Το τρίτο μέρος περιλαμβάνει την Ελληνιστική περίοδο,την Ρωμαϊκή περίοδο,τους θεσμούς,την διακυβέρνηση,και την οικονομία
Η Ελληνιστική περίοδος
Η γνώση μας για την ιστορία της Μιλήτου κατά τον 3ο και το 2ο αι. π.Χ. είναι αρκετά καλή, χάρη σε μια σειρά επιγραφών που ανακαλύφθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα στο Δελφίνιο, το επίσημο αρχείο της πόλης.
Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου, η Μίλητος πέρασε υπό τον έλεγχο του σατράπη της Καρίας Ασάνδρου, ο οποίος είχε αυτονομηθεί. Ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος έστειλε το 312 π.Χ. το Δόκιμο και το Μήδειο να ελευθερώσουν την πόλη και να της αποδώσουν την αυτονομία της. Επανήλθε επίσης η πάτριος πολιτεία, δηλαδή το δημοκρατικό πατρογονικό πολίτευμα. Η Μίλητος παρέμεινε υπό την εξουσία του Αντιγόνου έως το θάνατό του στη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.). Αμέσως μετά η πόλη φαίνεται πως διατηρεί καλές σχέσεις με όλους τους Διαδόχους: ο Σέλευκος Νικάτωρ κάνει σημαντικές προσφορές στο ιερό των Διδύμων και επιστρέφει το άγαλμα του θεού Απόλλωνα που το είχαν αρπάξει οι Πέρσες το 494 π.Χ.
Το 295 π.Χ. όμως ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, γιος του Αντιγόνου, είναι επώνυμος άρχων (στεφανηφόρος) στην πόλη. Στη συνέχεια, η πόλη συνάπτει συμμαχία με τον Πτολεμαίο Α΄. Στο μεταξύ, την εξουσία πρέπει να κατείχε στην περιοχή εκείνη ο Λυσίμαχος, ο οποίος σε γενικές γραμμές ακολουθεί σκληρή πολιτική απέναντι στις ελληνικές πόλεις, επιβάλλοντας τεράστιους φόρους. Η Μίλητος, προκειμένου να αντεπεξέλθει, αναγκάζεται να καταφύγει σε δανεισμό. Γύρω στο 287/286 π.Χ. ο Δημήτριος επιστρέφει, αλλά αποτυγχάνει να επιβληθεί πάλι στη Μικρά Ασία και φυλακίζεται στη Συρία. Έπεται μια περίοδος κυριαρχίας του Λυσιμάχου, έως το 281 π.Χ., όταν ο τελευταίος ηττάται από το Σέλευκο. Το 280/279 π.Χ., την εποχή των Σελευκιδών, οι Μιλήσιοι υιοθετούν ένα νέο χρονολογικό σύστημα. Πρώτος επώνυμος άρχων της περιόδου είναι ο Αντίοχος Α΄, ο διάδοχος του Σελεύκου. Την επόμενη χρονιά, ο Πτολεμαίος Β΄ κάνει μια μεγάλη προσφορά γης στην πόλη, ενώ λίγα χρόνια αργότερα τιμάται με ψήφισμα στο οποίο αναφέρονται η φιλία και η συμμαχία του με την πόλη. Η Μίλητος παραμένει στη συμμαχία των Πτολεμαίων μέχρι τα τέλη του αιώνα. Το 262 π.Χ., ο Αντίγονος Γονατάς, βασιλιάς της Μακεδονίας με βλέψεις στην Καρία, ίσως επιχείρησε να αποσπάσει την πόλη από τους Πτολεμαίους, αλλά απέτυχε.
Την επόμενη χρονιά (261/260 π.Χ.) ο αντιβασιλέας του Πτολεμαίου Β΄ στη Μικρά Ασία, ίσως ο γιος και μετέπειτα διάδοχός του Πτολεμαίος Γ΄, που ήταν εγκατεστημένος στην Έφεσο και τη Μίλητο, επαναστατεί με τη βοήθεια του Τιμάρχου, Aιτωλού πολέμαρχου ο οποίος κατόρθωσε να επιβάλει τυραννίδα στη Μίλητο. Οι Σελευκίδες στη συνέχεια ελέγχουν εκ νέου τη Μίλητο και μάλιστα ο Αντίοχος Β΄ απολαμβάνει θεϊκές τιμές, καθώς θεωρείται ότι αποκατέστησε την ελευθερία και τη δημοκρατία εκδιώκοντας τον τύραννο Τίμαρχο.
Η Μίλητος, στη διαμάχη των διαδόχων του Αντιόχου Β΄, ο οποίος πέθανε μυστηριωδώς το 246 π.Χ., πήρε το μέρος του Σελεύκου Β΄. Σύντομα όμως η πόλη πέρασε και πάλι υπό πτολεμαϊκή επιρροή, χάρη στην εκστρατεία του Πτολεμαίου Γ΄ στην Ασία (246-245 π.Χ.). Την ίδια περίοδο η πόλη συνάπτει συνθήκη ασυλίας με το Κοινό των Αιτωλών, με στόχο την αποφυγή επίθεσης Αιτωλών πειρατών.
Η Μίλητος, κατά τη διάρκεια του β΄ μισού του 3ου αι. π.Χ., ακολουθεί μια πολιτική στρατιωτικού αποικισμού της ευρύτερης επικράτειάς της, χάρη στην εγκατάσταση Κρητών μισθοφόρων σε μια σειρά φρουρίων. Παράλληλα, ακολουθεί και μια πολιτική σύσφιγξης των σχέσεων με άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας, όχι άμεσα γειτονικές: συνάπτονται συνθήκες ισοπολιτείας με τις Τράλλεις/Σελεύκεια (218/217 π.Χ.), με τα Μύλασα (215/214 π.Χ.) και με την Αντιόχεια του Μαιάνδρου.
Τo 201 π.Χ. ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας κατόρθωσε να θέσει υπό την επικυριαρχία του τη Μίλητο, καθώς οι κάτοικοί της εντυπωσιάστηκαν από τη νίκη του στη ναυμαχία της Λάδης. Ο Μακεδόνας βασιλιάς αφαίρεσε τα εδάφη του Μυούντα από τη Μίλητο και τα απέδωσε στη γειτονική Μαγνησία του Μαιάνδρου. Η τύχη της Μιλήτου δε μας είναι γνωστή κατά τη διάρκεια της μεγάλης επιχείρησης του Αντιόχου Γ΄ στη Μικρά Ασία το 197/196 π.Χ. Στη διάρκεια του πολέμου του με τους Ρωμαίους (190 π.Χ.) οι Μιλήσιοι είναι σύμμαχοι των δεύτερων, προσφέροντας μάλιστα και εφόδια για το ρωμαϊκό στόλο. Η νίκη των Ρωμαίων σηματοδοτεί για τη Μίλητο την απαρχή ενός νέου καταλόγου επώνυμων στεφανηφόρων αρχόντων. Με τη συνθήκη της Απάμειας (188 π.Χ.) η πόλη ξανακερδίζει τα εδάφη του Απόλλωνος Τερβινθέως του Μυούντα που της τα είχε αφαιρέσει ο Φίλιππος. Στο αμέσως επόμενο διάστημα πάντως η εξωτερική πολιτική της ελέγχεται ουσιαστικά από τη Ρόδο.
Η πόλη συνάπτει μια σειρά από συνθήκες στη δεκαετία του 180 π.Χ.: α) συνθήκη συμπολιτείας με τα Πήδασα (188/187 π.Χ.) –στην πραγματικότητα συγκαλυμμένη προσάρτηση των Πηδασέων στο κράτος της Μιλήτου–, β) συνθήκη συμμαχίας με την Ηράκλεια στο Λάτμο (185/184 π.Χ.) και γ) συνθήκη ειρήνης με τη Μαγνησία του Μαιάνδρου (μεταξύ 185 και 180 π.Χ.), σε συνέχεια ενός πολέμου που έφερε αντιμέτωπες τη Μίλητο και την Ηράκλεια με τη Μαγνησία και την Πριήνη. Οι εχθρικές σχέσεις με την τελευταία αποτέλεσαν μόνιμη κατάσταση στην ελληνιστική ιστορία της Μιλήτου: επιγραφές της Πριήνης αναφέρονται σε συγκρούσεις, εκεχειρίες και διαιτησίες που ανάγονται περίπου από το 200 π.Χ. έως τον 1ο αι. π.Χ.
Μετά την τιμωρία της Ρόδου από τη Ρώμη για την επαμφοτερίζουσα στάση της κατά τη διάρκεια του Γ΄ Μακεδονικού πολέμου, η Μίλητος περνά υπό την επιρροή των Ατταλιδών. Ο Ειρηνίας, Μιλήσιος πρέσβης στην αυλή των Ατταλιδών, εργάστηκε προκειμένου και οι δύο πλευρές να ωφεληθούν από τη σχέση αυτή: ο Ευμένης Β΄ έδρασε ως ευεργέτης της πόλης, η οποία με τη σειρά της του απέδωσε τιμές ακόμα και μετά θάνατον. Πάντως, την ίδια περίοδο η πόλη δέχεται τις ευεργεσίες και του Σελευκίδη ηγεμόνα, του Αντιόχου Δ΄, ο οποίος μάλιστα θεωρείται ότι χορήγησε, μέσω των αυλικών του, την κατασκευή του βουλευτηρίου της πόλης. Μετά το 129 π.Χ. και τη δημιουργία της επαρχίας της Ασίας, η Μίλητος διατηρεί κατά πάσα πιθανότητα την ελευθερία της, αν και οι ιστορικοί θεωρούν ότι οι Ρωμαίοι έλεγχαν ακόμα και το πολίτευμα, διορίζοντας ένα σώμα 50 αρχόντων. Μεγάλες οικογένειες εμπόρων (negotiatores), όπως οι Gessii και οι Clodii, μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους στην πόλη. Ταυτόχρονα, η Μίλητος διατήρησε καθ’ όλη τη διάρκεια του 2ου αι. π.Χ. προνομιακές σχέσεις με την Αθήνα, τη θεωρούμενη μητρόπολή της, συμμετέχοντας στα Παναθήναια και σε άλλες αθηναϊκές εορτές.
Τη δεκαετία του 90 π.Χ. η ρωμαϊκή σύγκλητος επιλήφθηκε συνοριακών διαφορών μεταξύ της Μιλήτου, της Μαγνησίας και της Πριήνης, οι οποίες διεκδικούσαν εδάφη στην κοιλάδα του Μαιάνδρου. Αντίστοιχα, η Μίλητος μαζί με άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας, όπως τα Μύλασα και οι Ερυθρές, εκλήθησαν συχνά να παίξουν το ρόλο διαιτητή για διαφορές μεταξύ πόλεων της Κρήτης ή της Πελοποννήσου. Το γεγονός αυτό θεωρείται ένδειξη ότι η Μίλητος ήταν ελεύθερη πόλη ακόμα και κατά τον 1ο αι. π.Χ.
Στη διάρκεια του Μιθριδατικού πολέμου η πόλη συνάντησε σοβαρές δυσκολίες μεταξύ 89 και 81 π.Χ. – αυτό τουλάχιστον φαίνεται από το γεγονός ότι ο θεός Απόλλωνας επιλέχθηκε επώνυμος στεφανηφόρος τέσσερις φορές. Μετά το 81 π.Χ. πάντως η πόλη δε συναντά ανάλογες δυσκολίες, αν και η αρχική σύμπραξή της με το βασιλιά του Πόντου την οδήγησε στη στέρηση της ελευθερίας της. Το 83 π.Χ. η πόλη εξαναγκάζεται από το Λεύκιο Λικίνιο Μουρήνα (Lucius Licinius Murena) να στείλει ναυτικό απόσπασμα 10 πλοίων για τη συνέχιση του πολέμου ενάντια στο Μιθριδάτη. Τελικά, το ένα από τα πλοία το ιδιοποιήθηκε ο Verres, σε μια πράξη που θεωρήθηκε από τους Μιλησίους καθαρά πειρατική.
Η προσπάθεια αυτή φαίνεται πως έδωσε το τελειωτικό χτύπημα στην άλλοτε κραταιή ναυτική δύναμη: όταν ο Ιούλιος Καίσαρας μετέβαινε στη Ρόδο (75-74 π.Χ.), συνελήφθη από πειρατές στη Φαρμακούσσα, στα ανοικτά της Μιλήτου. Η πόλη αναγκάστηκε να καταβάλει η ίδια το ποσό των λύτρων που ζήτησαν οι πειρατές. Την ίδια περίοδο πάντως, ορισμένοι Μιλήσιοι, με προεξάρχοντα τον Αλέξανδρο Πολυΐστορα, κατόρθωσαν να αποκτήσουν την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη. Τελικά, η πόλη κερδίζει την αυτονομία της το 38 π.Χ., επί Μάρκου Αντωνίου, χάρη στην αντίστασή της κατά των Πάρθων.
Η Ελληνιστική περίοδος
Κατοίκηση της Μιλήτου κατά την Ελληνιστική εποχή
Κατοίκηση της Μιλήτου κατά την Ελληνιστική εποχή
Τόσο η αρχαϊκή όσο και η κλασική πόλη έχουν κατά μεγάλο μέρος σκεπαστεί από τα εντυπωσιακά ελληνιστικά μνημεία. Η Μίλητος παρέμεινε σημαντικό αστικό και εμπορικό κέντρο της Ιωνίας με τρία λιμάνια: το Λιμάνι της Αθηνάς, το Λιμάνι του Θεάτρου και το Λιμάνι των Λεόντων.
Τα σημαντικότερα οικοδομήματα που χτίστηκαν στα Ελληνιστικά χρόνια ήταν το Γυμνάσιο του Ευμένη Β΄ και το Γυμνάσιο του Ευδήμου, το Θέατρο, το Στάδιο, το Βουλευτήριο και η Νότια Αγορά. Η επιφάνεια που είναι τειχισμένη η πόλη μειώνεται δραστικά στη δύσκολη περίοδο που βίωσε επί του Α΄ Μιθριδατικού πολέμου (88-83 π.Χ.). Το τείχος αυτό ενισχύθηκε με δόμους από μάρμαρο και ασβεστόλιθο, ενώ κάποιο τμήμα του ισχυροποιήθηκε με πύργους.
Ρωμαϊκή περίοδος
Η ιστορία της Μιλήτου τους πρώτους αιώνες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη. Αναφέρονται ελάχιστα γεγονότα που σχετίζονται με την πόλη, η οποία ήταν σίγουρα υποδεέστερη σε σημασία από το Πέργαμο, την Έφεσο, αλλά και τη Σμύρνη, ακόμα και από τις Σάρδεις. Ενδεικτικό είναι ότι ο Τιβέριος (26 μ.Χ.) της αρνήθηκε την ιδιότητα της έδρας της αυτοκρατορικής λατρείας, την οποία κέρδισε η Σμύρνη.
Ωστόσο, ο διάδοχός του Καλιγούλας (37-41) μαζί με τη σύζυγό του αποτέλεσαν αντικείμενο λατρείας στην πόλη. Η λατρεία αυτή δε διήρκεσε πολύ, λόγω του θανάτου του Kαλιγούλα και της damnatio memoriae που ακολούθησε. Η αποκατάσταση του τίτλου της νεωκόρου πρέπει να έγινε από τον Κόμμοδο (180-192). Ο Ελαγάβαλος (218-222) παραχώρησε τη δεύτερη επίσημη νεωκορία της πόλης, την οποία όμως και πάλι έχασε η Μίλητος εξαιτίας της damnatio memoriae του αυτοκράτορα επί Σεβήρου Aλεξάνδρου. Την πόλη την επισκέφτηκε ο Τραϊανός (114 μ.Χ.), ο οποίος εγκαινίασε κάποια έργα, μεταξύ των οποίων και το Νυμφαίο. Η πόλη έλαβε μέρος στην ένωση των ελληνικών πόλεων του Πανελληνίου, το οποίο ίδρυσε ο Αδριανός.
Κυριότερος ευεργέτης της πόλης υπήρξε η Φαυστίνα, η κόρη του Αντωνίνου και σύζυγος του Μάρκου Αυρηλίου, η οποία επισκέφτηκε την πόλη και έμεινε εκεί για ένα διάστημα (164). Στις δωρεές της αποδίδονται η οικοδόμηση των μεγαλόπρεπων λουτρών που φέρουν το όνομά της, καθώς και η ολοκλήρωση του ρωμαϊκού θεάτρου. Στο μεταξύ, ο ολοένα αυξανόμενος αριθμός προσκυνητών που συνέρρεαν στο ιερό του Απόλλωνα στα Δίδυμα, το οποίο απέκτησε μεγάλη φήμη στα Αυτοκρατορικά χρόνια, συντέλεσε ασφαλώς και στην οικονομική ευημερία της Μιλήτου.
Ρωμαϊκή περίοδος
Κατοίκηση της Μιλήτου κατά την Ρωμαϊκή εποχή
Κατοίκηση της Μιλήτου κατά την Ρωμαϊκή εποχή
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η όψη της πόλης άλλαξε σημαντικά, με την ανέγερση μιας σειράς εντυπωσιακών κτηρίων, όπως οι Θέρμες στο Humei Tepe, τα Λουτρά της Φαυστίνας, οι Θέρμες του Capito, η Ιωνική Στοά, το Νυμφαίο του Τραϊανού και το Σεραπείο, ενώ πολλά από τα προγενέστερα δημόσια οικοδομήματα της πόλης, όπως το Δελφίνιο, το Θέατρο και οι Αγορές, μετασκευάζονται και εξωραΐζονται. Σημεία αναφοράς παρέμειναν πάντως τα δύο σημαντικότερα λιμάνια: των Λεόντων και του Θεάτρου.
Θεσμοί και διακυβέρνηση
Σώζεται πληθώρα επιγραφικών και φιλολογικών πηγών αναφορικά με το πολίτευμα της Μιλήτου στις διάφορες φάσεις της ιστορίας της. Το αρχαιότερο αξίωμα στην αριστοκρατική Μίλητο ήταν του αισυμνήτη, που εγκαθιδρύθηκε προφανώς μετά τη βασιλεία. Ελάχιστα είναι γνωστά για τη λειτουργία του πολιτεύματος της αριστοκρατίας, που σε κάθε περίπτωση διήρκεσε το αργότερο έως το 513 π.Χ.
Κατά τη διάρκεια της Ιωνικής επανάστασης ο Ισαγόρας επέβαλε το πολίτευμα της ισονομίας, δηλαδή μια μορφή μετριοπαθούς δημοκρατίας. Μετά την περιπέτεια των εσωτερικών ταραχών των μέσων του 5ου αι. π.Χ. και την ολιγαρχία, στην οποία κυριαρχούσαν οι αξιωματούχοι με τον τίτλο «επιμήνιοι», η πόλη υιοθέτησε δημοκρατικό πολίτευμα, που είχε πολλά κοινά στοιχεία με το αθηναϊκό. Ιδιαίτερα η βουλή παρουσίαζε πολλές ομοιότητες, ως προς τη λειτουργία της, με την αθηναϊκή βουλή. Υπήρχαν οι πρυτανείες και η εκπροσώπηση των βουλευτών με το σύστημα των φυλών, ορισμένες μάλιστα εκ των οποίων ήταν ίδιες με τις αντίστοιχες αθηναϊκές. Το σύστημα αυτό αντικατέστησε το παλαιότερο ιωνικό σύστημα των έξι φυλών (Οίνοπες, Όπλητες, Βορείς, Αργαδείς, Γελέοντες και Αιγικορείς). Η βουλή της Μιλήτου είχε προβουλευματικό ρόλο, δηλαδή αποφάσιζε ποια σχέδια ψηφισμάτων θα συζητηθούν στην εκκλησία. Οι βουλευτές εκλέγονταν, ακόμα και το 2ο αι. π.Χ., με κλήρωση. Το πολίτευμα αυτό παρέμεινε κατά βάση το ίδιο μέχρι την Ελληνιστική περίοδο, με κάποιες αναπόφευκτες διακοπές λόγω των συνεχών πολιτειακών μεταβολών. Τελικά, κατά την πρώιμη φάση της ρωμαϊκής διοίκησης της Μικράς Ασίας η Μίλητος επέστρεψε στην ολιγαρχία, όπου κυριαρχούσε το σώμα των 50 αρχόντων.
Οι επιγραφές της Κλασικής και της Ελληνιστικής περιόδου κάνουν λόγο για ακόμη μία σειρά αξιωματούχων, όπως οι στρατηγοί, οι ταμίαι, οι πράκτορες και ο γραμματεύς.
Οικονομία
Η Μίλητος υπήρξε περίφημο εμπορικό κέντρο. Ο πλούτος της πόλης προερχόταν, ήδη από την Προϊστορική περίοδο, από την προνομιακή της θέση, δηλαδή αποτελούσε την πύλη της Ανατολής προς τη Δύση και αντίστροφα. Η κεντρική θέση της στις σχέσεις μεταξύ των δύο κόσμων διευρύνθηκε περαιτέρω. Ήδη από τον 8ο αι. π.Χ. οι Μιλήσιοι επιδόθηκαν σε μια πυρετώδη δραστηριότητα αποικισμού, με επίκεντρο τη Μαύρη θάλασσα και την Προποντίδα. Τα αίτια της έντονης αποικιστικής δράσης της πόλης πρέπει να αναζητηθούν σε ένα συνδυασμό παραγόντων. Την εποχή αυτή παρατηρείται αύξηση του πληθυσμού και η Μίλητος, όπως κι άλλες πόλεις, προχωρά σε αποικισμό, τόσο για την αποσυμφόρηση των πόλεων, όσο και για την εξομάλυνση των κοινωνικών και πολιτικών αντιθέσεων. Ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η εμπορική εκμετάλλευση των αποικιών, όπως άλλωστε επιβεβαιώνεται από την επιλογή θέσεων πλούσιων σε πρώτες ύλες (μέταλλα, σιτηρά, ξυλεία, αλιεία). Οι αρχαίες πηγές αναφέρουν, με κάποια δόση υπερβολής, ότι οι Μιλήσιοι ίδρυσαν 90 αποικίες, αριθμό που οι μελετητές κατεβάζουν σε περίπου 40. Και αυτός ο αριθμός όμως είναι εντυπωσιακός. Επιπρόσθετα, οι Μιλήσιοι είχαν ενεργό ρόλο στο εμπόριο με τη Δύση, διατηρώντας σχέσεις με τη Σύβαρη, αλλά και συμμετέχοντας στην ίδρυση της Ναύκρατης στην Αίγυπτο.
Αναφορικά με την τοπική παραγωγή της Μιλήτου, εκτός από τα εξαιρετικής ποιότητας κεραμικά της (Ρυθμός των Αιγάγρων 1 και 2, Ρυθμός των Φικελλούρων), η πόλη φημιζόταν στην Αρχαιότητα για την ποιότητα του μαλλιού των προβάτων της, τα περίτεχνα υφαντά και την πορφυρή βαφή. Η φήμη αυτή διατηρείται τόσο στην Ελληνιστική όσο και στη Ρωμαϊκή περίοδο. Σημαντική ήταν και η παραγωγή επίπλων. Τον 5ο αι. π.Χ. οι κλίνες της Μιλήτου, οι Μιλησιουργείς κλίναι, ήταν ιδιαίτερα περιζήτητες και θεωρούνταν πολυτελή αποκτήματα. Ανάμεσα στα αφιερώματα του Παρθενώνα αναφέρονται 10 κλίνες κατά το έτος 434-433 π.Χ., που αυξάνονται σε 16 τα επόμενα χρόνια. Η χαρακτηριστική κομψότητα των μιλησιακών επίπλων με τα ορθογώνια πόδια και τα περίτεχνα, πλούσια σχέδιά τους τα διαφοροποιούσε από τα υπόλοιπα.
Γεγονός πάντως παραμένει ότι η ευμάρειά της βασιζόταν κατά κύριο λόγο στην πλούσια γη που έλεγχε η πόλη και στην εκμετάλλευση των αγροτικών προϊόντων της. Σημαντική πρέπει να ήταν και η παραγωγή λαδιού, πιθανόν και κρασιού, αν κρίνει κανείς από την ευρεία διάδοση των μιλησιακών αμφορέων στην Ανατολική και την Κεντρική Μεσόγειο.
Ο ρόλος της Μιλήτου ως συνδέσμου μεταξύ Ανατολής και Δύσης δε φαίνεται να επηρεάστηκε από τη λυδική και την περσική επικυριαρχία, κατά τον 6ο αι. π.Χ. Η καταστροφή της πόλης όμως το 494 π.Χ. οδήγησε στην απώλεια της πρωτεύουσας θέσης της στην Ιωνία και στη Μαύρη θάλασσα. Ο 5ος αι. π.Χ. αποτελεί περίοδο παρακμής, η οποία αναστράφηκε πλήρως μόλις την περίοδο της πτολεμαϊκής επικυριαρχίας, όταν η Μίλητος συναγωνιζόταν τη Ρόδο και την Αθήνα στο εμπόριο με την Αλεξάνδρεια. Το γεγονός ότι η Μίλητος ήταν σε θέση να διατηρεί στρατεύματα μισθοφόρων και το ότι ακολούθησε εξαιρετικά επιθετική πολιτική απέναντι στους γείτονές της θεωρείται ένδειξη ευμάρειας. Η κατάσταση δε φαίνεται να διαφοροποιείται μετά την εμπλοκή των Ρωμαίων στη Μικρά Ασία. Ακόμα και στα τέλη του 2ου αι. π.Χ. γίνονται εκτεταμένες οικοδομικές εργασίες. Μετά την ειρήνη που εδραίωσε ο Αύγουστος (30 π.Χ.), η Μίλητος αποτέλεσε ξανά μεγάλο εμπορικό διαμετακομιστικό κέντρο μέσω του οποίου διακινούνταν προϊόντα από και προς την Ανατολή. Ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της αυτοκρατορικής Μιλήτου διαφαίνεται από το γεγονός ότι στην πόλη υπήρχε μια ισχυρή παροικία Εβραίων.
Οικονομία
Νομίσματα
Νομίσματα
Η Μίλητος συγκαταλέγεται μεταξύ των πρώτων ελληνικών πόλεωνπου χρησιμοποίησαν νόμισμα από ήλεκτρο. Οι τύποι που χρησιμοποιήθηκαν είναι η κεφαλή ενός λέοντα στον εμπροσθότυπο και το έγκοιλο τετράγωνο στον οπισθότυπο.
Παρόμοιος είναι ο τύπος των αρχαϊκών αργυρών νομισμάτων με την προτομή ενός λέοντα στον εμπροσθότυπο και το έγκοιλο τετράγωνο στον οπισθότυπο. Ακολουθείται όμως ο αιγινητικός σταθμητικός κανόνας (στατήρας 18,55 γραμμ.) αντί του προγενέστερου μιλησιακού (22,8 γραμμ). Πιθανόν η παραγωγή να σταματά ή να ελαττώνεται δραματικά στο διάστημα μεταξύ 494 και 479 π.Χ. Έκτοτε, το νόμισμα από ήλεκτρο εξαφανίζεται, ενώ το αργυρό νόμισμα υιοθετεί τον τύπο του λέοντα στον εμπροσθότυπο και αυτόν ενός φυτικού κοσμήματος στον οπισθότυπο.
Τον 4ο αι. π.Χ. υιοθετείται ένας σταθερός νομισματικός τύπος: στον εμπροσθότυπο εμφανίζεταιη κεφαλή του Δαφνηφόρου Απόλλωνα σε προφίλ, ενώ στον οπισθότυπο η μορφή ενός λέοντα που γυρνά το κεφάλι προς τα πίσω και ενός ρόδακα ή ενός άστρου στο έξεργο, με το μονόγραμμα της πόλης (Μ). Σε όλα τα νομίσματα, αργυρά και χάλκινα, εμφανίζεται το όνομα ενός αξιωματούχου, που επιτρέπει το χωρισμό της παραγωγής του εργαστηρίου κατά την Ύστερη Κλασική και την Ελληνιστική περίοδο σε επτά υποπεριόδους. Στο διάστημα 353-333 π.Χ. η πόλη κόβει αργυρό νόμισμα στοροδιακό σταθμητικό κανόνα (τετράδραχμα 15,3 γραμμ., δραχμές 3,7 γραμμ.και ημίδραχμα 1,8 γραμμ.) και χάλκινο με το λέοντα στον εμπροσθότυπο και το ρόδακα στον οπισθότυπο. Σε ορισμένααπό τα αργυρά νομίσματα της πόλης εμφανίζονται τα αρχικά ΜΑ και ΕΚΑ, που αντιστοιχούν στους Κάρες σατράπες Μαύσωλο και Εκάτομνο αντίστοιχα. Στη δεύτερη περίοδο (313-290 π.Χ.) ανήκουν μόνο χάλκινα νομίσματα με τον τύπο του Απόλλωνα και του λέοντα. Το κενό μεταξύ 333 και 313 π.Χ. καλύπτεται από εκτεταμένες κοπές νομισμάτων στους τύπους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στην τρίτη περίοδο (290-281 π.Χ.) ανήκουν αργυρά δίδραχμα με βάρος περίπου 6,5 γραμμ., ενώ στην τέταρτη (259-246 π.Χ.) υιοθετείταιο λεγόμενος περσικός κανόνας (δίδραχμα των 10,5 γραμμ.). Κατά την πέμπτη (225-195 π.Χ.) ακολουθείται ο ίδιος κανόνας,αλλά με μικρότερα βάρη, ενώ την έκτη περίοδο (175-86 π.Χ.), όταν η Μίλητος βρίσκεται εκ νέου σε στενότερη σχέση με την Αττική, εμφανίζονται αττικού βάρους τετράδραχμα με δύο ονόματα αξιωματούχων. Στην περίοδο αυτή ανήκει και μια σπάνια σχετικά κοπή, με την κεφαλή της Ρώμης στον εμπροσθότυπο, που συνδέεται με την εισαγωγή της συγκεκριμένης θεότητας περίπου το 130 π.Χ. Η έβδομη περίοδος(39-17 π.Χ.) έχει να επιδείξει μόνοχάλκινο νόμισμα με το λέοντα στονοπισθότυπο, ενώ τον εμπροσθότυπο καταλαμβάνει το αρχαϊκό λατρευτικό άγαλμα του Απόλλωνα στα Δίδυμα, έργο του Κανάχου. Σε άγνωστη περίοδο, αλλά σίγουρα το 2ο αι. π.Χ., εντάσσεται και μια περιορισμένη σειρά χρυσών στατήρων, που ακολουθεί τον αττικό σταθμητικό κανόνα και παριστάνει στον εμπροσθότυπο το λέοντα και στον οπισθότυπο το τόξο και τη φαρέτρα του Απόλλωνα.
Κατά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική περίοδο, χάλκινα νομίσματα κόβονται από την εποχή του Αυγούστου έωςτα τέλη του 3ου αι. μ.Χ. Οι συνήθεις τύποι είναι το άγαλμα ή η προτομή του Απόλλωνα Διδυμαίου, η προτομήτης προσωποποιημένης συγκλήτου, αγαλματικός τύπος με την Άρτεμη και ένα ελάφι, η Λητώ με τα δύο παιδιά της, ο Δίας κρατώντας τον κεραυνό, ο γυμνός Απόλλωνας καθήμενος μπροστά σε βωμό, το άγαλμά του μέσα στο ναό των Διδύμων. Αναφέρεται μια σειρά αγώνων (ΔΙΔΥΜΕΙΑ ΚΟΜΜΟΔΕΙΑ, ΟΛΥΜΠΙΑ, ΠΥΘΙΑ, ΠΑΝΙΩΝΙΑ ΠΥΘΙΑ). Η συνήθης επιγραφή είναι το εθνικό ΜΙΛΗΣΙΩΝ, με την επιγραφή ΝΕΩΚΟΡΩΝ ή ΝΕΩΚΩΡΩΝ ΤΩΝ ΣΕΒΑΣΤΩΝ (επί Ηλιογαβάλου).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου