Του Προκόπη Μανωλάκου
Ο Ιωάννης Καποδίστριας είναι ο θεμελιωτής και ανορθωτής της
Ελληνικής κοινωνίας. Τη λιγοστή περίοδο που κυβέρνησε την Ελλάδα έβαλε τις βάσεις
για τη δημιουργία νέου κράτους, έβαλε τις βάσεις της Ελληνικής παιδείας.
Άνθρωπος απλός, λογικός και πρακτικό μυαλό. Άλλωστε για να
τον διαλέξει ο Τσάρος της Ρωσίας, να αναλάβει το υπουργείο εξωτερικών της
χώρας που ήταν τότε η μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο δεν είναι τυχαίο γεγονός.
Σπούδασε την ιατρική επιστήμη, παρακολούθησε μαθήματα
παιδαγωγικής από τον Πεσταλότσι και τον Φέλλεμπεργκ. Διετέλεσε επιθεωρητής
εκπαίδευσης στα Ιόνια νησιά πριν γίνει κυβερνήτης αποκτώντας πείρα, γύρω από
την εκπαίδευση.
«Αυτό το έθνος θα είναι ευτυχισμένο και το όνομα του
παιδαγωγού θα μείνει αθάνατο και θα ευλογείται από όλες τις γενιές και τις
πλέον απομακρυσμένες των Ελλήνων». Αυτά γράφει Γαλλική εφημερίδα πριν τον
ερχομό του ως κυβερνήτη στην Ελλάδα.
ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο Καποδίστριας μαζί με τις φροντίδες του για τη γεωργία,
ενδιαφέρθηκε πολύ και για την ανάπτυξη της Παιδείας. Όταν έφτασε στην Ελλάδα
αναβίωσε την παιδεία και καταπολέμησε τον γενικό αναλφαβητισμό. Άρχισε από τη
βάση, από τη λαϊκή παιδεία. Γιατί η κατάσταση της παιδείας ήταν πραγματικά
τραγική, σύμφωνα με την έκθεση που του έκανε ο υπουργός Μιχ. Σούτσος: «Όσο για
την Παιδεία. Δεν έχω να σας ειπώ τίποτε. Σχολεία δεν έχομεν ούτε ένα»1.
Η επίμονη επιδίωξή του για τη μόρφωση της νεολαίας
και την ίδρυση σχολείων ήταν αποτελεσματική και αξιοθαύμαστη.
Σύμφωνα με την έκθεση του Ι. Κοκκώνη (30-12-30), 109 σχολεία
ιδρύθηκαν με 9.737 μαθητές. Σαν στοργικός πατέρας παρακολούθησε τη λειτουργία
τους κι εφρόντιζε για τη μόρφωση και τη ζωή των μαθητών. Και είναι καταπληκτικό,
πως ενώ είχε να διαμορφώσει το κράτος από το χάος, να οργανώσει στρατό και
στόλο, να αντιμετωπίσει ανυπέρβλητες οικονομικές δυσχέρειες και εξωτερικές
επιβουλές, του έμενε καιρός και διάθεση να επισκέπτεται τα σχολεία και να
ενθαρρύνει, διδάσκοντες και διδασκόμενους με λόγια, βραβεία, ευχαριστήριες
επιστολές. Η όλη δραστηριότητα του Καποδίστρια σχετικά με τα προβλήματα της
παιδείας διακρίνεται σε τρεις περιόδους: Η πρώτη περιλαμβάνει το χρονικό
διάστημα 1803-1807. Το κέντρο δράσεως είναι η Κέρκυρα. Η δεύτερη περίοδος
αρχίζει από το 1813 και τερματίζεται το 1828. Σ’ αυτή την περίοδο η
δραστηριότητα του Καποδίστρια στρέφεται προς τις ακμάζουσες τότε ελληνικές
παροικίες της Ευρώπης. Και η τρίτη 1828-1831 συμπίπτει με την εποχή που ο Καποδίστριας
ήταν Κυβερνήτης της ελεύθερης Ελλάδας.
Την 14η Ιουνίου 1803 ο Καποδίστριας ως Γραμματέας
της Επικράτειας υπέβαλε έκθεση στη Γερουσία με την οποία ζητούσε την ίδρυση
σχολής για την εκπαίδευση των κρατικών υπαλλήλων.
Εδώ φαίνεται το πρακτικό πνεύμα του Καποδίστρια, η
διορατικότητά του, η οργανωμένη σκέψη του. Είχε κατανοήσει ότι η μόρφωση των
Ελλήνων αποτελούσε την κυριότερη προϋπόθεση για την εθνική ανεξαρτησία.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έδειξε για τη μόρφωση του κλήρου της
Επτανήσου. Πίστευε ότι, αν δεν υπήρχε κλήρος μορφωμένος και άξιος της υψηλής
του αποστολής, δεν θα ήταν δυνατό να έχουμε εκπαίδευση του λαού. Ένας μορφωμένος
και καλός κληρικός θα ήταν φωτεινό παράδειγμα και θα ενέπνεε το λαό.
Άλλη ενέργεια του Καποδίστρια αποδεικνύει την ειλικρινή
αγάπη προς την παιδεία και το παιδαγωγικό του δαιμόνιο. Στο τέλος του σχολικού
έτους όρισε την απονομή διάφορων βραβείων. Αυτό ήταν ειδικά μετάλλια ή βιβλία
τα οποία είχαν δωρίσει οι αδελφοί Ζωσιμάδες.
Οι εξετάσεις για τα βραβεία είχαν ως εξής: στο πρώτο τμήμα
οι μαθητές θα εξετάζονταν στην εθνική γλώσσα, την γραφήν και την ανάγνωση. Σ’
αυτούς θα δίδονταν 3 βραβεία. Το πρώτο θα το έπαιρνε εκείνος που θα γνώριζε να
διαβάζει και να γράφει άπταιστα και θα είχε καλό χαρακτήρα. Θα εξεταζόταν σε
άγνωστο κείμενο.
Στο δεύτερο τμήμα οι μαθητές θα χωρίζονταν σε δύο ομάδες.
Αυτοί της πρώτης ομάδας θα εξεταζόντουσαν στην τεχνολογία και τους γραμματικούς
κανόνες, και θα ερμήνευαν άγνωστο κείμενο. Αυτοί της δεύτερης θα έδιναν
απαντήσεις σε γραμματικές και συντακτικές παρατηρήσεις. Γι’ αυτούς υπήρχαν δύο
βραβεία.
Ο Καποδίστριας είχε αντιληφθεί, χωρίς να έχει κάνει ειδικές
παιδαγωγικές σπουδές, ότι η διανοητική μόρφωση, αν δεν συνοδεύεται από ψυχική
καλλιέργεια των μαθητών, αποβαίνει επιβλαβής στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των
νέων.
Πάντοτε τόνιζε την αξία της διδασκαλίας των φρονηματιστικών
μαθημάτων στα σχολεία και κυρίως της ιστορίας και των θρησκευτικών2.
Αρκετές φορές κατηγορεί την Κερκυραϊκή Γερουσία, γιατί
ενθαρρύνει τους ανάξιους εκπαιδευτικούς και αφήνει στην ιδιωτική πρωτοβουλία
αποφάσεις που αναφέρονται στην Παιδεία.
Το 1807 τερματίζεται η εκπαιδευτική δραστηριότητα του
Καποδίστρια στην Κέρκυρα. Το 1809 κατόπιν προσκλήσεως του Καγκελαρίου Romanzoff έρχεται στην
Πετρούπολη.
Στην Πετρούπολη εγνώρισε τον ευκατάστατο Ηπειρώτη Ιωάννη
Δομπόλη, τον οποίο έπεισε να αφιερώσει όλη του την περιουσία για τη διάδοση της
Παιδείας στην Ελλάδα. Ο Δομπόλης θα του μείνει πιστός σε όλη του τη ζωή και θα
διαθέσει όλη του την περιουσία, για να ιδρυθεί το 1906 στην Αθήνα ή σε άλλη πόλη
που θα είναι τότε πρωτεύουσα της Ελλάδας, Πανεπιστήμιο. Τη διαθήκη του ο
Δομπόλης συνέταξε το 1849, 18 δηλαδή έτη μετά το θάνατο του Καποδίστρια. Σε
αυτή όριζε το Πανεπιστήμιο να ονομαστεί Καποδιστριακό. Τα χρήματα του Δομπόλη
δόθηκαν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το έτος 1911. Το Πανεπιστήμιο ιδρύθηκε το έτος
1837. Αρχικά ονομάστηκε Οθώνειον, μετά την έξωση του Όθωνα το 1862
μετονομάστηκε σε Εθνικό και από το 1912 και μετά σε Εθνικό και Καποδιστριακό.
Στην Πετρούπολη ο Καποδίστριας έμεινε ως το 1811, ασχολιόταν
με τη θεωρητική μελέτη των εκπαιδευτικών προβλημάτων. Το 1811 διορίσθηκε
υπάλληλος της ρωσικής πρεσβείας στη Βιέννη.
Τρία χρόνια αργότερα στάλθηκε από τον τσάρο Αλέξανδρο με
διπλωματική αποστολή στην Ελβετία. Εκεί του δόθηκε πλέον η ευκαιρία να
μελετήσει τα εκπαιδευτικά συστήματα του μεγάλου Ελβετού παιδαγωγού Pestalozzi (1746-1827)3.
Από το 1822 μέχρι το 1827 ο Καποδίστριας μένει στη Γενεύη.
Στο διάστημα αυτό, στόχος του ήταν η Ελληνική Παιδεία. Συνέχεια συνεννοείτο με
τους προϊσταμένους των ελληνικών κοινοτήτων, της Τεργέστης, της Βενετίας, της
Αγκώνας, της Δρέσδης και ζητούσε πληροφορίες για τα προσφυγόπουλα. Φρόντιζε να
τους δοθεί ελληνική αγωγή. Αφού η πατρίδα μας έχει ερημωθεί από τους πολέμους,
έλεγε, πρέπει με κάθε τρόπο να μην αφήσωμε τα παιδιά να χάσουν την ελληνική
συνείδηση, να μην παρασυρθούν από τα θέλγητρα των χωρών που διαμένουν. Κάθε τι
στη ζωή τους πρέπει να τους υπενθυμίζει την Ελλάδα και ένας τουλάχιστον από
τους διδασκάλους τους πρέπει να είναι ομογενής4.
Ο Καποδίστριας κατέβαλλε κάθε προσπάθεια, ώστε τα
κατατρεγμένα αυτά ελληνόπουλα να μη χάσουν την ορθόδοξο πίστη, την ελληνική
γλώσσα, τα ελληνικά ήθη και έθιμα, να μη χαθούν για την πατρίδα5.
Η Γ' Εθνική συνέλευση της Τροιζήνας την 6 Απριλίου
1827 εξέλεξε τον Καποδίστρια κυβερνήτη της Ελλάδος. Την πρόσκληση έλαβε πολύ
αργότερα. Απάντησε ότι αποδέχεται το αξίωμα την 14 Αυγούστου 1827.
Το έτος 1827 βρίσκεται στην Αγκώνα της Ιταλίας για την
οργάνωση του μικρού σχολείου της πόλης. Από εκεί γράφει επιστολή στον Ανδρέα
Μουστοξύδη, στην οποία του τονίζει τα προσόντα του δασκάλου. Θέλει: α) «Να
έχουν ηλικία μεταξύ 25-45 ετών και να είναι ανεπίληπτοι στο ήθος και την
θεοσέβεια», β) Να είναι: «δυνατοί, δυνατώτατοι στην γλώσσα των και ικανώς
ειδότες μίαν των λαλουμένων ξένων γλωσσών», γ) Να είναι: «έκδοτοι όλως εις των
έρωταν της μαθήσεως και να έχουν ιδιάζουσαν ροπήν προς μιαν τινά των επιστημών»6.
Ο Καποδίστριας απεβιβάσθη στην Αίγινα, που ήταν η
έδρα της προσωρινής ελληνικής κυβέρνησης, την 11 Ιανουαρίου 1828. Είχε βαθιά
επίγνωση της καταστάσεως της χώρας. Γνώριζε ότι η κάθοδός του στην Ελλάδα
σήμαινε άνοδο στο Γολγοθά και πορεία προς το μαρτύριο και τη θυσία, όπως ο
ίδιος έλεγε. Στην Παιδεία η κατάσταση ήταν απελπιστική. Κατά την επαναστατική
περίοδο η εκπαίδευση ήταν υποτυπώδης ή σχεδόν ανύπαρκτη. Ακόμα και σε περιοχές,
που η εκπαίδευση είχε παρουσιάσει κάποια ανάπτυξη κατά τα δύσκολα χρόνια της
τουρκοκρατίας, ο πόλεμος είχε επιδράσει ανασταλτικά.
Έβλεπε ότι για να εδραιωθεί η ελευθερία, που με τόσο αίμα
είχαν αποκτήσει οι Έλληνες χρειαζόταν να εργασθούν. Για την οποιαδήποτε εργασία
απαραίτητος σύμβουλος ήταν το βιβλίο7.
Στην Αίγινα άρχισαν να καταφθάνουν με πρόσκληση του
Κυβερνήτη, πολλοί μορφωμένοι Έλληνες του εξωτερικού και μερικοί Φιλέλληνες.
Σύντομα δημιουργήθηκε ένας κύκλος λογίων, που συνεργάστηκαν
για την πνευματική αναγέννηση της Ελλάδας. Ο Γεωργ. Γεννάδιος, ο Γρηγ.
Κωνσταντάς, ο Ν. Χρυσόγελος, ο Ιωάννης Βενθύλος, ο Ιωάννης Κοκκώνης, ο Γάλλος Dutroye, ο Γ. Κοκκινάκης και
πολλοί άλλοι θα γίνουν πολύτιμοι συνεργάτες του Κυβερνήτη.
Τον πρώτο χρόνο κατάρτισε το γενικό εκπαιδευτικό του
πρόγραμμα. Για την εφαρμογή του όμως δεν υπήρχαν τα οικονομικά μέσα.
«Η δημοσία εκπαίδευσις δεν είναι δυνατόν να αναγεννηθεί όσον
ταχέως αι χρείαι το απαιτούσιν και ημείς το επιθυμούμεν. Δια τα σχολεία
χρειάζονται οικήματα, εγώ δε φθάσας ενταύθα ευρήκα μόνον καλύβας, όπου
εσκεπάζοντο πλήθος οικογενειών πειναλέων»8 αυτά γράφει στον Κοραή.
Τον Οκτώβριο του 1828 θεμελίωσε στην Αίγινα ναό και
ορφανοτροφείο. Τα χρήματα προσέφεραν Έλληνες του εξωτερικού και Φιλέλληνες. Στο
ορφανοτροφείο θα εύρισκαν προστασία 500-600 ορφανά και απροστάτευτα παιδιά.
Είναι συγκινητικές οι επιστολές τις οποίες γράφει σε
διάφορους Έλληνες και Φιλέλληνες για την τύχη των Ελληνοπαίδων. Στον φίλο του
Εϋνάρδο γράφει: «Έχω ήδη και μερικάς εκατοστύας παιδιών τα οποία συνάξας
καθαρίζω, ενδύω και κατατάσσω, μέλλων να τα κατασκηνώσω εις το εδώ
ετοιμαζόμενον ευρύχωρον "καλυβοποίημα", όπου συσταθήσεται σχολείον
αλληλοδιδακτικόν. Και κατόπιν βλέπομεν τι ημπορούμεν να κάμωμεν»9.
Τα εγκαίνια του Ορφανοτροφείου έγιναν τον Απρίλιο
του 1829. Σε αυτό οι μαθητές ήταν χωρισμένοι σε 4 τάξεις.
Για τους μαθητές που δεν είχαν θεωρητικά ενδιαφέροντα, είχαν
οργανωθεί πρακτικά εργαστήρια.
Κάθε νέος όταν τελείωνε την εκπαίδευση του, έπαιρνε και ένα
μικρό χρηματικό κεφάλαιο, για την αγορά των πρώτων εργαλείων του επαγγέλματός
του. Μεγάλο μέρος των μαθητών κατευθύνονταν προς την ναυτική τέχνη. Οι
αριστούχοι μαθητές κατετάσσοντο ως ευέλπιδες στο Κεντρικό Πολεμικό Σχολείο του
Ναυπλίου. Στο Ορφανοτροφείο διδάσκονταν και η μουσική. Εκεί μάλιστα
δημιουργήθηκε και η πρώτη παιδική χορωδία με αξιόλογες επιδόσεις. Ακόμα
ιδιαίτερο ενδιαφέρον δόθηκε στο μάθημα της γυμναστικής. Υπήρχε γυμναστήριο με
πολλά γυμναστικά όργανα.
Τον Ιούνιο του 1829 ιδρύθηκε στο Ορφανοτροφείο και Πρότυπο Σχολείο
για τους προχωρημένους μαθητές, που προορίζονταν να γίνουν δάσκαλοι σε
αλληλοδιδακτικά σχολεία. Στο Πρότυπο Σχολείο εκτός των άλλων μαθημάτων
διδάσκονταν οι μαθητές αρχαιολογία, ιστορία της παιδαγωγικής, φιλοσοφία και
παλαιογραφία. Τη λειτουργία του ιδρύματος παρακολουθούσε ο ίδιος ο Κυβερνήτης.
Τον Ιούλιο του 1829 ο Καποδίστριας στην Δ' Εθνική Συνέλευση
ανακοίνωσε το γενικότερο εκπαιδευτικό του πρόγραμμα και ζήτησε από τους
αντιπροσώπους του Έθνους τη βοήθειά τους.
Το πρόγραμμα αυτό αναφερόταν:
α) Στο να βελτιώσει σταδιακά την κατάσταση της εκκλησίας και
του κλήρου.
β) Να εξασφαλίσει τους ανάλογους πόρους για την άρτια
εκπαίδευση των τροφίμων του ορφανοτροφείου Αιγίνης.
γ) Να ενισχύσει τα αλληλοδιδακτικά σχολεία και να ιδρύσει
ειδικά σχολεία, τα «τυπικά» για προχωρημένους μαθητές.
δ) Να αναπτύξει το «Κεντρικό Πολεμικό Σχολείο», την Σχολή
Ευελπίδων, να ιδρύσει και ναυτική σχολή.
ε) Να οργανώσει σχολεία «ανώτερης τάξης» για τους νέους
Έλληνες. Κάτι ανάλογο με τα σημερινά Πανεπιστήμια. Σε αυτά θα φοιτούσαν όσοι
ήθελαν να ιερωθούν, όσοι προορίζονταν να γίνουν κρατικοί λειτουργοί και όσοι θα
ασχολούνταν με την επιστήμη, τις τέχνες και τη φιλολογία10.
Ζήτησε την εξουσιοδότηση της κυβέρνησης για την αξιοποίηση
των εθνικών κληροδοτημάτων και των μοναστηριακών και εκκλησιαστικών πόρων.
Φρόντισε για τη μετεκπαίδευση όλων των δασκάλων στη νέα
εκπαιδευτική μέθοδο. Η μέθοδος αυτή ήταν η αλληλοδιδακτική, διαμορφωμένη από το
Γάλλο Σαραζίν.
Η μέθοδος είχε έρθει στην Ελλάδα πριν από την κάθοδο του
Καποδίστρια. Ο Κυβερνήτης τη γενίκευσε γιατί νόμιζε ότι με αυτόν τον τρόπο θα
καταπολεμούσε τον αναλφαβητισμό.
Σε μια επιστολή του, έγραφε στον έφορο του σχολείου της
Αγκώνας που του ζητούσε ένα καλό δάσκαλο της ελληνικής γλώσσας: «Θέλω
προσπαθήσει να σας εύρω τον διδάσκαλον που μου ζητείτε. Αλλά και εδώ καθώς
παντού αυτό το προϊόν είναι σπάνιο».
Σταθμός για την τύχη της στοιχειώδους εκπαίδευσης ήταν η
ίδρυση του Κεντρικού σχολείου, εκπαιδευτικό ίδρυμα για την κατάρτιση των
δασκάλων. Η φοίτηση ήταν τριετής.
Το 1829 είχε ιδρυθεί στο Ναύπλιο το Κεντρικό Πολεμικό
Σχολείο, Σχολή Ευελπίδων. Το έτος 1830 είχε η σχολή 60 Ευέλπιδες, μεταξύ αυτών
ήταν και οι καλύτεροι μαθητές του ορφανοτροφείου.
Άλλα σχολεία επαγγελματικής κατευθύνσεως ίδρυσε στον Πόρο
και στην Τίρυνθα. Στον Πόρο έγινε εκκλησιαστική σχολή, η οποία εκπαίδευε
ιερείς. Ο Καποδίστριας έδινε μεγάλη σημασία στο μορφωμένο κλήρο. Στην Τίρυνθα
έκανε γεωργική σχολή. Διευθυντής της τοποθετήθηκε ο Γρ. Παλαιολόγου που είχε
σπουδάσει γεωπονία στο Παρίσι. Ο Παλαιολόγου δίδαξε τους αγρότες της περιοχής
τους τρόπους καλλιέργειας πολλών αγροτικών προϊόντων και πολύ βοήθησε στην
ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.
Το ενδιαφέρον του Καποδίστρια δεν ήταν μόνο για την ίδρυση
των σχολείων, στράφηκε και προς τη σύνταξη των κατάλληλων σχολικών βιβλίων. Για
το σκοπό αυτό συνέστησε δύο επιτροπές για τη συγγραφή, αναθεώρηση και
συμπλήρωση των υπαρχόντων και τη μετάφραση από ξένες γλώσσες κατάλληλα
διδακτικά βιβλία.
Τη γενική εποπτεία όλων των εκπαιδευτικών πραγμάτων ανέλαβε
ο Κερκυραίος Ανδρέας Μουστοξύδης, δεινός φιλόλογος, ιστορικός και αρχαιολόγος
και ένθερμος πατριώτης. Ο ίδιος ήταν πρόεδρος της επιτροπής του ορφανοτροφείου.
Τον Οκτώβρη του 1830 με διάταγμα ο Ιωάννης Κοκκώνης
διορίσθηκε «επιθεωρητής των κατά την Πελοπόννησο εκπαιδευτικών καταστημάτων». Το
διάταγμα είχε λεπτομερείς οδηγίες του ίδιου του Καποδίστρια για τον τρόπο
επιθεώρησης των σχολείων. «Των ανεπιδέκτων βελτιώσεως διδασκάλων εισηγείτο την
απόλυσιν. Των διδασκάλων που παρουσίαζαν ενδιαφέρον προς μάθησιν επροτείνετο η
μετεκπαίδευσις εις το κεντρικόν σχολείον της Αιγίνης»11.
Από επιστολή του Μουστοξύδη στον Καποδίστρια φαίνεται ότι ο
κυβερνήτης ενδιαφερόταν πολύ και για τη μέθοδο διδασκαλίας. Ήθελε το μάθημα να
γίνεται πάντοτε με την ενεργό συμμετοχή του μαθητή. Για το σκοπό αυτό ο
δάσκαλος δεν πρέπει να περιορίζεται σε ένα ξηρό αφηγηματικό τόνο, αλλά θα
πρέπει να δίνει στο μάθημα ενδιαφέρον και φυσικότητα, να δείχνει χάρτες,
εικόνες και να χρησιμοποιηθεί κάθε άλλο εποπτικό μέσο ανάλογο με το αντικείμενο
της διδασκαλίας12.
Το πρόγραμμα του έτους αυτού δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε,
γιατί η μοίρα στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 έκοψε το νήμα της ζωής του Κυβερνήτη
μπρος στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο. Μαζί με τον Κυβερνήτη έσβησαν
και τα μεγαλόπνοα εκπαιδευτικά του σχέδια.
Ο φίλος του Ελβετός Εϋνάρδος μετά τη δολοφονία του
Καποδίστρια γράφει στον εκδότη της γαλλικής «Εφημερίδας των συζητήσεων»: «Οι
Έλληνες θέλουν γνωρίσει αργότερα την αμέτρητον ζημία, την οποίαν επέφεραν,
θέλουν ιδεί εντός ολίγου ότι δεν υπάρχει άνθρωπος ικανός να αναπληρώσει την
έλλειψη του κόμητος Καποδίστρια. Ο θάνατος του Κυβερνήτη είναι συμφορά για την
Ελλάδα. Είναι δυστύχημα Ευρωπαϊκόν, δεν φοβούμαι να το είπω»14.
Ο Καποδίστριας φρόντισε να κρατήσει στους Έλληνες
του εξωτερικού, αλλά και του εσωτερικού την ορθόδοξη χριστιανική πίστη,
ανόθευτη την ελληνική γλώσσα και την εθνική συνείδηση.
Καθιέρωσε το θεσμό των σχολικών Εφορειών ο οποίος υπήρξε
μέχρι πριν από 15 χρόνια.
Γνώριζε την πολύ μεγάλη σημασία των σχολικών βιβλιοθηκών και
έκανε τα πάντα για τη δημιουργία και οργάνωση βιβλιοθηκών.
Καθιέρωσε το θεσμό του επιθεωρητού της εκπαίδευσης.
Καθιέρωσε το θεσμό της μετεκπαίδευσης των δασκάλων.
Εφάρμοσε το θεσμό των υποτροφιών, των βραβείων και της
δωρεάν παιδείας με κριτήρια πάντοτε αξιολογικά και οικονομικά. Πάντοτε
ενδιαφερόταν για το ήθος και την επίδοση των υποτρόφων και όχι για τις εξεταστικές
περιόδους.
Πίστευε ότι η επιτυχία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων
εξαρτάται κυρία από τους φορείς της παιδείας, τους εκπαιδευτικούς.
Όμως το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Καποδίστρια πολύ επεκρίθη
την εποχή του. Τον κατηγόρησαν ως «φωτοσβέστη», επειδή το κέντρο βάρους το
έριξε στην στοιχειώδη εκπαίδευση και δεν φρόντισε από την αρχή για την ίδρυση
ελληνικού Πανεπιστημίου. Και ο Κοραής ήταν ενάντια στην εκπαιδευτική του
πολιτική.
Ο Κοραής, γέρος κλεισμένος στο σπίτι του στο Παρίσι, μακριά
της ελληνικής πραγματικότητας της εποχής εκείνης, στηριζόταν σε πληροφορίες,
που έπαιρνε από την Ελλάδα, συγκεκριμένα από τους εχθρούς του Καποδίστρια.
Λίγες μέρες πριν το θάνατό του γράφει στο φίλο του Εϋνάρδο:
«Έρχεται κάποτε καιρός, ότε οι άνθρωποι κρίνονται ουχί καθ’ όσα είπον ή έγραψαν
περί των πράξεών του, αλλά κατ’ αυτήν την μαρτυρίαν των πράξεών του… Είμαι
αποφασισμένος να θυσιάσω τη ζωή μου διά την Ελλάδα και θα τη θυσιάσω, θα έλθει
κάποτε η ημέρα, κατά την οποία οι Έλληνες θα εννοήσουν την σημασίαν της θυσίας
μου»15.
ΤΥΠΟΙ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Οι τύποι των σχολείων ήταν δύο: τα αλληλοδιδακτικά που
αποτελούσαν την πρώτη βαθμίδα της εκπαίδευσης και τα ελληνικά.
1. Αλληλοδιδακτικά σχολεία. Ονομάστηκαν έτσι από τη
«διδασκαλία αλλήλων» που ήταν η βάση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου, οι
περισσότερο καταρτισμένοι μαθητές δίδασκαν τους αρχάριους με την επίβλεψη του
δασκάλου.
Η μέθοδος αυτή εφαρμόστηκε στη Γαλλία στα μέσα του 18ου
αιώνα, μετά στην Αγγλία.
Στα Ιόνια νησιά τη μέθοδο εισήγαγε ο Α. Πολίτης16
ο οποίος με προτροπή του Καποδίστρια ίδρυσε αλληλοδιδακτικό σχολείο στη
Λευκάδα. Ο Α. Πολίτης γράφει «Εγχειρίδιο της αλληλοδιδακτικής μεθόδου».
Στην Ελλάδα το πρώτο αλληλοδιδακτικό σχολείο φαίνεται ότι
συστήθηκε από τον Χριστ. Περραιβό στους Δολούς της Μάνης17. Είναι
γνωστό ότι ο Περραιβός ήλθε στη Μάνη ως απόστολος της Φιλικής Εταιρείας για να
συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες οικογένειες των Μαυρομιχαλαίων, Γρηγοράκηδων.
Αλληλοδιδακτικά σχολεία λειτούργησαν συστηματικά στην Ελλάδα
με διάταγμα του Καποδίστρια στις 12 Αυγούστου 1830, με το οποίο καθιερώθηκε
επίσημα η μέθοδος διδασκαλίας η αλληλοδιδακτική, κατά το εγχειρίδιο του Γάλλου
παιδαγωγού Sarazin
(Σαραζίνα), που μεταφράστηκε από τον Ιωάννη Κοκκώνη.
2. Ελληνικά σχολεία. Εδώ διδασκόταν η αρχαία ελληνική
γλώσσα, με κείμενα παιδαγωγικά κυρίως περιεχομένου, γι’ αυτό και τα σχολεία
αυτά από τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, ονομάστηκαν Ελληνικά.
Μετά από κάθε κείμενο τα βιβλία αυτά είχαν λεξιλογικές και σημασιολογικές καθώς
και πραγματολογικές παρατηρήσεις.
Την εποχή του Καποδίστρια εκτός από τα αλληλοδιδακτικά και
ελληνικά σχολεία λειτουργούσαν γενικά και ιδιαίτερα σχολεία.
ΙΔΡΥΣΗ ΣΧΟΛΕΙΩΝ
Σχολεία ιδρύονταν από την Κυβέρνηση και από τους κατοίκους.
Στη δεύτερη περίπτωση είχαμε τις πιο κάτω διαδικασίες:
Οι κάτοικοι κάθε πόλης ή χωριού έκαναν συνέλευση, με
προτροπή του τοπικού διοικητή μερικές φορές και αποφάσιζαν την ίδρυση σχολείου.
Γνωστοποιούσαν στην Κυβέρνηση την απόφασή τους αυτή και ζητούσαν την έγκριση. Ο
κάθε πολίτης συνεισέφερε ανάλογα με τις οικονομικές του δυνατότητες, παράλληλα
πρότειναν τη χρησιμοποίηση των ντόπιων πόρων για τα σχολεία.
Αρκετές πάλι είναι οι περιπτώσεις που δεν είχαμε καμία από
τις πιο πάνω ενέργειες και οι νέοι της περιοχής εκπαιδεύονταν από ιδιωτικούς
δάσκαλους, οι οποίοι μάθαιναν στα παιδιά τα «κολλυβογράμματα».
Αναφέρουμε ένα παράδειγμα ίδρυσης σχολείου το 1829 στο
Μαραθονήσι της Λακωνίας (σημερινό Γύθειο). Στο Μαραθονήσι18 στις
αρχές του 1829 οι κάτοικοί του ίδρυσαν ελληνικό σχολείο το οποίο λειτούργησε
όλη τη διάρκεια της καποδιστριακής περιόδου. Το ίδιο έτος με ενέργειες των
κατοίκων ιδρύεται και αλληλοδιδακτικό σχολείο. Τα σχολεία αυτά ιδρύθηκαν με
εισφορές των κατοίκων, οι οποίοι πρόσφεραν 2.354 γρόσια. Για τη συντήρησή τους
εισέπρατταν τελωνειακό τέλος 20 παράδες στα 100 γρόσια πάνω στα εισερχόμενα και
εξερχόμενα εμπορεύματα στο λιμάνι της πόλης. Διατέθηκαν ακόμα από το ναό του
Αγίου Γεωργίου, τα εισοδήματα που ήταν 1.000 φοίνικες κάθε έτος. Άλλο ετήσιο
έσοδο ήταν 500 γρόσια που πρόσφερε ο επίσκοπος της περιοχής.
Τον Δεκέμβριο του 1830 φθάνει στο Μαραθονήσι ο ρωσικός
στόλος υπό την αρχηγία του ναυάρχου Aicord. Ο ναύαρχος πληροφορείται ότι ιδρύεται αλληλοδιδακτικό
σχολείο, συγκινείται από τις ενέργειες των κατοίκων για την ίδρυση σχολείου και
τότε κάνει έρανο μεταξύ των πληρωμάτων των καραβιών, για να συγκεντρωθεί το
ποσό των 2.600 φράγκων, τα οποία διατέθηκαν για την αποπεράτωση του σχολείου.
Μεγάλο μέρος της κυβερνητικής εποπτείας στα σχολεία ασκούσε
ο ίδιος ο Κυβερνήτης. Με εγκυκλίους του ζητούσε από τους κατά τόπους διοικητές,
να του στέλνουν λεπτομερείς εκθέσεις για την κατάσταση που υπήρχε στην
εκπαίδευση και έτσι η κυβέρνηση να λάβει τα απαραίτητα μέτρα και ο ίδιος ο
Καποδίστριας απευθυνόταν στους δασκάλους των σχολείων τις περισσότερες φορές.
Η ίδρυση σχολείων ήταν κάτι το πολύ δύσκολο, λόγω της άθλιας
οικονομικής κατάστασης που υπήρχε στη χώρα, γι’ αυτό τα περισσότερα σχολεία
στεγάστηκαν πρόχειρα σε κελιά μοναστηριών, σε εκκλησίες, σε οικοδομές, πολλές
από τις οποίες ήταν ακατάλληλες. Λίγα ήταν τα σχολεία που στεγάστηκαν σε
καινούρια κτήρια, τα οποία όμως δεν εκπλήρωναν όλους τους όρους καλής στέγασης.
ΤΑΞΕΙΣ
Τα αλληλοδιδακτικά σχολεία διαιρούνται σε οκτώ τάξεις
(κλάσεις). Λειτουργούσαν κατά ένα ιδιόρρυθμο τρόπο. Ήταν δυνατό ένας μαθητής
να είναι στην πρώτη τάξη για την ανάγνωση, αλλά στη δευτέρα για γραφή ή στην
τρίτη για αριθμητική. Οι μαθητές περνούσαν τις τάξεις κατά μάθημα και όχι στο
σύνολο των μαθημάτων. Έτσι οι περισσότερο προχωρημένοι δίδασκαν τους συμμαθητές
τους και ευκολύνονταν το έργο του δασκάλου. Η μέθοδος αυτή επέτρεπε στους
μαθητές, να γράφονται στις τάξεις ανεξάρτητα από το χρόνο ηλικίας τους. Στις
δύο μεγαλύτερες τάξεις μάθαιναν στοιχεία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
Στα ιδιαίτερα σχολεία, ο δάσκαλος δίδασκε σε όλους τους
μαθητές συγχρόνως το ίδιο μάθημα.
Στα ελληνικά σχολεία δεν έχουμε την ίδια μέθοδο διδασκαλίας,
ούτε το ίδιο πρόγραμμα. Τα σχολεία αυτά είχαν τρεις τάξεις, που η πιο μεγάλη
ήταν η πρώτη και η μικρότερη η τρίτη.
Με διάταγμα της κυβέρνησης είχε καθοριστεί το ωρολόγιο
πρόγραμμα των αλληλοδιδακτικών σχολείων. Το ίδιο περίπου πρόγραμμα είχαν και τα
ελληνικά σχολεία.
Για τα αλληλοδιδακτικά σχολεία καθορίστηκε εξάωρη ημερήσια
διδασκαλία 9-12 π.μ. και 2-5 μ.μ. Ημέρες αργίας 38. Τις εργάσιμες ημέρες το
σχολείο λειτουργούσε, αφού πρώτα γίνονταν εκκλησιασμός των μαθητών και ερμηνεία
του Ευαγγελίου και του Αποστόλου της ημέρας. Οι διακοπές ορίστηκαν από τις 20
Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου. Τις μέρες των διακοπών γίνονταν
μόνο πρωινή διδασκαλία. Έτσι δεν υπήρχαν ουσιαστικές διακοπές στα μαθήματα,
γιατί η εκπαίδευση θεωρείτο ύψιστο καθήκον.
Για τις εξετάσεις είχαν καθοριστεί τα εξής: Κατατακτήριες
εξετάσεις για την εγγραφή στο σχολείο. Στη διάρκεια του σχολικού έτους
εξετάσεις κάθε δίμηνο, τα αποτελέσματά τους, ο δάσκαλος τα έστελνε στην Γραμματεία
της Παιδείας. Οι ετήσιες προαγωγικές εξετάσεις γίνονταν δημόσια την 1η
Αυγούστου.
Παρά τα γενικά μέτρα δεν είχαμε σε όλα τα μέρη ενιαία
εφαρμογή της μεθόδου και της διδακτέας ύλης σε όλα τα σχολεία, λόγω ανεπάρκειας
εποπτικών μέσων, βιβλίων, αλλά και όχι και τόσο μορφωμένων δασκάλων.
Βέβαια τα κύρια μαθήματα, διδάσκονταν σε όλα τα σχολεία,
ανάγνωση, γραφή και αριθμητική. Υπάρχουν όμως και σχολεία, που με αναφορές οι
δάσκαλοί τους, ζητάνε να κάνουν στα παιδιά και άλλα μαθήματα εκτός του
προγράμματος των μαθημάτων.
Η κυβέρνηση ήταν δύσκολο να προμηθεύσει στα σχολεία, όλα τα
εποπτικά μέσα λόγω της οικτρής οικονομικής κατάστασης στην οποία ήταν τότε το
ελληνικό κράτος. Έτσι κάθε δάσκαλος είχε τα δικά του εποπτικά μέσα και όταν
αυτός έπαιρνε μετάθεση, έπαιρνε μαζί του και τα δικά του εποπτικά μέσα. Ήταν δε
προσόν για διορισμό να έχει ο δάσκαλος, δικά του εποπτικά μέσα. Μεγάλο πρόβλημα
στα βιβλία, είχαν τα ελληνικά σχολεία γιατί τα βιβλία ήταν ακριβότερα από αυτά
των αλληλοδιδακτικών. Έτσι οι μαθητές κατέφευγαν στη λύση της αντιγραφής των
βιβλίων, για να μην τα αγοράσουν.
Η κατάρτιση των δασκάλων δεν ήταν αυτή που θα έπρεπε να
είναι, ούτε μπορούσαν να εφαρμόσουν όλοι τη μέθοδο διδασκαλίας, γιατί δεν ήταν
πλήρως ενημερωμένοι.
Άλλο πρόβλημα ήταν οι μετακινήσεις των δασκάλων. Οι δάσκαλοι
μετακινούνταν από χωριό σε χωριό, δίδασκαν εκ περιτροπής σ’ αυτό. Πολλές φορές
οι δάσκαλοι παραιτούνταν και διορίζονταν σε άλλες καλύτερες θέσεις από
οικονομική άποψη.
Οι απουσίες των μαθητών, λόγω αγροτικών ασχολήσεων παρ’ ότι
ο ζήλος για την παιδεία ήταν μεγάλος. Το καλοκαίρι μέσα στις εξετάσεις η
φοίτηση διακόπτονταν για να βοηθήσουν οι μαθητές τους γονείς τους στα κτήματα
και στις γεωργικές καλλιέργειες γενικότερα.
ΔΑΣΚΑΛΟΙ
Την εποχή του Καποδίστρια, οι δάσκαλοι ήταν αυτοί που
υπήρχαν από παλιότερα, αυτοί που ήρθαν από το εξωτερικό για να υπηρετήσουν την
πατρίδα και έτσι και αυτοί να προσφέρουν στην ανόρθωση της παιδείας στον τόπο
τους. Οι αλληλοδιδάσκαλοι, δίδασκαν διαφόρους μεθόδους. Αλληλοδιδάσκαλοι και
ελληνοδιδάσκαλοι δεν επαρκούσαν για την εκπαίδευση του ελληνικού κράτους. Η
κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό έφτιαξε το Κεντρικό Σχολείο
Αίγινας, για εκπαίδευση και μετεκπαίδευση των δασκάλων, οι απόφοιτοι του πιο
πάνω σχολείου γίνονταν αλληλοδιδάσκαλοι.
Για να διορισθεί κανείς αλληλοδιδάσκαλος έπρεπε να είχε
ορισμένα προσόντα.
«Ο διδάσκαλος πρέπει να είναι ειδήμων της γραμματικής και
ικανός να εξηγήσει εις την καθομιλουμένην τον Αίσωπον, Ισοκράτην και Ξενοφώντα·
ευχής έργον ήτο να είναι ικανός να εξηγηθή και όμηρον»19. Ακόμα να
διακρίνεται για τη μέθοδο και τεχνική που χρησιμοποιεί στη διδασκαλία του. Ο
αλληλοδιδάσκαλος εκτός από το να γνωρίζει να διαβάζει και να γράφει όφειλε να
έχει γνώσεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
Όσοι δάσκαλοι φοιτούσαν ή μετεκπαιδεύονταν στο Κεντρικό
Σχολείο Αίγινας, έπαιρναν μετά από εξετάσεις δίπλωμα Α', Β' ή Γ' βαθμού
ανάλογα με την επίδοσή τους. Διπλώματα χορηγούσαν και οι επιθεωρητές
εκπαίδευσης στους δασκάλους, οι οποίοι είχαν τα επαρκή προσόντα. Όταν ο
Καποδίστριας όρισε επίσημη μέθοδο την αλληλοδιδακτική, προσόν για το δάσκαλο,
ήταν να γνωρίζει πολύ καλά την πιο πάνω μέθοδο και να μπορεί να την εφαρμόζει.
Δεν συνέβαινε το ίδιο με τους δασκάλους που προσλαμβάνονταν από τους γονείς.
Αυτοί δεν είχαν τα προσόντα των δασκάλων που διορίζονταν από την κυβέρνηση, οι
γνώσεις τους, ήταν λιγότερες. Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση έγκρινε τον διορισμό
τους, γιατί θεωρούσε ότι και αυτοί θα πρόσφεραν κάτι έστω μικρό στην εκπαίδευση
της χώρας.
Κατά κανόνα οι δάσκαλοι διορίζονταν από την κυβέρνηση.
Αργότερα και οι κατά τόπους διοικητές μπορούσαν να διορίζουν και αυτοί
δασκάλους. Άλλες φορές ο διορισμός γινόταν από τις κοινοτικές αρχές ή από τους
κατοίκους ή με κοινή συμφωνία διοικητή και κατοίκων.
Οι δάσκαλοι προσλαμβάνονταν για ένα έτος, όπως αν είχαν
διορισθεί είτε από την κυβέρνηση, είτε από τους κατοίκους. Η σύμβαση
ανανεώνονταν κάθε έτος. Ο μισθός καταβάλλονταν κάθε τρίμηνο. Οι
αλληλοδιδάσκαλοι μισθοδοτούνταν από την κυβέρνηση, λίγες δε φορές από τις
εισφορές των κατοίκων. Οι ελληνοδιδάσκαλοι μισθοδοτούνταν από τους κατοίκους,
και όταν δεν μπορούσαν οι κάτοικοι να πληρώσουν, την υποχρέωση αυτή αναλάμβανε
το κράτος. Οι ιδιαίτεροι δάσκαλοι πληρώνονταν αποκλειστικά από τους γονείς. Οι
γονείς αναλάμβαναν τις περισσότερες φορές το ενοίκιο του δασκάλου και το
σιτισμό του. Άλλες φορές οι δάσκαλοι πληρώνονταν σε είδος. Πολλές φορές έμεναν
απλήρωτοι επί μήνες οι δάσκαλοι είτε πληρώνονταν από το κράτος, είτε από τους
γονείς. Ο μηνιαίος μισθός ήταν από 180-220 γρόσια από το κράτος και
συμπληρωματικά 50-100 γρόσια από τους γονείς σε πολλές περιπτώσεις. Οι
κρατήσεις ήταν 1% δηλ. 1 φοίνικας και 20 λεπτά ως «δικαίωμα» της κυβέρνησης.
Υπήρχαν περιπτώσεις που ο δάσκαλος εγκατέλειπε τη θέση του, επειδή δεν είχε
πληρωθεί σχεδόν καθόλου, για πολλούς μήνες από την κυβέρνηση και τότε τη θέση
του αναλάμβανε ένας υποδιδάσκαλος που ο μισθός του ήταν 30-50 φοίνικες το μήνα.
Χαρακτηριστικός όμως είναι και ο ζήλος των δασκάλων οι
οποίοι πολλές φορές δίδασκαν «αμισθί» με χίλιους κόπους, λόγω των δυσκολιών της
λειτουργίας των σχολείων.
Ο ΑΝΟΡΘΩΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Στο 21ο φύλλο της η Abeille Grecque λέει για τον κόμη Ιωάννη
Καποδίστρια20. «Θα βρει στην Ελλάδα ένα λαό διατελούντα ως εις την
παιδική του ηλικία και δυνάμενον να διαπλαστεί κατά τη θέληση τον οδηγό του».
Και συνεχίζει «το έργο του θα είναι παιδαγωγικό μάλλον παρά κυβερνητικό. Θα
βρει στο θαυμαστό αυτό λαό όσα στοιχεία είναι ικανά να αποτελέσουν έθνος μέγα.
Αυτό το έθνος θα είναι ευτυχισμένο και το όνομα του παιδαγωγού θα μένει αθάνατο
και θα ευλογείται από όλες τις γενεές των Ελλήνων.
Ο ίδιος ο κυβερνήτης ήταν απόλυτος στο ότι η αποστολή του
ήταν η διαπαιδαγώγηση του έθνους και τη διαπαιδαγώγηση ήθελε να αρχίσει από το
σχολείο.
Για την κατάκτηση της παιδείας, οι Έλληνες δεν θα μπορούσαν
να βρουν άλλο αρχηγό περισσότερο αφοσιωμένο, περισσότερο ικανό από τον Ιωάννη
Καποδίστρια. Δεν είχε ακόμα φτάσει στο τριακοστό έτος της ηλικίας του (1804)
και στην Κέρκυρα συστήθηκε η πρώτη Δημόσια Σχολή, στην οποία διορίστηκε έφορος,
ενώ συγχρόνως ήταν και γραμματέας της επικράτειας. Για την εκλογή του αυτή,
ήταν σύμφωνοι, όλοι οι λόγιοι και επιστήμονες του τόπου.
Όταν ο κυβερνήτης ήρθε στην Ελλάδα δεν είχε μόνιμη κατοικία
για πολλούς μήνες.
Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τις πρώτες μέρες της άφιξής
του, πρόσεξε τα ορφανά του πολέμου.
Ο πολυμήχανος νους του συλλαμβάνει σχέδιο προχείρου
κατασκευής καλυβών στον Πόρο. Για τα ορφανά θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν
ο πατέρας τους.
Στις 4 Μαρτίου, 65 ημέρες μετά την άφιξή του ο κυβερνήτης
έδινε τα πιο κάτω είδη ιματισμού σε κάθε ορφανό παιδί: μια φουστανέλα, δύο
υποκάμισα, δυο ζεύγη βρακιών, ένα ζεύγος υποδημάτων, φέσι, επανωφόριο και ζώνη.
Πριν ντυθούν έπρεπε να κόψουν σύρριζα τα μαλλιά τους και να πλυθούν. Το στρώμα
τους θα ήταν από άχυρα ή ξηρό φύλλωμα και πέτρα θα ήταν το προσκεφάλι τους. Οι
τιμωρίες θα υπάρχουν χωρίς να θίγεται η αξιοπρέπεια των νέων. Έσχατη ποινή ήταν
η αφαίρεση των ενδυμάτων μπροστά σε όλο το σχολείο.
Τα στοιχειώδη σχολεία ήταν τα μόνα που χρειάζονταν ο τόπος
εκείνη την εποχή. Σ’ αυτά είχε στραφεί η προσοχή της διοικήσεως και μετά από
τρία, τέσσερα χρόνια από τον ερχομό του κυβερνήτη, θα γινόταν σκέψη για
μεγαλύτερα σχολεία, όταν δηλ. θα υπήρχαν οι βάσεις και η ελπίδα ότι θα
μπορούσαν να λειτουργήσουν με αξιοπρέπεια.
Πολλοί καλοθελητές κατηγόρησαν τον Καποδίστρια ως φωτοσβέστη
διαβάλλοντες αυτόν στους συμπολίτες του, ότι ήθελε να περιορίσει την παιδεία.
Η ίδρυση Πανεπιστημίου, αλλά και ο πολ/σμός των σχολείων της
μέσης παιδείας πριν παρθεί σπουδαία απόφαση και πρόνοια για την κατώτατη, ήταν
ασύμφορη για την Ελλάδα του 1828-31.
Ο Καποδίστριας έλεγε ότι η χώρα μας ήταν τόσο αμαθής στις
μέρες μας, όσο η Ευρώπη κατά τον 11ο αιώνα. Οι δημόσιοι υπάλληλοι οι
οποίοι μορφώνονταν στα κλασσικά εκπαιδευτήρια, γνώριζαν μόλις να συλλαβίζουν.
Τους έδιναν λοιπόν τα γραμματικίδια, ένα επιπλέον έξοδο για το κράτος.
Προτιμότερο ήταν τα χρήματα αυτά να είχαν δοθεί για την ενίσχυση της
στοιχειώδους αγωγής, έτσι ώστε να είχαν δώσει απόφοιτους περισσότερους άξιους
που θα μπορούσαν να απασχοληθούν στο δημόσιο βίο.
Οι συνθήκες στη στοιχειώδη εκπαίδευση ήταν τραγικές, κύρια
λόγω της έλλειψης χρημάτων.
Το 1829 το παράρτημα του πρώτου φύλλου της Γενικής
Εφημερίδας δημοσιεύει21 σε Ερμηνεία «πώς φυτεύονται τα γεώμηλα». Μια
από τις πρώτες φροντίδες του Καποδίστρια ήταν η εισαγωγή στην Ελλάδα της
καλλιέργειας της πατάτας. Κάθε μήνα επισκεπτότανε στις 3 μ.μ. μια πεδιάδα κοντά
στην πόλη της Αίγινας, που 1.000 άνθρωποι κέρδιζαν το ψωμί τους με την
καλλιέργεια της πατάτας. Πίστευε ότι οι Έλληνες θα έπρεπε να ασχοληθούν με τη
γεωργία, με την εκμετάλλευση των κτημάτων, έτσι θα έβρισκαν πόρους για να
ζήσουν, αλλά και να αποκτήσουν δική τους περιουσία.
Γράφει μια φορά στον φίλο του Εϋνάρδο και τον ρωτούσε αν
ήταν δυνατό, να σταλούν στη χώρα μας διακόσιες οικογένειες ελβετικές για να
διδάξουν τους ντόπιους για τα γεωπονικά και την κτηνοτροφία.
Στην Τίρυνθα ιδρύει γεωργικό σταθμό με τη συμπαράσταση του
Γρηγορίου Παλαιολόγου. Μια εργάσιμη ημέρα ορίζεται ότι θα δίνεται διάλεξη με
θέμα σχετικό με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
Ο κυβερνήτης ακολούθησε τη συμβολή του Στούρτζα. Ίδρυσε
επαγγελματικά σχολεία και έκρινε σκόπιμο να περιορίσει τα μαθήματα στα
απαραίτητα για τον κοινωνικόν άνθρωπον στοιχειώδεις γνώσεις, ανάγνωση, γραφή,
αριθμητική, θρησκευτική διδασκαλία. Με έγγραφό του παρακινούσε τους δασκάλους
να εμπνέουν προ πάντων τους μαθητές τους στο φόβο του Θεού, γιατί τα καθήκοντα
του Χριστιανού είναι όμοια με αυτά του αγαθού πολίτη.
Ο Καποδίστριας που μάθαινε αυτούς τους χαρακτηρισμούς, καθώς
και για τους περιορισμούς που είχε επιβάλει στη διδασκαλία, ότι τον
κατηγορούσαν για τσαρικό σκοταδισμό, δικαιολογώντας την αντίθεσή του για
πανεπιστημιακή μόρφωση των νέων, έλεγε στο φίλο του Ν. Δραγούμη: «Θέλετε
Πανεπιστήμιον; αλλ’ έχετε ακροατήριον ή καθηγητάς; Πιθανόν να με νομίζης και συ
μετά των κατηγόρων μου φωτοσβέστην. Πλην τι θέλετε; να συστήσω Ακαδημίαν; αλλά
πριν πατήση τις το κατώφλιον ακαδημίας πρέπει να πατήσει το κατώφλιον
αλληλοδιδαχτικού».
Κι αυτά που έλεγε ήταν σωστά γιατί αργότερα (1837) που
ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο και τότε οι ίδιες δικαιολογίες και επικρίσεις, για
έλλειψη φοιτητών και καθηγητών διατυπώθηκαν.
Ο υπέργηρος και πάντα φιλελεύθερος σοφός Κοραής κατηγορούσε
τον Καποδίστρια γι’ απολυταρχισμό και το Μουστοξύδη, αποκαλούσε «Ιησουίτη».
Μετά το θάνατό του και με τ’ ανελεύθερα μέτρα και τη κακή
διοίκηση τ’ ανώτερα ιδρύματα «έμειναν εντελώς άκαρπα». Στο Ορφανοτροφείο
σύμφωνα μ’ έκθεση του ίδιου του Μουστοξύδη από κακή διοίκηση σε 14 μήνες είχαν
πεθάνει 33 ορφανά.
Η εκκλησιαστική Σχολή σύντομα διαλύθηκε, χωρίς να μορφώσει
κανένα ιερωμένο και πολλά σχολεία μεταβλήθηκαν σε στρατώνες, ενώ στις επαρχίες
οι επίτροποι του Καποδίστρια, εμποδίζανε τους δασκάλους ν’ ανοίξουν ιδιωτικά
σχολεία.
Αντίθετα ο ζήλος για τη λαϊκή παιδεία του Καποδίστρια ήταν
πολύ μεγάλος, σε σχέση με την απροθυμία του για την ανώτερη παιδεία.
Επιθεωρούσε ταχτικά τα σχολεία και τη λειτουργία τους και
έδινε οδηγίες και για τις παραμικρότερες λεπτομέρειες για τη ζωή, την τροφή και
το ντύσιμο των παιδιών, παρακολουθούσε τα μαθήματα κι έστελνε συγχαρητήρια
γράμματα στους δασκάλους. Ο ζήλος της ελληνικής κοινωνίας για μόρφωση ήταν
ανεξάντλητος.
Η έλλειψη των πόρων ήταν το μεγάλο άγχος της πολιτείας του,
που τον εμπόδιζε να ικανοποιήσει τις άμεσες κι επιταχτικές ανάγκες του
νεοσύστατου κράτους. Ο κυβερνήτης είχε αρνηθεί να δεχτεί κάθε κρατική αμοιβή
που του ψήφισε η Συνέλευση και ξόδευε από την ιδιωτική του περιουσία να
προμηθεύσει τρόφιμα στον πενόμενο πληθυσμό, φρόντιζε ιδιαίτερα, για τα ορφανά
του πολέμου, για το Ορφανοτροφείο της Αίγινας.
Ανάμεσα στις τόσες πικρίες που δοκίμαζε και με τα μεγάλα και
δυσβάσταχτα κυβερνητικά βάρη, με τις εσωτερικές και εξωτερικές περιπλοκές και
τις ανυπέρβλητα οικονομικές δυσχέρειες η μοναδική παρηγοριά κι ανακούφιση που
έβρισκε ήταν όταν ασχολείτο με τα παιδιά.
Προβλήματα για τη συγκρότηση της εκπαίδευσης υπήρχαν λόγω
της δύσκολης οικονομικής κατάστασης του κράτους, καθώς και ότι πολλές περιοχές
δεν μπορούσαν να ιδρύσουν σχολείο, επειδή ήταν οικονομικά εξαντλημένες με τον
τελειωμό του αγώνα.
Αποτέλεσμα της οικονομικής δυσπραγίας ήταν η στέγαση των
σχολείων σε ακατάλληλα κτήρια, η διάλυση πολλών από αυτά, λόγω έλλειψης
χρημάτων για να συντηρηθούν, η ανεπάρκεια ή έλλειψη των απαραίτητων βιβλίων και
εποπτικών οργάνων διδασκαλίας και η ανεπαρκής μισθοδοσία των δασκάλων, οι
οποίοι πολλές φορές δίδασκαν χωρίς να έχουν να λάβουν το μισθό τους για πολύ
μεγάλο χρονικό διάστημα, ή παραιτούνταν και ζητούσαν αλλού καλύτερους
οικονομικούς όρους εργασίας.
Παρ’ όλα αυτά, ο ζήλος και οι προσπάθειες της κυβέρνησης και
του λαού παρέκαμψαν τις δυσκολίες με αποτέλεσμα να τεθούν οι βάσεις της εκπαίδευσης.
Έτσι ο Ιωάννης Καποδίστριας υπήρξε για την Ελλάδα ο
ανορθωτής της ελληνικής κοινωνίας, ο ανορθωτής ειδικά της παιδείας, ο
θεμελιωτής της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Ο άνθρωπος, ο πολιτικός που πρόσφερε
από την ίδια του την περιουσία και από το μισθό του, για το κτίσιμο της
Ελλάδας.
1. Α.
Μάμουκα «Τα κατά την Αναγέννηση της Ελλάδος», τ. Β', σ. 135.
2. Ε.
Κούκου «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία», σελ. 6-13.
3. Ε.
Κούκου: «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία», σελ. 17-27.
4. Λαζ.
Βελέλης: «Ο Καποδίστριας ως θεμελιωτής της Δημοτικής εκπαιδεύσεως εν Ελλάδι»,
σελ. 57.
5. Ε.
Κούκου: «Ιωάννης Καποδίστριας ο άνθρωπος-αγωνιστής», σελ. 18-21.
6. Γ.Π.
Παπαγεωργίου: Συμβολή στην Ιστορία της Ελληνικής παροικίας της Αγκώνας κατά το
19ο αι.», σελ. 311.
7. Ε.
Κούκου: «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία 1827-1832», σελ. 7-9, Αθήνα 1972.
8. Σ.
Σίτος, «Η συμβολή του Καποδίστρια εις την Παιδείαν του έθνους», σελ. 49.
9. Ε.
Κούκου: «Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Αιγίνης», σελ. 63-65.
10.
Σ. Σίτου: «Η συμβολή του Καποδίστρια εις την
Παιδεία του Έθνους», σελ. 53-54, Αθήνα 1978.
11.
Ε. Κούκου: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» τομ.
12 σελ. 590-592.
12.
Γ. Παπαγεωργίου: «Συμβολή στην Ιστορία της
ελληνικής παροικίας της Αγκώνας κατά τον 19° αι.», σελ. 312, Ιωάννινα 1975.
13.
Σ. Σίτος, «Η συμβολή του Καποδίστρια εις την
Παιδείαν του έθνους», σελ. 63, Αθήνα 1978.
14.
Ε. Κούκου: «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία», σελ.
157, Αθήνα 1972.
15.
Ε. Κούκου: «Ο Καποδίστριας, ο άνθρωπος, ο
αγωνιστής», σελ. 70, Αθήνα 1962.
16.
Ε. Μπέλια: «Η εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή
περίοδο», σελ. 22.
17.
Ε. Μπέλια: «Η εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή
περίοδο», σελ. 23.
18.
Ε. Μπέλια «Η εκπαίδευση στη Λακωνία και τη
Μεσσηνία κατά την Καποδιστριακή περίοδο» σελ. 33-34. Αθήνα 1970.
19.
Ε. Μπέλια: «Η εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή
περίοδο», σελ. 109.
20.
Λ. Βελέλης: Ο Καποδίστριας ως θεμελιωτής της
Δημοτικής εκπαίδευσης σελ. 37. Αθήνα 1908.
21.
Λ. Βελέλης: Ο Καποδίστριας ως θεμελιωτής της
Δημοτικής εκπαιδεύσεως Αθήνα 1908 σελ. 88.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου