Άποψη του Άργους (View of Αrgos), 1829 - Guillaume Abel Blouet (Γκιγιώμ Μπλουέ). |
ΠΗΓΕΣ:
-
Δημ. Κ. Βαρδουνιώτης, « Η Επανάστασις εν Άργει», σελ.227-228. Αργολικόν Ημερολόγιον, εκδιδόμενον υπό του εν Αθήναις Συλλόγου των Αργείων του έτους 1910. Εν Αθήναις 1910.
- Σπυρίδωνος Τρικούπη, «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης», Τόμος πρώτος σελ. 87-88, Εκδόσεις, Νέα Σύνορα, Αθήνα 1993.
Ο Ελληνισμός παρέμεινε υπό την τουρκική
δουλεία τετρακόσια χρόνια, κατά τα οποία οι Έλληνες υπέστησαν πολλά
δεινοπαθήματα και νόμιζε κανείς ότι η Ελλάδα έσβησε για πάντα. Οι
ενέργειες όμως της Φιλικής Εταιρείας, το Κίνημα του Υψηλάντη και τα άλλα
επαναστατικά κινήματα προπαρασκεύασαν την μεγάλη Επανάσταση του 1821. Η
Φιλική Εταιρεία, ιδρυθείσα το 1814, προόδευσε πολύ περισσότερο στην Πελοπόννησο όπου δεν πίεζε η σιδηρά χείρα του δεσποτισμού.
Στις αρχές του 1820 συνήλθαν στην Τρίπολη πολλοί πρόκριτοι της Πελοποννήσου
μυημένοι στα μυστικά της Εταιρείας για κοινές υποθέσεις. Επίτροπος της
αρχής ή γενικός Έφορος διορίσθηκε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, πρίγκιπας,
στρατηγός και υπασπιστής του αυτοκράτορα, ο οποίος είχε και την γενική
αρχηγία της Εταιρείας. Τον Νοέμβριο του 1820 εστάλη στην Πελοπόννησο ο Χουρσίτ – Πασάς για
να εκτιμήσει την πολιτική κατάσταση του τόπου αλλά αυτός δεν έδωσε
μεγάλη προσοχή. Μετά από λίγο του ανατέθηκε η αρχιστρατηγία της
εκστρατείας κατά του Αλή και εστάλη στην Πελοπόννησο ο Κισσέ Μεχμέτ – Πασάς, ο οποίος συνακολούθησε τον Χουρσίτ.
Το Άργος επαναστάτησε
μεταξύ των πρώτων πόλεων της Ελλάδας. Στο Άργος η επανάσταση ήταν
δυσχερής, γιατί το Άργος είναι πεδινό και τα πλησίον φρούρια του Ναυπλίου κατείχαν οι Τούρκοι. Οι προεστοί όμως του Άργους προέτρεπαν τον λαό σε επανάσταση.
Όταν το απόγευμα της 23ης Μαρτίου 1821,
ημέρα Τετάρτη, έπεσε τυχαία στην επάνω αγορά του Άργους (επί της
σημερινής οδού Κορίνθου) μια πιστολιά από κάποιον Τούρκο, Χάϊντα ήταν
το όνομά του, λέγεται ότι ήταν μεθυσμένος, οι Τούρκοι που βρίσκονταν
στο Άργος, κυριεύτηκαν από πανικό και την επόμενη, 24ην Μαρτίου,
μετέφεραν τις οικογένειες τους στο Ναύπλιο. Αυτοί δε διημέρευσαν
ένοπλοι στο Άργος και διανυκτέρευσαν στο Ναύπλιο. Για την ασφάλειά τους
οι ευρισκόμενοι στο Άργος Τούρκοι αφού αντελήφθησαν ότι
οι Αργείοι πρόκειται να επαναστατήσουν, προέβησαν εις το εξής σχέδιο:
Ήλθαν στο Άργος από το Ναύπλιο, την 27ην Μαρτίου, 150 ιππείς ένοπλοι
Τούρκοι και αφού άνοιξαν δύο μαγαζιά Αργείων και τα λεηλάτησαν, είπαν
να μεταφέρουν οι πρόκριτοι Αργείοι τις οικογένειες τους στο Ναύπλιο. Οι
πρόκριτοι ευχαρίστως δέχτηκαν να πράξουν τούτο την επόμενη ημέρα. Την
νύκτα όμως, μετέφεραν τις οικογένειες τους στα γύρω χωριά και μοίρασαν
όπλα σε όλη την επαρχία.
Σταματέλος Αντωνόπουλος με τη χαρακτηριστική ενδυμασία των προυχόντων. Φοράει τζουμπέ και στο κεφάλι σφαιροειδές κάλυμμα. |
Το πρωί της 2ας Απριλίου 1821, μετέβη σώμα Αργείων ένοπλων με αρχηγό τον Σταματέλο Αντωνόπουλο και
κατέλαβε το χωριό Δαλαμανάρα. Όταν έφτασαν από το Ναύπλιο οι Τούρκοι
είδαν εστραμμένα προς αυτούς τα τουφέκια και τους είπαν: «Πίσω αγάδες,
Χριστιανοί και Τούρκοι δεν συζούν πλέον». Οι Τούρκοι αναγκάσθηκαν να
γυρίσουν πίσω στο Ναύπλιο. Επανήλθαν τότε και οι Αργείοι πρόκριτοι στην
πόλη και ύψωσαν λευκή σημαία επανάστασης.
Κατά το τέλος Μαρτίου 1821 ο Δημητσανίτης Νικ. Σπηλιωτόπουλος ήρθε στο Άργος, όπου μαζί με τον Παπαφλέσσα και
τους προκρίτους συγκρότησαν επαναστατική τοπική διοίκηση με το όνομα
Καγκελαρία και άρχισαν την πολιορκία του Ναυπλίου. Τόσο ενθουσιώδης
ήταν ο Νικ. Σπηλιωτόπουλος, ώστε κάθε ημέρα γύμναζε τους Αργείους στα
όπλα, χωρίς να διαθέτει καμιά γνώση τακτικής, όπως γράφει ο ιστορικός
Σπηλιάδης.
Στο αρχείο του στρατηγού της Επανάστασης του 1821 Δημ. Τσώκρη βρέθηκε, σημείωμα το οποίο έχει ακριβώς ως εξής:
«Κατά το έτος 1821 Μαρτίου 23 ημέραν Τετράδη ώραν 3 μ.μ. έρριψεν ο Χάϊντας (ούτος ήτο Τούρκος) μίαν πιστόλαν εις την αγοράν και αμέσως εσκόρπισαν οι άνθρωποι. Έπειτα εβγήκαν έξω οι Οθωμανοί και τους εγύρισαν οπίσω λέγοντάς τους ότι δεν είναι τίποτε. Εις τας 24 του ιδίου άρχισαν οι Οθωμανοί να μεταφέρουν τα πράγματά των και τας φαμελίας των εις το Ναύπλιον, χωρίς να μείνη κανένας. Παρομοίως οι Έλληνες ανεχώρησαν εις τα περίχωρα. Μετά δύο ημέρας, εν μέρος ιππέων Οθωμανών εβγήκαν από το Ναύπλιον και ήλθον εις το Άργος και άνοιξαν δύο μαγαζιά του Χαραλάμπους Περρούκα και του Σταματέλου Αντωνοπούλου, και τα εγύμνωσαν. Έπειτα ανεχώρησαν δια Ναύπλιον.Μετά τρεις ημέρας ύστερον εβγήκαν από το Ναύπλιον έως 300 ιππείς και ήλθον εις Δαλαμανάραν και έστειλαν εις Άργος τον Χουσείναγα Γεσιρλή και εστάθη έξω εις τον Άγιον Βασίλειον και επροκάλεσε πέντε – έξ Αργείους δια να ομιλήση περί τα τρέχοντα. Αυτοί του είπαν ότι είναι έως τρεις χιλιάδες κλέπται και έχουν δεμένους όλους τους οικοκυραίους. Έπειτα τον ετουφέκισαν (σημ: επυροβόλησαν). Αυτός δε ανεχώρησε δια Δαλαμανάραν λέγων εις τους συντρόφους του ότι εις το Άργος είνε έως τρεις χιλιάδες κλέπται. Αυτοί δε επέστρεψαν δια Ναύπλιον, και έκτοτε πλέον δεν εβγήκαν και ούτω τους επολιορκήσαμεν».
Το σημείωμα αυτό είναι ιδιαιτέρως αξιόπιστο. Ο Φωτάκος γράφει στα απομνημονεύματά του ότι:
«Οι άρχοντες Άρχους, Ναυπλίου και Κάτω Ναχαγιέ, ήσαν αδύνατοι και μάλιστα οι Μπερουκαίοι, οίτινες κατά τας αρχάς της επαναστάσεως δειλά εσυλλοχίζοντο, νομίζοντες ότι η επανάστασις δεν θα ηυδοκίμει εξ εναντίας ο θεόδ. Βλάσσης ήτο
πλούσιος και είχεν υιούς πολλούς, φύσει δε μαλακός είχε πολύν
ενθουσιασμόν, αλλ’ ήτο άτολμος. Πρώτος όστις εσύστησε την καγκελλαρίαν
του Άργους ήτο ο Σταματέλος Αντωνόπουλος, ο οποίος μετά του Νικ.
Σπηλιωτοπούλου και του Αθανασίου Καϋμένου ή Ασημακοπούλου εκίνησαν την
επανάστασιν και ενωθέντες μετά των Αργείων και Ολυμποχωριτών εσχημάτισαν
σώματα στρατιωτών δια την πολιορκίαν του Ναυπλίου».
Δημήτριος Τσώκρης |
Κατά μια άλλη πηγή, (Σταματίου
Αντωνοπούλου, Σταματέλος Αντωνόπουλος, σελ. 38) την επανάσταση στο Άργος
διοργάνωσε ο επιφανής Αργείος Σταματέλος Αντωνόπουλος.
Την νύκτα της 23 – 24 Μαρτίου συνάθροισε 30 χωρικούς, τους οποίους είχε
προμηθεύσει κρυφά με όπλα, και απέστειλε με την συνοδεία τους την
οικογένειά του στο Σοφικό Κορινθίας, προκειμένου να την εξασφαλίσει στον
εκεί ευρισκόμενο οχυρό πύργο του. Αυτός δε με άλλους οπλοφόρους
περιήλθε διάφορα χωριά της Αργολίδας, για να εξεγείρει τους κατοίκους
κατά των Τούρκων, και μάλιστα με κεντρικό σκοπό την πολιορκία του
Ναυπλίου. Ο Μητροπολίτης Άργους και Ναυπλίου Γρηγόριος κατόρθωσε να μυήσει στη Φιλική Εταιρεία από όλους τους Έλληνες του Ναυπλίου, μόνον τον Ιωάννη Ιατρού, και τους αδελφούς Παπαλεξοπούλου,
γιατί το Ναύπλιο ήταν τουρκικό κέντρο όπως είδαμε και πιο πάνω (στο
Ναύπλιο υπήρχαν τότε 860 τουρκικές οικογένειες και 25 μόνον ελληνικές
πτωχές ψαράδων, που κατοικούσαν στον ψαρομαχαλά). Στο Άργος μύησε τους
Ιωάννη Περρούκα, Σταμ. Αντωνόπουλο και τους αδελφούς Βλάσση.
Επίσης ο Μητροπολίτης Γρηγόριος είχε
μυήσει τον Ιερέα Γεώργιο Βελίνη στο Πλατανίτι, Θεοδόση Μπούσκο στο
Τζαφέρ Αγά, τον Γεώργιο Κακάνη στο Χώνικα, τον αρχιδιάκονο του Αθανάσιο
Σολιώτη και τον ιερέα του Αχλαδοκάμπου παπα-Κωνσταντή.
Μέλη της Φιλικής Εταιρείας, ήσαν και άλλοι Αργείοι, όπως ο Δημήτριος
Τσώκρης, ο Μιχαήλ Κάββας, ο ιερεύς Νικόλαος Οικονόμου, ο Ευθύμιος
Κάβρας, ο Παναγιώτης Πασχαλινόπουλος κ.ά.
Παπαρσένιος Κρέστας. Οπλαρχηγός του Κρανιδίου. |
Σύμφωνα με τον Φραντζή (Επιτομή της Ιστορίας κλπ., τόμ. Β’, σελ. 101 κ.έ.) την 2αν Απριλίου στρατολογήθηκαν 600 περίπου Κρανιδιώτες, Καστρίτες και μερικοί από όλα τα χωριά του Κάτω Ναχαγιέ με επί κεφαλής τον Γκίκα Μπόταση από τις Σπέτσες, τον ατρόμητο παπα-Αρσένιο Κρανιδιώτη και τον Νικόλαο Σταματελόπουλο (αδελφό του Νικηταρά) και τοποθετήθηκαν στη θέση Κατσίγκρι και Άρια, συγκροτώντας δύναμη κρούσης για την πολιορκία του Ναυπλίου.
Την ίδια ημέρα η τοπική διοίκηση του
Άργους στρατολόγησε για την πολιορκία του Ναυπλίου 900 στρατιώτες από
τους κατοίκους της πόλης και των χωριών της επαρχίας Άργους, εκ των
οποίων πολλοί που δεν είχαν όπλα έφτιαξαν την στιγμή εκείνη λόγχες
σιδερένιες στους σιδηρουργούς, τις οποίες στερέωσαν σε μακριά ξύλα και
ακολουθούσαν τους άλλους οπλοφόρους. Οι 900 Αργείοι συνήλθαν στο
Κατσίγκρι, συναντήθηκαν με τους Κρανιδιώτες και σχημάτισαν ένα σώμα,
συνέχιζαν δε την πολιορκία, προσέχοντας κυρίως για πιθανή έξοδο των
Οθωμανών από το Ναύπλιο. Η διοίκηση του Άργους έστειλε ανθρώπους και έφερε από τις Σπέτσες πυρίτιδα, την οποίαν έφεραν μέσω Λεωνιδίου εντός τριών κιβωτίων.
Οι Τούρκοι του Ναυπλίου αποκλεισθέντες
απεφάσισαν να αποβιβασθούν με πλοιάρια στους Μύλους (4 Απριλίου) για να
συλλέξουν τρόφιμα, αιγοπρόβατα, βόδια, αγελάδας κλπ. Η τοπική διοίκηση
του Άργους υποψιάστηκε την απόβαση και έστειλε 203 οπλοφόρους να
προκαταλάβουν τους Μύλους. Μόλις έφθασαν κοντά στους Μύλους οι Τούρκοι,
έγινε μάχη μετά των 200 Αργείων, έφθασε δε και η Μπουμπουλίνα
μετά του πλοίου της και άλλα τρία πλοία. Οι Τούρκοι αναγκάσθηκαν να
επιστρέψουν στο Ναύπλιο χωρίς να μπορέσουν να συλλέξουν τρόφιμα, αλλά
ούτε και το έδαφος των Μύλων να πατήσουν (7 Απριλίου). Επίσης οι
Τούρκοι αποκρούσθηκαν και στο Κατσίγκρι.
Στις 10 Απριλίου συνέβη ατυχές για τους
πολιορκητές του Ναυπλίου επεισόδιο. Κατά την προηγούμενη ημέρα μερικοί
Τούρκοι με βάρκες μετέβησαν στους Αφεντικούς λεγόμενους Μύλους της
Λέρνης για να παραλάβουν από τους υδρόμυλους το αλεύρι της φρουράς
Ναυπλίου, αλλά βλέποντας από μακριά Έλληνες στην ακτή δεν τόλμησαν καν
να αποβιβαστούν και επέστρεψαν άπρακτοι στο φρούριο. Αυτό εξόργισε τους
κορυφαίους των Τούρκων και την επόμενη, 10ην Απριλίου, ημέρα του Πάσχα,
έκαναν επιθετική έξοδο με μεγάλη δύναμη στρατιωτών εναντίον των Ελλήνων
που γιόρταζαν την μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης και είχαν μεθύσει. Η
τουρκική αυτή επιχείρηση πέτυχε. Οι Έλληνες διασκορπίσθηκαν και
σκοτώθηκαν απ’ αυτούς 23, μεταξύ των οποίων και ο ηγούμενος της μονής Αυγού.
Οι Τούρκοι συνέλαβαν αιχμάλωτο και τον Γ. Λεμπέση, από το Κρανίδι, τον
οποίο σούβλισαν. Με αυτό τον τρόπον λύθηκε η πολιορκία του Ναυπλίου.
Αμέσως όμως τότε αποβιβάσθηκε στους
Μύλους και ήρθε στο Άργος την Τετάρτη της Διακαινησίμου η Μπουμπουλίνα
με τον γιο της Ιωάννη ή Γιάννο Γιάννουζα και τον Γκίκα Μπόταση. Έφεραν
χρήματα, πολεμοφόδια και πολεμικό θάρρος. Η Μπουμπουλίνα ήταν έφιππη και
οπλοφορούσε. Οι Αργείοι την υποδέχτηκαν σαν βασίλισσα. Αμέσως έγινε
σύσκεψη των προκρίτων και οπλαρχηγών. Στην σύσκεψη αυτή η Μπουμπουλίνα
και ο Μπότασης πρότειναν την επανάληψη της πολιορκίας του Ναυπλίου με
πιο συστηματικό τρόπο. Η γνώμη τους έγινε δεκτή και αποφασίστηκε να
ανατεθεί η αρχηγία στον Στάϊκο Σταϊκόπουλο.
Η στρατοπέδευση έγινε κοντά στο χωριό Κατσίγκρι. Εκεί υπήρχε παλαιός
πύργος, ο οποίος μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως οχύρωμα εναντίον κάθε
επιδρομής των Τούρκων του Ναυπλίου (Δ. Κοκκίνου, Η Ελληνική Επανάστασις,
τόμ. Β’, σελ. 150 κ.έ.). Μετά το Πάσχα ήρθε στο Άργος, προερχόμενος από
την Κωνσταντινούπολη, ο Τσώκρης και τότε συστήθηκε στρατόπεδο στον Αχλαδόκαμπο.
Στη συνέχεια ο Στάϊκος διαθέτοντας δύο
μικρά κανόνια κάμπου και 200 Έλληνες συνενώθηκε με 80 Αχλαδοκαμπίτες
και κατέλαβε τον Αχλαδόκαμπο, για να αποκλείσει την μεταξύ της Τριπολιτσάς και του Ναυπλίου συγκοινωνία και να ματαιώσει την ενδεχόμενη αποστολή τουρκικής βοήθειας.
Ο Φωτάκος γράφει στα απομνημονεύματά του σχετικά με τις προετοιμασίες της Επανάστασης και τα εξής:
« Ο Νικ. Περρούκας από το
Άργος έγραψε γράμμα και έλεγε να υπάγουν οι στρατιώται των δύο χωρίων
Δουμενιά και Χαλκιάνικα εκεί, επειδή τα δύο χωρία αυτά ήσαν του Άργους,
το δε Άργος τότε είχε χωρία ιδικά του εις άλλας επαρχίας, διότι όπου εκατοικούσεν ο Αγάς, όστις ώριζε το χωρίον, εις εκείνην την επαρχίαν και αυτό ανήκεν. Ο δε Περρούκας ως προεστώς του Άργους ήθελε να συγκεντρώση εκεί όλους τους στρατιώτας της επαρχίας.
Προτού δε οι στρατιώται των
άνω χωρίων αναχωρήσουν, ήλθε γράμμα από τον Ανδρέαν Νοταράν προς τον
Ναθαναήλ ηγούμενον του Μοναστηρίου Αγίου Γεωργίου, λέγων προς αυτόν να εμποδίση τους Χριστιανούς να μη κάνουν κανένα κίνημα κατά των Τούρκων, διότι ούτοι θα έβγουν, θα σκοτώσουν και θα αιχμαλωτίσουν τον κόσμον. Αλλ’ αυτοί δεν άκουσαν τον Νοταράν, αλλ’ εσυνάχθησαν όλοι και επήγαν εις τον Άγιον Γεώργιον της Κορίνθου όπου ηύραν τον Περρούκαν, όστις τους επήρε και τους ωδήγησε εις το Άργος».
Ομοίως ο Φωτάκος αναφέρει και τα εξής:
« Οι Τούρκοι του Ναυπλίου
εβγήκαν τότε από το φρούριον και οι στρατιώται μαθόντες την έξοδόν των
επήγαν και τους επολέμησαν και ύστερον κατά την επιστροφήν των εις το
Άργος οι εναντίοι του Περρούκα και του Βλάσση ψευδώς διέδωκαν ότι οι
Τούρκοι έρχονται από την Τριπολιτσάν και δια τον αιφνίδιον φόβον ο
κόσμος ανεμοσκορπίσθη και τότε αμέσως κατά την γενομένην εκείνην ταραχήν
διεδόθη εις τον όχλον ότι ο Περρούκας τους επρόδωσε, λέγοντες ότι αυτός έστειλε γράμμα εις τους Τούρκους κρυμμένον μέσα εις το ψωμί, και ότι τάχα το γράμμα αυτό επιάστη και τοιουτοτρόπως ο κόσμος αγανάκτησε και έκαμεν όρκον να τους καύση μέσα εις το σπίτι των.
Ταύτα μαθόντες οι Περρουκαίοι και ο Θ. Βλάσσης, οι οποίοι τότε ήσαν ενωμένοι, έφυγαν και επήγαν εις τον
Άγιον Γεώργιον της Κορίνθου, όπου ο Περρούκας είχε και την οικογένειάν
του. Έπειτα δε ήλθεν ο Παπαγιώργης και ο Αναγνώστης Γκελμπερής από του
Κοσμά, διότι τότε τα λεγόμενα Ολυμποχώρια ανήκον και αυτά εις την
επαρχίαν Άργους. Αφού δε οι στρατιώται ήλθαν από το στρατόπεδον του
Ναυπλίου επήγαν και εζήτησαν από το κονσολάτον δύο συντρόφους του
Πιερρούκα, τον Ιωάσαφ Οικονομόπουλον και τον Ανδρέαν Χάϊνταν
Νικολόπουλον, Καλαβρυτινούς, τους οποίους εκράτουν διότι δεν εγράφησαν εις το κονσολάτον.
Τούτους απέλυσαν οι εναντίοι του Περρούκα, τον Ιωάσαφ Οικονομόπουλον και τον Ανδρέαν εις την πατρίδα των. Επειδή δε συνέβη η σύγχυσις αύτη, έκτοτε πλέον οι Χαλκιανίται και οι Δουμενίται εχωρίσθησαν από το Άργος και επήγαν εις την επαρχίαν των, τα Καλάβρυτα».
Μηνάς τινας μετά την σύστασιν
της καγκελλαρίας (τοπικής επιτροπής διοικήσεως τα του πολέμου) του
Άργους εγένετο ταραχώδης διαδήλωσις κατά μελών αυτής. Κατά την
διαδήλωσιν ταύτην εζητείτο η αλλαγή των εφόρων (μελών) δια του Γεωργίου
Αντωνοπούλου, υιού του Σταματέλου Αντωνοπούλου και του Θεοφανοπούλου.
Κατ’ αυτήν δε εκτυπήθη δια
μαχαιρών και ξύλων ο εκ των μελών Ανδρίκος Τζώρτζης. Οι διαδηλωταί
διεσκορπίσθησαν. Την 4ην Σεπτεμβρίου 1821 εζητήθη η αντικατάστασις των
εφόρων (δια τα άτακτα και αχρεία φερσίματά των)».
Από αυτά όλα φαίνεται ότι τα μέλη της
καγκελλαρίας δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες του κοινού. (Σταματίου
Αντωνοπούλου, Σταματέλος Αντωνόπουλος, σελ. 40 – 42).
http://argolikivivliothiki.gr/2009/01/27/argos/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου