Ο Μιχαλάκης Παρίδης γεννήθηκε στο χωριό Αναφωτίδα, της επαρχίας Λάρνακας, στις 2 Ιουνίου 1933. Γονείς του οι Γεώργιος και Παναγιώτα Παρίδη και αδέλφια οι Κυριάκος, Ανδρέας, Γιαννάκης, Λούλα και Χρίστος. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και το Λύκειο Λάρνακας και εργαζόταν στην Τράπεζα Κύπρου. Ήταν μέλος της ΟΧΕΝ και την ΠΕΟΝ, δυο οργανώσεων, από τις οποίες είχαν στρατολογηθεί οι πρώτοι πυρήνες της ΕΟΚΑ. Διετέλεσε τομεάρχης της επαρχίας Λάρνακας, εκτός από την πόλη, και αρχηγός ανταρτικής ομάδας της περιοχής Λάρνακας.
Ο Μιχαλάκης Παρίδης υπήρξε από τους αγωνιστές εκείνους της ΕΟΚΑ που μυήθηκαν στις τάξεις της Οργάνωσης πριν από την ιστορική μέρα της 1ης Απριλίου 1955. Την 1η Απριλίου 1955 έδρασε επικεφαλής της ομάδας «Άρης», η οποία με τα μέλη τηςομάδας “Κρόνος” έκαμαν βομβιστική επίθεση εναντίον της αίθουσας συνεδριάσεων του Δικαστηρίου Λάρνακας. Συνελήφθη την ίδια νύκτα με άλλους τέσσερις συναγωνιστές του και καταδικάστηκε σε επταετή φυλάκιση.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1957 μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου του έγινε εγχείριση στη μύτη. Εκεί, με τη βοήθεια των νοσοκόμων και άλλων συναγωνιστών του κατάφερε να δραπετεύσει! Αρχικά έκοψε τα σίδερα του παραθύρου στο δωμάτιο όπου νοσηλευόταν στον 3ο όροφο του νοσοκομείου κι από εκεί κατέβηκε με σχοινί. Με αυτοκίνητο συναγωνιστών του που τον περίμεναν έξω από το νοσοκομείο απομακρύνθηκε. Η δραπέτευση επιτεύχθηκε με τη βοήθεια της νοσοκόμας του, η οποία τον προμήθευσε με σχοινί και γάντια, παρά τα πολύ αυστηρά μέτρα φρούρησής του. Μετά τη δραπέτευσή του κατέφυγε στην περιοχή της Αγλαντζιάς για λίγες μέρες, προτού προωθηθεί στην περιοχή της Λάρνακας, όπου ο Διγενής του ανέθεσε την ευθύνη τού εκτός πόλης τομέα. Σε λίγο χρονικό διάστημα κατόρθωσε να ανασυντάξει τις ομάδες των χωριών του τομέα του και να αποσπάσει τα συγχαρητήρια του Διγενή για την πλούσια δράση την οποία ανέπτυξε.
Είχε εγκαταστήσει το αρχηγείο του αρχικά στο σπίτι του Ανδρέα Σουρουκλή στους Τρούλλους, το οποίο κρατούσε μυστικό ακόμα και από τους αντάρτες του. Έπειτα έδρα του από τις αρχές του Απρίλη του 1958 είχε το χωριό Αγκλεισίδες. Στις 15 Ιουλίου 1958 εγκαταστάθηκε στη Σκαρίνου, μετά στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά και τέλος στο μικρό χωριό Βάβλα.
Εκεί στη Βάβλα κατάφεραν οι Άγγλοι να τον επισημάνουν. Παρόλο που πήρε το μήνυμα ότι Άγγλοι και Τούρκοι επικουρικοί (έτσι λεγόταν ειδικό σώμα της αστυνομίας που το αποτελούσαν Τούρκοι) είχαν φτάσει στο χωριό αρνήθικε να διαφύγει και προτίμησε να δώσει μόνος τη μάχη. Στο παλικάρι είχε ωριμάσει η ιδέα της λεβέντικης αντιπαράθεσης με τους δυνάστες. Στις 27 Αυγούστου 1958, στις 10 το πρωί, ο Μιχαλάκης Παρίδηςξεψυχούσε κτυπημένος από αγγλικές και τούρκικες σφαίρες.. Υπέγραψε με το αίμα του τη δική του διακήρυξη πως :
“Οι αγωνιστές της ελευθερίας δεν παραδίδονται. Νικούν ή πεθαίνουν”.
Όταν κάποια μέρα περάσετε από το χωριό Βάβλα είτε για να επισκεφθείτε το μοναστήρι του Αγίου Μηνά είτε ταξιδεύοντας στα χωριά της Ορεινής Λάρνακας δεν έχετε παρά να σταματήσετε για λίγο έξω από το σπίτι όπου ο Παρίδης άφησε την τελευταία του πνοή. Μια ελληνική σημαία κυματίζει σεμνά εκεί υποδεικνύοντάς μας με αυτό τον τρόπο τον ιερό εκείνο χώρο της θυσίας του ήρωα. Εξάλλου για την αγάπη της σημαίας αυτής και ό,τι ανώτερο ιδανικό αυτή συμβολίζει ξεκίνησε τον αγώνα του ο 22χρονος Μιχαλάκης Παρίδης μέσα από την ΕΟΚΑ για να κοπεί το νήμα της ζωής του μόλις στα 25 του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου