Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΑΓΩΝ ΤΩΝ ΚΕΡΚΥΡΑΙΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΜΙΞΙΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΚΑΙ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΕΙΣ ΑΥΤΩΝ


Θουκυδίδου Ιστορίαι βιβλίον Γ έτος 5ον στίχοι 69-81- Μετάφραση Ελ.Βενιζέλου

69. Τα σαράντα Πελοποννησιακά πλοία, τα οποία είχαν σταλή προς βοήθειαν των Λεσβίων, καθώς διέσχιζαν, ως ελέχθη ήδη, το ανοικτόν πέλαγος με μεγάλην σπουδήν, αφού πρώτον κατεδιώχθησαν από τους Αθηναίους και κατελήφθησαν έξω της Κρήτης από τρικυμίαν, παρεσύρθησαν από εκεί προς την Πελοπόννησον διασκορπισμένα, όπου εύρον εις την Κυλλήνην δέκα τρία πλοία των Λευκαδίων και Αμπρακιωτών και τον Βρασίδαν, υιόν του Τέλλιδος, ο οποίος είχε φθάσει εκεί ως σύμβουλος του Αλκίδου. Διότι οι Λακεδαιμόνιοι, μετά την αποτυχίαν της Λέσβου, ήθελαν, αφού ενισχύσουν τον στόλον των, να πλεύσουν εις την Κέρκυραν, η οποία ευρίσκετο εις εμφυλίους σπαραγμούς, καθόσον η Αθηναϊκή μοίρα της Ναυπάκτου συνέκειτο από δώδεκα μόνον πλοία και οι Λακεδαιμόνιοι ήθελαν να προλάβουν, πριν έλθη ενίσχυσις άλλων πλοίων από τας Αθήνας. Ο Βρασίδας, επομένως, και ο Αλκίδας ήρχισαν παρασκευαζόμενοι δια την επιχείρησιν αυτήν.
70. Ο εμφύλιος σπαραγμός των Κερκυραίων ήρχισε τωόντι, αφ' ότου οι αιχμάλωτοι, οι οποίοι είχαν συλληφθή εις τας ναυμαχίας που έλαβαν χώραν εξ αφορμής της Επιδάμνου, απελύθησαν από τους Κορινθίους και επέστρεψαν εις την Κέρκυραν. Η απόλυσίς των έγινε κατ' επίφασιν επί τη βάσει εγγυήσεως οκτακοσίων ταλάντων, η οποία είχε δοθή από τους προξένους των, πράγματι όμως διότι είχαν αναλάβει να μεταστρέψουν την πολιτικήν της Κερκύρας υπέρ των Κορινθιακών συμφερόντων. Και ήρχισαν πραγματικώς ραδιουργούντες και προσπαθούντες να κατηχήσουν ένα έκαστον από τους οπλίτας, όπως παρασύρουν την πόλιν ν' αποσπασθή από την Αθηναϊκήν συμμαχίαν. Μετά την άφιξιν, τωόντι, ενός Αθηναϊκού και ενός Κορινθιακού πλοίου, τα οποία έφεραν πρέσβεις, και την διεξαχθείσαν συζήτησιν, οι Κερκυραίοι εψήφισαν όπως εξακολουθήσουν να είναι σύμμαχοι των Αθηναίων, κατά τους όρους της συμφωνίας που είχαν κάμει, ανανεώσουν όμως συγχρόνως και την προηγουμένην φιλίαν των με τους Πελοποννησίους. Αλλά συγχρόνως οι αιχμάλωτοι, που είχαν επιστρέψει από την Κόρινθον, ενήγαγαν εις δίκην τον Πειθίαν, εθελοπρόξενον των Αθηναίων, και αρχηγόν της δημοκρατικής φατρίας, κατηγορούντες αυτόν ότι επιδιώκει να υποδουλώση την Κέρκυραν εις τους Αθηναίους. Εκείνος, εξ άλλου, απαλλαγείς της κατηγορίας, αντενάγει εις δίκην τους πέντε πλουσιωτέρους απ' αυτούς, ισχυριζόμενος ότι κόπτουν στηρίγματα αμπέλων από τα ιερά άλση του Διός και του Αλκινόου, αδίκημα, το οποίον ετιμωρείτο με χρηματικήν ποινήν ενός στατήρος [10] δι' έκαστον στήριγμα. Επειδή δ' οι εναχθέντες κατεδικάσθησαν, εκάθισαν ικέται εις τους ναούς, ζητούντες, ένεκα του μεγέθους της χρηματικής ποινής, να καταβάλουν αυτήν εις δόσεις. Ο Πειθίας έπεισε την Βουλήν, της οποίας επίσης ήτο τότε μέλος, να προβούν εις αναγκαστικήν εκτέλεσιν, σύμφωνα με τον νόμον. Οι πέντε καταδικασθέντες, επειδή όχι μόνον ο νόμος απέκλειε την αποδοχήν της αιτήσεώς των, αλλά και έμαθαν συγχρόνως ότι εφόσον ο Πειθίας ήτο μέλος της Βουλής θα επέμενε να πείση την πλειοψηφίαν, όπως συνάψουν επιθετικήν και αμυντικήν συμμαχίαν με τους Αθηναίους, συνώμοσαν με τους φίλους των, και οπλισθέντες με εγχειρίδια, εισώρμησαν εις την Βουλήν και εφόνευσαν τον Πειθίαν και άλλους εκ των βουλευτών και ιδιωτών, εξήντα τον αριθμόν. Ολίγοι από τους ομόφρονας του Πειθίου κατέφυγαν εις την Αθηναϊκήν τριήρη, η οποία δεν είχεν ακόμη αποπλεύσει.
71. Μετά τους φόνους αυτούς, συνεκάλεσαν τον λαόν και είπαν προς αυτόν ότι η ενέργειά των ήτο προς το κοινόν συμφέρον και ότι τώρα πλέον δεν εφοβούντο ότι θα υποδουλωθούν από τους Αθηναίους, και επρότειναν να μένουν του λοιπού ήσυχοι και να μη δέχωνται κανένα από τους εμπολέμους, εκτός αν' καταπλέουν με εν μόνον πλοίον, εάν όμως καταπλέουν με περισσότερα του ενός, να τους θεωρούν εχθρούς. Τας προτάσεις αυτάς ηνάγκασαν τον λαόν να επικυρώση. Αλλά συγχρόνως έστειλαν ευθύς πρέσβεις εις τας Αθήνας, και δια να παραστήσουν τα πρόσφατα γεγονότα όπως τους συνέφερε, και δια να πείσουν εκείνους που είχαν καταφύγει εκεί να μη προβούν εις εχθρικάς ενεργείας, ώστε να μη ληφθή κανέν μέτρον κατά της Κερκύρας.
72. Αλλ' οι Αθηναίοι, μετά την άφιξιν των πρέσβεων, συνέλαβαν και αυτούς ως στασιαστάς και όσους από τους φυγάδας είχαν παραπείσει, και τους ετοποθέτησαν προς φύλαξιν εις Αίγιναν. Εν τω μεταξύ, μετά την άφιξιν Κορινθιακής τριήρους και Λακεδαιμονίων πρέσβεων, οι επί κεφαλής των πραγμάτων Κερκυραίοι επετέθησαν υπούλως κατά των δημοκρατικών και τους ενίκησαν. Επελθούσης της νυκτός, οι μεν δημοκρατικοί κατέφυγαν εις την Ακρόπολιν και τα υψηλότερα σημεία της πόλεως, όπου συγκεντρωθέντες εγκατεστάθησαν και κατέλαβαν τον Υλλαϊκόν λιμένα. Οι αντίθετοι δε κατέλαβαν την Αγοράν, πέριξ της οποίας οι περισσότεροι απ' αυτούς κατώκουν, και τον απέναντι λιμένα, ο οποίος βλέπει προς την απέναντι στερεάν.
73. Την επομένην, έγιναν μερικοί ακροβολισμοί και συγχρόνως αι δύο μερίδες έστειλαν εις την ύπαιθρον χώραν, δια να τους καλέσουν με το μέρος των, τους δούλους, υποσχόμενοι εις αυτούς την απελευθέρωσίν των. Και η μεν πλειοψηφία των δούλων ηνώθη με τους δημοκρατικούς, ενώ οκτακόσιοι μισθοφόροι από την στερεάν προσήλθαν προς την αντίθετον μερίδα.
74. Την μεθεπομένην, έλαβε χώραν νέα μάχη, κατά την οποίαν ενίκησαν οι δημοκρατικοί και ένεκα της οχυρότητος των θέσεων που κατείχαν και ένεκα της αριθμητικής των υπεροχής. Και αι γυναίκες, εξ άλλου, τους συνέτρεξαν με τόλμην, με το να ρίπτουν από τα σπίτια κεράμους, και να υπομένουν την ταραχήν της μάχης με θάρρος ανώτερον της γυναικείας φύσεως. Η κατατρόπωσις των ολιγαρχικών επήλθε περί την δύσιν του ηλίου, και επειδή ήρχισαν να φοβούνται μήπως οι δημοκρατικοί, εάν προελάσουν, καταλάβουν με τον πρώτον αλαλαγμόν της επιθέσεως το νεώριον και τους περάσουν εν στόματι μαχαίρας, έβαλαν φωτιά εις τας πέριξ της Αγοράς ιδιωτικάς οικίας και τας πολυκατοικίας δια να προληφθή τοιουτοτρόπως η επίθεσις, χωρίς να φεισθούν ούτε τας ιδικάς των, ούτε τας ξένας οικοδομάς, εις τρόπον ώστε και εμπορεύματα πολλά εμπόρων κατεκάησαν και εάν κατά την διάρκειαν της πυρκαϊάς εσηκώνετο άνεμος προς την διεύθυνσιν της πόλεως, θα διέτρεχε κίνδυνον να καταστροφή ολόκληρος. Μετά το τέλος της μάχης, και αι δύο μερίδες ανεπαύθησαν, διατηρούσαι φρουράς, διαρκούσης της νυκτός. Η Κορινθιακή, εξ άλλου, τριήρης, μετά την επικράτησιν των δημοκρατικών, απέπλευσε λάθρα και οι περισσότεροι από τους μισθοφόρους επέρασαν κρυφίως εις την στερεάν.
75. Την ακόλουθον ημέραν, ήλθεν εις βοήθειαν από την Ναύπακτον με δώδεκα πλοία και πεντακοσίους Μεσσηνίους οπλίτας ο Νικόστρατος, υιός του Διειτρέφους, στρατηγός των Αθηναίων, ο οποίος ειργάσθη δραστηρίως, όπως επιτύχη συμφιλίωσιν των φατριών, και έπεισεν αυτούς να συμβιβασθούν, υπό τον όρον, όπως δέκα μεν, τους πρωταιτίους, εισαγάγουν εις δίκην (αυτοί άλλωστε μετά την συνομολόγησιν της συμφωνίας δεν παρέμειναν εις την πόλιν, αλλ' έφυγαν αμέσως), οι δε λοιποί συμφιλιωθούν, παραμένοντες ανενόχλητοι εις τας εστίας των και συνομολογούντες προς τους Αθηναίους επιθετικήν και αμυντικήν συμμαχίαν. Ο Νικόστρατος, αφού επέτυχε τούτο, ητοιμάζετο ν' αποπλεύση. Αλλ' οι αρχηγοί των δημοκρατικών τον έπεισαν να τους αφίση πέντε από τα πλοία του, δια να συγκρατούνται οι αντίθετοι αποτελεσματικώτερον από νέα κινήματα, και να του δώσουν ίσον αριθμόν πλοίων με ιδικά των πληρώματα. Και ο μεν Νικόστρατος απεδέχθη τούτο, εκείνοι δε εζήτησαν να στρατολογήσουν τους εχθρούς των προς συγκρότησιν των πληρωμάτων. Επειδή όμως αυτοί εφοβήθησαν μήπως αποσταλούν εις τας Αθήνας, εκάθισαν ικέται εις τον ναόν των Διοσκούρων. Ο Νικόστρατος τους παρεκίνει να σηκωθούν και προσεπάθει να τους εγκαρδιώση. Αλλ' επειδή δεν επείθοντο,οι δημοκρατικοί ωπλίσθησαν, δικαιολογούμενοι ότι η δυσπιστία των, αρνουμένων να λάβουν μέρος εις τον έκπλουν του στόλου, απεδείκνυε κακάς εκ μέρους των διαθέσεις, αφήρεσαν τα όπλα από τα σπίτια των εχθρών των και θα εφόνευαν μερικούς απ' αυτούς, τους οποίους συνήντησαν κατά τύχην, εάν δεν ημποδίζοντο από τον Νικόστρατον. Οι άλλοι, των οποίων ο αριθμός ανήλθεν εις τετρακοσίους, βλέποντες τα γινόμενα, εκάθισαν ικέται εις τον ναόν της Ήρας. Οι δημοκρατικοί, φοβηθέντες μήπως οι τελευταίοι επιχειρήσουν βιαίαν μεταβολήν της καταστάσεως, τους έπεισαν να σηκωθούν από εκεί, και τους μετέφεραν εις την απέναντι του ναού νήσον, όπου έστελλαν εις αυτούς τακτικά τρόφιμα.
76. Εις το σημείον τούτο ευρίσκετο η στάσις, όταν την τετάρτην ή πέμπτην ημέραν μετά την εις την νήσον μεταφοράν των ολιγαρχικών, ο Πελοποννησιακός στόλος από την Κυλλήνην, όπου ήτο ηγκυροβολημένος μετά την εκστρατείαν εις την Ιωνίαν, κατέπλευσεν, αποτελούμενος από πενήντα τρία πλοία υπό την αρχηγίαν πάντοτε του Αλκίδου, του στόλου δ' επέβαινε και ο Βρασίδας ως σύμβουλος. Αφού δ' ηγκυροβόλησαν την νύκτα εις τον επί της ηπείρου λιμένα των Συβότων, ήρχισαν πλέοντες περί τα εξημερώματα εναντίον της Κερκύρας.
77. Οι δημοκρατικοί, ευρισκόμενοι εις πολλήν ταραχήν και φόβον, ένεκα και της εσωτερικής καταστάσεως και του επερχομένου εχθρικού στόλου, ήρχισαν αμέσως να ετοιμάζουν εξήντα πλοία και όσα εκάστοτε εξώπλιζαν έστελλαν εναντίον του εχθρού, μολονότι οι Αθηναίοι συνίστων ν' αφίσουν αυτούς να εκπλεύσουν πρώτοι και έπειτα ν' ακολουθήση όλος μαζί ο ιδικός των στόλος, όταν ετοιμασθή. Καθώς επλησίαζαν προς τον εχθρικόν στόλον τα Κερκυραϊκά πλοία μεμονωμένα, δύο απ' αυτά ηυτομόλησαν αμέσως, ενώ εις άλλα πάλιν οι αποτελούντες τα πληρώματα ήλθαν εις χείρας μεταξύ των, και γενική επεκράτει αταξία. Οι Πελοποννήσιοι, ιδόντες την σύγχυσιν, αντέταξαν είκοσι μόνον πλοία εναντίον των Κερκυραίων, όλα δε τα άλλα εναντίον των δώδεκα Αθηναϊκών, δύο των οποίων ήσαν η Σαλαμινία και η Πάραλος.
78. Και τα μεν Κερκυραϊκά πλοία, επειδή επετίθεντο ατάκτως και κατά μικράς ομάδας, υπέφεραν πολύ εις το μέρος όπου εναυμάχουν. Οι Αθηναίοι, εξ άλλου, φοβούμενοι περικύκλωσιν ένεκα της αριθμητικής υπεροχής του εχθρού, δεν προσέβαλαν μεν το κέντρον της όλης εχθρικής απέναντί των παρατάξεως, ώρμησαν όμως εναντίον της μιας των πτερύγων και κατεβύθισαν ένα πλοίον, και μετά τούτο, επειδή τα Πελοποννησιακά πλοία παρετάχθησαν εις κύκλον, έπλεαν πέριξ των και προσεπάθουν να επιφέρουν σύγχυσιν μεταξύ αυτών. Αλλ' επειδή αντελήφθησαν τούτο οι απέναντι των Κερκυραίων αντιπαρατεταγμένοι και εφοβήθησαν μήπως επαναληφθή ό,τι είχε γίνει κατά την ναυμαχίαν της Ναυπάκτου, προσέτρεξαν εις βοήθειαν, και ο στόλος, ηνωμένος ήδη, ήρχισε να επιτίθεται συγχρόνως εναντίον των Αθηναίων. Οι τελευταίοι, εξ άλλου, ήρχισαν ήδη να υποχωρούν, ανακρούοντες πρύμναν, και επεδίωκαν συγχρόνως, όπως δια της βραδείας των υποχωρήσεως και της εναντίον των συγκεντρώσεως όλου του εχθρικού στόλου, όσον το δυνατόν περισσότερα Κερκυραϊκά πλοία προλάβουν να καταφύγουν εις τον λιμένα. Τοιαύτη υπήρξεν η πορεία της ναυμαχίας, η οποία έληξε με την δύσιν του ηλίου.
79. Οι Κερκυραίοι, φοβηθέντες μήπως ο εχθρός, ενθαρρυνόμενος από την νίκην, επιτεθή εναντίον της πόλεως και ή παραλάβη από την νήσον τους εκεί κρατουμένους αιχμαλώτους, ή προβή εις καμμίαν αλλην εχθρικήν ενέργειαν, επανέφεραν εις τον ναόν της Ήρας από την νήσον τους εκεί κρατουμένους και έλαβαν μέτρα προς φρούρησιν της πόλεως. Οι Πελοποννήσιοι, εξ άλλου, δεν ετόλμησαν να επιτεθούν εναντίον της πόλεως, μολονότι ενίκησαν κατά την ναυμαχίαν, αλλ' απέπλευσαν εις το μέρος της στερεάς, από το οποίον είχαν εκπλεύσει έχοντες μαζί των και δεκατρία αιχμάλωτα Κερκυραϊκά πλοία. Ούτε την επομένην είχαν περισσοτέραν διάθεσιν να πλεύσουν εναντίον της πόλεως, μολονότι επεκράτει πολλή σύγχυσις και φόβος μεταξύ των κατοίκων και ο Βρασίδας, ως λέγεται, επέμεινε πολύ προς τούτο πλησίον του Αλκίδου, ο οποίος όμως είχε την νικώσαν ψήφον. Ενήργησαν μόνον απόβασιν εις το ακρωτήριον της Λευκίμνης, και κατέστρεψαν τους αγρούς.
80. Εν τω μεταξύ, οι δημοκρατικοί της Κερκύρας, κατατρομαγμένοι μήπως ο στόλος επιτεθή εναντίον των, ήλθαν εις διαπραγματεύσεις προς τους ικέτας και τους λοιπούς ολιγαρχικούς περί των καταλληλοτέρων μέσων προς σωτηρίαν της πόλεως, και έπεισαν μερικούς απ' αυτούς να επιβούν των πλοίων. Οι Κερκυραίοι, τωόντι, παρ' όλας τα δυσκολίας, κατώρθωσαν να εξοπλίσουν τριάντα τοιαύτα. Οι Πελοποννήσιοι, εν τούτοις, αφού μέχρι μεσημβρίας κατέστρεψαν την ύπαιθρον χώραν, απέπλευσαν. Και εν καιρώ νυκτός έλαβαν δια οπτικού τηλεγράφου την είδησιν ότι επλησίαζεν Αθηναϊκός στόλος εξήντα πλοίων, προερχόμενος από το μέρος της Λευκάδος, τον οποίον απέστειλαν οι Αθηναίοι, υπό την αρχηγίαν του Ευρυμέδοντος, υιού του Θουκλέους, άμα έμαθαν την στάσιν και τον επικείμενον εις Κέρκυραν κατάπλουν του στόλου του Αλκίδου.
81. Συνεπεία τούτου, οι Πελοποννήσιοι, μόλις ενύκτωσεν, ανεχώρησαν εσπευσμένως, επιστρέφοντες εις τα ίδια και πλέοντες πλησίον της ακτής, και αφού έσυραν και μετέφεραν τα πλοία δια του Ισθμού της Λευκάδος, δια να μη γίνουν αντιληπτοί, περιπλέοντες την νήσον, συνέχισαν τον πλουν της επιστροφής. Οι Κερκυραίοι, εξ άλλου αντιληφθέντες την προσέγγισιν του Αθηναϊκού στόλου και την αναχώρησιν του εχθρικού, μετέφεραν εντός της πόλεως τους Μεσσηνίους, οι οποίοι έως τότε έμεναν εκτός αυτής, και διατάξαντες τα πλοία, που είχαν εξοπλίσει, να μετασταθμεύσουν περιπλέοντα την πόλιν [από τον λιμένα του Αλκινόου] εις τον Υλλαΐκόν λιμένα, ήρχισαν κατά την διάρκειαν του εν λόγω πλου να φονεύουν κάθε αντίπαλον, ο οποίος έτυχε να πέση εις τα χέρια των. Εκτός τούτου, μετά την άφιξιν των πλοίων εις τον Υλλαϊκόν λιμένα, αποβιβάζοντες από τα πλοία όσους είχαν πείσει να επιβούν αυτών, τους εθανάτωσαν. Ήλθαν επίσης εις τον ναόν της Ήρας, και αφού έπεισαν περί τους πενήντα από τους εκεί ικέτας να υποβληθούν εις δίκην, τους κατεδίκασαν όλους εις θάνατον. Οι περισσότεροι από τους ικέτας, όσοι δεν είχαν δεχθή να δικασθούν, βλέποντες τα γινόμενα, ήρχισαν ν' αλληλοσκοτώνονται μέσα εις τον ίδιον τον ναόν. Μερικοί απηγχονίζοντο από τα δένδρα και άλλοι ηυτοκτόνουν όπως ημπορούσε ο καθείς. Ολόκληρον άλλωστε την εβδομάδα, κατά την οποίαν ο Ευρυμέδων με τα εξήντα πλοία του παρέμεινεν εκεί μετά την άφιξίν του, οι Κερκυραίοι εξηκολούθουν να φονεύουν όσους από τους συμπολίτας των εθεώρουν εχθρούς των, και μολονότι ισχυρίζοντο ότι καταδιώκουν μόνον εκείνους που ήθελαν να καταλύσουν το δημοκρατικόν πολίτευμα, πράγματι όμως μερικοί εφονεύθησαν προς ικανοποίησιν προσωπικών παθών, και άλλοι, οι οποίοι είχαν δανείσει χρήματα, από τους οφειλέτας των. Ημπορούσε κανείς να ίδη τον θάνατον υπό όλας του τας μορφάς. Καμμία από τας φρικαλεότητας που είναι συνήθεις εις τοιαύτας περιστάσεις δεν έλειψε και χειρότεραι ακόμη έλαβον χώραν. Διότι πατέρες εφόνευαν τα τέκνα των, και ικέται απεσπώντο από τους ναούς και εφονεύοντο πλησίον. Μερικοί μάλιστα απέθαναν εντός του ναού του Διονύσου, του οποίου αι θύραι απεφράχθησαν δια τοίχου.

http://www.mikrosapoplous.gr/thucy/vivlia/vivlio3_8_frame_main.htm#3_69
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου