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου επεβλήθησαν στον κυπριακό Ελληνισμό. Μετά την υπογραφή των συμφωνιών από τον Μακάριο στο Λονδίνο, ο τελευταίος, παράλληλα προς ενέργειες του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδος Ευάγγελου Αβέρωφ, κατέβαλε προσπάθεια να πεισθεί ο Γρίβας, που κατέστη, στο μεταξύ, παντοδύναμος στο νησί, να διατάξει κατάπαυση του αγώνα. Αφού ρυθμίστηκαν διάφορα θέματα που αφορούσαν την ασφάλεια των ανταρτών της ΕΟΚΑ και του ιδίου, ο Γρίβας εξέδωσε διαταγή στις 9/3/1959, με την οποία διάτασσε την κατάπαυση του αγώνα. Λίγο αργότερα αναχώρησε για την Αθήνα, όπου του επεφυλάχθη αποθεωτική υποδοχή.
Η 1η Απρίλη τιμάται ως εθνική επέτειος από τους Έλληνες της Κύπρου, σαν η μέρα έναρξης του αγώνα της ΕΟΚΑ. Τον Γενάρη του 1986 κατετέθη στην κυπριακή Βουλή σχέδιο νόμου με το οποίο η ΕΟΚΑ αναγνωρίζεται επίσημα ως η απελευθερωτική οργάνωση της Κύπρου.

ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου