Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2010

ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ 438 π.χ. ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ


Εγκαίνια τού ΠΑΡΘΕΝΩΝΟΣ κατά τήν εορτή τής ΑΘΗΝΑΣ, το 438 .Ο ναός ήταν έτοιμος εκτός από τά μεγάλα αετώματα καί διάφορες λεπτομέρειες, πού θά τελειώσουν τό -432.

Αρχιτέκτων καί σχεδιαστής αυτού τού αριστουργήματος, θά είναι ο Ικτίνος, γιά τόν οποίον υπάρχουν αμφιβολίες εάν ήταν Αθηναίος, ( λέγεται ότι ήταν Ηλείος καί ότι τόν γνώρισε ο Φειδίας στην Ολυμπία ), καί εκτελεστής τών σχεδίων του, κάτι σάν εργολάβος δηλαδή, ο Καλλικράτης, αλλά τό σύνολο τών έργων κατασκευάστηκε υπό τήν εποπτεία τού Φειδία γιού τού Χαρμίδη, γλύπτη αλλά καί μέ γνώμη πάνω σέ αρχιτεκτονικά ζητήματα.

Τό χρονικό διάστημα πού χρειάστηκαν οι Αθηναίοι ( 9 έτη ), γιά τήν κατασκευή αυτού τού αριστουργήματος, είναι από μόνο του ένα μεγάλο επίτευγμα, άν τό συνδυάσουμε δέ καί μέ τά μέσα τής εποχής, είναι κάτι τό απίστευτο.

Ο ναός είναι Δωρικού ρυθμού σέ συνδυασμό μέ αρκετά στοιχεία Ιωνικού, αμφιπρόστυλος καί ο μοναδικός δωρικός ναός, τουλάχιστον στήν ηπειρωτική Ελλάδα, μέ 8 κίονες στίς στενές του πλευρές καί όχι 6 πού είναι καί ο κανόνας.

Εάν τόν εξετάσουμε από κάτω πρός τά επάνω, θά δούμε ότι χωρίζεται σέ τρία κύρια μέρη.

1) Τήν ΚΡΗΠΙΔΑ ( βάση ), 2) τό ΠΤΕΡΟΝ ( κιονοστοιχία ) καί 3) τόν ΘΡΙΓΚΟ ( δηλαδή όλα τά μέρη τού ναού πού βρίσκονται πάνω από τούς κίονες ).

1) Η Κρηπίς: Είναι χωρισμένη σέ 3 βαθμίδες σάν σκάλα, όχι βέβαια γιά νά χρησιμοποιείται γιά τόν σκοπό αυτό, αφού τό ύψος κάθε βαθμίδας είναι 55 εκατοστά, αλλά γιατί όλο τό μνημείο καθώς υψώνεται έχει μία ροπή πρός τά μέσα. Η επιφάνεια τής κρηπίδος πού επάνω της πατούν οι κίονες, δηλαδή ο Στυλοβάτης, δέν είναι απολύτως οριζόντια αλλά καμπυλώνει πρός τό κέντρο.

Άλλωστε σέ όλο τό οικοδόμημα λείπουν παντελώς οι ευθείες. Όλες οι γραμμές είναι, ανεπαίσθητα βέβαια, καμπύλες.

2) Το Πτερόν: Η κιονοστοιχία τού οικοδομήματος, τό φέρον στοιχείο, αυτό δηλαδή, πού συγκρατεί όλα τά αρχιτεκτονικά μέλη πού βρίσκονται πάνω από τά κιονόκρανα.Οι κίονες 46 στόν αριθμό ( 8+8 στίς δύο προσόψεις καί 17+17 στίς δύο μακριές πλευρές τού ναού ) πατούν στόν στυλοβάτη καί καταλήγουν στόν Άβακα, στόν οποίο πατά τό επάνω μέρος τού οικοδομήματος, δηλαδή ο θριγκός.

Αποτελούνται από 11 κομμάτια μαρμάρου, τούς Σπονδύλους τοποθετημένους τόν ένα επάνω στόν άλλο καί εφαπτόμενους τόσο τέλεια, ώστε ο κίονας δείχνει σάν ένα ενιαίο κομμάτι. Οι αυλακώσεις τού αφαιρούν ύλη, κάνοντάς τον κομψότερο, ενώ μέ τίς Ακμές πού σχηματίζουν, τού δίνουν μία αίσθηση στιβαρότητος.

Το ύψος καί τό πάχος τού κίονος είναι αισθητικά, καί όχι μόνο μηχανικά, ανάλογο μέ τό βάρος πού θά κρατήσει. Τό στένεμά του πρός τά επάνω, δίνει τήν αίσθηση τής σταθερότητος τής πλατύτερης βάσης, καί μέ τόν Εχίνο πού στηρίζει τό Κιονόκρανο παίρνει πάλι τά χαρακτηριστικά αυτής, ( τής βάσης ).Στενεύοντας όμως πρός τά επάνω στά 2/3 τού ύψους του, ο κίονας παίρνει ένα φούσκωμα ώς δύο πόντους. Είναι η λεγόμενη Ένταση τής κολόνας, η οποία τήν ενισχύει στήν στήριξη τού τεραστίου βάρους τού θριγκού. Οι ακμές αρμαθιάζονται κάτω από τό κιονόκρανο μέ τούς Ιμάντες, τρείς χαρακιές πού συνδέουν τίς ραβδώσεις σέ δέσμη.

Τέλος καταλήγουν στόν εχίνο καί τό λιτό καί συνάμα τόσο στιβαρό, Δωρικό κιονόκρανο.

3) Ο ΘΡΙΓΚΟΣ: Χωρισμένος από τό κιονόκρανο μέ μία επίπεδη πλάκα τόν άβακα χωρίζεται στό ύψος τού σέ τρία μέρη: α)Τό ΕΠΙΣΤΥΛΙΟ, β)τό ΔΙΑΖΩΜΑ καί γ)τό ΓΕΙΣΟ, πού προβάλλεται πρός τά έξω σάν στεφάνι τού οικοδομήματος.

α) Τό Επιστύλιο: Αποτελούμενο από τετραγωνισμένα κομμάτια μαρμάρου, τά οποία ακουμπούν τίς δύο άκρες τους επάνω σέ δύο κίονες, γεφυρώνοντας αυτούς καί συγχρόνως δημιουργώντας τό βάθρο ολόκληρου τού θριγκού.

Είναι αδιακόσμητο καί στό ανατολικό μέρος του είχαν κρεμαστεί (καί οι τρύπες φαίνονται ακόμα) οι 26 από τίς 300 περσικές ασπίδες πού είχε στείλει δώρο στή Θεά καί τό ναό της ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ τό -334 μετά τήν ΜΑΧΗ τού ΓΡΑΝΙΚΟΥ γράφοντας καί τό περίφημο:

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΛΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ EK ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΤΩΝ ΤΗΝ ΑΣΙΑ ΟΙΚΟΥΝΤΩΝ.

β) Τό Διάζωμα: Χωρισμένο κατά μήκος, σέ β1) ΤΡΙΓΛΥΦΑ καί β2) ΜΕΤΟΠΕΣ.

β1) Τά Τρίγλυφα: Τοποθετημένα επάνω από τό κιονάκρανο, αλλά καί στό διάστημα μεταξύ δύο κιόνων δέν είναι απλά πλαίσια τών μετοπών, αλλά όπως βγαίνουν πιό έξω από αυτές παίζουν τό λειτουργικό τους ρόλο, επεκτείνοντας πρός τά επάνω τήν ενέργεια τού κίονα καί διαιρώντας στό 1/2 τό μετακιόνιο διάστημα.

β2) Οί Μετόπες: Ανάγλυφες μαρμάρινες πλάκες 1,20 τ.μ.τοποθετημένες συρταρωτά καί χωρισμένες μεταξύ τους από τά τρίγλυφα. Είναι τά πρώτα γλυπτά πού τοποθετήθηκαν στόν Παρθενώνα, 92 στόν αριθμό καί εικονίζουν σκηνές παρμένες κυρίως από τήν μυθολογία. Στήν ανατολική πλευρά, πάνω από τήν είσοδο τού ναού, σκηνές από τήν γιγαντομαχία, παρουσίαζαν δηλαδή τούς ίδιους τούς Ολύμπιους Θεούς στόν νικηφόρο αγώνα τους ενάντια τής ανταρσίας τών Γιγάντων. Καί στόν αγώνα αυτό είχε θριαμβεύσει κυρίως η Αθηνά. Στήν δυτική πλευρά Αμαζονομαχία, ένας θρίαμβος τών Αθηναίων καί τού εθνικού τους ήρωα, τού Θησέα. Στήν νότια πλευρά εικονίζονταν Κενταυρομαχία όπου πάλι είχε αγωνιστεί ο Θησεύς καί στήν βορινή, σκηνές από τόν Τρωικό πόλεμο.

γ) Τό Γείσο: Στεφάνι τού οικοδομήματος κάτω από τήν στέγη. Στήν κάτω πλευρά του είναι τοποθετημένες πάνω από τά Τρίγλυφα καί τό μεσοδιάστημα αυτών ( διαιρώντας καί πάλι τό μετακιόνιο στό 1/2 ) μαρμάρινες πλάκες, οι Πρόμοχθοι μέ 18 εξογκώματα στήν κάτω πλευρά, τίς Σταγόνες.

Επάνω από τόν θριγκό πέφτει η δίρριχτη στέγη, σχηματίζοντας στίς στενές πλευρές τού οικοδομήματος ένα ισοσκελές τρίγωνο, πού τό έφραζαν όρθιες μαρμάρινες πλάκες.

Είναι τό Τύμπανο τού τριγωνικού Αετώματος. Επάνω από τά εναέτια γείσα τής στέγης ήταν οι Σίμες, λούκια γιά τά νερά τής βροχής καί στίς τέσσερις γωνίες υπήρχαν γιά διακοσμητικούς λόγους, ισάριθμες, θαυμάσιες μαρμάρινες λεοντοκεφαλές από τίς οποίες σώζονται οι δύο στήν ΒΑ καί ΒΔ γωνία.

Τά τρίγωνα τών αετωμάτων έχουν πλάτος 28,35 μ. κεντρικό ύψος 3,46 μ. καί βάθος 91 πόντους.

Υπολογίζεται ότι τά γέμιζαν 50 περίπου ολόγλυφα αγάλματα σέ υπερφυσικές διαστάσεις. Σώθηκαν μόνο 11 σχετικά διατηρημένα σέ καλή κατάσταση καί μερικά κεφάλια αλόγων.

Στό ανατολικό αέτωμα, επάνω δηλαδή από τήν είσοδο τού ναού, εικονίζονταν τό μεγάλο θαύμα τής γέννησης τής Αθηνάς από τό κεφάλι τού Δία.

Στό αναπάντεχο αυτό θαύμα παρίστανται καί οι υπόλοιποι Θεοί τού Ολύμπου, έκπληκτοι καί αυτοί, από τό καταπληκτικό γεγονός. Αυτός ήταν ο κορυφαίος μύθος τής κλασσικής Αθήνας.

Στό δυτικό αέτωμα εικονίζονταν ένας άλλος μύθος πού συγκινούσε πολύ τούς Αθηναίους.Η έρις μεταξύ τής Αθηνάς καί τού Ποσειδώνα γιά τήν κατοχή τού κλεινού καί ιοστέφανου άστεως.

Όλος αυτός ο διάκοσμος είναι ήδη πλουσιώτερος από οποιονδήποτε άλλο αρχαίο ναό, αλλά ο Φειδίας είχε μεγαλοπρεπή οράματα. Μέσα στήν στοά πού σχηματίζεται πίσω από τήν εξωτερική κιονοστοιχία, στόν τοίχο τού κυρίως ναού καί στό υψηλότερο σημείο του ( 12 μέτρα από τό δάπεδο τής στοάς ) αναπτύσσεται ομαλά σέ μήκος 160 μέτρων η περίφημη ΖΩΦΟΡΟΣ τού ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ, πού αγκαλιάζει καί τίς τέσσερες πλευρές τού κεντρικού κτηρίου. Η ανάγλυφη αυτή ταινία ύψους 1.05 μ. είναι μία τεράστια σύνθεση 360 προσώπων καί 220 ζώων καί είναι πλαισιωμένη από επάνω μέ ένα πλούσια διακοσμημένο Λέσβιο κυμάτιο καί μία συνεχή ταινία από κάτω.

Η πλαισίωση αυτή τονίζει τή συνοχή καί τή φορά τής ζωφόρου καί δέν τήν αφήνει νά διαλυθεί σέ ανεξάρτητες σκηνές.

Είναι η πρώτη φορά πού τόλμησαν σέ αρχαίο ναό νά χρησιμοποιήσουν θέμα παρμένο από τήν σύγχρονη ζωή. Τό θέμα τής ζωφόρου τού Παρθενώνος είναι η πομπή τών Παναθηναίων, πού κύριος σκοπός της ήταν η μεταφορά από τήν κάτω πόλη, τό άστυ, τού καινούργιου πέπλου πού θά έντυνε τό ουρανοκατέβατο παλιό ξόανο τής Θεάς.

Ο πέπλος αυτός είχε κεντημένο μέ γαλάζιο χρώμα σέ φόντο κρόκου, τόν αγώνα τής Αθηνάς μέ τόν Εγκέλαδο κατά τήν Γιγαντομαχία. Όπως είναι γνωστό,από τήν μυθολογία, τόν έθαψε στήν Σικελία πετώντας από πάνω του τήν Αίτνα.

Ο ΚΥΡΙΩΣ ΝΑΟΣ: Αποτελούνταν από:

1) τόν ΠΡΟΝΑΟ

2) τόν ΣΗΚΟ

3) τό ΔΥΤΙΚΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ( ΠΑΡΘΕΝΩΝ ) καί

4) τόν ΟΠΙΣΘΟΔΟΜΟ.

Η είσοδος τού ναού ήταν από τήν ανατολική πλευρά, τόν πρόναο, άν καί δέν διέφερε σέ τίποτα από τήν δυτική, τόν οπισθόδομο. Τά δύο αυτά μέρη τού ναού ήταν ανοιχτές στοές, αλλά ανάμεσα στίς κολώνες υπήρχε κιγκλίδωμα, γιά νά φυλάγονται τά αφιερώματα πού υπήρχαν εκεί.

Στήν μέση τού αντικρυνού τοίχου ήταν η μεγάλη πύλη, 10 Χ 4,92 μ. πού έφερνε στόν Σηκό.

Ο χώρος αυτός είχε εξωτερικό μάκρος 32,84 καί πλάτος 19,10 μ. καί ήταν οργανωμένος από δύο κιονοστοιχίες, μέ δέκα κολώνες η κάθε μία, πού χώριζαν τό εσωτερικό του σέ τρία μέρη ( Κλίτη ), από τά οποία τό μεσαίο ήταν πολύ φαρδύ ( 10,23 ) μ. ενώ τά πλάγια ήταν σχετικά στενά. Οί δύο κιονοστοιχίες ενώνονταν μεταξύ τους μέ άλλες τρείς κολώνες, σχηματίζοντας ένα Π ανοιχτό πρός τήν είσοδο τού ναού ( ανατολικά ), καί μαζί μέ τό κιγκλίδωμα πού υπήρχε ανάμεσά τους καί ένα θωράκιο τοποθετημένο πρός τά ανατολικά, έκλειναν τό χώρο πού προοριζόταν γιά τό άγαλμα τής Θεάς. Τό εσωτερικό ύψος τού σηκού υπολογίζεται ότι ήταν περίπου 13,60 μ. καί η οροφή του ήταν επίπεδη από πολύτιμο ξύλο, μέ σκαλισμένα φατνώματα, χρωματισμένα καί διακοσμημένα μέ μετάλλινους ρόδακες.

Τό μεγάλο ύψος τού σηκού έφερνε αντιμέτωπο τόν αρχιτέκτονα μέ ένα σοβαρό πρόβλημα.

Οι κίονες πού θά τόν στήριζαν, θά είχαν καί αυτοί μεγάλο ύψος, άρα καί μεγάλο πάχος, κάτι τό ανάρμοστο σέ σχέση μέ τήν εξωτερική κιονοστοιχία. Άν πάλι ήταν λεπτές δέν θά ταίριαζαν καθόλου μέ τόν αυστηρό δωρικό ρυθμό τού όλου οικοδομήματος.

Η λύση πού δόθηκε ήταν μεγαλοφυής. Οι κίονες έγιναν δίτονοι, δηλαδή έφθαναν μέχρι τό μέσο περίπου τού ύψους, στηρίζοντας ένα επιστύλιο. Στό επιστύλιο αυτό πατούσαν άλλοι κίονες πού έφθαναν μέχρι τήν οροφή. Έτσι οι 23 κίονες έγιναν 46 κρατώντας όμως, τό ύφος καί τίς αναλογίες τού ρυθμού.

Ένα άλλο πρόβλημα ήταν ο φωτισμός τού σηκού, αφού δέν υπήρχαν παράθυρα.

Άν καί οι Αθηναίοι σπάνια είχαν τήν ευκαιρία νά αντικρύσουν τό περίφημο άγαλμα τής Αθηνάς, εν τούτοις θά έπρεπε νά φωτίζεται επαρκώς. Στήν στέγη υπήρχε ένας φεγγίτης, αλλά τό λιγοστό φώς πού έφθανε από αυτόν δέν ήταν αρκετό. Έτσι εμπρός από τό βάθρο του κατασκεύασαν ένα ορθογώνιο κοίλωμα πού συγκρατούσε μία ποσότητα νερού. Αυτό αντανακλούσε τό φώς τού φεγγίτη, καί μαζί μέ τήν λάμψη από τόν χρυσό τού αγάλματος, έδιναν ένα ικανοποιητικό φωτισμό, αλλά καί διατηρούσε τήν απαραίτητη υγρασία, ώστε νά μήν στεγνώνει ο ξύλινος σκελετός του.

Τό περίφημο αυτό άγαλμα τής Αθηνάς, πατούσε σέ ένα βάθρο ύψους 1.20 μ. καί μαζί μέ αυτό έφθανε τά 11 μ. Όλα τά γυμνά μέρη τού σώματος, πρόσωπο, λαιμός, χέρια καί πόδια, ήταν από ελαφαντόδοντο κι ολόκληρο τό φόρεμα από χρυσό σέ φύλλα πάχους 7,5 χιλιοστών.

Όλο τό χρυσάφι ζύγιζε 44 τάλαντα, δηλαδή πολύ περισσότερο από ένα τόννο καί αντιπροσώπευε ένα μεγάλο ποσοστό τού αποθεματικού τής πόλης.

Ήταν ανεκτίμητης καλλιτεχνικής αξίας καί αυτό μπορούμε νά τό δούμε, στό πλησιέστερο αντίγραφό του πού είναι η λεγόμενη ΑΘΗΝΑ τού ΒΑΡΒΑΚΕΙΟΥ.

Βλέπουμε σ΄αυτό ορθή καί πάνοπλη τήν Αθηνά, όχι όμως ορμητική κι΄επιθετική, αλλά ειρηνική καί γαλήνια, εκφράζοντας ένα θεικό υπερκόσμιο μεγαλείο.Ο κορμός ευθύς καί αλύγιστος, στηρίζεται κυρίως στό τεντωμένο δεξί της σκέλος, ενώ τό αριστερό κάμπτεται λίγο στό γόνατο. Φοράει δωρικό χιτώνα ζωσμένο ψηλά στή μέση καί στό στήθος υπάρχει η αιγίδα μέ τό γοργόνειο. Στό κεφάλι φοράει τό αττικό κράνος, μέ μία σφίγγα στό κέντρο καί δεξιά καί αριστερά έναν πήγασο. Τό αριστερό της χέρι ακουμπάει πάνω στήν ασπίδα της, καί τό δεξί κρατάει μία Νίκη. Τό δόρυ της στηρίζεται στή γη, καί ακουμπάει στόν ώμο της χωρίς νά τό κρατάει. Στήν ασπίδα της, τό κέντρο κατείχε ένα γοργόνειο, καί γύρω από αυτό αναπτύσσονταν σέ κυκλική φορά, αμαζονομαχία. Στό κάτω μέρος τής ασπίδος διακρίνεται ένας φαλακρός πολεμιστής, καί δίπλα του ένας άλλος, ο οποίος κάλυπτε αρκετά τό πρόσωπό του.

Είναι γνωστό ότι ο Φειδίας κατηγορήθηκε από τούς Αθηναίους, ότι στήν πρώτη μορφή εικόνιζε τόν εαυτό του καί στήν δεύτερη τόν Περικλή, καί αυτό βέβαια, κρίθηκε ώς μεγάλη ασέβεια.

Πίσω από τό σηκό υπήρχε ένα μεγάλο δωμάτιο διαστάσεων 19,19 χ 13,37 μ. μέ τέσσερις ιωνικούς κίονες στήν μέση πού λεγόταν ΠΑΡΘΕΝΩΝ, καί τό οποίο, αργότερα έδωσε τό όνομά του σέ ολόκληρο τό ναό, ενώ οι Αθηναίοι τής εποχής, όταν αναφέρονταν σέ αυτόν, έλεγαν ” ο ναός της Αθηνάς”.

Ως τί χρησιμοποιόταν αυτό τό δωμάτιο, είναι άγνωστο καί μόνο υποθέσεις μπορούμε νά κάνουμε σήμερα.Τό πιθανότερο είναι νά φυλάγονταν εδώ πολύτιμα αντικείμενα. Υπήρχε μία χάλκινη στήλη, πού περιέγραφε τό χρυσελεφάντινο άγαλμα τής Αθηνάς καί τό βάρος τών υλικών του, έτσι πού οποιαδήποτε στιγμή, νά είναι εφικτός ο έλεγχος. Εδώ φυλάγονταν καί 10 αγάλματα Νικών πού είχαν αφιερώσει στήν Αθηνά οι 10 φυλές τής Αττικής, τά χρυσά στεφάνια πού τής πρόσφεραν κάθε χρόνο, σ’ ανάμνηση τής νίκης της κατά τών Γιγάντων, καί τά λάφυρα από την ΜΑΧΗ τών ΠΛΑΤΑΙΩΝ.

Τό πολυτιμότερο όμως λάφυρο γιά τούς Αθηναίους, πού τό είχαν αφιερώσει στήν Θεά ήταν ο θρόνος μέ τά ασημένια πόδια, πού είχε χρησιμοποιήσει ο Ξέρξης γιά νά παρακολουθήσει τήν ΝΑΥΜΑΧΙΑ τής ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ, καί φυσικά τήν συντριβή τού στόλου του.

Αυτά όλα βέβαια τά χρυσά καί πολύτιμα αντικείμενα, μαζί μέ τόν χρυσό τού αγάλματος τής Θεάς, αντιπροσώπευαν ένα σημαντικό ποσοστό τού κρατικού αποθεματικού, καί υπήρξαν στιγμές στήν ιστορία τής Αθήνας, πού γιά στρατιωτικούς κυρίως σκοπούς, αναγκάσθηκαν οι Αθηναίοι νά χρησιμοποιήσουν ακόμη καί αυτά τά ιερά γι’ αυτούς αφιερώματα, αντικαθιστώντας τα βέβαια, όταν έρχονταν καλύτερες μέρες.

Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝ τό μοναδικό αυτό αριστούργημα τής αρχιτεκτονικής, ανώτερο καί από τά 7 θαύματα τού αρχαίου κόσμου, άν καί δεν συμπεριελήφθει σέ αυτά, θά ζήσει τίς καλές καί τίς κακές ημέρες τής Αθήνας, αποτελώντας τήν ψυχή καί τό σημείο αναφοράς αυτής.

Η πρώτη καταστροφή τού υπέρλαμπρου μνημείου, ήρθε από τούς συνήθεις ύποπτους, τούς χριστιανούς. Τά τελευταία χρόνια τής βασιλείας τού Ιουστινιανού θά μετατραπεί σέ χριστιανικό ναό, αφιερωμένο στήν τού Θεού Σοφία. Έκλεισαν τήν ανατολική είσοδο διαμορφώνοντας τό ιερό καί συγχρόνως κατέστρεψαν τό αέτωμα καί τά αριστουργηματικά γλυπτά του, ανοίγοντας παράθυρα, γιά τό φωτισμό του.

Τά εγκαίνια τού ναού τους έγιναν τό 580 μετά τό θάνατο τού Ιουστινιανού, πού δέν ευτύχησε νά καμαρώσει τό θεάρεστο έργο του.

Και η ηγεσία τής χριστιανικής εκκλησίας, όπλο καί όργανο τής εκάστοτε εξουσίας, πού σχίζει τά ιμάτιά της γιά μία ασήμαντη ζημιά στό τελευταίο πετραδάκι τού τελευταίου ναίσκου της, ποιούσε καί ποιεί τήν νύσσαν, όταν τήν κατηγορήσει κάποιος γιά τούς βανδαλισμούς πού υπέστησαν τά ελληνικά ιερά από τούς μισαλλόδοξους οπαδούς της, οι οποίοι βέβαια ενεργούσαν υπό τήν καθοδήγησή της, καί βάσει οργανωμένου σχεδίου.

Αργότερα οι Αθηναίοι, άνθρωποι λογικοί, μή πιστεύοντας σέ αφηρημένες έννοιες, όπως δήλωνε τό όνομα τού ναού τους, θά τόν μετονομάσουν σέ ναό τής Παναγίας τής Αθηνιώτισσας, όνομα περισσότερο συμβατό μέ τήν ιδιοσυγκρασία τους, καί κυρίως, όνομα πού τούς θύμιζε τήν Παρθένο Αθηνά.Το 1204 οι σταυροφόροι τής Δ’ σταυροφορίας τόν μετατρέπουν σέ καθολικό ναό, καί τό 1456 μετά τήν κατάληψη τής Αθήνας από τούς Τούρκους, μετατρέπεται σέ τζαμί, τό λαμπρότερο σέ όλη τήν οικουμένη, κατά τόν Τούρκο περιηγητή Εβλιά Τσελεπή.

Ο ναός όμως, άν εξαιρέσουμε τήν καταστροφή τού ανατολικού αετώματος καί τών μετοπών κάτω από αυτό, από τόν Ιουστινιανό, εκτός από μερικές μικροζημιές καί τήν φθορά τών 22 περίπου αιώνων τής ζωής του, διατηρούνταν σχεδόν ανέπαφος, μεχρι τήν αποφράδα εκείνη νύχτα τής 16ης πρός τήν 17ην Σεπτεμβρίου τού 1687. Οι Τούρκοι αμυνόμενοι στήν πολιορκία τών Βενετών τού αρχιστρατήγου Μοροζίνι, είχαν αποθηκεύσει τά πυρομαχικά τους μέσα στό ναό γιατί η μαρμάρινη στέγη του άντεχε στίς βολές τών κανονιών.

Μία όμως οβίδα πέρασε από ένα μικρό άνοιγμα τής στέγης, πυροδοτώντας τό μπαρούτι τών πολιορκημένων Τούρκων καί μία τρομερή ομοβροντία τίναξε στόν αέρα τά μάρμαρα τού Παρθενώνος καταστρέφοντας απελπιστικά τό αριστούργημα αυτό τής αρχιτεκτονικης καί γλυπτικής.

Οι Τούρκοι αφού σκοτώθηκαν 300 περίπου από αυτούς αναγκάσθηκαν νά παραδοθούν.

Νικητές καί ηττημένοι, δέν σκέφθηκαν ούτε στιγμή τί έγκλημα είχαν διαπράξει, καί ειδικά οι Βενετοί, πού υποτίθεται ότι ήταν περισσότερο πολιτισμένοι. Αντιθέτως αυτοί, τρελλοί από τή χαρά τους πανηγύριζαν τήν εύκολη νίκη τους. Ακόμη καί οι Αθηναίοι γλεντούσαν μαζί τους γιά πολλές ημέρες, ζητώντας όπλα καί ένταξή τους στόν στρατό τού Μοροζίνι, αδιαφορώντας γιά τήν καταστροφή τού ναού, πού υπήρξε τό στολίδι τής πόλεώς τους,αλλά καί η μνήμη τής τρισένδοξης ιστορίας τους. Αργότερα θά καταλάβουν τό τί αντιπροσώπευε γι’ αυτούς ο Παρθενών, αλλά καί τό Νεοελληνικό κράτος, ελάχιστα θά ενδιαφερθεί γι’ αυτόν.

Σάν νά μήν έφθαναν όλα αυτά, ο Μοροζίνι θαυμάζοντας τά γλυπτά, πού βρίσκονταν γύρω από τό ναό, ακρωτηριασμένα από τήν φοβερή έκρηξη, αποφάσισε νά προσφέρει ένα υπέροχο δώρο στήν πατρίδα του, ξηλώνοντας τά γλυπτά τού δυτικού αετώματος, τόν Ποσειδώνα καί τίς θαυμάσιες κεφαλές αλόγων, πού βρίσκονταν άθικτα στή θέση τους μετά από 22 αιώνες.

Μή γνωρίζοντας όμως, τόν τρόπο συναρμολόγησής τους, οι αδαείς καί άξεστοι στρατιώτες του,τό μόνο πού κατάφεραν ήταν, νά καταρρεύσει τό αέτωμα καί νά θρυμματισθούν αυτά τά αριστουργήματα καί αφού τού ήταν αδύνατο νά τά αποσπάσει ακέραια, έκλεψε τά μαρμάρινα λεοντάρια τής Ακρόπολης καί τού Πειραιά, καί τά έστειλε στήν Βενετία, στολίζοντας τό ναύσταθμό της, καί όπου αυτά τουλάχιστον σώζονται μέχρι σήμερα.

Τόν Ιούλιο τού 1799, φθάνουν στήν Αθήνα άνθρωποι τού λόρδου Έλγιν, πρεσβευτή τής Βρεταννίας στήν Οθωμανική αυτοκρατορία, μέ πληρεξουσιότητα νά πραγματοποιήσουν ανασκαφές. Αυτοί, μέ εντολή του βέβαια, δέν περιορίστηκαν σ’ αυτό, αλλά άρχισαν νά ξηλώνουν τά γλυπτά τού Παρθενώνος καί τού Ερεχθείου.

Οι Έλληνες, ακόμη καί οι Τούρκοι κάτοικοι τής Αθήνας, παρακολουθούσαν καταγανακτισμένοι και, ανήμποροι νά αντιδράσουν, αυτή τή βάρβαρη πράξη, κατακρίνοντας ανοιχτά τό σουλτάνο γιά τήν χορήγηση αυτής τής αδείας.

Ακόμη καί συμπατριώτες αυτού τού ιερόσυλου, πού βρίσκονταν στήν Αθήνα τά χρόνια αυτά, θά συμμεριστούν τήν αγανάκτηση αυτή, καί αισθανόμενοι ντροπή γιά τό βανδαλισμό πού παρακολουθούσαν καθημερινώς, θά κατακρίνουν τόν Έλγιν.

Τό αποκορύφωμα τού βανδαλισμού, υπήρξε η αφαίρεση από τό Ερέχθειο, μίας από τίς Καρυάτιδες, καί ήταν τόσος ο φόβος, πού κατέλαβε τούς ανθρώπους τού Έλγιν, από τό φανερό πιά, μίσος τών Αθηναίων, ώστε εσπευσμένα τό μετέφεραν στόν Πειραιά καί τό μπάρκαραν σέ ένα από τά καράβια τους.

Ο λόρδος ΒΥΡΩΝ, στό έργο του ” Η κατάρα τής Αθηνάς ” θά αποκαλέσει τόν συμπατριώτη του, “καταραμένο στούς αιώνες”.

Αυτός ο ίδιος θά πεί ότι η βέβηλη αυτή πράξη, δέν είναι απλά μία ακόμη βαρβαρότητα, ανάμεσα σέ αμέτρητες άλλες πού έχουν διαπραχθεί στήν ιστορία τής ανθρωπότητος, αλλά είναι ένα έγκλημα εναντίον τών Ελλήνων καί τής εθνικής τους κληρονομιάς.

Αυτός πρώτος θα βροντοφωνάξει:

” ΤΑ ΓΛΥΠΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ”

-444 ΙΔΡΥΣΗ τών ΘΟΥΡΙΩΝ

Ίδρυση της πανελλήνιας αποικίας Θηρεοί, κοντά στην κατεστραμμένη πόλη της νότιας Ιταλίας, Σύβαρη, μετά από πρόταση των Αθηναίων. Στην πόλη ήρθαν άποικοι από όλα τα μέρη της Ελλάδας και μεγάλες προσωπικότητες όπως ο Ηρόδοτος και ο αρχιτέκτονας Ιππόδαμος από την Μίλητο (που είχε αναλάβει να κάνει τον χάρτη του Πειραιά) και ο Πρωταγόρας, από τον οποίο ο Περικλής ζήτησε να φτιάξει τους νόμους της νέας αποικίας.

http://nationalpride.wordpress.com



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου