Οι χειρισμοί για την προστασία της Ελληνικής Επανάστασης
Το Γενικό Σχέδιο που προκρίθηκε για
την έκρηξη της Ελληνικής Επαναστάσεως δεν ήταν αυτό που είχε συμφωνηθεί. Ρώσοι και Έλληνες ερευνητές συμφωνούν ότι θα
είχαμε ταυτόχρονη έκρηξη της Επανάστασης σε τέσσερεις περιοχές:
Πελοπόννησο, Σερβία, Μολδοβλαχία, Κωνσταντινούπολη. Το πέμπτο σημείο που είναι σημείο
αντιπερισπασμού είναι η σύγκρουση του Αλή-Πασά με τα Σουλτανικά στρατεύματα.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας ωθεί τον Αλέξανδρο
Υψηλάντη ν’ αναλάβει την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Η συμφωνία τους ήταν ο Υψηλάντης να κατέβει
στην Πελοπόννησο και να ηγηθεί εκεί της Επανάστασης που θ’ άρχιζε μετά το
Συνέδριο του Λάϋμπαχ (Ιανουάριος – Απρίλιος 1821) για ν’ αποφευχθεί η αντίδραση
των Μεγάλων Δυνάμεων.
Δυστυχώς την ίδια ακριβώς εποχή ξεσπά στη Νότιο Ιταλία (Νεάπολη) επαναστατικό κίνημα κατά της Αυστριακής κυριαρχίας με αποτέλεσμα να αλλάξει η προηγούμενη συμφωνία από μέρους του Υψηλάντη και να κινηθεί γρήγορα και ασυντόνιστα το Φεβρουάριο του 1821 από τη Μολδοβλαχία. Το γενικό σχέδιο δε λειτούργησε γιατί οι Σέρβοι υπαναχώρησαν της αρχικής τους απόφασης να ξεσηκωθούν και οι Φαναριώτες στην Κωνσταντινούπολη δεν τόλμησαν να κινηθούν.
Έτσι στο Συνέδριο
του Λάϋμπαχ ο Καποδίστριας αιφνιδιάζεται, αλλά καταφέρνει να αλλάξει την
απόφαση του Τσάρου για πιθανή επέμβαση κατά των Ελλήνων Επαναστατών, επέμβαση
που επιμένει να γίνει ο Μέτερνιχ και σώζει έτσι την Ελληνική Επανάσταση. Στην περίπτωση αυτή το λιγότερο δυστυχώς που
θα μπορούσε να γίνει, ήταν η αποκήρυξη του Κινήματος του Αλέξανδρου Υψηλάντη.
Η πικρία γι’ αυτήν
την απόφαση, θα ακολουθεί τον Αλέξανδρο μέχρι το τέλος της ζωής του.
Αλλά η ολοκλήρωση
της σπουδαίας στρατηγικής του δε σταματάει εδώ.
Το 1822, όταν βλέπει ότι δεν μπορεί να βοηθήσει από τη θέση του ΥΠΕΞ τον Ελληνικό Αγώνα, παραιτείται. Που πηγαίνει; Στη Γενεύη, κέντρο διακίνησης των
επαναστατικών ιδεών στην Ευρώπη εκείνη την εποχή.
Είναι πολιτική
επιλογή του να καταλήξει εκεί και ουσιαστικά εξαργυρώνει αυτά που πρόσφερε
στους Ελβετούς οχτώ χρόνια νωρίτερα.
Το Φιλελληνικό Κίνημα γιγαντώνεται, η Ευρωπαϊκή Κοινή γνώμη γέρνει πλέον προς την ίδρυση Ελληνικού Κράτους. Ο Εϋνάρδος, προσωπικός του φίλος κινεί δισεκατομμύρια σημερινά προς την Ελλάδα. Τρόφιμα, πολεμοφόδια έρχονται από την Ευρώπη.
Γνωρίζονται στο Συνέδριο της Βιέννης και ο Καποδίστριας
τον κάνει αμέσως κοινωνό των ιδεών του.
Ο Εϋνάρδος εκτιμά τον αγαπημένο φίλο του και ερωτεύεται παράφορα την
Ελλάδα.
Πολλά από τα χρήματα είναι δικά του και δε θέλει ή ξέρει
ότι είναι αδύνατον να επιστραφούν.
Υπηρέτησε την ελληνική υπόθεση πάντα με αφοσίωση, ένταση και συνέχεια
ακόμα και ως διπλωματικός εκπρόσωπος στο τέλος της Ελληνικής Κυβέρνησης στα
ανακτοβούλια των τριών Δυνάμεων.
Καθοριστικός ο ρόλος του Καποδίστρια σε όλα αυτά.
Οργανώνει με τη βοήθεια του Εϋνάρδου τα Φιλλεληνικά Κομιτάτα
και έχει συνεχείς προσωπικές επαφές με Ευρωπαίους πολιτικούς υπέρ της Ελληνικής
Επαναστάσεως, σκεπασμένες αναγκαστικά από μεγάλη μυστικότητα.
Χαρακτηριστικά εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι ακόμα και το
Φιλλεληνικό Κομιτάτο της Αγίας Πετρούπολης διοχέτευε τεράστια ποσά προς τον
ίδιο τον Καποδίστρια στη Γενεύη.
Εξ άλλου, αποχωρώντας από το Υπουργείο των Εξωτερικών της
Ρωσίας, άφηνε ο Καποδίστριας συγκεκριμένες κατευθύνσεις που έμελλαν να
καρποφορήσουν αργότερα. Ιδιαίτερα, το
Πρωτόκολλο της Πετρούπολης του 1826 και
η Συνθήκη του Λονδίνου του 1827, που σήμαναν σπουδαιότατη πρόοδο του Ελληνικού
Ζητήματος, προδιαγράφονται στην εισήγηση του Καποδίστρια προς τον Αυτοκράτορα
Αλέξανδρο κατά την άνοιξη του 1822.
Πόσο φρόντιζε και γνώριζε άμεσα ο Καποδίστριας το
Ελληνικό Ζήτημα φαίνεται και από το γεγονός, ότι σε επιστολή του από το Παρίσι
προς τον Εϋνάρδο, με ημερομηνία 8 Απριλίου 1827, ανήγγειλε τη σύμπραξη Αγγλίας, Γαλλίας και
Ρωσίας για τη ρύθμιση του Ελληνικού Ζητήματος – τρείς μήνες δηλαδή από την
υπογραφή της Συνθήκης της 6ης Ιουλίου 1827!
Έχοντας ήδη την εμπειρία του Πρωθυπουργού της Ιονίου
Πολιτείας, του Αρχιστρατήγου της Λευκάδας, του επικεφαλής της Αντικατασκοπίας
της Ρωσικής Στρατιάς που αντιμετώπισε το Ναπολέοντα και τη μεγάλη πείρα του
ΥΠΕΞ της Ρωσίας, επιλέγεται από τη Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας ως Πρώτος
Κυβερνήτης με επταετή θητεία τον Απρίλιο του 1827.
Το κυβερνητικό του έργο είναι τεράστιο και δεν είναι δυνατόν να αναφερθούμε σήμερα σ’ αυτό.
Το κυβερνητικό του έργο είναι τεράστιο και δεν είναι δυνατόν να αναφερθούμε σήμερα σ’ αυτό.
Υπόδειγμα όμως διπλωματικής στρατηγικής, αλλά και
ουσιαστικά η απόφαση για τη δολοφονία
του ήταν το ζήτημα των συνόρων.
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ
Στις 3 Οκτωβρίου 1827, λίγο πριν φτάσει στο Ναύπλιο, ο Καποδίστριας ουσιαστικά ανακρίνεται στο Παρίσι απαντώντας σε ερωτήσεις του Ουίλλμοτ Όρτον, Υφυπουργού του Πολέμου και των Αποικιών της Αγγλικής Κυβερνήσεως.
Στο ερώτημα του Όρτον:
«Τι πρέπει να εννοήσουμε, λέγοντες Ελλάδα σήμερα;», ο Καποδίστριας χωρίς
φόβο απαντά: «Το Ελληνικό Έθνος
αποτελείται από ανθρώπους οι οποίοι από την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως δεν
έπαψαν να έχουν την ορθόδοξη πίστη και να μιλούν τη γλώσσα των πατέρων τους,
παρέμειναν δε υπό την πνευματική και κοσμική δικαιοδοσία της εκκλησίας τους,
όπου μέσα στη Τουρκία και αν κατοικούν».
Στην ερώτηση «ποια είναι τα γεωγραφικά όρια της
Ελλάδας;», απαντά: «Τα όρια της Ελλάδας,
από τεσσάρων μεν αιώνων διαγράφησαν από δικαιώματα, τα οποία ούτε ο χρόνος,
ούτε οι μεγάλες συμφορές κατόρθωσαν να διαγράψουν, διεγράφησαν δε από το 1821
με το αίμα που χύθηκε στις σφαγές των Κυδωνιών, της Κύπρου, της Χίου, της
Κρήτης, των Ψαρών, του Μεσολογγίου και στις πολυάριθμες ναυμαχίες και μάχες,
στις οποίες δοξάστηκε το γενναίο αυτό Έθνος».
Με απαράμιλλο θάρρος ο Κυβερνήτης ορίζει από τότε τα όρια του Ελληνισμού
και το κάνει αυτό μπροστά στην επίσημη Αγγλική Κυβέρνηση χωρίς να υπολογίζει
δυστυχώς τις συνέπειες. Είναι γνωστές οι απόψεις του άλλωστε για την
Αγγλική πολιτική. Το 1817, μαθαίνοντας
τα δεινά που υποφέρουν οι συμπατριώτες του στα Επτάνησα από τους Άγγλους μίλησε
προφητικά λέγοντας:
«Θεωρώ την Αγγλική Αποικιακή εξουσία, τη μεγαλύτερη ατυχία για την Ελλάδα».
«Θεωρώ την Αγγλική Αποικιακή εξουσία, τη μεγαλύτερη ατυχία για την Ελλάδα».
Η κεντρική επιδίωξη του Καποδίστρια σχετικά με το ζήτημα
των συνόρων ήταν διττή. Αφ’ ενός να
μεταστρέψει την απόφαση των δυνάμεων για αυτονομία προς την πλήρη ανεξαρτησία
χωρίς δεσμεύσεις και αφ’ ετέρου να εξασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή εδαφική βάση
γι’ αυτό το κράτος ώστε και βιώσιμο να είναι αλλά και να συμπεριλάβει όσο το
δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα του Ελληνικού πληθυσμού.
Θεμελιώδης αρχή της διπλωματικής στρατηγικής του υπήρξε η
πολιτική ίσης φιλίας προς τις τρεις
Μεγάλες Δυνάμεις.
Δεύτερη αρχή η μεθοδολογία του «δια βαθμών προχωρείν»
σύμφωνα με τις υπάρχουσες κάθε φορά συνθήκες και δυνατότητες.
Ο Καποδίστριας χειρίστηκε την λεπτή υπόθεση των συνόρων
με τρόπο αριστοτεχνικό. Με «διγλωσσία»
κέρδισε χρόνο συνεργαζόμενος με τη Γερουσία πριν απαντήσει. Στην απάντηση πάντα αναφέρεται στα συνταγματικά
δικαιώματα υπέρ του λαού και του Έθνους.
Για την αποδοχή των Πρωτοκόλλων παρέπεμπε στην Εθνική Συνέλευση, για το
ζήτημα της απόσυρσης του Ελληνικού Στρατού απ’ όσες περιοχές δεν επιδικάζονταν
στο νέο κράτος, αποδεχόταν φαινομενικά την απόφαση των δυνάμεων, αναβάλλοντας
όμως την εκτέλεσή της μέχρι να αποχωρήσουν οι Τούρκοι από τα μέρη εκείνα.
Αυτή η αναβλητική του πολιτική διέσωσε
ολόκληρες επαρχίες και τις απέδωσε στο νεοϊδρυθέν κράτος.
Παράλληλα ξεσπάει ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος το 1828, τρεις μήνες μετά την ανάληψη
των καθηκόντων του, αφορμή του οποίου
ήταν και η λύση του Ελληνικού Ζητήματος, πράγμα που πετυχαίνει με την ήττα των
Τούρκων. Διπλωματικά έχουμε πέντε πρωτόκολλα αντί για ένα που ήθελαν οι
Άγγλοι.
Πελοπόννησος ελεύθερη και Ύδρα – Σπέτσες λένε οι
Άγγλοι. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1831 με την
αναβλητική πολιτική του, πετυχαίνει αυτό
που ήθελε γραμμή Βόλου – Άρτας και επιθυμεί να συνεχίσει με στόχο τη διάλυση
της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αναρωτιόμαστε ακόμη και σήμερα ποιοι βρίσκονται πίσω από
τη δολοφονία του, όταν αυτή εκτελείται 13 ημέρες μετά τη συμφωνία για τα σύνορα
και ο φάκελος στα Βρεταν. Αρχεία παραμένει κλειστός.
Αυτή είναι, χωρίς πολλές λεπτομέρειες, η ολοκληρωμένη στρατηγική του Ιωάννη
Καποδίστρια για την Ελληνική Επανάσταση και την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους.
«Οι ανδριάντες των μεγάλων ανθρώπων χτίζονται
με πέτρες που τους έριξαν ενώ ακόμα ζούσαν»,λέει ο Ζακ Κοκτώ.
Ο
Καποδίστριας ήξερε ότι θα τον σκοτώσουν.
Τον είχαν προειδοποιήσει. Και
αυτό το μεγαλείο του ανδρός φαίνεται στην προφητική επιστολή που στέλνει στο
φίλο του Εϋνάρδο στις 14 Σεπτεμβρίου 1831- 13 ημέρες πριν τη δολοφονία του:
«Ούτε ο
φόβος των μηχανορραφιών και των ραδιούργων, ούτε οι μεγάλες συκοφαντικές στήλες μερικών εφημερίδων δεν θα
με αφήσουν να παρεκκλίνω ποτέ από την πορεία που χάραξα στη ζωή μου.
Ας λέγουν κι ας γράφουν ότι θέλουν. Θα έλθει όμως κάποτε ο καιρός, όταν οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπαν ή έγραψαν για τις πράξεις τους, αλλά με αυτή τη μαρτυρία των πράξεών τους.
Με αυτήν την πίστη ως αξίωμα έζησα μέσα στον κόσμο με θεμέλιο αυτές τις πνευματικές αρχές μέχρι τώρα, οπότε βρίσκομαι στη δύση της ζωής μου, και υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος γι’ αυτό. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρώνοντας πάντοτε το χρέος μου, χωρίς να φροντίζω για τον εαυτό μου και ας γίνει ότι γίνει…».
Ας λέγουν κι ας γράφουν ότι θέλουν. Θα έλθει όμως κάποτε ο καιρός, όταν οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπαν ή έγραψαν για τις πράξεις τους, αλλά με αυτή τη μαρτυρία των πράξεών τους.
Με αυτήν την πίστη ως αξίωμα έζησα μέσα στον κόσμο με θεμέλιο αυτές τις πνευματικές αρχές μέχρι τώρα, οπότε βρίσκομαι στη δύση της ζωής μου, και υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος γι’ αυτό. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρώνοντας πάντοτε το χρέος μου, χωρίς να φροντίζω για τον εαυτό μου και ας γίνει ότι γίνει…».
Ο θάνατος του Ιωάννη Καποδίστρια στέρησε το Έθνος από το μοναδικό στήριγμα ασφάλειας και προοπτικής, είχε δε μακροπρόθεσμα τραγικές συνέπειες.
Το
πρόωρο τέλος του Κυβερνήτη υπήρξε μία από τις πρωτογενείς αιτίες που το αίτημα
εθνικής ολοκλήρωσης και πολιτικού εκσυγχρονισμού παρέμεινε μέχρι τις ημέρες μας
τραγικά αδικαίωτο.
Το
Ελληνικό Έθνος θα στέκεται πάντα με ευγνωμοσύνη απέναντι στο μεγάλο Έλληνα
Ιωάννη Καποδίστρια.
Όχι μόνο θα ζει πάντα στη μνήμη των Ελλήνων ως αστέρας πρώτου μεγέθους ο Κυβερνήτης αλλά και θα παραμένει υπόδειγμα αξιοπρεπούς και ικανότατου άρχοντα. Η ανωτερότητα, η αφιλοκέρδεια, η εγκράτειά του, και οι τόσες αρετές του, συγκρότησαν το σύνολο ενός αρχαϊκού χαρακτήρα, όπως έγραψε ο Εϋνάρδος.
Η
πορεία του χρέους για την ιερή υπόθεση της πατρίδας είχε αρχίσει για τον
Καποδίστρια, ξέροντας πως στο τέρμα τον περίμενε ένας στημένος κιόλας σταυρός,
με την πίστη, όπως ο ίδιος είπε στους αντιπάλους του, ότι:
«Δεν ζει ο άνθρωπος – ζει το έργο του!...»http://arxiokallari.blogspot.gr/search/label/1821
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου