Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, γεννήθηκε στο Ελαιοχώρι Αχαΐας στις 5 Μαΐου 1919.
Προπάππος του, από την πλευρά του πατέρα του, ήταν ο ιερέας Αθανάσιος
Σταμόπουλος με καταγωγή από το Σούλι, γνωστός στο ορεινό Καλούσι Αχαΐας ως
Παπα-Θάνος και παππούς του ο Γεώργιος Παπαθάνου, όπως μετέβαλε το επίθετο του
εις μνήμη του ιερέα-πατέρα του, όμως ο γιος του Χρήστος Παπαθάνου, πατέρας του
Γεώργιου Παπαδόπουλου, δάσκαλος στο Ελαιοχώρι, επέλεξε να μετατρέψει το επίθετο
του σε Παπαδόπουλος. Ο Χρήστος Παπαδόπουλος, γνωστός ως «Στούμπος», παντρεύτηκε
τη Χρυσούλα, κόρη του κτηματία Σταμάτη Παπαδοπούλου από το Ελαιοχώρι Αχαΐας,
χήρα του Κώστα Βαγενά. Η μητέρα του Γεωργίου Παπαδόπουλου πέθανε το 1964 στην
Αθήνα όπου είχαν μετακομίσει, για να είναι κοντά στα παιδιά τους, πουλώντας την
κατοικία τους στην Πάτρα.
Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ήταν ο
πρωτότοκος γιος της οικογένειας κι είχε τέσσερα ακόμη μικρότερα αδέλφια, την
Αθηνά σύζυγο του δικαστικού υπαλλήλου Μιχάλη Ελευθεριάδη, την Αθηνά σύζυγο Τάκη
Παναγόπουλου, τον επίσης αξιωματικό Κωνσταντίνο, το Χαράλαμπο, καθώς και έναν
ετεροθαλή αδελφό, το Σωτήρη Βαγενά, γιο της μητέρας του από τον πρώτο της γάμο.
Νονός του ήταν ο γιατρός Πατρών Μυλωνόπουλος. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές
στο Ελαιοχώρι και στη συνέχεια ολόκληρη η οικογένεια του Χρήστου Παπαδόπουλου,
εγκαταστάθηκε σε ιδιόκτητο σπίτι στην οδό Ανδρέα Λόντου 15 στην Πάτρα, όπου ο
Γεώργιος φοίτησε στο 3ο Γυμνάσιο, τότε ονομάζονταν Μέση Σχολή Πατρών, στην
οποία είχε Γυμνασιάρχη τον καθηγητή Μπαδογιαννάκη.
Παντρεύτηκε το 1942, στη Νέα
Φιλαδέλφεια με κουμπάρο τον Νίκο Κερδεμελίδη -φίλο και συμφοιτητή του στο
Πολυτεχνείο, με τη Νίκη Αλκιβιάδη Βασιλειάδη, και σε δεύτερο γάμο,ην Πέμπτη 5
Μαρτίου 1970, με τη Δέσποινα Νικολάου Γάσπαρη, υπάλληλο της Γεωγραφικής
Υπηρεσίας Στρατού, και απόκτησαν μια κόρη την Υπερμαχεία....
Από την Ευελπίδων, στον Έβρο και το “σαμποταζ του 1965
Από την Ευελπίδων, στον Έβρο και το “σαμποταζ του 1965
Το Φθινόπωρο του 1937, μετά από επιτυχημένες εξετάσεις, εισήλθε στη
Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Στις 16 Οκτωβρίου 1937 δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες
ο πίνακας των επιτυχόντων, ενώ η Τάξη της σχολής ξεκίνησε τα μαθήματα στις 23
Οκτωβρίου 1937 με 311 ευέλπιδες που κατανεμήθηκαν σε 6 Εκπαιδευτικά Τμήματα, 3
Οργανικούς Λόχους και 3 Λόχους Ασκήσεων. Ως Εύελπις ήταν άριστος και αρχηγός
των Τάξεων της σχολής. Αποφοίτησε τον Αύγουστο του 1940, όταν ονομάστηκε
ανθυπολοχαγός και τοποθετήθηκε στο Πυροβολικό, δεύτερος σε σειρά επιλογής μετά
το στενό φίλο και συμμαθητή του Νικόλαο Μακαρέζο, ενώ μετά την ορκωμοσία του,
παρακολούθησε δύο υποχρεωτικά μαθήματα ως ανώτερη εκπαίδευση, το Χημικό Πόλεμο
και τη Μετεωρολογία έως τις 24 Σεπτεμβρίου 1940, που τοποθετήθηκε σε
Στρατιωτική μονάδα. Ολοκλήρωσε την στρατιωτική του κατάρτιση στη σχολή
πυροβολικού στο Μεγάλο Πεύκο.
Έλαβε μέρος στο έπος του 1940-41 ως Ανθυπολοχαγός
Πυροβολικού διοικητής ουλαμού πυροβολικού και στη συνέχεια κατά των Γερμανών
στις 6 Απριλίου 1941, ενώ από τον Απρίλιο του 1941, διαρκούσης της κατοχής της
Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, παρακολούθησε μαθήματα Πολιτικού Μηχανικού,
στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, από το οποίο δεν αποφοίτησε και εργάστηκε για
κάποιο χρονικό διάστημα στο γραφείο ενός Πολιτικού Μηχανικού. Συμμετείχε στην
οργάνωση «Μίδας 614» του συνταγματάρχη Τσιγάντε και στη συνέχεια στην οργάνωση
της «Χ» του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος,
ανέλαβε υπασπιστής του στρατηγού Παυσανία Κατσώτα, που είχε καθήκοντα
στρατιωτικού διοικητή Αθηνών. Συμμετείχε στον ανταρτοπόλεμο της περιόδου
1946-49, στον οποίο και παρασημοφορήθηκε, όπως και στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου
πολέμου. Μειοψήφησε ως Στρατοδίκης και μέλος του Στρατοδικείου με το βαθμό του
Ταγματάρχη, που δίκαζε το 1952 τον Νίκο Μπελογιάννη, και αρνήθηκε να τον
καταδικάσει σε θάνατο. Τον Ιούνιο του 1963, σε ομιλία του ως καθηγητής στην
Σχολή Εθνικής Αμύνης, με θέμα «Γενικαί οργανωτικαί αρχαί μυστικών συνωμοτικών
οργανώσεων» είπε, «…Ας αναφωνήσωμεν όλοι μας “Η χώρα κινδυνεύει” και αυτοσυγκινούμενοι εκ της ιδίας ημών προσκλήσεως,
ας συγκροτήσωμεν την εθνικήν φάλαγγαν παντού όπου ευρισκόμεθα εντεταγμένοι,
προκειμένου να αντιμετωπίσωμεν την απειλήν κατά της χώρας μας. Ο κίνδυνος είναι
μέγιστος! Απαιτούνται αγώνες, θυσίες, στρατεύματα, στρατηγοί! Εις ημάς όλους
ανήκει η ευθύνη και της συγκροτήσεως και της διευθύνσεως της εθνικής φάλαγγος
που θα διεξαγάγη τον αγώνα αλλά και η ευθύνη διεξαγωγής του αγώνος και της
προσφοράς των θυσιών…»....
Το 1964, μετά από υπερπενταετή υπηρεσία στην Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών, [Κ.Υ.Π.], μετατέθηκε ως αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού, από την κυβέρνηση του κόμματος «Ένωση Κέντρου» στον Έβρο και τοποθετήθηκε διοικητής στην 117 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού στην Ορεστιάδα. Κατηγορήθηκε αναπόδεικτα για το λεγόμενο «σαμποτάζ του Έβρου» στις 11 Ιουνίου 1965, όταν σημειώθηκε δολιοφθορά στρατιωτικών οχημάτων με τη ρίψη ζάχαρης στα ρεζερβουάρ, από κομμουνιστές στρατιώτες. Φημολογείται ότι αξιωματικός της μονάδος, υπέδειξε σε στρατιώτη από οικογένεια με αριστερή ιδεολογική τοποθέτηση, να προκαλέσει βραχυκύκλωμα σε ένα όχημα. Ο στρατιώτης συνελήφθη και την επόμενη μέρα είχαν την ίδια τύχη και άλλοι συνάδελφοί του, που οχήματα τους είχαν παρουσιαστεί βλάβες, ενώ η ενέργεια αποδόθηκε σε πιθανή κομμουνιστική συνωμοσία που οργανώθηκε από τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ. Εκδόθηκε σχετικό πόρισμα, με αποδέκτη το Γενικό Επιτελείο Στρατού, [Γ.Ε.Σ.], το οποίο δημοσιεύθηκε στις συντηρητικές εφημερίδες, «Ακρόπολις», «Εθνικός Κήρυξ» και «Ελληνικός Βορράς», η οποία ανέφερε, λανθασμένα, ότι σύμφωνα με το πόρισμα, χρησιμοποιήθηκε ζάχαρη για το σαμποτάρισμα τεθωρακισμένων, είδηση που διέψευσε το Υπουργείο εθνικής Αμύνης....
Τις μέρες που ακολούθησαν έγιναν συλλήψεις συγγενών των στρατιωτών που φέρονταν αναμεμειγμένοι, όμως οι τακτικοί ανακριτές της στρατιωτικής δικαιοσύνης, ο λοχαγός Νικόλαος Νικολαΐδης και ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Γκόπης βασιλικός επίτροπος, απάλλαξαν τους περισσότερους, θεωρώντας ότι οι ομολογίες τους ήταν προϊόν βασανιστηρίων. Αντιθέτως στις 20 Ιουλίου, ασκήθηκε δίωξη κατά αξιωματικών που ήταν φυσικοί αυτουργοί, καθώς και εναντίον του Παπαδόπουλου για ηθική αυτουργία και επιχειρήθηκε από τον ΑΣΠΙΔΑ η απόδοση ευθυνών σ΄ αυτόν με σκοπό την αποστρατεία του. Ο Παπαδόπουλος απαλλάχθηκε με βούλευμα στις 29 Νοεμβρίου 1965, δύο ημέρες πριν την έναρξη της δίκης του, που συντάχθηκε από τον Θεμιστοκλή Δηματάτη, αντισυνταγματάρχη της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, επί αρχηγού Γ.Ε.Σ. του Γρηγορίου Σπαντιδάκη. Τελικά κάποιοι από τους αρχικά συλληφθέντες που οδηγήθηκαν στο Στρατοδικείο, ομολόγησαν τις πράξεις τους και καταδικάστηκαν σε ποινές φυλακίσεως.
Το 1964, μετά από υπερπενταετή υπηρεσία στην Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών, [Κ.Υ.Π.], μετατέθηκε ως αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού, από την κυβέρνηση του κόμματος «Ένωση Κέντρου» στον Έβρο και τοποθετήθηκε διοικητής στην 117 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού στην Ορεστιάδα. Κατηγορήθηκε αναπόδεικτα για το λεγόμενο «σαμποτάζ του Έβρου» στις 11 Ιουνίου 1965, όταν σημειώθηκε δολιοφθορά στρατιωτικών οχημάτων με τη ρίψη ζάχαρης στα ρεζερβουάρ, από κομμουνιστές στρατιώτες. Φημολογείται ότι αξιωματικός της μονάδος, υπέδειξε σε στρατιώτη από οικογένεια με αριστερή ιδεολογική τοποθέτηση, να προκαλέσει βραχυκύκλωμα σε ένα όχημα. Ο στρατιώτης συνελήφθη και την επόμενη μέρα είχαν την ίδια τύχη και άλλοι συνάδελφοί του, που οχήματα τους είχαν παρουσιαστεί βλάβες, ενώ η ενέργεια αποδόθηκε σε πιθανή κομμουνιστική συνωμοσία που οργανώθηκε από τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ. Εκδόθηκε σχετικό πόρισμα, με αποδέκτη το Γενικό Επιτελείο Στρατού, [Γ.Ε.Σ.], το οποίο δημοσιεύθηκε στις συντηρητικές εφημερίδες, «Ακρόπολις», «Εθνικός Κήρυξ» και «Ελληνικός Βορράς», η οποία ανέφερε, λανθασμένα, ότι σύμφωνα με το πόρισμα, χρησιμοποιήθηκε ζάχαρη για το σαμποτάρισμα τεθωρακισμένων, είδηση που διέψευσε το Υπουργείο εθνικής Αμύνης....
Τις μέρες που ακολούθησαν έγιναν συλλήψεις συγγενών των στρατιωτών που φέρονταν αναμεμειγμένοι, όμως οι τακτικοί ανακριτές της στρατιωτικής δικαιοσύνης, ο λοχαγός Νικόλαος Νικολαΐδης και ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Γκόπης βασιλικός επίτροπος, απάλλαξαν τους περισσότερους, θεωρώντας ότι οι ομολογίες τους ήταν προϊόν βασανιστηρίων. Αντιθέτως στις 20 Ιουλίου, ασκήθηκε δίωξη κατά αξιωματικών που ήταν φυσικοί αυτουργοί, καθώς και εναντίον του Παπαδόπουλου για ηθική αυτουργία και επιχειρήθηκε από τον ΑΣΠΙΔΑ η απόδοση ευθυνών σ΄ αυτόν με σκοπό την αποστρατεία του. Ο Παπαδόπουλος απαλλάχθηκε με βούλευμα στις 29 Νοεμβρίου 1965, δύο ημέρες πριν την έναρξη της δίκης του, που συντάχθηκε από τον Θεμιστοκλή Δηματάτη, αντισυνταγματάρχη της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, επί αρχηγού Γ.Ε.Σ. του Γρηγορίου Σπαντιδάκη. Τελικά κάποιοι από τους αρχικά συλληφθέντες που οδηγήθηκαν στο Στρατοδικείο, ομολόγησαν τις πράξεις τους και καταδικάστηκαν σε ποινές φυλακίσεως.
Ο Ηλίας Ηλιού αρχηγός του κόμματος «Ενιαία
Δημοκρατική Αριστερά», [«Ε.Δ.Α.»], μιλώντας στη Βουλή κατονόμασε τον
Παπαδόπουλο, ως εγκέφαλο μελλοντικού κινήματος . Μετατέθηκε και υπηρέτησε στην
1η Στρατιά στη Λάρισα και στη συνέχεια ως επιτελάρχης στο 4ο Επιτελικό Γραφείο
στο γενικό Επιτελείο Στρατού, [Γ.Ε.Σ.]. Φοίτησε στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου,
όπου πρώτευσε αλλά και ψηφίστηκε από τους συμμαθητές του ως ο ικανότερος, ενώ ο
Αθανάσιος Φροντιστής, διοικητής της Σχολής, είπε γι’ αυτόν, «…Κύριοι, άνευ
ουδενός ενδοιασμού, θα ανέθετα απ΄ αυτήν την στιγμήν εις τον ταγματάρχην
Παπαδόπουλον διοίκησιν στρατιάς…», καθώς και στη Σχολή Εθνικής Αμύνης. Για τη
στρατιωτική του δράση τιμήθηκε με Χρυσό Αριστείο Ανδρείας, Μετάλλιο Εθνικών
Πράξεων, Αργυρούν Σταυρό Γεωργίου Α’ μετά ξιφών και έξι πολεμικούς σταυρούς....
Η 21η Απριλίου 1967
Από κοινού με τον Ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό των Τεθωρακισμένων και Νικόλαο
Μακαρέζο, Συνταγματάρχη Πυροβολικού, φίλο και συμμαθητή του από τη Στρατιωτική
Σχολή Ευελπίδων, οργάνωσαν, εκτέλεσαν και ηγήθηκαν του καθεστώτος της 21ης
Απριλίου 1967. Το απόγευμα της 20ής Απριλίου, οι τρεις άνδρες προσευχηθεί στο
ναό της Αγίας Βαρβάρας, προστάτιδας του Πυροβολικού, στο Χαλάνδρι. Στις 9 το
βράδυ της ίδιας μέρας, οι στρατιωτικοί που συμμετείχαν στην Επαναστατική
Επιτροπή, μεταξύ τους και ο ίδιος, συνεδρίασαν για τελευταία φορά στο σπίτι του
αντισυνταγματάρχη Μιχαήλ Μπαλόπουλου στην Νέα Σμύρνη. Η τελευταία σύσκεψη είχε
προγραμματιστεί για τις 11 το βράδυ στο σπίτι του Δημήτρη Ιωαννίδη στο Γαλάτσι
λίγη ώρα πριν ξεκινήσει ο καθένας για το γραφείο ή την Μονάδα του, προκειμένου
από τις 2 τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου να εφαρμοστεί το σχέδιο «Προμηθεύς»
και να κινηθούν οι στρατιωτικές μονάδες, οι οποίες κατάργησαν την κυβέρνηση του
Παναγιώτη Κανελλόπουλου, τον οποίο συνέλαβε εικοσαμελής ομάδα στρατιωτών, υπό
τις διαταγές του λοχαγού Ηρακλή Θωμά, συγχωριανού και στενού συνεργάτη του
στρατηγού Οδυσσέα Αγγελή. Την Παρασκευή 21 Απριλίου 1967, την 1:45 μετά τα
μεσάνυχτα έφτασε στη μονάδα του μαζί με τον Νικόλαο Μακρέζο και στις 2:00 τα
άρματα μάχης εξήλθαν από το στρατόπεδο, με το Μακαρέζο, μετά του Ιλάρχου
Διοικητού του Σχηματισμού, να επιβαίνει στο πρώτο άρμα που κινήθηκε προς το
Πεντάγωνο, επιβάλλοντας το καθεστώς.
Κυβερνητικές θέσεις
Στην πρώτη μεταπριλιανή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον δικαστικό Κωνσταντίνο
Κόλλια αμέσως μετά την επιβολή του κινήματος, για τη δικαιολόγηση του οποίου
επικαλέστηκαν κίνδυνο καταλύσεως του αστικού καθεστώτος, ανέλαβε το υπουργείο
Προεδρίας [7] στην κυβέρνηση η οποία ορκίστηκε στις 19.30 της 21ης Απριλίου
1967 στα Ανάκτορα Αθηνών, από τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Β΄, ανέλαβε το
υπουργείο Προεδρίας....
Στις 27 Απριλίου παραχώρησε συνέντευξη Τύπου σε περισσότερους από 200 αντιπροσώπους των μέσων ενημερώσεως όλου του κόσμου, με ηχηρούς διαξιφισμούς, ευστροφία και απίστευτο βαθμό ψυχραιμίας. Απέδωσε την επέμβαση του στρατού στον φόβο της αναρχίας, καθώς και στην ανάγκη εξυγιάνσεως της χώρας λέγοντας, «…Μην ξεχνάτε κύριοι ότι ευρισκόμεθα ενώπιον ενός άσθενούς, τον όποιον έχομεν επί της χειρουργικής κλίνης και τον όποιον εάν ό χειρουργός δεν πρόσδεση κατά την διάρκειαν της έγχειρήσεως επί της χειρουργικής κλίνης, υπάρχει περίπτωσις αντί διά της έγχειρήσεως νά του χαρίση τήν άποκατάστασιν τής υγείας του, νά τον όδηγήση εις τον θάνατον… Οί περιορισμοί τους όποιους θά έπιβάλλωμεν είναι τό δέσιμον του άσθενούς επί τής κλίνης διά νά ύποστή ακινδύνως τήν έγχείρησιν….{…}…Ό χρόνος άναρρώσεως του άσθενούς μετά τήν έγχείρησιν, έξαρτάται άπό τήν βαρύτητα τής ασθενείας, τήν όποίαν αυτήν τήν στιγμήν δέν μπορω νά προσδιορίσω…».
Στις 27 Απριλίου παραχώρησε συνέντευξη Τύπου σε περισσότερους από 200 αντιπροσώπους των μέσων ενημερώσεως όλου του κόσμου, με ηχηρούς διαξιφισμούς, ευστροφία και απίστευτο βαθμό ψυχραιμίας. Απέδωσε την επέμβαση του στρατού στον φόβο της αναρχίας, καθώς και στην ανάγκη εξυγιάνσεως της χώρας λέγοντας, «…Μην ξεχνάτε κύριοι ότι ευρισκόμεθα ενώπιον ενός άσθενούς, τον όποιον έχομεν επί της χειρουργικής κλίνης και τον όποιον εάν ό χειρουργός δεν πρόσδεση κατά την διάρκειαν της έγχειρήσεως επί της χειρουργικής κλίνης, υπάρχει περίπτωσις αντί διά της έγχειρήσεως νά του χαρίση τήν άποκατάστασιν τής υγείας του, νά τον όδηγήση εις τον θάνατον… Οί περιορισμοί τους όποιους θά έπιβάλλωμεν είναι τό δέσιμον του άσθενούς επί τής κλίνης διά νά ύποστή ακινδύνως τήν έγχείρησιν….{…}…Ό χρόνος άναρρώσεως του άσθενούς μετά τήν έγχείρησιν, έξαρτάται άπό τήν βαρύτητα τής ασθενείας, τήν όποίαν αυτήν τήν στιγμήν δέν μπορω νά προσδιορίσω…».
Μετά το αποτυχημένο «Βασιλικό αντικίνημα» της 13ης Δεκεμβρίου
1967 και τη διαφυγή του βασιλιά Κωνσταντίνου Β’ και των μελών της βασιλικής
οικογένειας στο εξωτερικό, η «Επαναστατική Επιτροπή», στην οποία συμμετείχαν
και οι Στέλιος Παττακός και Νίκος Μακαρέζος, διόρισε αντιβασιλιά τον Γεώργιο
Ζωιτάκη, και ο Παπαδόπουλος ανέλαβε πρωθυπουργός, Υπουργός Εθνικής Αμύνης και
Προεδρίας Κυβερνήσεως στις 13 Δεκεμβρίου 1967 [8], θέση που διατήρησε ως τις 8
Οκτωβρίου 1973. Στις 13 Αυγούστου 1968 έγινε αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας
του από τον Αλέξανδρο Παναγούλη, ο οποίος συνελήφθη και παρέμεινε πέντε χρόνια
στις φυλακές. Στις αρχές του Σεπτεμβρίου 1968, στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης,
προχώρησε στη διαγραφή των αγροτικών χρεών και στις 29 Σεπτεμβρίου διοργάνωσε
δημοψήφισμα για τη θεσμοθέτηση Συντάγματος και την ίδια εποχή κυκλοφόρησε το
έργο «Πιστεύω», που περιλάμβανε τις βασικές ιδεολογικές κατευθύνσεις του
στρατιωτικού καθεστώτος....
Το δημοψήφισαμα του 1973...
Μετά την ψήφιση του συντάγματος η «Επαναστατική Επιτροπή» έπαψε να λειτουργεί και στις 21 Μαρτίου 1972 αντικατέστησε, με απόφαση της κυβέρνησης, τον έως τότε αντιβασιλιά Γεώργιο Ζωιτάκη, διατηρώντας το αξίωμα του πρωθυπουργού.. Με Συντακτική Πράξη την 1η Ιουνίου 1973, καταργήθηκε η μοναρχία και εγκαθιδρύθηκε πολίτευμα Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, με προσωρινό πρόεδρο το Γεώργιο Παπαδόπουλο, ενώ την Κυριακή 29 Ιουλίου 1973, διεξήχθη δημοψήφισμα με σκοπό, να εγκριθεί από το εκλογικό σώμα σχέδιο ψηφίσματος με τον τίτλο «Περί τροποποιήσεως του από 15ης Νοεμβρίου 1968 Συντάγματος» και να γίνει η εκλογή προέδρου και αντιπροέδρου της Δημοκρατίας, θέσεις για τις οποίες ήταν υποψήφιοι οι Γεώργιος Παπαδόπουλος και Οδυσσέας Αγγελής, για θητεία 8 ετών. Εγγεγραμμένοι ήταν 5.840.941 πολίτες και συμμετείχαν 4.934.424, από τους οποίους 3.870.124 ποσοστό 78,43% ψήφισαν «Ναι» στην πολιτειακή μεταβολή και 1064300 ποσοστό 21,57% ψήφισαν «Όχι». Στις 20 Αυγούστου κήρυξε τη λήξη του καθεστώτος της «21ης Απριλίου», ήρε τον στρατιωτικό νόμο στην Αθήνα και τον Πειραιά, κάτι που ίσχυε από το 1971 σε όλη την υπόλοιπη χώρα και από το 1972 στη Θεσσαλονίκη. Την ίδια ημέρα εκδόθηκαν δύο Προεδρικά Διατάγματα, το πρώτο αφορούσε την αμνήστευση όλων των κρατουμένων που είχαν καταδικαστεί για πολιτικά εγκλήματα από την ημέρα της 21ης Απριλίου μέχρι την 20η Αυγούστου 1973 και με το δεύτερο αμνήστευε, δίνοντας ειδική χάρη στον, επίδοξο δολοφόνο του, Αλέκο Παναγούλη....
Επί των ημερών του καθεστώτος του κατασκευάστηκαν τα φράγματα ηλεκτροπαραγωγής στον Αλιάκμονα, στο Καστράκι και στο Πολύφυτο, επεκτάθηκαν οι θερμοηλεκτρικές μονάδες Ερετρίας, Πτολεμαϊδος, Μέγδοβα, Ρυμνίου και Σερβίων στον Αλιάκμονα και κατασκευάστηκαν τα αεροδρόμια Ζακύνθου, Καβάλας, Κυθήρων, Λήμνου, Μυκόνου, Πάρου, Ρόδου, Σάμου, Σκιάθου και Χίου. Αναγέρθηκαν επίσης πολλά κρατικά κτίρια όπως του Διοικητηρίου του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς, [Ο.Λ.Π.], του Εθνικού Νομισματοκοπείου, του τότε Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας-Τηλεοράσεως, [Ε.Ι.Ρ.Τ.], του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος, [Ο.Σ.Ε.], του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος, [Ο.Τ.Ε.], του Πολεμικού Μουσείου και του Υπουργείου Εξωτερικών, καθώς και τα δικαστικά Μέγαρα Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Λαρίσης και Πατρών....
Η ανατροπή του από τον Ιωαννίδη...
Τον Οκτώβριο του 1973 διορίστηκε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον παλαιό υπουργό Οικονομίας και αρχηγό του κόμματος των Προοδευτικών Σπύρο Μαρκεζίνη, η οποία ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να προχωρήσει σε εκλογές. Στον Δ’ αραβοϊσραηλινό πόλεμο ή πόλεμο του Γιομ Κιπούρ τον Οκτώβριο του 1973, υπήρξε άρνηση των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη στην Αμερικανική απαίτηση για άδεια ελεύθερης διελεύσεως από τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο και χρήση των αεροδρομίων της Κρήτης από αμερικανικά πολεμικά αεροσκάφη , [U.S.A.F.], ώστε να εφοδιάσουν το Ισραήλ με πολεμικό υλικό, γεγονός που προκάλεσε την οργή του Υπουργού Εξωτερικών των Η.Π.Α. Χένρυ Κίσσινγκερ. Μεσολάβησε η εξέγερση και ο εγκλεισμός των φοιτητών στο Πολυτεχνείο, ακολούθησε η καταστολή της και τελικά στις 17 Νοεμβρίου 1973 εκδηλώθηκε νέο στρατιωτικό κίνημα από τον διοικητή του ΕΑΤ/ΕΣΑ ταξίαρχο Δημήτρη Ιωαννίδη, το οποίο τον ανέτρεψε, τον έθεσε σε περιορισμό σε έπαυλη στο Λαγονήσι, ιδιοκτησίας του Έλληνα μεγαλοεπιειρηματία Αριστοτέλη Ωνάση, όπου διέμενε και τα προηγούμενα χρόνια και προχώρησε στην αντικατάσταση του στο προεδρικό αξίωμα με τον αντιστράτηγο Φαίδωνα Γκιζίκη, ο οποίος διόρισε και όρκισε κυβέρνηση υπό τον δικηγόρο Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο. Σύμφωνα με τους παρατηρητές και τις μετέπειτα διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις, η ανατροπή του ήταν το αποτέλεσμα της εναντιώσεως του στις θελήσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Παρέμεινε υπό φρούρηση στο Λαγονήσι μέχρι τις 23 Ιουλίου 1974, ημέρα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Ακολούθησαν η απόσυρση των στρατιωτικών, η ορκομωσία και η παράδοση της διακυβερνήσεως σε πολιτική κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή....
Εξορία-Δίκη & Καταδίκη...
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, οι δικηγόροι Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα τάχθηκε δημόσια και ξεκάθαρα υπέρ της αποφυλακίσεως του, και Δημήτριος Χαρισιάδης, υπέβαλλαν μήνυση -με βάση το Αστικό Δίκαιο- εναντίον των πρωταιτίων του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, επειδή υπέστησαν αστική ζημία, καθώς από την ενέργεια του παρεμποδίστηκε η επαγγελματική τους ανέλιξη. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1974, ο συνταγματάρχης της Χωροφυλακής Νικόλαος Πορρικός με εντολή του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως Σόλωνα Γκίκα και του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, επισκέφθηκε τον Παπαδόπουλο, στον οποίο μετέφερε τη θέληση του Καραμανλή, να μείνει μακριά από οποιαδήποτε πολιτική ανάμειξη, όμως εισέπραξε την αρνητική απάντηση του Παπαδόπουλου, που είχε ήδη αποφασίσει την πολιτική εμπλοκή του. Στις 3 Οκτωβρίου 1974, η Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία των βουλευτών του κόμματος «Νέα Δημοκρατία», εξέδωσε Συντακτική Πράξη με την οποία εξαίρεσε από την αμνηστία που είχε χορηγηθεί τους πρωταιτίους της 21ης Απριλίου και ο ίδιος, καθώς και οι Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Μακαρέζος, Ιωάννης Λαδάς και Μιχαήλ Ρουφογάλης, συνελήφθησαν στις 23 Οκτωβρίου 1974 και εκτοπίστηκαν αυθημερόν, στη νησί της Κέας....
Άσκηση διώξεως...
Την 5η Νοεμβρίου 1974, ασκήθηκε δίωξη εναντίον του για αδικήματα που ενέπιπταν στα άρθρα 134 και 135 του Ποινικού Κώδικα και 63 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, από τον προϊστάμενο της εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, καθώς και των Νικολάου Μακαρέζου, Στυλιανού Παττακού, και 62 ακόμη συνεργατών τους. Στις 18 Ιανουαρίου 1975 εκδόθηκε το «Δ’ Ψήφισμα» της Βουλής των Ελλήνων, που καθόρισε τη μορφή του κινήματος της 21ης Απριλίου 1967 ως «πραξικόπημα» και θέσπισε την αναδρομικότητα σε Ποινικά αδικήματα, πρωτοφανές γεγονός για τα νομικά χρονικά της Ελλάδος. Ο Παπαδόπουλος και μαζί του οι υπόλοιποι τέσσερις εκτοπισμένοι συνελήφθησαν επισήμως στις 20 Ιανουαρίου, κατηγορούμενοι για εσχάτη προδοσία, και μεταφέρθηκαν στον Πειραιά με τορπιλάκατο του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ στις 21 Ιανουαρίου 1975, προφυλακίστηκε με βάση το «Δ’ Ψήφισμα» της Βουλής των Ελλήνων. Στις 22 Μαΐου 1975 δημοσιεύθηκε το υπ’ αριθμό 414/75 βούλευμα του Πενταμελούς Συμβουλίου Εφετών, με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη με τις κατηγορίες της «εσχάτης προδοσίας» και της «στάσεως» και στις 2 Ιουλίου 1975 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου απέρριψε, με την υπ’ αριθμόν 683 απόφαση, την αναίρεση που είχε ασκήσει κατά του βουλεύματος της παραπομπής του. Παράλληλα η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφάνθηκε, με την απόφαση 684, ότι το δήθεν αδίκημα της «εσχάτης προδοσίας» της 21ης Απριλίου 1967, ήταν «στιγμιαίον».
Το δημοψήφισαμα του 1973...
Μετά την ψήφιση του συντάγματος η «Επαναστατική Επιτροπή» έπαψε να λειτουργεί και στις 21 Μαρτίου 1972 αντικατέστησε, με απόφαση της κυβέρνησης, τον έως τότε αντιβασιλιά Γεώργιο Ζωιτάκη, διατηρώντας το αξίωμα του πρωθυπουργού.. Με Συντακτική Πράξη την 1η Ιουνίου 1973, καταργήθηκε η μοναρχία και εγκαθιδρύθηκε πολίτευμα Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, με προσωρινό πρόεδρο το Γεώργιο Παπαδόπουλο, ενώ την Κυριακή 29 Ιουλίου 1973, διεξήχθη δημοψήφισμα με σκοπό, να εγκριθεί από το εκλογικό σώμα σχέδιο ψηφίσματος με τον τίτλο «Περί τροποποιήσεως του από 15ης Νοεμβρίου 1968 Συντάγματος» και να γίνει η εκλογή προέδρου και αντιπροέδρου της Δημοκρατίας, θέσεις για τις οποίες ήταν υποψήφιοι οι Γεώργιος Παπαδόπουλος και Οδυσσέας Αγγελής, για θητεία 8 ετών. Εγγεγραμμένοι ήταν 5.840.941 πολίτες και συμμετείχαν 4.934.424, από τους οποίους 3.870.124 ποσοστό 78,43% ψήφισαν «Ναι» στην πολιτειακή μεταβολή και 1064300 ποσοστό 21,57% ψήφισαν «Όχι». Στις 20 Αυγούστου κήρυξε τη λήξη του καθεστώτος της «21ης Απριλίου», ήρε τον στρατιωτικό νόμο στην Αθήνα και τον Πειραιά, κάτι που ίσχυε από το 1971 σε όλη την υπόλοιπη χώρα και από το 1972 στη Θεσσαλονίκη. Την ίδια ημέρα εκδόθηκαν δύο Προεδρικά Διατάγματα, το πρώτο αφορούσε την αμνήστευση όλων των κρατουμένων που είχαν καταδικαστεί για πολιτικά εγκλήματα από την ημέρα της 21ης Απριλίου μέχρι την 20η Αυγούστου 1973 και με το δεύτερο αμνήστευε, δίνοντας ειδική χάρη στον, επίδοξο δολοφόνο του, Αλέκο Παναγούλη....
Επί των ημερών του καθεστώτος του κατασκευάστηκαν τα φράγματα ηλεκτροπαραγωγής στον Αλιάκμονα, στο Καστράκι και στο Πολύφυτο, επεκτάθηκαν οι θερμοηλεκτρικές μονάδες Ερετρίας, Πτολεμαϊδος, Μέγδοβα, Ρυμνίου και Σερβίων στον Αλιάκμονα και κατασκευάστηκαν τα αεροδρόμια Ζακύνθου, Καβάλας, Κυθήρων, Λήμνου, Μυκόνου, Πάρου, Ρόδου, Σάμου, Σκιάθου και Χίου. Αναγέρθηκαν επίσης πολλά κρατικά κτίρια όπως του Διοικητηρίου του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς, [Ο.Λ.Π.], του Εθνικού Νομισματοκοπείου, του τότε Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας-Τηλεοράσεως, [Ε.Ι.Ρ.Τ.], του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος, [Ο.Σ.Ε.], του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος, [Ο.Τ.Ε.], του Πολεμικού Μουσείου και του Υπουργείου Εξωτερικών, καθώς και τα δικαστικά Μέγαρα Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Λαρίσης και Πατρών....
Η ανατροπή του από τον Ιωαννίδη...
Τον Οκτώβριο του 1973 διορίστηκε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον παλαιό υπουργό Οικονομίας και αρχηγό του κόμματος των Προοδευτικών Σπύρο Μαρκεζίνη, η οποία ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να προχωρήσει σε εκλογές. Στον Δ’ αραβοϊσραηλινό πόλεμο ή πόλεμο του Γιομ Κιπούρ τον Οκτώβριο του 1973, υπήρξε άρνηση των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη στην Αμερικανική απαίτηση για άδεια ελεύθερης διελεύσεως από τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο και χρήση των αεροδρομίων της Κρήτης από αμερικανικά πολεμικά αεροσκάφη , [U.S.A.F.], ώστε να εφοδιάσουν το Ισραήλ με πολεμικό υλικό, γεγονός που προκάλεσε την οργή του Υπουργού Εξωτερικών των Η.Π.Α. Χένρυ Κίσσινγκερ. Μεσολάβησε η εξέγερση και ο εγκλεισμός των φοιτητών στο Πολυτεχνείο, ακολούθησε η καταστολή της και τελικά στις 17 Νοεμβρίου 1973 εκδηλώθηκε νέο στρατιωτικό κίνημα από τον διοικητή του ΕΑΤ/ΕΣΑ ταξίαρχο Δημήτρη Ιωαννίδη, το οποίο τον ανέτρεψε, τον έθεσε σε περιορισμό σε έπαυλη στο Λαγονήσι, ιδιοκτησίας του Έλληνα μεγαλοεπιειρηματία Αριστοτέλη Ωνάση, όπου διέμενε και τα προηγούμενα χρόνια και προχώρησε στην αντικατάσταση του στο προεδρικό αξίωμα με τον αντιστράτηγο Φαίδωνα Γκιζίκη, ο οποίος διόρισε και όρκισε κυβέρνηση υπό τον δικηγόρο Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο. Σύμφωνα με τους παρατηρητές και τις μετέπειτα διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις, η ανατροπή του ήταν το αποτέλεσμα της εναντιώσεως του στις θελήσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Παρέμεινε υπό φρούρηση στο Λαγονήσι μέχρι τις 23 Ιουλίου 1974, ημέρα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Ακολούθησαν η απόσυρση των στρατιωτικών, η ορκομωσία και η παράδοση της διακυβερνήσεως σε πολιτική κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή....
Εξορία-Δίκη & Καταδίκη...
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, οι δικηγόροι Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα τάχθηκε δημόσια και ξεκάθαρα υπέρ της αποφυλακίσεως του, και Δημήτριος Χαρισιάδης, υπέβαλλαν μήνυση -με βάση το Αστικό Δίκαιο- εναντίον των πρωταιτίων του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, επειδή υπέστησαν αστική ζημία, καθώς από την ενέργεια του παρεμποδίστηκε η επαγγελματική τους ανέλιξη. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1974, ο συνταγματάρχης της Χωροφυλακής Νικόλαος Πορρικός με εντολή του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως Σόλωνα Γκίκα και του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, επισκέφθηκε τον Παπαδόπουλο, στον οποίο μετέφερε τη θέληση του Καραμανλή, να μείνει μακριά από οποιαδήποτε πολιτική ανάμειξη, όμως εισέπραξε την αρνητική απάντηση του Παπαδόπουλου, που είχε ήδη αποφασίσει την πολιτική εμπλοκή του. Στις 3 Οκτωβρίου 1974, η Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία των βουλευτών του κόμματος «Νέα Δημοκρατία», εξέδωσε Συντακτική Πράξη με την οποία εξαίρεσε από την αμνηστία που είχε χορηγηθεί τους πρωταιτίους της 21ης Απριλίου και ο ίδιος, καθώς και οι Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Μακαρέζος, Ιωάννης Λαδάς και Μιχαήλ Ρουφογάλης, συνελήφθησαν στις 23 Οκτωβρίου 1974 και εκτοπίστηκαν αυθημερόν, στη νησί της Κέας....
Άσκηση διώξεως...
Την 5η Νοεμβρίου 1974, ασκήθηκε δίωξη εναντίον του για αδικήματα που ενέπιπταν στα άρθρα 134 και 135 του Ποινικού Κώδικα και 63 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, από τον προϊστάμενο της εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, καθώς και των Νικολάου Μακαρέζου, Στυλιανού Παττακού, και 62 ακόμη συνεργατών τους. Στις 18 Ιανουαρίου 1975 εκδόθηκε το «Δ’ Ψήφισμα» της Βουλής των Ελλήνων, που καθόρισε τη μορφή του κινήματος της 21ης Απριλίου 1967 ως «πραξικόπημα» και θέσπισε την αναδρομικότητα σε Ποινικά αδικήματα, πρωτοφανές γεγονός για τα νομικά χρονικά της Ελλάδος. Ο Παπαδόπουλος και μαζί του οι υπόλοιποι τέσσερις εκτοπισμένοι συνελήφθησαν επισήμως στις 20 Ιανουαρίου, κατηγορούμενοι για εσχάτη προδοσία, και μεταφέρθηκαν στον Πειραιά με τορπιλάκατο του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ στις 21 Ιανουαρίου 1975, προφυλακίστηκε με βάση το «Δ’ Ψήφισμα» της Βουλής των Ελλήνων. Στις 22 Μαΐου 1975 δημοσιεύθηκε το υπ’ αριθμό 414/75 βούλευμα του Πενταμελούς Συμβουλίου Εφετών, με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη με τις κατηγορίες της «εσχάτης προδοσίας» και της «στάσεως» και στις 2 Ιουλίου 1975 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου απέρριψε, με την υπ’ αριθμόν 683 απόφαση, την αναίρεση που είχε ασκήσει κατά του βουλεύματος της παραπομπής του. Παράλληλα η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφάνθηκε, με την απόφαση 684, ότι το δήθεν αδίκημα της «εσχάτης προδοσίας» της 21ης Απριλίου 1967, ήταν «στιγμιαίον».
Στις 28 Ιουλίου 1975 ξεκίνησε η δίκη των πρωταιτίων της 21ης Απριλίου, με
την κατηγορία της «στάσεως» και της «εσχάτης προδοσίας» και έγινε δίχως την
παράσταση Πολιτικής αγωγής, κατόπιν αιτήματος της υπερασπίσεως, ενώ οι
δικηγόροι των κατηγορουμένων αποχώρησαν, δηλώνοντας ότι η καταδίκη των πελατών
τους είναι προαποφασισμένη. Λίγα λεπτά μετά την έναρξη της διαδικασίας, ο
Παπαδόπουλος δήλωσε «…Υπήρξα αρχηγός της επαναστάσεως (…). Ως εκ τούτου
αναλαμβάνω την ευθύνη πλήρως, δι’ όλους όσοι συμμετέσχον εις την εκδήλωσίν της
και δι’ όσα έπραξαν εντός του πνεύματος των διαταγών. Δε θα με ξανακούσητε εις
το Δικαστήριόν σας. Θα αναμένω την απόφασίν σας (…)» Δήλωση αναλήψεως ευθυνών
έκαναν στη συνέχεια οι Στυλιανός Παττακός και Νικόλαος Μακαρέζος, ενώ όλοι οι
κατηγορούμενοι δήλωσαν, «Γνωρίζω την κατηγορία, αλλά δεν την αποδέχομαι».
Καταδίκη...
Το Σάββατο 23 Αυγούστου 1975 στη 1.10 το μεσημέρι, εκδόθηκε η απόφαση υπ’ αριθμόν 477 και καταδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών [12] με πρόεδρο τον Ιωάννη Ντεγιάννη, έκπτωτο δικαστή πριν την 21η Απριλίου 1967, στην ποινή του θανάτου για τη συμμετοχή του στο στρατιωτικό καθεστώς, με τις κατηγορίες της στάσεως και της εσχάτης προδοσίας, ενώ η άσκηση της εξουσίας από τις 21 Απριλίου 1967 έως τις 24 Ιουλίου 1973 χαρακτηρίστηκε «στιγμιαίο αδίκημα». Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό περί άρσεως του άδικου χαρακτήρα της πράξεως, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς και ότι ωθήθηκαν στην πράξη τους από μη ταπεινά αίτια, ενώ για τον ίδιο και τους Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο, δέχτηκε ότι υπήρξαν υποκινητές και επικεφαλής της στάσεως.
Την ίδια μέρα και ελάχιστες ώρες αργότερα, η ποινή
του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη, στις 25 Αυγούστου το Υπουργικό Συμβούλιο
επικύρωσε ομόφωνα την απόφαση, ενώ φυλακίστηκε σε ειδική πτέρυγα των Φυλακών
Κορυδαλλού. Καθαιρέθηκε με Προεδρικό διάταγμα και υποβιβάστηκε στο βαθμό του
στρατιώτη στις 21 Ιουνίου 1976, μετά την επικύρωση από τον Άρειο Πάγο της
αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου, ενώ διαγράφηκε από τους καταλόγους των
στελεχών της εφεδρείας. Στις 29 Αυγούστου του 1975, έπειτα από την ολοκλήρωση
της άσκησης «Πτολεμαίος», ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, μιλώντας
στους 1.000 αξιωματικούς οι οποίοι είχαν συμμετάσχει, είπε τη φράση, «..Όταν
λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια δεσμά..». Εξέτισε την ποινή του κρατούμενος στην
ειδικά διαμορφωμένη πτέρυγα των Φυλακών Κορυδαλλού στον Πειραιά.... Το Σάββατο 23 Αυγούστου 1975 στη 1.10 το μεσημέρι, εκδόθηκε η απόφαση υπ’ αριθμόν 477 και καταδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών [12] με πρόεδρο τον Ιωάννη Ντεγιάννη, έκπτωτο δικαστή πριν την 21η Απριλίου 1967, στην ποινή του θανάτου για τη συμμετοχή του στο στρατιωτικό καθεστώς, με τις κατηγορίες της στάσεως και της εσχάτης προδοσίας, ενώ η άσκηση της εξουσίας από τις 21 Απριλίου 1967 έως τις 24 Ιουλίου 1973 χαρακτηρίστηκε «στιγμιαίο αδίκημα». Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό περί άρσεως του άδικου χαρακτήρα της πράξεως, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς και ότι ωθήθηκαν στην πράξη τους από μη ταπεινά αίτια, ενώ για τον ίδιο και τους Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο, δέχτηκε ότι υπήρξαν υποκινητές και επικεφαλής της στάσεως.
Διακρίσεις Ως αξιωματικός τιμήθηκε με Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας, δύο Πολεμικούς Σταυρούς, για τη δράση του στη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, Μετάλλιον Εθνικών Πράξεων, Αργυρούν Σταυρόν Γεωργίου Α΄ μετά ξιφών, τέσσερις Πολεμικούς Σταυρούς, για τη δράση του την περίοδο 1946-49....
Ήταν ο ιδρυτής και ουσιαστικός αρχηγός του κόμματος «Εθνική Πολιτική Ένωσις», [Ε.Π.Εν.] , που δημιούργησε με διάγγελμά του μέσα από τις φυλακές στις 30 Ιανουαρίου 1984, με επικεφαλής το μετέπειτα Ευρωβουλευτή Χρύσανθο Δημητριάδη, ενώ τις 8 Φεβρουαρίου 1994, υπέβαλε αίτηση απονομής χάριτος η οποία απορρίφθηκε από το Συμβούλιο Χαρίτων. Παρέμεινε κρατούμενος έως τις 24 Μαΐου 1991 στις ανδρικές φυλακές και το 1992, η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη αποφάσισε να τον αποφυλακίσει, δίχως προηγούμενο σχετικό αίτημα, αλλά ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής άσκησε βέτο. Στις 25 Μαΐου 1991 μεταφέρθηκε στις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού, όπου παρέμεινε έως τις 11 Αυγούστου 1996, που μεταφέρθηκε στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Λαϊκού Νοσοκομείου....
Μεταφέρθηκε από τις φυλακές Κορυδαλλού στις 8 Αυγούστου 1996 κατ’ αρχάς εις το Κρατικό και στη συνέχεια στο Τζάννειο Νοσοκομείο Πειραιώς, λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας και με δική του επιμονή μεταφέρθηκε διασωληνωμένος στις 13 Αυγούστου στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, [Μ.Ε.Θ.], στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου παρέμεινε τα υπόλοιπα τρία χρόνια της ζωής του, 1049 ημέρες, και νοσηλευόταν υπό φρούρηση. Η κυβέρνηση του «Πα.Σο.Κ.» με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη δεν δέχθηκε την αίτηση του γιου του και της Δέσποινας Παπαδοπούλου να αποφυλακισθεί για λόγους υγείας. Οι γιατροί ανακοίνωσαν την 21η Νοεμβρίου 1996 στη σύζυγό του Δέσποινα Γάσπαρη, ότι είχε προσβληθεί από αμυοτροφική σκλήρυνση, γνωστή ως νόσος του Σαρκώ, μια μορφή ανίατης μυασθένειας του νευρικού συστήματος. Στις 26 Φεβρουαρίου 1997 τριάντα οκτώ βουλευτές από το κόμμα «Νέα Δημοκρατία», με επιστολή τους ζήτησαν την αποφυλάκισή του, κάτι που δεν συνέβη. Τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου 1997 τον επισκέφθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και τον εξέτασε, μετά από παράκληση και μεσολάβηση του γιου του, ο Χιρόσι Μιτσουμότο, Ιάπωνας καθηγητής ειδικός στην ασθένεια του, ο οποίος πρότεινε τρόπους για τη συντήρηση του, δίχως όμως ελπίδες καθολικής ανανήψεως. Στις 20 Ιουνίου 1999 η κατάστασις της υγείας του επιβαρύνθηκε λόγω ενδονοσοκομειακής λοιμώξεως, πυώδους πνευμονίας. Αρνήθηκε μέχρι τέλους να υποβάλει αίτηση αποφυλακίσεως και να χρησιμοποιήσει τις ευνοϊκές διατάξεις που του παρείχαν τη δυνατότητα να βγει από τη φυλακή επικαλούμενος ανήκεστο βλάβη της υγείας του ή αίτημα απονομής χάριτος με περιοριστικούς όρους και δεν επέδειξε την παραμικρή μεταμέλεια λέγοντας, «…δι εμέ θα ομιλήσει η ιστορία, η οποία θα με δικαιώσει…». Πέθανε στις 27 Ιουλίου 1999, Κυριακή πρωί στις 11.45 στην «Μονάδα Εντατικής Θεραπείας», [Μ.Ε.Θ.], του «Λαϊκού Νοσοκομείου» στη Νίκαια Πειραιώς, από σπάνια μυασθένεια και καρκίνο του οροποιητικού συστήματος, δίχως να επιδείξει την παραμικρή μεταμέλεια ή να κάνει χρήση ένδικων μέσων αποφυλακίσεως. Η νεκρώσιμος ακολουθία που τελέστηκε παρουσία εκατοντάδων υποστηρικτών του, από τους Επισκόπους, πρώην Κεφαλληνίας Προκόπιο, Νύσσης Νεκτάριο και τον, βοηθό Επισκόπου, Νεοχωρίου Παύλο και ολοκληρώθηκε στις 18:15, όταν η σορός εξήλθε του Ιερού Ναού, ενώ στις 18:35 ενταφιάστηκε....
http://www.axisradio.gr/96-chronia-apo-tin-gennisi-tou-georgiou-papadopoulou/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου