Του Παναγιώτη Μητροπέτρου
Λυκιάρχη του 1ου Λυκείου Κερατσινίου
"Το ιερό άλσος του Ασκληπιού", γράφει ο Παυσανίας, "περιβάλλεται από παντού από λίθινο περίβολο. Μέσα στον περίβολο δεν γίνονται θάνατοι ανθρώπων ούτε τοκετοί γυναικών, όπως ακριβώς και στην Δήλο...
Το λατρευτικό άγαλμα του Ασκληπιού σε μέγεθος είναι το μισό του Ολυμπίου Διός των Αθηνών, κατασκευασμένο από ελεφαντόδοντο και χρυσό. Μία επιγραφή αναφέρει ότι δημιουργός του είναι ο πάριος Θρασυμήδης, γυιός του Αριγνώτου. Ο Θεός κάθεται σε θρόνο κρατώντας βακτηρία, ενώ το άλλο χέρι του το έχει επάνω σε κεφάλι φιδιού...
Στον θρόνο του θεού υπάρχουν ανάγλυφες παραστάσεις με κατορθώματα ηρώων του Αργούς, του Βελλεροφόντη με την Χίμαιρα και του Περσέως, που έκοψε την κεφαλή της Μεδούσης. Αντίκρυ στον ναό είναι το εγκοιμητήριον, το μέρος δηλαδή όπου κοιμούνται οι ικέτες του Θεού. Και ένα οικοδόμημα στρογγυλό, κτισμένα εκεί κοντά από λευκό μάρμαρο, η λεγόμενη Θόλος, είναι αξιοθέατο.
Μέσα στη Θόλο υπάρχει ζωγραφική εικόνα του Παυσίου, που παριστάνει τον Έρωτα να έχει αφήσει το τόξο και τα βέλη του και να έχει σηκώσει και να κρατή στα χέρια του την λύρα...
Μέσα στον περίβολο ήταν στημένες στήλες... Σε αυτές είναι γραμμένα ονόματα ανδρών και γυναικών, που γιατρεύτηκαν από τον Ασκληπιόν, καθώς και η αρρώστια από την οποία καθένας έπασχε και ο τρόπος της θεραπείας του. Αυτά όλα είναι γραμμένα στην δωρική διάλεκτο...
Μέσα στο ιερό της Επιδαύρου υπάρχει και Θέατρον, ιδιαίτερα αξιοθέατο κατά την γνώμη μου...Το Θέατρον αυτό και το κυκλικό οικοδόμημα είναι έργα του Πολυκλείτου...
Μέσα στο άλσος υπάρχει και ναός της Αρτέμιδος και ιερό της Αφροδίτης και της Θέμιδος, καθώς και ένα στάδιον...
Επάνω από το άλσος είναι το όρος Τίτθιον και το όρος Κυνόρτιον, όπου είναι το ιερό του Απόλλωνος Μαλεάτα. Το ιερό αυτό είναι παλαιό". (Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις, βιβλίον II, Κεφάλαιον 27, 1-7).
2. Προορισμός μας ήταν κυρίως το Θέατρον της Επιδαύρου. Το αρχιτεκτόνημα είναι εκπληκτικό στην όψη. Όμως "νους ορά και νους ακούει" (ο νους είναι εκείνος, που βλέπει και ακούει) και ο δικός μας νους υποβάλλει το ερώτημα: Αλήθεια, υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ των εννοιών "Θέατρον", "δύναμις" και "ενέργεια"; Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι δεν υπάρχει. Όμως εάν εξετάσουμε βαθύτερα τα πράγματα και ακολουθήσουμε την σκέψη του Ηρακλείτου, ότι η κρυφή αρμονία είναι ανώτερη της φανερής (αρμονίη αφανής φανερής κρείττων), θα επισημάνουμε τα εξής.
Οι έννοιες της δυνάμεως και της ενεργείας χρησιμοποιήθηκαν επιστημονικά για πρώτη φορά από τον Αριστοτέλη στο περίφημο έργο του "Μετά τα Φυσικά", το οποίο οφείλουμε όλοι να διαβάσουμε. Το σιτάρι, κατά τον Αριστοτέλη, είναι ένα εν δυνάμει στάχυ. Το γονιμοποιημένο ωάριο είναι ένας εν δυνάμει άνθρωπος. Το αυγό είναι μία εν δυνάμει όρνιθα. Αντιθέτως, το ολοκληρωμένο στάχυ, ο ολοκληρωμένος άνθρωπος και η ολοκληρωμένη όρνιθα είναι ένα εν ενεργεία στάχυ, ένας εν ενεργεία άνθρωπος και μία εν ενεργεία όρνιθα αντιστοίχως. Προς αυτές τις έννοιες συνάπτεται και η μεγαλειώδης έννοια της "εντελέχειας", με την οποία όμως δεν θα ασχοληθούμε τώρα.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η εν δυνάμει κατάσταση προηγείται της αντίστοιχης εν ενεργεία καταστάσεως. Αυτό όμως είναι μία πεπλανημένη διαπίστωση. Διότι στην πραγματικότητα κάθε εν δυνάμει κατάσταση προέρχεται από μίαν εν ενεργεία κατάσταση, που προϋπήρχε: το σιτάρι δηλαδή προέρχεται από ένα προϋπάρχον στάχυ, το γονιμοποιημένο ωάριο προέρχεται από προϋπάρχοντες ανθρώπους και το αυγό προέρχεται από μία προϋπάρχουσα όρνιθα, Είμαστε υποχρεωμένοι επομένως να δεχθούμε την οντολογική προτεραιότητα της ενέργειας έναντι της δυνάμεως.
Ας δούμε όμως παραλλήλως τι συμβαίνει με τον νουν του ανθρώπου και με το λεγόμενο "Πρώτον Κινούν Ακίνητον", δηλαδή τον θεόν κατά την αριστοτελική ορολογία.
Ο πρώτος ουρανός, λέγει ο Αριστοτέλης, είναι αΐδιος (άναρχος είναι ο μη έχων αρχήν, ατελεύτητος είναι ο μη έχων τέλος, και αΐδιος είναι ο μη έχων ούτε αρχήν ούτε τέλος, εν άλλοις λόγοις ο αιώνιος). Υπάρχει λοιπόν κάτι, που δίνει στον πρώτο ουρανό την κίνηση. Αλλά επειδή κάθε ενδιάμεσο κινητόν και κινείται το ίδιο και κινεί κάτι άλλο με την σειράν του, οφείλουμε να συλλάβουμε νοητικά και κάτι διαφορετικό, που να κινή τα άλλα, χωρίς το ίδιο να κινήται, κάτι δηλαδή αιώνιο, το οποίο είναι ταυτοχρόνως και ουσία και ενέργεια. Κινεί δε τα πάντα με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο το επιθυμητόν και το νοητόν κινούν άλλα πράγματα, χωρίς τα ίδια να κινούνται.
Το πρωταρχικό επιθυμητόν και το πρωταρχικό νοητόν είναι το ίδιο πράγμα. Διότι βεβαίως αντικείμενο της επιθυμίας είναι οτιδήποτε εμφανίζεται ως καλόν, πρωταρχικό όμως αντικείμενο της βουλήσεως είναι αυτό τούτο το καλόν. Επιθυμούμε κάτι, επειδή αυτό μας φαίνεται καλόν και δεν μας φαίνεται κάτι καλό, επειδή το επιθυμούμε. Διότι εν προκειμένω αρχή είναι η νόηση. Η κίνηση του νου προκαλείται από το νοητόν. Το νοητόν είναι η άλλη συστοιχία, η οποία υπάρχει αυτή καθ' εαυτήν. Μέσα πάλιν στην συστοιχία αυτή πρώτη θέση κατέχει η ουσία, μέσα δε στην ουσία η κατ' ενέργειαν ουσία (Αριστοτέλους, Μετά τα Φυσικά, 1072 Α 21-32).
Και λίγο πιο κάτω συνεχίζει ο Αριστοτέλης: Η νόηση καθ' εαυτήν έχει αντικείμενο της το άριστο καθ' εαυτό. Καθ' όσον δε αυτή είναι νόηση σε υπέρτατο βαθμό, σε ανάλογο υπέρτατο βαθμό είναι άριστο και το αντικείμενο της. Τον εαυτό του σκέπτεται ο νους παίρνοντας μέσα του ως περιεχόμενο το νοητόν. Διότι ο ίδιος ο νους καθίσταται νοητός σε επαφή με το αντικείμενο του και σκεπτόμενος αυτό κατά τρόπον, ώστε νους και νοητός να συγχωνεύονται. Εκείνο, που μπορεί να πάρη μέσα του το νοητόν και την ειδητική ουσία είναι ο νους. Αλλά ο νους ενεργεί, όταν κατέχη το αντικείμενο του.
Κατ' ακολουθίαν, αυτή η ενεργητική κατοχή του αντικειμένου, και όχι η δυναμική, αποτελεί το θεϊκό στοιχείο, που φαίνεται να υπάρχη στον νου. Η δε ενεργητική ενατένιση της θεωρίας είναι η πιο και άριστη ενέργεια (η θεωρία το ήδιστον και άριστον).
Εάν λοιπόν ο Θεός έχη πάντοτε μίαν ευτυχία σαν αυτήν, που εμείς μόνον μερικές στιγμές απολαμβάνουμε, είναι μία θαυμαστή ύπαρξη. Όσον δε η ευτυχία του είναι υπέρτερη, τόσον και η ύπαρξη του είναι θαυμαστότερη.
Και πράγματι είναι έτσι. Ο Θεός αποτελεί την βασική αρχή της ζωής. Διότι ζωή είναι η ενέργεια του νου, και ο Θεός είναι ενέργεια. Η καθαρότατη όμως ενέργεια είναι η άριστη και αΐδια ζωή του. Λέμε πράγματι, καταλήγει ο Αριστοτέλης, ότι ο Θεός είναι ζωντανό, αΐδιο και άριστο Ον.
Επομένως η συνεχής και αιωνία χρονική διάρκεια ανήκουν στον Θεό, διότι αυτά ακριβώς είναι ο Θεός (Μετά τα Φυσικά, 1072 Β 18-30).
Βλέπουμε εν κατακλείδι ότι η θεωρία είναι η άριστη ενέργεια παντός νου και επομένως και του θεϊκού νου. Άρα δια της θεωρίας, δηλαδή δια της θεάσεως, ο κόσμος καθίσταται αντικείμενο της θεϊκής και της ανθρώπινης νοήσεως. Ίσως μάλιστα και η ίδια η λέξη "Θεός" να έχη την ίδια ρίζα με το ρήμα "Θεώμαι" και με το ουσιαστικό "θεωρία". Εάν δεχθούμε αυτή την ερμηνεία, τότε και η λέξη "Θέατρον", που παράγεται από το ρήμα "θεώμαι) σχετίζεται με την θέαση, την θεωρία και τον Θεό.
Μήπως όμως αυτό είναι παρακινδυνευμένο; Ίσως. Απόλυτες βεβαιότητες έχουν μόνον οι ημιμαθείς και οι πνευματικώς υπανάπτυκτοι. Ίσως επίσης και να είναι εντελώς τυχαίο, που το άνοιγμα του κοίλου παντός αρχαίου ελληνικού θεάτρου σχηματίζει γωνία ακριβώς 216 μοιρών. Και ίσως ακόμη να είναι εντελώς τυχαίο που η αμβλεία γωνία του αετώματος παντός αρχαίου ελληνικού ναού έχει άνοιγμα ακριβώς 144 μοιρών. Αλλά 216 μοίρες και 144 μοίρες έχουν άθροισμα 360, δηλαδή σχηματίζουν αθροιζόμενες έναν πλήρη κύκλο. Σαν να ήθελαν οι Αρχαίοι Έλληνες να υποδηλώσουν ότι το Θέατρον και ο Ναός, η Φιλοσοφία και η Θρησκεία, είναι στοιχεία συμπληρωματικά το ένα του άλλου. Πιθανόν όλα αυτά να είναι τυχαία... Πιθανόν όμως και να μην είναι... Μήπως λοιπόν για τον λόγο αυτό μιλούσαν πάντοτε για θεατρικές διδασκαλίες και ποτέ για θεατρικές παραστάσεις, όπως κάνουμε σήμερα;
Ο ορισμός της τραγωδίας κατά τον Αριστοτέλη είναι ο εξής:" Εστίν ούν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω, χωρίς εκάστω των ειδών εν τοις μορίοις, δρώντων και ου δι' απαγγελίας, δι' ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν".
Δεν θα αναλύσουμε εδώ τον αριστοτελικό αυτό ορισμό, για τον οποίο πολλά μπορούμε να μάθουμε, εάν μελετήσουμε το έργο "Περί ποιητικής" του Αριστοτέλους με εισαγωγή του μεγάλου φιλολόγου Ιωάννου Συκουτρή, το οποίο και συνιστούμε εκθύμως.
Απλώς θα επιμείνουμε δι' ολίγων στην "κάθαρση των τοιούτων παθημάτων", που προκαλεί η τραγωδία. Παθήματα είναι στην αριστοτελική γλώσσα τα συναισθήματα. Εάν βασισθούμε στα συμφραζόμενα, ο Αριστοτέλης αναφέρεται στα έντονα συναισθήματα του φόβου, της οργής και του ελέου, δηλαδή της συμπάθειας.
Παρακολουθώντας με προσοχή μίαν τραγωδία, καταλαμβανόμαστε από φόβο για την μοίρα του ήρωα, από οργή για αυτούς, που προκαλούν το κακό, και από συμπάθεια για τους αναξίως πάσχοντες.
Με την περάτωση όμως της τραγωδίας τα συναισθήματα αυτά καθαίρονται (δηλαδή καθαρίζονται) από κάθε τι το επικαιρικό, εμβαθύνονται, μεγεθύνονται και αλλάζουν ποιότητα. Μετατρέπονται σε φόβο για την ανθρώπινη μοίρα, σε οργή για τα δυσανάλογος μεγάλα εμπόδια της ανθρώπινης δράσεως και σε συμπάθεια για το ανθρώπινο είδος στο σύνολον του. Αυτή σε γενικές γραμμές είναι η έννοια της τραγικής καθάρσεως κατά τον Αριστοτέλη.
Δεν πρέπει επίσης να λησμονούμε ότι το θέατρον της Επιδαύρου βρίσκεται εντός Ασκληπιείου, δηλαδή εντός θεραπευτικού συγκροτήματος. Και μάλλον ο ρόλος του ήταν κυρίως θεραπευτικός ψυχικών καταστάσεων και προληπτικός της εμφανίσεως τους.
3. Το Θέατρον της Επιδαύρου.
Δεν θα αναφέρουμε τα συνήθη, που εύκολα μπορούν να αναζητηθούν στους τουριστικούς οδηγούς. Θα τονίσουμε απλώς ελάχιστα από τα συνήθως παραλειπόμενα. Περισσότερα για την εν γένει αρχιτεκτονική των αρχαίων Θεάτρων, στο μνημειώδες έργο του μεγάλου Έλληνα αρχαιολόγου Παναγιώτη Καββαδία, που ανέσκαψε κατά τον 19° αιώνα το Θέατρον και όλο το ιερό άλσος της Επιδαύρου, "Ιστορία της Ελληνικής Τέχνης", Αθήναι, 1916-1924, σελίδα 375 και εξής.
Το Θέατρον αυτό λοιπόν πιθανόν να οικοδομήθηκε από τον αρχιτέκτονα και γλύπτη Πολύκλειτον τον νεώτερο τον 4ο αιώνα π.Χ. Στην αρχική του κατάσταση είχε μόνον τις δώδεκα κάτω κερκίδες ("κερκίδες" λέγονται τα σφηνοειδή τμήματα του θεάτρου, που περιλαμβάνουν αλλεπάλληλες σειρές εδωλίων θεατών). Αργότερα μετά από αρκετά χρόνια προστέθηκαν οι είκοσι δύο κερκίδες του άνω διαζώματος. Σήμερα το θέατρο μπορεί να χωρέση περισσότερους από δώδεκα χιλιάδες θεατές.
Πολλοί ξεναγοί του χώρου (εν οίς και η διακόψασα ημάς ανοήτως) εκστασιάζονται αναιτίως, όταν μιλούν για την ακουστική του χώρου, χωρίς βεβαίως να γνωρίζουν τίποτε περί των αιτίων της"
Τα αίτια αυτά στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι τρία:
Α. Τα τόξα των κερκίδων δεν έχουν όλα το ίδιο κέντρο. Συγκεκριμένα, τα τόξα των οκτώ μεσαίων από τις δώδεκα συνολικά κατώτερες κερκίδες έχουν κέντρο την θυμέλη, δηλαδή τον βωμό του θεού στο κέντρο της κυκλικής ορχήστρας του θεάτρου. Αντιθέτως τα τόξα των δύο αριστερών κατώτερων κερκίδων έχουν διαφορετικό κέντρο. Επίσης τα τόξα των δύο δεξιών κατώτερων κερκίδων έχουν διαφορετικό κέντρο. Τα τρία αυτά κέντρα αποτελούν ένα ισοσκελές αμβλυγώνιο τρίγωνο με αμβλεία γωνία 144 μοιρών, που έχει κορυφή την θυμέλη της ορχήστρας του Θεάτρου, δηλαδή μίαν κανονική μικρογραφία αετώματος αρχαίου ελληνικού ναού. Με τον τρόπο αυτό το κοίλον του Θεάτρου δεν είναι εντελώς κυκλικό, αλλά κλίνει προς το πεταλοειδές σχήμα, με αποτέλεσμα να επιτείνη την ακουστική τον χώρου.
Β. Τα ηχητικά κύματα της φωνής των ηθοποιών φθάνουν στα ώτα των θεατών με δύο τρόπους: ή απ' ευθείας ή εξ αντανακλάσεως στην ορχήστρα. Το σύνολον των χρονικών διαστημάτων των κυμάτων εξ αντανακλάσεως είναι τόσον ακριβώς υπολογισμένο, ώστε να φθάνη με μίαν άριστη καθυστέρηση και να λειτουργή ως μεγέθυνση του ήχου. Εάν έφθανε γρηγορότερα, δεν θα υπήρχε μεγέθυνση του ήχου. Εάν πάλιν έφθανε αργότερα, θα προκαλείτο το φαινόμενο της αντηχήσεως. Οι αρχιτέκτονες και οι μηχανικοί των αρχαίων θεάτρων είχαν πολλές γνώσεις, όπως τουλάχιστον αποδεικνύεται από τα έργα τους.
Γ. Το Κυνόρτιον όρος, που υπέρκειται του Θεάτρου, λειτουργεί ως ένα φυσικό μεγάφωνο. Για τον λόγο αυτό και αντιθέτως προς πολλά θέατρα, εν οίς και το αθηναϊκό Θέατρον του Διονύσου, το Θέατρον της Επιδαύρου είναι εστραμμένο προς τον βορρά και όχι προς τον νότο. Διότι έτσι βελτιώνεται η ακουστική του στον συγκεκριμένο χώρο.
Η Ορχήστρα του Θεάτρου αποτελεί έναν τέλειο κύκλο με διάμετρο 20 μέτρων και τριάντα εκατοστών. Λέγεται ορχήστρα, διότι εκεί ορχούντο, δηλαδή εχόρευαν τα μέλη του χορού της τραγωδίας. Μην ξεχνάμε ότι η τραγωδία είναι η εξέλιξη πανάρχαιου χορού, του λεγομένου διθυράμβου.
Αλήθεια, με ποιόν σημερινό χορό να έμοιαζε ο διθύραμβος, με το γιόγκα ή με τον πυρρίχειο και τον πεντοζάλη; Και εάν χόρευε σήμερα ο Αισχύλος ή ο Σωκράτης, τί χορό θα χόρευε, σέικ και τσάρλεστον ή ζεϊμπέκικο και χασάπικο του Μάρκου Βαμβακάρη;
Ο ποιητής Θέσπις μετεξέλιξε τον εξάρχοντα (δηλαδή τον πρώτο χορευτή) στον διθύραμβον σε πρώτο και μοναδικό υποκριτή, (επειδή αποκρινόταν στις τραγουδιστές ερωτήσεις των μελών του χορού).
Αργότερα ο Αισχύλος προσέθεσε και δεύτερο υποκριτή και έτσι αύξησε τα διαλογικά μέρη της τραγωδίας και μεταγενέστερα ο Σοφοκλής ολοκλήρωσε την εξέλιξη προσθέτοντας και τρίτον υποκριτή, για να φώτιση ακόμη περισσότερο τους χαρακτήρες.
Όταν ένας τραγικός ποιητής δημιουργούσε άριστους θεατρικούς χαρακτήρες (τα λεγόμενα "θεατρικά ήθη"), έλεγαν ότι ήταν άριστος "ηθοποιός", δηλαδή δημιουργός αρίστων θεατρικών χαρακτήρων. Ουδείς διενοείτο να αποκαλέση "ηθοποιό" τον υποκριτή, Ο υποκριτής ήταν απλώς ένας ερμηνευτής θεατρικού χαρακτήρας και τίποτε περισσότερο.
Σήμερα ηθοποιός καλείται ο υποκριτής και ο συγγραφεύς του έργου βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα, όπως και στην τραγουδιστική τέχνη. Και εκεί όλη η δόξα πηγαίνει στους ερμηνευτές. Οι δημιουργοί έχουν καταστή κομπάρσοι.
Όπως είπαμε και ανωτέρω, το Θέατρον της Επιδαύρου έχει στο κάτω διάζωμα δώδεκα κερκίδες και στο άνω διάζωμα άλλες είκοσι δύο. Κάθε κερκίδα του κάτω διαζώματος έχει 34 σειρές εδωλίων (σκαλοπάτια), ενώ κάθε κερκίδα του άνω διαζώματος έχει 21 σειρές εδωλίων (σκαλοπάτια). Αλλά 34 και 21 μας κάνουν 55. Ίσως και πάλι πρόκειται για τυχαίο γεγονός. Εάν όμως υπάρχη πιθανότητα αυτό να μην είναι τυχαίο γεγονός, παρατηρούμε ότι ο αριθμός 55 είναι το άθροισμα των 10 πρώτων ακεραίων αριθμών (1 + 2+3 + 4 + 5 + 6 + 7 + 8 + 9 + 10).
Μην ξεχνάμε επίσης ότι το 10 είναι η περίφημη τετρακτύς των Πυθαγορείων, η οποία μαζί με την τετρακτύν του Πλάτωνος, όπως αυτή περιγράφεται στην Δημιουργία της ψυχής του κόσμου κατά τον "Τίμαιον", αλλά και στο "Περί της εν Τιμαίω ψυχογονίας" έργο του Πλουτάρχου, έχουν δώσει την αφορμή να γραφούν τόμοι ολόκληροι σε ολόκληρο τον κόσμο. Φυσικά δεν αναφερόμαστε στα μαθηματικόμορφα παραληρήματα ενίων αυτοαποκαλουμένων "ερευνητών", που διατείνονται ότι "αποκαλύπτουν" αλήθειες, εφαρμόζοντας την τεχνική της περιγραφής μιας κηλίδας με ανατολίτικο ψευδομεσιανικό τρόπο.
Ειδικά για την θόλο της Επιδαύρου το τι έχει γραφή και το τι έχει ειπωθή από απίθανους "ερευνητές" δεν λέγεται. Πρόκειται για περιπτώσεις, που αποτελούν αντικείμενο της ψυχιατρικής επιστήμης.
Ας αρκεσθούμε λοιπόν προς το παρόν σε αυτούς τους λίγους στοχασμούς, λόγους σπερματικούς για εύφορες ψυχές, με αφορμή την επίσκεψη μας στην Επίδαυρο, που συνυπήρξαν στην δέουσα αναλογία με τραγούδια, ανέκδοτα, πειράγματα, βόλτες στο Ναύπλιο και στο Μπούρτζι, φαγητό στο Διβάρι, άντληση δυνάμεως του ενός από τον άλλο, χαρά για τα παρόντα και εμπιστοσύνη στην μελλοντική δραστηριότητα και δημιουργικότητα του καθενός μας. Καλή αντάμωση, συμμαθητές. Η συμμαθητεία είναι μία αενάως αποδεικνυόμενη σχέση, που μας κρατάει διαρκώς νέους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου