του Ιωάννη Φριτζαλά
Γεωπολιτικού-Ιστορικού ερευνητήΌποιος μελετά την ιστορία της ανθρωπότητος, διαπιστώνει πως αυτή επαναλαμβάνεται διαρκώς. Η χοϊκή φύσις, η ελευθέρα βούλησις, το θυμικό των ανθρώπων και η ακόρεστη επιθυμία τους για ισχύ, είναι κάποια από τα στοιχεία που ωθούν την ιστορία σε μία μάλλον κυκλική παρά γραμμική πορεία. Η επανάληψις ιστορικών συγκυριών και δεδομένων, που ενδεχομένως δεν είχαν αξιοποιηθεί κατά το δοκούν στο παρελθόν, ίσως τελικώς παρέχει στα έθνη την πιο ενδεδειγμένη ευκαιρία εκδηλώσεως ειλικρινούς μετανοίας, συμμορφώσεως και διορθώσεως των προγενεστέρων λαθών.
Ένα τραγικό ιστορικό λάθος, ακόμα ένα για το έθνος των «ἀεὶ παῖδων Ἐλλήνων», επιτελέσθη την δωδεκάτη Φεβρουαρίου. Η υπερψήφισις του επαίσχυντου νομοσχεδίου που επικυρώνει και τυπικώς της υποδούλωσι της πατρίδος μας, απαιτούσε μία απλή φράσι, η οποία επαναλαμβανόμενη σαν την σταγόνα σε κινέζικο μαρτύριο ήχησε 199 φορές: «Ναι, σε όλα».
Στην όμιλία του, προ της εκκινήσεως της διαδικασίας, ο πρώτος ιεραρχικώς υπάλληλος του ελληνικού λαού υπεραμύνθηκε της νέας δανειακής συμβάσεως, τονίζοντας μεταξύ άλλων πως «η ολοκλήρωσις της ευρωπαϊκής ενοποιήσεως πρέπει να αποτελεί την πάγια στρατηγική της Ελλάδος». Δεν πρέπει, βεβαίως, να λησμονούμε πως η μοναδική «κόκκινη γραμμή» του διορισμένου πρωθυπουργού, κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την τρόικα, ήταν «η σωτηρία της χώρας».
Για ποία σωτηρία όμως ομιλεί και ποίας χώρας;
Η μόνη «χώρα» που αναγνωρίζουν ο κύριος Παπαδήμος, οι εντολείς του και ο συναφής ανθρωποκτόνος και εθνοκτόνος εσμός των «αλλοφύλων βαρβάρων» είναι ο αόριστος και αχανής κόσμος του κεφαλαίου, το οποίο δεν αναγνωρίζει σύνορα και έθνη. Αυτή η χώρα, ελέω της προεδρευομένης κοινοβουλευτικής μειοδοσίας, μπορεί πλέον να αισθάνεται ήρεμη, εξασφαλισμένη και σεσωσμένη, λόγω των εμπράγματων εγγυήσεων, «της γης και του ύδατος» που αυτή την φορά αποφασίσαμε να παραχωρήσουμε στους εισβολείς.
Ποία σωτηρία μπορεί να έχει μία χώρα, η οποία αισίως διέρχεται το πέμπτο έτος υφέσεως, όταν ο όρος αυτός συνδέεται αποκλειστικώς με οικονομικούς δείκτες και ανεφάρμοστα δημοσιονομικά μέτρα, τα οποία κάθε άλλο παρά συνυπολογίζουν τον ανθρώπινο παράγοντα και ιδίως τον άνθρωπο ως πνευματική οντότητα; Ένα σύντομο ταξείδι στο μέλλον, μία πιθανή αντανάκλασις της παρούσας καταστάσεως σε έναν χρονικό ορίζοντα όχι πολύ μακρινό, αλλά μίας επταετίας, μπορεί να μας δείξει την επιλογή αυτής της οδού σωτηρίας.
Πολύ πιθανόν σ’ αυτό το ταξείδι να αντικρύσουμε όλοι μας παρόμοιες χαοτικές εικόνες από μία χώρα πλήρως αποδομημένη, δίχως εθνική κυριαρχία και εθνικό πλούτο, με μηδαμινή παραγωγή, δίχως κατανάλωσι, δίχως αναπτυξιακή επενδυτική δραστηριότητα, παρά μόνο κερδοσκοπική και κατά κεφαλήν εισόδημα που δεν θα επαρκεί ούτε για την εξασφάλισι των απαραιτήτων προς το ζην αγαθών. Μία χώρα στην οποία οι Έλληνες θα αποτελούν πλέον μειονότητα, καθώς τα απάνθρωπα οικονομικά μέτρα, η υψηλή θνησιμότης, η ακόμη υψηλότερη υπογεννητικότης και η αθρόα εισβολή λαθρομεταναστών θα έχει συρρικνώσει τον ελλαδικό Ελληνισμό. Μία χώρα κατακερματισμένη, προς τέρψιν των τουρκολάγνων, υπό διαδικασία ταχύτατης ισλαμοποιήσεως και ενταγμένη σε ένα μόρφωμα οικοδομηθέν υπό των προοδευτικών εκσυγχρονιστών της «Ελλάδος» και των νεο-Οθωμανών κεμαλιστών, οι οποίοι εφαρμόζοντας ήδη εκπεφρασμένες θεωρίες, θα του αποδώσουν τον χαρακτηρισμό «ελληνοτουρκική ομοσπονδία», με ταυτόχρονη εφαρμογή των γνωστών και ισότιμων ρόλων του σουλτάνου και του ραγιά.
Αυτή η χώρα θα είναι «το πεδίον δόξης λαμπρόν» των «international business» και του διεθνούς κεφαλαίου, που για να διασφαλίσει τον ρόλο του δολαρίου ως ισχυρό αποθεματικό νόμισμα, θα έχει μετατρέψει την πατρίδα μας σε μία απέραντη πλατφόρμα αντλήσεως υδρογονανθράκων.
Πώς είναι λοιπόν δυνατόν στο σήμερα να ομιλούμε για ευρωπαϊκή ολοκλήρωσι; Πώς είναι δυνατόν να χαράξουμε εθνική στρατηγική και να οικοδομήσουμε ισχυρά εξωτερική πολιτική, όταν με την εφαρμογή αυτών των απεχθεστάτων μέτρων θα έχουμε απεμπολήσει κάθε έννοια εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας; Με ποιόν τρόπο θα μπορέσει η πατρίδα μας να αντεπεξέλθει απέναντι στις ήδη υπάρχουσες και συνεχώς αναδυόμενες εθνικές προκλήσεις; Με ποιο τρόπο θα θωρακισθεί και ποία θα είναι η θέσις και ο ρόλος της στην επερχόμενη ανάφλεξι τουλάχιστον της Ανατολικής Μεσογείου; Για ποια ανακήρυξι και οριοθέτησι ΑΟΖ δικαιούμεθα να ομιλούμε, όταν πλέον έχουμε στερηθεί το παραμικρό δικαίωμα στην λήψι αποφάσεων και πρωτοβουλιών;
Παρόμοια ιστορικά «λάθη» έχουμε πράξει ως Έθνος αρκετές φορές στο παρελθόν, με καταστροφικές συνέπειες, χειρότερη εκ των οποίων ήταν η υποδούλωσις των προγόνων μας στον τουρκικό ζυγό επί τέσσερις έως και έξι αιώνες, στην περίπτωσι της Θράκης μας. «Το δὶς ἐξαμαρτεῖν οὐκ ἀνδρὸς σοφοῦ», γι’ αυτό και αν θέλουμε να αποτρέψουμε το παραπάνω εφιαλτικό σενάριο του μέλλοντος, οφείλουμε εμείς να αντιμετωπίσουμε το πρόσφατο ιστορικό λάθος ως κινητήριο δύναμι της ίστορίας μας και απόλυτη ευκαιρία για την λήψι δράσεως υπέρ της αποκαταστάσεώς του. Περιθώριο για να αναθέσουμε το βάρος αυτής της ευθύνης στις επόμενες γενεές δεν υπάρχει, γιατί απλούστατα είναι αμφίβολο αν θα υπάρξουν μελλοντικές γενεές Ελλήνων, αν δεν αναλάβουν δράσι οι παρούσες.
Μία αποκατάστασις όμως απαιτεί ανατροπές, οι οποίες προϋποθέτουν επαναστάσεις, πρωτίστως πνευματικές. Οι επαναστάσεις πάντοτε απαιτούν προσωπικές θυσίες και έχουν ως εκκίνησι ένα «ΟΧΙ», μία άρνησι στο «πολιτικώς ορθόν», στο ευρέως αποδεκτόν, στην κοινή λογική του «Ναι, σε όλα» που επιβάλλει το κατεστημένο, στο οποίο η ίδια κοινωνία, ούσα εν υπνώσει, αποφασίζει συχνά να εγκλωβίσει την ύπαρξί της, αποβάλλοντας και αποκλείοντας κάθε φωνή αφυπνίσεως και εγέρσεώς της. Η σιωπή και η πλήρης εθελοντική υπόταγή της σε μία εικονική ψευδοευδαιμονία, η ψυχή τε και σώματι καθήλωσίς της υπό την βαρυτάτη και φθαρτή ύλη, αιτίες της πνευματικής αλώσεώς της, αποτελούν διαχρονικώς την καλλίτερη «νομιμοποίησι» των διαβρωτικών δράσεων των εκάστοτε εξουσιών, αλλά δεν συνάδουν με το πνεύμα των εκάστοτε επαναστατών.
Η συνειδητή επιλογή του «ΟΧΙ» είναι η επιλογή της κρίσιμης μάζας των ελαχίστων, αλλά αρίστων, «των γκρεμιστών» οι οποίοι ελέω Θείας Προνοίας εμφανίζονται συχνά στην ελληνική ιστορία. Αυτοί και μόνο διαθέτουν την γνώσι της κατεδαφίσεως, αλλά κυρίως την βαθύτατη πίστη και το όραμα της ανοικοδομήσεως. Ένας γκρεμιστής αναγνωρίζει μία και μοναδική «κόκκινη γραμμή» στην ζωή του, αυτή που ορίζεται καθώς το αθάνατο ελληνικό αίμα ρέει στις φλέβες του. Για να ανοικοδομηθεί η καθημαγμένη και αιμορροούσα πατρίδα μας, πρέπει ΤΩΡΑ να αρνηθούμε το μέλλον που μας επιβάλλει η κατοχική κυβέρνησις.
Η άρνησις υποταγής στο εκβιαστικό δίλλημα, μνημονιακή υποδούλωσις ή θάνατος δια χρεοκοπίας, αντιστοιχεί σε μία επανάστασι εναντίον της ολοκληρωτικής πνευματικής αλλοτριώσεώς μας που αποσκοπεί στον πλήρη αφανισμό του ανεσπέρου φωτός της οικουμένης. Και για να επιτευχθεί αυτό πρέπει πρωτίστως να αρνηθούμε τον παλαίο μας εαυτό, να μετανοήσουμε και να φωνάξουμε προς πάσα κατεύθυνσι δυνατά τους στίχους του Κωστή Παλαμά: «Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί είμ’ εγώ κι ο κτίστης! Ο διαλεχτός της άρνησης και ο ακριβογιός της πίστης!»
Το οικοδόμημα της νεωτέρας Ελλάδος, αυτού του κράτους προτεκτοράτου εν καιρώ θα κατεδαφιστεί. Δεν μπορούμε και ούτε πρέπει να αποτρέψουμε την κατεδάφισί του, αλλά αντιθέτως ως γνήσιοι γκρεμιστές να την επιταχύνουμε, απλώς και μόνο με την άρνησί μας. Τι θα έχουμε επιτύχει; Την διατήρησι των θεμελίων πάνω στα οποία θα οικοδομήσουμε, πλέον ως κτίστες, από κοινού την νέα Ελλάδα!
ΠΗΓΗ: ''ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΗΣ''
http://www.elkeda.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=1674:05042012-a-&catid=40:2010-01-11-14-57-44&Itemid=90
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου