Του Αντιναυάρχου ε.α Σήφη Μανουσογιαννάκη ΠΝ Επιτίμου Υπαρχηγού ΓΕΝ
Ο στόχος του άρθρου αυτού δεν είναι να καταδείξει ποιος έχει δίκιο ή άδικο στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Στόχος είναι να παρουσιάσει συνοπτικά τις Τουρκικές βλέψεις και τις διαφορές των δυο κρατών στο πλαίσιο στρατηγικών επιδιώξεων που έχει η Τουρκία και σχετίζονται με τα «εθνικά της συμφέροντα» όπως εκείνη τα καταλαβαίνει, και που μοιραία, αυτές οι επιδιώξεις, αποβαίνουν εις βάρος της Ελλάδας.
Οι σχέσεις της χώρας μας με την Τουρκία αποτέλεσαν ανέκαθεν τη βάση της εξωτερικής και αμυντικής μας πολιτικής. Οι ρίζες αυτών των σχέσεων έχουν ιστορικό βάθος χωρίς να θέλει να ισχυρισθεί κανείς ότι η ιστορία ενός λαού και των σχέσεων του με έναν άλλο προδιαγράφει την παρούσα ή την μελλοντική συμπεριφορά του. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι οι ιστορικές μνήμες κάθε λαού διαρκούν πάρα πολύ. Πρώτιστα πρέπει να είμαστε βαθείς γνώστες των προβλημάτων, των δυνατοτήτων και της ψυχολογίας των Τούρκων. Πρέπει να γνωρίζουμε άριστα τους παράγοντες που διαμορφώνουν την στάση τους απέναντι στη χώρα μας. Όλη αυτή τη γνώση πρέπει να τη συσχετίζουμε και να την συνεξετάζουμε με τα δικά μας δεδομένα και δυνατότητες.
Βασικό ρόλο στην διαχείριση των διαφορών μας με τους Τούρκους έπαιξαν και παίζουν το Ηνωμένο Βασίλειο ( παλαιότερα) εκτός από την Κύπρο που συνεχίζεται και οι ΗΠΑ σήμερα. Η πολιτική και των δύο αυτών κρατών ανέκαθεν υπήρξε σταθερή και αναλλοίωτη ( ενίοτε με διαφορετικές αποχρώσεις) και έτσι αναμένεται να είναι και στο προβλεπτό μέλλον. Συνοψίζεται στο ότι «Η Τουρκία πρέπει να θεωρείται σημαντικότερη για τα στρατηγικά συμφέροντα της Δύσης από την Ελλάδα. Εάν πρέπει να πάρουμε κάποιο ρίσκο αυτό πρέπει να είναι το ρίσκο της έντασης των σχέσεων της Δύσεως με την Ελλάδα και όχι με την Τουρκία».
Ο διαμελισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1922 άφησε στους Τούρκους την αίσθηση του θανάσιμου κινδύνου αποσυνθέσεως της χώρας τους. Η Ελληνική επανάσταση του 1821 ήταν η αρχή των γεγονότων που επακολούθησαν με κατάληξη τον διαμελισμό της αυτοκρατορίας. Η Μεγάλη Ιδέα των Ελλήνων είναι το πρίσμα κάτω από το οποίο οι Τούρκοι έβλεπαν και βλέπουν όλα τα θέματα των σχέσεων τους με την Ελλάδα, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η Μεγάλη Ιδέα έπαψε να υπάρχει σαν όραμα για τους Έλληνες από το 1922.
Η αγωνία για την ασφάλεια της χώρας τους ήταν ίσως ο βασικότερος λόγος που κινούμενοι διαχρονικά με σταθερή στρατηγική επέτυχαν, τόσο τον εξοβελισμό της Αρμενικής και Ελληνικής μειονότητας από την Τουρκία, όσο και την διχοτόμηση της Κύπρου, ενώ, επιχειρούν την αλλαγή των δεδομένων στο Αιγαίο. Και επέτυχαν τους δύο πρώτους στόχους, παρά το ότι, υφίσταντο τις ίδιες πιέσεις από το ΝΑΤΟ και τους δυτικούς συμμάχους εν ονόματι της συνοχής της συμμαχίας με εμάς που υπήρξαμε περισσότερο ευάλωτοι και ασθενείς στις πιέσεις. Ίσως δεν μπορέσαμε ποτέ να διακρίνουμε την σταθερή επιμονή για την επίτευξη των δύο αυτών Τουρκικών στόχων και δεν καταλάβαμε ότι η συνέχεια και συνέπεια της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής είναι αποτέλεσμα μιας αντιλήψεως που δίνει προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση των εθνικών της συμφερόντων και δεν χρησιμοποιεί, αντίθετα με εμάς, την εξωτερική πολιτική ως όπλο ή σύνθημα στις εσωτερικές πολιτικές αντιθέσεις. Είναι μεγάλο λάθος να πιστεύουμε ότι κουμάντο στην εξωτερική και αμυντική πολιτική της Τουρκίας κάνουν οι στρατιωτικοί. Οι διάφορες εξουσίες στην Τουρκία δρουν συντονισμένα και σε αρμονία.
Ο στόχος του εξοβελισμού της Ελληνικής μειονότητας που είχε απομείνει στην Τουρκία (Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο) άρχισε να υλοποιείται κατά παράβαση των προβλέψεων της Συνθήκης της Λοζάννης όταν η διεθνής συγκυρία υπήρξε ευνοϊκή για την Τουρκία. Έτσι σταδιακά και μεθοδικά το 1941 μετά την κατάρρευση της Ελλάδας επέβαλαν την στράτευση των Ελλήνων ομογενών στα «τάγματα εργασίας». Το 1942/1943 τους επέβαλαν το φόρο περιουσίας {Varlik Vergisi ). Το 1955 με το Κυπριακό στην κορύφωση του, Τούρκος πράκτορας τοποθέτησε βόμβα στο σπίτι που γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη ώστε να επακολουθήσει η επίθεση του Τουρκικού όχλου στην Ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης, το Ελληνικό Προξενείο και τα σπίτια των Ελλήνων Αξιωματικών στην Σμύρνη. Το 1958 διέλυσαν την Ένωση Ελλήνων Κωνσταντινουπόλεως. Το 1964 με πρόσχημα τα γεγονότα στην Κύπρο απέλασαν σε 48 ώρες 1500 ομογενείς από την Ίμβρο και Τένεδο αφού τους χαρακτήρισαν ως επικίνδυνους για την δημόσια ασφάλεια. Παράλληλα έκλεισαν τα μειονοτικά σχολεία, δήμευσαν τις περιουσίες και ίδρυσαν εκεί φυλακές για βαρείς εγκληματίες. Το 1971 έκλεισαν τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Σήμερα η Ελληνική μειονότητα στην Τουρκία αριθμεί 1500 ανθρώπους έναντι 200000 χιλιάδων που ήταν.
O στόχος της διχοτόμησης της Κύπρου τέθηκε το 1956 από τον καθηγητή και μετέπειτα Πρωθυπουργό Νιχάτ Ερίμ παρά το γεγονός ότι με την Συνθήκη της Λοζάννης είχαν παραιτηθεί από κάθε διεκδίκηση για το νησί .Η πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ στο Κυπριακό καθώς και ο μη σεβασμός τους στις προβλέψεις της Συνθήκης της Λοζάννης έχει καταγραφεί στην ιστορία. Στην μελέτη που είχε υποβάλλει ο Ν.Ερίμ κατ’ εντολή του τότε Πρωθυπουργού Α.Μεντερές είχε διατυπώσει την θεωρία « Δεν μπορεί να επιτραπεί η ύπαρξη και η μετεξέλιξη μιας απειλής της οποίας ο αντίχειρας ακουμπά στον Έβρο τα δάκτυλα της εκτείνονται στα νησιά του Αιγαίου ο καρπός της εγκαταστάθηκε στην Κρήτη και στη Ρόδο, (απειλή), η οποία έθεσε ως στόχο την πολιτική της περικύκλωσης της Μικράς Ασίας από νότια και δυτικά καθώς και την απομόνωση της από την Μεσόγειο και η οποία τεντώνει τώρα τον δείκτη της στην Κύπρο ως εάν να ήθελε να σφίξει το λαρύγγι του Τουρκικού έθνους». Καθόριζε επίσης την συλλογιστική που πρέπει να ακολουθηθεί από την πλευρά της Τουρκίας στην διεκδίκηση της για την Κύπρο ως ακολούθως:
α. Η διεκδίκηση της απόδοσης της Κύπρου στην Τουρκία στηρίζεται σε πολιτικούς λόγους. Παρά ταύτα προκειμένου να μην δηλητηριάζονται οι σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου-Τουρκίας –Ελλάδας, αν παραχωρηθεί αυτοδιοίκηση στο νησί, η καλύτερη λύση είναι η μέση λύση διχοτόμησης.
β. Στην Κύπρο διαβιούν δυο διαφορετικές κοινότητες, δυο διαφορετικές ολότητες δυο οντότητες η κάθε μια από τις οποίες έχει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Το μέλλον των δύο οντοτήτων των δύο λαών, ανεξαρτησία, ένωση με την μητέρα-πατρίδα, συνέχιση της Βρετανικής διοίκησης ή κάτι άλλο θα αποφασισθεί κατόπιν δημοψηφίσματος σε κάθε μια απ’ αυτές.
γ. Η αρχή της αυτοδιαθέσεως θα εφαρμοσθεί με την μετακίνηση Ελληνικών πληθυσμών έτσι ώστε να υπάγονται στη διακυβέρνηση της αρεσκείας τους. Η εν λόγω μετακίνηση δεν συνιστά άσκοπη ταλαιπωρία αλλά θα βοηθήσει να μην καταπατηθούν τα δικαιώματα της Τουρκικής κοινότητας που σήμερα είναι μειοψηφική, θα διασφαλιστεί η ασφάλεια της Τουρκίας και θα αποφευχθεί μια μελλοντική κρίση.
δ. Η Τουρκία θα πρέπει να καθορίσει την προσφορότερη γι’ αυτήν μορφή διχοτόμησης λαμβάνοντας υπ’ όψη τα οικονομικά και στρατιωτικά της συμφέροντα καθώς και τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων. Στην ασφάλεια της περιοχής που θα παραχωρηθεί στους Ρωμιούς της Κύπρου θα πρέπει να συμμετέχει και η Τουρκία γιατί το θέμα σχετίζεται με την ασφάλεια της καθώς και της Μέσης Ανατολής. Η Ελλάδα δεν δύναται να ζητήσει το ίδιο δικαίωμα για την Τουρκική περιοχή διότι το νησί απέχει από την Τουρκία 45 ν.μ ενώ από την Ελλάδα 600 ν.μ.
ε. Πρέπει να επιδιωχθεί η ελεύθερη μετάβαση Τούρκων προς την Κύπρο. Υπό την προϋπόθεση ότι θα λάβουμε τα μέτρα μας το σύνολο του Τουρκικού πληθυσμού μπορεί να αυξηθεί στο ποσοστό που ανερχόταν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τότε δεν θα ανησυχούμε για την έκβαση του δημοψηφίσματος που θα γίνει είτε για τον καθορισμό του συνόλου της νήσου είτε της διχοτόμησης.( Τα στοιχεία για την μελέτη Ν.Ερίμ είναι παρμένα από κείμενο του κ. Γ.Αγγελετόπουλου Διευθυντού Γραφείου Τύπου Ελληνικής Πρεσβείας Λευκωσίας).
Η επίσημη υιοθέτηση του στόχου υπέρ της διχοτόμησης έγινε από τον ίδιο τον Α.Μεντερές στην ομιλία που εκφώνησε στην Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση στις 28 Δεκεμβρίου 1956. Η σημερινή πραγματικότητα αποδεικνύει την καταπληκτική στρατιωτική και διπλωματική επιτυχία των Τούρκων για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Από το 1964 που η Ελλάδα έλαβε μερικά περιορισμένης εκτάσεως μέτρα για την ασφάλεια των νησιών εξ αιτίας των κρίσεων στην Κύπρο κατηγορήθηκε από την Τουρκία για καταπάτηση των Συνθηκών και εξοπλισμό των νησιών. Οι κατηγορίες εντάθηκαν μετά το 1974. Στο τέλος του 1973 η Τουρκία διεκδίκησε επίσημα για πρώτη φορά την μισή υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Η διεκδίκηση αυτή εμπεριείχε δύο ζητήματα: Το πρόβλημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και το πρόβλημα του καθορισμού της αιγιαλίτιδας ζώνης των δύο κρατών. Το 1974 η Τουρκία αμφισβήτησε τα όρια του Ελληνικού FIR καθώς και τις αρμοδιότητες στην έρευνα και διάσωση που είχαν καθορισθεί από τον ICAO το 1952, και λίγο μετά την κρίση στην Κύπρο τον ίδιο χρόνο έθεσε θέμα και ζήτησε τον περιορισμό του εθνικού εναέριου χώρου σε 6ν.μ. Από το 1975 οι Τούρκοι άρχισαν συστηματικά να παραβιάζουν τον εναέριο χώρο μας στην έκταση μεταξύ 6 και 10ν.μ. και δημιούργησαν την 4η Στρατιά ή Στρατιά του Αιγαίου με έδρα την Σμύρνη. Το 1982 αμέσως μετά την υπερψήφιση της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας η Άγκυρα δήλωσε ότι θεωρεί αιτία πολέμου την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12ν.μ αν το επιχειρήσει η Ελλάδα στο Αιγαίο. Στις 8 Ιουνίου 1995 η Τουρκική Εθνοσυνέλευση έλαβε απόφαση με την οποία εξουσιοδοτούσε την κυβέρνηση να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα συμπεριλαμβανομένων και στρατιωτικών για την περίπτωση επεκτάσεως των Ελληνικών χωρικών υδάτων από τα 6 στα 10ν.μ. Από τις αρχές του 1990 άρχισαν να επεξεργάζονται το θέμα των «γκρίζων ζωνών» το οποίο προέβαλαν με αφορμή την κρίση στα Ίμια στην αρχή και στη συνέχεια το 1998 όταν εξέδωσαν τεκμηριωμένη μελέτη του Ανωτάτου Ιδρύματος Κουλτούρας Γλώσσας και Ιστορίας Ατατούρκ, με την οποία τεκμηριώνουν με ιστορικά, γεωγραφικά και νομικά επιχειρήματα τις απόψεις τους επί του θέματος.
Είναι πρόδηλο ότι έχουν μελετήσει τα δεδομένα και έχουν θέσει νέο στρατηγικό στόχο ή στόχους για το Αιγαίο. Εξ άλλου οι επιδιώξεις τους είναι καταγεγραμμένες και κοινοποιημένες τουλάχιστον προς κράτη των οποίων υπολογίζουν την ισχύ. Δεν θα πρέπει να ξεχνούμε ότι το 1977 ο νεοδιορισθείς Αμερικανός πρέσβης στην Ελλάδα Ουίλιαμ Σόφλι κατά την παρουσίαση του στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Αμερικανικής Γερουσίας διατύπωσε μια διφορούμενη άποψη που θα μπορούσε να εκληφθεί ως έμμεση αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Ελλάδας σε Ελληνικά νησιά του Αιγαίου. Η Ελληνική κυβέρνηση ζήτησε διόρθωση της δήλωσης του Σόφλι που το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έκανε κατ’ αρχήν αποδεκτή. Η διόρθωση έλεγε ότι «η κυριαρχία της Ελλάδας επί των Ελληνικών νησιών βασίζεται σε από μακρού χρόνου διεθνείς Συμφωνίες που οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκρίνουν πλήρως». Στη συνέχεια όμως η διατύπωση της διόρθωσης απαλείφθηκε από τα πρακτικά της κατάθεσης του διορισθέντος πρεσβευτή. Ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής εξοργίσθηκε και έκρινε τον Σόφλι ανεπιθύμητο. Ακόμα δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι την 1η Φεβρουαρίου 1996 μετά τα γεγονότα στα Ίμια ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε « Οι ΗΠΑ δεν αναγνωρίζουν Ελληνική ή Τουρκική κυριαρχία στα Ίμια και πιθανολογείται ύπαρξη και άλλων νησίδων στην ίδια κατάσταση».
Από την εξέταση της φύσεως των Τουρκικών διεκδικήσεων αλλά κυρίως από την μελέτη του θέματος των «γκρίζων ζωνών» που είναι και το σοβαρότερο, όπως το έχει παρουσιάσει η Τουρκία, προκύπτει ότι έχει στόχο εδαφικές διεκδικήσεις σε νησιά του Αιγαίου προσδοκώντας εκτός των άλλων σε οικονομικές και άλλες ωφέλειες που θα αποκομίσει όταν στην συνέχεια καθορισθούν τα θαλάσσια σύνορα. Γι’ αυτό τον λόγο αμφισβητεί και την ισχύ της συμφωνίας που είχε κάνει με την Ιταλία για τα θαλάσσια σύνορα των Δωδεκανήσων πριν η τελευταία τα παραδώσει στην Ελλάδα. Σημειώνεται ότι πουθενά αλλού δεν έχουν οριοθετηθεί τα θαλάσσια σύνορα μας με την Τουρκία. Μας απειλεί με πόλεμο στην περίπτωση που επεκτείνουμε την χωρική μας θάλασσα γιατί στην χωρική του θάλασσα όπως και στον εναέριο του χώρο, το κάθε κράτος ασκεί κυριαρχία. Το θέμα της αποστρατικοποίησης των νησιών το προβάλει σε μια προσπάθεια να αποδείξει ότι η Ελλάδα είναι εκείνη που δεν σέβεται τις Διεθνείς Συνθήκες. Η άρνηση της Τουρκίας να συμμορφώνεται με τους κανόνες του ICAO μέσα στο Ελληνικό FIR είναι συζητήσιμο αν είναι σωστή ή λάθος. Επιδιώκει η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της οικονομικής ζώνης των δύο κρατών να διχοτομεί το Αιγαίο σε δυο ίσα κατά το δυνατόν τμήματα με βάση μια δική της λογική που έχει καταστήσει γνωστή στη Διεθνή κοινότητα .
Η Τουρκία έχει αποδείξει ότι συγκαταλέγει τη χρήση ή την απειλή βίας μεταξύ των μέσων με τα οποία επιδιώκει την λύση των προβλημάτων ιδίως με αντιπάλους που θεωρεί ασθενείς. Διεύρυνε το πεδίο διαφορών με την Ελλάδα. Η τάση της πολιτικής της είναι μια τάση συνεχούς προωθήσεως και προβολής ευρύτερων αξιώσεων. Θεμελιώνει την εξωτερική και διπλωματική συμπεριφορά της στην επίδειξη ισχύος έναντι των γειτόνων της με την μορφή του δικαίου του ισχυρού. Στην περίπτωση μας η συμπεριφορά που έχει επιλέξει η Τουρκία περιλαμβάνει την διπλωματική συμπεριφορά που επιδιώκει να συνομιλεί με την Αθήνα αλλά ταυτοχρόνως ενισχύει την διαπραγματευτική της θέση τονίζοντας την πιθανότητα προβολής στρατιωτικής ισχύος. Πιστεύει ότι η πίεση, όπου μπορεί να την ασκήσει, είναι πιο πρόσφορο μέσο από τις διαδικασίες του Διεθνούς Δικαίου. Γι’ αυτό και στους τρίτους που θέλουν να παρέμβουν μεσολαβητικά στα Ελληνοτουρκικά θέματα λέει «Αφήστε μας να λύσουμε μόνοι με τους Έλληνες τα προβλήματα μας». Είναι πεποίθηση τους ότι η Δύση τους έχει ανάγκη ενώ εκείνοι δεν την έχουν. Ευελπιστεί στην σύγκληση των Ελληνικών και των Τουρκικών συμφερόντων με υποχώρηση της Ελλάδας σε μείζονα εθνικά θέματα και παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της εν ονόματι της αποφυγής πιθανής στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ των δυο χωρών.
Η Ελλάδα υποστηρίζει διαχρονικά την επίλυση των προβλημάτων με βάση το Διεθνές Δίκαιο το οποίο όμως επιδέχεται διάφορες ερμηνείες. (Αλλά τότε γιατί διαμαρτυρήθηκε για τον πλου της Τουρκικής φρεγάτας τελευταία μέχρι τον Σαρωνικό αφού το πλοίο κινήθηκε σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της θάλασσας;). Υποστήριξε ακόμα την Ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας χωρίς κανένα όφελος Είναι αναγκαίο κατά συνέπεια να επαναπροσδιορίσουμε την γενικότερη πολιτική μας και να καθορίσουμε μια στρατηγική που θα κάνει σαφές στην Τουρκία ότι ο στόχος που έχει βάλει δεν μπορεί να επιτευχθεί και μπορεί να γίνει υπόθεση πολύ δαπανηρή γι’ αυτήν, ώστε να διερωτηθεί αν το κόστος που θα κληθεί να πληρώσει με τέτοια πολιτική αντισταθμίζει την ωφέλεια.
Πρέπει επιτέλους να ενοποιήσουμε λειτουργικά τις διπλωματικές μας επιδιώξεις με την δράση των ενόπλων μας δυνάμεων και να πάψουν τα πολιτικά κόμματα να χρησιμοποιούν τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής για εσωτερική κατανάλωση.
Πρέπει να κινητοποιήσουμε τους ομογενείς στα διάφορα κράτη. Πρέπει να πείσουμε τους συμμάχους μας για την ορθότητα των θέσεων μας. Τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν τις διαμορφώνει μόνο η Τουρκία Τις διαμορφώνουμε και εμείς. Η ευρωστία ή μη της οικονομίας μας η σταθερότητα ή η αστάθεια της πολιτικής μας ζωής η γαλήνη ή η αναταραχή στον κοινωνικό μας χώρο είναι στοιχεία που έμμεσα επηρεάζουν τις σχέσεις. Η φροντίδα ή η παραμέληση των ενόπλων μας δυνάμεων, η ενίσχυση ή η αποδυνάμωση της διπλωματίας μας επηρεάζουν την σχέση αυτή άμεσα.
Πρέπει πάντα να έχουμε κατά νου ότι ενδέχεται στο μέλλον η Τουρκία να δημιουργήσει νέα προβλήματα:
α. Στη μεθόριο του ΄Έβρου όπου καθυστερεί η οριστική σήμανση της ορίου γραμμής, η κοίτη του ποταμού μετατοπίζεται συχνά και υπάρχουν περιορισμένης εκτάσεως μεθοριακά επεισόδια.
β. Εξ αιτίας της μουσουλμανικής μειονότητας στους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης που σήμερα δημιουργεί δημοσιογραφικό θόρυβο για την μεταχείριση της. Στο μεταξύ όμως προσπαθεί να χαλκεύσει τον τουρκισμό στο εθνολογικά ανομοιογενές στοιχείο της περιοχής.
γ. Εξ αιτίας πιθανής διεκδίκησης κάποιας μορφής ελέγχου στο ελεύθερο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας με πρόσχημα την ασφάλεια της Τουρκίας ή τέλος
δ. Εξ αιτίας των διεκδικήσεων που προβάλει τελευταία στην υφαλοκρηπίδα και την οικονομική ζώνη της Κύπρου.
Ο κύκλος των προβλημάτων μας με αυτή την χώρα δεν φαίνεται να τελειώνει, και τούτο γιατί τα δύο μέρη διαφωνούν όχι μόνο επί της ουσίας των προβλημάτων τους αλλά και επί του τρόπου της επιλύσεως τους.
ΕΛ.Ε.Σ.ΜΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου