Πηγές : Ναυτικά Ορλάνδος Αναστάσιος - 1869
Ιστορικά ημερολόγια τού ναυτικού αγώνος 1821 - Γεώργιος Σαχτούρης
Ο Χοσρέφ διέπραξε τό σφάλμα νά διέλθει μέσω τού στενού τού Καφηρέα, εκεί όπου οι Έλληνες αποκτούσαν τήν υπεροχή λόγω τού μικρού μεγέθους καί τής ευκινησίας τών πλοίων τους. Έτσι, στίς 20 Μαΐου 1825, τά πλοία του βρέθηκαν νά πλέουν στή θαλάσσια λωρίδα μεταξύ Εύβοιας, Κέας, Άνδρου καί Αττικής. Οι Έλληνες πού τόν παρακολουθούσαν από μικρή απόσταση αποφάσισαν νά επιτεθούν. Ο Τούρκος ναύαρχος χώρισε τή δύναμή του σέ τρείς σχηματισμούς καί διέταξε τόν πρώτο νά προσεγγίσει τά παράλια τής Αττικής, τόν δεύτερο νά κινηθεί μεταξύ Κέας καί Γυάρου καί τόν τρίτο νά κατευθυνθεί στήν Άνδρο.
Η ναυμαχία τού Καφηρέα άρχισε στίς εννέα τό πρωί καί κράτησε έως αργά τό απόγευμα. Λόγω τής νηνεμίας πού επικρατούσε δέν μπόρεσαν νά πάρουν μέρος όλα τά πλοία τών δύο παρατάξεων. Αμέτοχα επίσης έμειναν αρκετά τουρκικά πλοία λόγω έλλειψης χώρου. Ο Γεώργιος Σαχτούρης μέ τά μπροστινά πλοία εκμεταλλεύτηκε τό ελαφρύ βορειοδυτικό αεράκι καί κτύπησε μαζί μέ τόν Ιωάννη Κυριακό καί τόν Γεώργιο Ανδρούτσο τήν εμπροσθοφυλακή τού εχθρού. Οι κανονιοβολισμοί ήταν σφοδροί καί δέν επέτρεπαν γιά πολλή ώρα στούς δύο αντιπάλους νά επιχειρήσουν κάποια παράτολμη ενέργεια.
Γύρω στίς τρείς τό απόγευμα δύο πυρπολικά, διοικούμενα από τόν Υδραίο Ιωάννη Ματρόζο καί τόν Σπετσιώτη Λάζαρο Μουσού κυνήγησαν τήν ολοκαίνουργια ναυαρχίδα τού καπουδάν πασά τών 62 κανονιών πού μετέφερε καί τό ταμείο τού στόλου καί αφού τής μετέδωσαν τή φωτιά, κατάφεραν νά τήν τινάξουν στόν αέρα μαζί μέ τούς 800 άνδρες πού επέβαιναν σέ αυτή. Ο Χοσρέφ είχε προλάβει νά τήν εγκαταλείψει πρίν από τή στιγμή τής έκρηξης. Τήν ίδια ώρα τό πυρπολικό τού Υδραίου Μανώλη Μπούτη κόλλησε σέ μία κορβέτα 32 κανονιών καί αφού τής μετέδωσε τό πύρ, τήν έκανε χίλια κομμάτια παρασύροντας στόν βυθό 300 άνδρες τού εχθρού
http://www.agiasofia.com/epanastasis/epanastasis27.html
Ιστορικά ημερολόγια τού ναυτικού αγώνος 1821 - Γεώργιος Σαχτούρης
Ο Χοσρέφ διέπραξε τό σφάλμα νά διέλθει μέσω τού στενού τού Καφηρέα, εκεί όπου οι Έλληνες αποκτούσαν τήν υπεροχή λόγω τού μικρού μεγέθους καί τής ευκινησίας τών πλοίων τους. Έτσι, στίς 20 Μαΐου 1825, τά πλοία του βρέθηκαν νά πλέουν στή θαλάσσια λωρίδα μεταξύ Εύβοιας, Κέας, Άνδρου καί Αττικής. Οι Έλληνες πού τόν παρακολουθούσαν από μικρή απόσταση αποφάσισαν νά επιτεθούν. Ο Τούρκος ναύαρχος χώρισε τή δύναμή του σέ τρείς σχηματισμούς καί διέταξε τόν πρώτο νά προσεγγίσει τά παράλια τής Αττικής, τόν δεύτερο νά κινηθεί μεταξύ Κέας καί Γυάρου καί τόν τρίτο νά κατευθυνθεί στήν Άνδρο.
Η ναυμαχία τού Καφηρέα άρχισε στίς εννέα τό πρωί καί κράτησε έως αργά τό απόγευμα. Λόγω τής νηνεμίας πού επικρατούσε δέν μπόρεσαν νά πάρουν μέρος όλα τά πλοία τών δύο παρατάξεων. Αμέτοχα επίσης έμειναν αρκετά τουρκικά πλοία λόγω έλλειψης χώρου. Ο Γεώργιος Σαχτούρης μέ τά μπροστινά πλοία εκμεταλλεύτηκε τό ελαφρύ βορειοδυτικό αεράκι καί κτύπησε μαζί μέ τόν Ιωάννη Κυριακό καί τόν Γεώργιο Ανδρούτσο τήν εμπροσθοφυλακή τού εχθρού. Οι κανονιοβολισμοί ήταν σφοδροί καί δέν επέτρεπαν γιά πολλή ώρα στούς δύο αντιπάλους νά επιχειρήσουν κάποια παράτολμη ενέργεια.
Γύρω στίς τρείς τό απόγευμα δύο πυρπολικά, διοικούμενα από τόν Υδραίο Ιωάννη Ματρόζο καί τόν Σπετσιώτη Λάζαρο Μουσού κυνήγησαν τήν ολοκαίνουργια ναυαρχίδα τού καπουδάν πασά τών 62 κανονιών πού μετέφερε καί τό ταμείο τού στόλου καί αφού τής μετέδωσαν τή φωτιά, κατάφεραν νά τήν τινάξουν στόν αέρα μαζί μέ τούς 800 άνδρες πού επέβαιναν σέ αυτή. Ο Χοσρέφ είχε προλάβει νά τήν εγκαταλείψει πρίν από τή στιγμή τής έκρηξης. Τήν ίδια ώρα τό πυρπολικό τού Υδραίου Μανώλη Μπούτη κόλλησε σέ μία κορβέτα 32 κανονιών καί αφού τής μετέδωσε τό πύρ, τήν έκανε χίλια κομμάτια παρασύροντας στόν βυθό 300 άνδρες τού εχθρού
«Τετράδη 20
Μαΐου 1825
Εξημερόθημεν έχοντες υπ όψιν τόν εχθρόν όντα κατά τήν Άνδρον, ημείς ορτζάρομεν μέ μαϊστραλάκι (βορειοδυτικός άνεμος) τόν εχθρόν όντα κατά τόν κάβο Δόρον (ακρωτήριο Κάβο Ντόρος) μέ σύσημον (σήμα) όλα τά πλοία νά κρατούν πολλά πανιά, προχωρούντες είδομεν όλην τήν μικρήν αρμάδα ήτις ήτον ήδη απερασμένη τόν κάβο τής Άνδρου, αλλ' ευρίσκετο εις γαλήνην είδομεν δέ καί έως 20 κομμάτια μεγάλα περιμαζευμένα εις ένα αυλάκι τής Άνδρου, όθεν καί αυξήσαμεν πανιά προχωρούμεν εμπρός μέ λεπτόν άνεμον μαϊστραλάκι.
Εφάγαμεν τά σενιάλα μέ ταίς σάγουλες κάμνοντες ακαταπαύστως σημείον. Τά οπισινά πλοία νά φορτζάρουν (δυναμώνουν) πανιά, δύο σπετζιώτικα τού καπετάν Γιάννη Αναστάση καί τού Ανάργυρου επροπορεύοντο, ημείς όμως σοταβέντο (υπήνεμα) καί πλησιέστερον εις τόν εχθρόν, καί μέ μουραρισμένα πανιά τρέχομεν κατά τού εχθρού. Ένα αγγλικό βρίκι διέρχεται απομακρυνθέν από τόν εχθρικόν στόλον, οι Σπετζιώται τού τραβούν μίαν κανονιά καί πηγαινάμενοι κοντά διά νά τό βιζητάρουν έμειναν ολίγον οπίσω. Ημείς προπορευόμενοι έχοντες κατόπιν τόν Πινότσην μέ ένα πυρπολικόν, όθεν καί περί τάς εννέα ώρας κάμνοντες σημείον: "Νά ετοιμασθούν διά πόλεμον καί νά φορτζάρουν πανιά τά οπισινά" ορμούμεν κατά τού εχθρού.
Μία φρεγάτα έρχεται καθ' ημών μέ μίαν κορβέτα, ημείς τάς πολεμούμεν μέχρι μανίας καί απολαμβάνομεν νά τάς τρέψωμεν εις φυγήν καί τότε πλησιάζομεν εις τήν φρεγάταν τής οποίας τά κατάρτια ήτον σπασμένα από τίς κόφες καί επάνω. Αύτη είχε δύο βάρκες έτοιμαις διά τά μπουρλότα διά τούτο καί οι πυρπολισταί μας εφοβούντο νά ριφθούν κατ' αυτής, αλλ' ενισχυόμενοι παρ' ημών τά συνοδεύομεν έως τίρας τουφεκιάς (βολής τουφεκιού) στεκόμενοι εις τήν πρύμνην της, δι' ό καί τά πυρπολικά μουράρουν πανιά καί πηγαίνουν κατ' αυτής, όθεν καί περί τάς τρείς ώρας τής έπεσαν επάνω καί τά δύο, καί παρευθύς άναψεν.
Οι εν αυτή εχθροί δέν ήξευραν τί νά κάμουν, τότε καί πολλοί ερρίπτοντο εις τήν θάλασσαν, πολλοί εσυνάχθησαν εις τήν πρύμνην καί ετουφέκιζον ταίς βάρκαις τών μπουρλότων, αλλά τό πύρ διεδόθη πανταχού καί μετά δέκα λεπτά εσκόρπισεν η φρεγάτα ήτις έκαμε τόσον κρότον, ώστε επέταξεν εις τόν αέρα διαφόρους τούρκους, κανόνια, ξύλα, αγκύρας καί λοιπά, μέ τό νά ήτον δέ γεμάτη πολεμοφόδια, η θάλασσα εγέμισε από ανθρώπους σκοτωμένους καί λαβωμένους, καί ζώντας γυμνούς.
Εν τοσούτω η αριστερά πτέρυξ τού εχθρού βλέποντας τήν καυθείσα φρεγάταν άρχισε νά δηλιά, ο καπουδάν πασάς όστις είχε πλησιάσει διά βοήθειαν τήν αριστεράν του πτέρυγα ετράπη εις φυγήν οπόταν ειδών εις τήν αριστεράν του πτέρυγα ένα άλλο κορβέτο καιόμενον, εις τό οποίον επέπεσε τό πυρπολικόν "Κέρβερος" τού καπετάν Μανώλη Μπούτη, εν τοσούτω ένα φεργαδόνι τού Ταχήρ πασά ομού μέ δύο τρία βρίκια καί κορβέτα έρχεται κατ' επάνω μας. Ημείς σοπράρομεν καί τού αντιστεκόμεθα, αλλά τέλος πάντων ετράπησαν καί αυτά εις φυγήν, όθεν καί η νίκη μας επεκυρώθη. Η δίκροτος φρεγάτα ήτον η "Χαζνέ Γκεμισί" 62 κανονιών, τό δέ κορβέτο 32.»
Εξημερόθημεν έχοντες υπ όψιν τόν εχθρόν όντα κατά τήν Άνδρον, ημείς ορτζάρομεν μέ μαϊστραλάκι (βορειοδυτικός άνεμος) τόν εχθρόν όντα κατά τόν κάβο Δόρον (ακρωτήριο Κάβο Ντόρος) μέ σύσημον (σήμα) όλα τά πλοία νά κρατούν πολλά πανιά, προχωρούντες είδομεν όλην τήν μικρήν αρμάδα ήτις ήτον ήδη απερασμένη τόν κάβο τής Άνδρου, αλλ' ευρίσκετο εις γαλήνην είδομεν δέ καί έως 20 κομμάτια μεγάλα περιμαζευμένα εις ένα αυλάκι τής Άνδρου, όθεν καί αυξήσαμεν πανιά προχωρούμεν εμπρός μέ λεπτόν άνεμον μαϊστραλάκι.
Εφάγαμεν τά σενιάλα μέ ταίς σάγουλες κάμνοντες ακαταπαύστως σημείον. Τά οπισινά πλοία νά φορτζάρουν (δυναμώνουν) πανιά, δύο σπετζιώτικα τού καπετάν Γιάννη Αναστάση καί τού Ανάργυρου επροπορεύοντο, ημείς όμως σοταβέντο (υπήνεμα) καί πλησιέστερον εις τόν εχθρόν, καί μέ μουραρισμένα πανιά τρέχομεν κατά τού εχθρού. Ένα αγγλικό βρίκι διέρχεται απομακρυνθέν από τόν εχθρικόν στόλον, οι Σπετζιώται τού τραβούν μίαν κανονιά καί πηγαινάμενοι κοντά διά νά τό βιζητάρουν έμειναν ολίγον οπίσω. Ημείς προπορευόμενοι έχοντες κατόπιν τόν Πινότσην μέ ένα πυρπολικόν, όθεν καί περί τάς εννέα ώρας κάμνοντες σημείον: "Νά ετοιμασθούν διά πόλεμον καί νά φορτζάρουν πανιά τά οπισινά" ορμούμεν κατά τού εχθρού.
Μία φρεγάτα έρχεται καθ' ημών μέ μίαν κορβέτα, ημείς τάς πολεμούμεν μέχρι μανίας καί απολαμβάνομεν νά τάς τρέψωμεν εις φυγήν καί τότε πλησιάζομεν εις τήν φρεγάταν τής οποίας τά κατάρτια ήτον σπασμένα από τίς κόφες καί επάνω. Αύτη είχε δύο βάρκες έτοιμαις διά τά μπουρλότα διά τούτο καί οι πυρπολισταί μας εφοβούντο νά ριφθούν κατ' αυτής, αλλ' ενισχυόμενοι παρ' ημών τά συνοδεύομεν έως τίρας τουφεκιάς (βολής τουφεκιού) στεκόμενοι εις τήν πρύμνην της, δι' ό καί τά πυρπολικά μουράρουν πανιά καί πηγαίνουν κατ' αυτής, όθεν καί περί τάς τρείς ώρας τής έπεσαν επάνω καί τά δύο, καί παρευθύς άναψεν.
Οι εν αυτή εχθροί δέν ήξευραν τί νά κάμουν, τότε καί πολλοί ερρίπτοντο εις τήν θάλασσαν, πολλοί εσυνάχθησαν εις τήν πρύμνην καί ετουφέκιζον ταίς βάρκαις τών μπουρλότων, αλλά τό πύρ διεδόθη πανταχού καί μετά δέκα λεπτά εσκόρπισεν η φρεγάτα ήτις έκαμε τόσον κρότον, ώστε επέταξεν εις τόν αέρα διαφόρους τούρκους, κανόνια, ξύλα, αγκύρας καί λοιπά, μέ τό νά ήτον δέ γεμάτη πολεμοφόδια, η θάλασσα εγέμισε από ανθρώπους σκοτωμένους καί λαβωμένους, καί ζώντας γυμνούς.
Εν τοσούτω η αριστερά πτέρυξ τού εχθρού βλέποντας τήν καυθείσα φρεγάταν άρχισε νά δηλιά, ο καπουδάν πασάς όστις είχε πλησιάσει διά βοήθειαν τήν αριστεράν του πτέρυγα ετράπη εις φυγήν οπόταν ειδών εις τήν αριστεράν του πτέρυγα ένα άλλο κορβέτο καιόμενον, εις τό οποίον επέπεσε τό πυρπολικόν "Κέρβερος" τού καπετάν Μανώλη Μπούτη, εν τοσούτω ένα φεργαδόνι τού Ταχήρ πασά ομού μέ δύο τρία βρίκια καί κορβέτα έρχεται κατ' επάνω μας. Ημείς σοπράρομεν καί τού αντιστεκόμεθα, αλλά τέλος πάντων ετράπησαν καί αυτά εις φυγήν, όθεν καί η νίκη μας επεκυρώθη. Η δίκροτος φρεγάτα ήτον η "Χαζνέ Γκεμισί" 62 κανονιών, τό δέ κορβέτο 32.»
Η θάλασσα ανάμεσα στήν Κέα, τή Μακρόνησο καί τή Γυάρο γέμισε από τά
συντρίμμια τών καραβιών καί από τά πτώματα τών Τούρκων. Τά εχθρικά πλοία μέσα στόν πανικό τών
απανωτών εκρήξεων άρχισαν νά υποχωρούν καί νά πλέουν πρός διάφορες διευθύνσεις.
Είκοσι γολέτες καί μπρίκια μαζί μέ φορτηγά, κρύφτηκαν μέσα στόν Ευβοϊκό Κόλπο, αλλά
δέχθηκαν τήν επίθεση από τά πλοία τού Αναγνώστη Κυριακού καί τού Αθανασίου Πάνου, πού κυρίευσαν
πέντε φορτηγά γεμάτα μέ εξοπλισμό καί πολεμοφόδια.
Τά υπόλοιπα τουρκικά πλοία τού Χοσρέφ κατευθύνθηκαν πρός τό νότο καί τήν ασφάλεια τού αιγυπτιακού στόλου, πού ελλιμενιζόταν στή Σούδα. Μία τουρκική κορβέτα 33 κανονιών, στήν προσπάθειά της νά διαφύγει από τούς διώκτες της, εξώκειλε στή Ντελαγκράτσια τής Σύρου καί τελικώς πυρπολήθηκε από τό πλήρωμά της. Οι Έλληνες τής Σύρου έσφαξαν, σύμφωνα μέ τόν Αμερικάνο Σάμιουελ Χάου, καί τούς 250 άνδρες πού βγήκαν στήν στεριά, συμπεριλαμβανομένων καί τών Ευρωπαίων ναυτών.
Στίς 29 Μαΐου 1825, ο ενωμένος πλέον ελληνικός στόλος, μέ αρχηγό τόν Ανδρέα Μιαούλη απέπλευσε από τή Μήλο καί στίς 31 τού μηνός έφθασε έξω από τή Σούδα τής Κρήτης, όπου έτρεψε σέ φυγή μερικά περιπολικά τού αιγυπτιακού στόλου. Οι Έλληνες, σοφά αλλά καθυστερημένα, περιφέρονταν έξω από τή Σούδα, ώστε νά εμποδίσουν τόν εχθρικό στόλο νά αποβιβάσει νέα στρατεύματα καί προμήθειες στήν Πελοπόννησο. Στίς 2 Ιουνίου 1825, 30 πλοία τού ενωμένου μουσουλμανικού στόλου προσπάθησαν νά σπάσουν τόν κλοιό, αλλά έχασαν από τήν επίθεση τών πυρπολικών, μία φρεγάτα 14 κανονιών μέ 300 άνδρες. Ο πυρπολητής Πολίτης, σέ μία παράτολμη ενέργεια, κυνήγησε μία φρεγάτα μέσα στόν όρμο τής Σούδας, αλλά εμπρός στόν σφοδρό κανονιοβολισμό, αναγκάστηκε νά κάψει άσκοπα τό πυρπολικό του καί νά διαφύγει μέ τήν σκαμπαβία (βάρκα διαφυγής) τού πλοίου του.
Η σφοδρή θαλασσοταραχή ανάγκασε τόν ελληνικό στόλο νά εγκαταλείψει τόν αποκλεισμό τής Σούδας καί τά πλοία του σκόρπισαν σέ διάφορες κατευθύνσεις. Τά περισσότερα βρήκαν καταφύγιο στά Βάτικα Λακωνίας, όπου έριξαν άγκυρα καί προμηθεύτηκαν τά αναγκαία εφόδια. Στίς 12 Ιουνίου 1825 ακούστηκε μία φοβερή έκρηξη, η οποία διέλυσε τό πλοίο Νηρεύς, πού κυβερνούσε ο Αθανάσιος Κριεζής, μέ αποτέλεσμα νά βρεί τόν θάνατο ο πλοίαρχος καί 48 ναύτες. Εκ τών υστέρων έγινε γνωστό, ότι κάποιος μουσουλμάνος αιχμάλωτος, ο οποίος είχε ξυλοκοπηθεί από τόν πλοίαρχο Κριεζή, είχε βάλει φωτιά στήν πυριτιδαποθήκη τού πλοίου. Η είδηση τού γεγονότος αυτού, εξόργισε τούς κατοίκους τής Ύδρας καί τών Σπετσών, οι οποίοι έτρεξαν στούς δρόμους, έβγαλαν από τίς φυλακές περίπου 200 Τούρκους αιχμαλώτους καί τούς έσφαξαν. Η σφαγή αυτή προκάλεσε αντίποινα στή Μικρά Ασία, όπου οι Τούρκοι βγήκαν μέ τή σειρά τους στούς δρόμους σκοτώνοντας περίπου 300 Χριστιανούς.
Τά υπόλοιπα τουρκικά πλοία τού Χοσρέφ κατευθύνθηκαν πρός τό νότο καί τήν ασφάλεια τού αιγυπτιακού στόλου, πού ελλιμενιζόταν στή Σούδα. Μία τουρκική κορβέτα 33 κανονιών, στήν προσπάθειά της νά διαφύγει από τούς διώκτες της, εξώκειλε στή Ντελαγκράτσια τής Σύρου καί τελικώς πυρπολήθηκε από τό πλήρωμά της. Οι Έλληνες τής Σύρου έσφαξαν, σύμφωνα μέ τόν Αμερικάνο Σάμιουελ Χάου, καί τούς 250 άνδρες πού βγήκαν στήν στεριά, συμπεριλαμβανομένων καί τών Ευρωπαίων ναυτών.
Στίς 29 Μαΐου 1825, ο ενωμένος πλέον ελληνικός στόλος, μέ αρχηγό τόν Ανδρέα Μιαούλη απέπλευσε από τή Μήλο καί στίς 31 τού μηνός έφθασε έξω από τή Σούδα τής Κρήτης, όπου έτρεψε σέ φυγή μερικά περιπολικά τού αιγυπτιακού στόλου. Οι Έλληνες, σοφά αλλά καθυστερημένα, περιφέρονταν έξω από τή Σούδα, ώστε νά εμποδίσουν τόν εχθρικό στόλο νά αποβιβάσει νέα στρατεύματα καί προμήθειες στήν Πελοπόννησο. Στίς 2 Ιουνίου 1825, 30 πλοία τού ενωμένου μουσουλμανικού στόλου προσπάθησαν νά σπάσουν τόν κλοιό, αλλά έχασαν από τήν επίθεση τών πυρπολικών, μία φρεγάτα 14 κανονιών μέ 300 άνδρες. Ο πυρπολητής Πολίτης, σέ μία παράτολμη ενέργεια, κυνήγησε μία φρεγάτα μέσα στόν όρμο τής Σούδας, αλλά εμπρός στόν σφοδρό κανονιοβολισμό, αναγκάστηκε νά κάψει άσκοπα τό πυρπολικό του καί νά διαφύγει μέ τήν σκαμπαβία (βάρκα διαφυγής) τού πλοίου του.
Η σφοδρή θαλασσοταραχή ανάγκασε τόν ελληνικό στόλο νά εγκαταλείψει τόν αποκλεισμό τής Σούδας καί τά πλοία του σκόρπισαν σέ διάφορες κατευθύνσεις. Τά περισσότερα βρήκαν καταφύγιο στά Βάτικα Λακωνίας, όπου έριξαν άγκυρα καί προμηθεύτηκαν τά αναγκαία εφόδια. Στίς 12 Ιουνίου 1825 ακούστηκε μία φοβερή έκρηξη, η οποία διέλυσε τό πλοίο Νηρεύς, πού κυβερνούσε ο Αθανάσιος Κριεζής, μέ αποτέλεσμα νά βρεί τόν θάνατο ο πλοίαρχος καί 48 ναύτες. Εκ τών υστέρων έγινε γνωστό, ότι κάποιος μουσουλμάνος αιχμάλωτος, ο οποίος είχε ξυλοκοπηθεί από τόν πλοίαρχο Κριεζή, είχε βάλει φωτιά στήν πυριτιδαποθήκη τού πλοίου. Η είδηση τού γεγονότος αυτού, εξόργισε τούς κατοίκους τής Ύδρας καί τών Σπετσών, οι οποίοι έτρεξαν στούς δρόμους, έβγαλαν από τίς φυλακές περίπου 200 Τούρκους αιχμαλώτους καί τούς έσφαξαν. Η σφαγή αυτή προκάλεσε αντίποινα στή Μικρά Ασία, όπου οι Τούρκοι βγήκαν μέ τή σειρά τους στούς δρόμους σκοτώνοντας περίπου 300 Χριστιανούς.
«Ο δέ εις τόν
λιμένα τής Μήλου λιμενισθείς ελληνικός στόλος υπό τούς Ανδρέαν Μιαούλην,
Γεώργιον Ανδρούτσον καί Νικολή Αποστόλη, απάρας εκείθεν τήν 29ην Μαΐου 1825
ενωμένος, έφθασεν έμπροσθεν τού λιμένος τής Σούδας τήν 31η τού αυτού, όπου ευρών
έξω τού λιμένος περιφερομένας τάς προφυλακίδας αυτού εκ τινων κορβετών καί
βρικίων, ηνάγκασεν αυτάς μετά δίωρον μάχην ν' αποσυρθώσιν εντός τού λιμένος,
όπου ήσαν ελλιμενισμένοι αμφότεροι οι στόλοι ο τε τουρκικός καί ο τής
Αλεξανδρείας.
Μετά δύο ημέρας ο εχθρός διέταξε τήν έξοδον διπλασίου αριθμού πολεμικών πλοίων εκ φρεγατών καί βρικίων περί τά τριάκοντα, αλλά μόλις καί τούτων εμφανισθέντων, ισάριθμα ελληνικά πλοία, ορμήσαντα κατ' αυτών, ήλθον μετ' αυτών εις συμπλοκήν, οπόταν ο πυρπολητής Ιωάννης Στύπας Υδραίος, διευθύνας τό πυρπολικόν του κατά τινος κορβέτας πρώτης τάξεως απέτυχε, καί εκάη επί ματαίω τό πυρπολικόν του. Αλλ' αμέσως ορμήσας κατά τής αυτής εχθρικής κορβέτας έτερος πυρπολητής Υδραίος, ο Αντώνιος Βώκος, εκόλλησεν επ' αυτής τό πυρπολικόν του καί κατέκαυσεν αυτήν.
Ο πυρπολητής Γεώργιος Πολίτης Υδραίος καί ούτος, διώκων μέ τό πυρπολικόν του ετέραν εχθρικήν φρεγάταν, τοσούτον επροχώρησεν εντός τού λιμένος τής Σούδας, εις όν η διωκόμενη φρεγάτα κατέφευγεν, ώστε επλησίασε πολύ υπό τά τείχη τού επί τής νήσου φρουρίου, υπό τού οποίου αδιακόπως καί επυροβολείτο, καί μή δυνάμενον πλέον μήτε νά οπισθοχωρήση διά τήν επελθούσαν γαλήνην, μήτε άλλο τι νά πράξη κατά τών πυκνώς εν αγκύρα ισταμένων εχθρικών πλοίων, βλέπων δέ καί τήν εν ή ευρέθη επικίνδυνον θέσιν υπό πολλών περικυκλωθείς εχθρικών λέμβων, κατέκαυσε τό πυρπολικόν του, καί επιβάς μετά τού πληρώματός του εις τήν λέμβον του, πυροβολούμενος δέ υπό τών εχθρικών λέμβων καί αντιπυροβολών, διέσχισεν αυτάς καί διεσώθη επί τών ελληνικών πλοίων, τέσσαρες μόνον εφονεύθησαν καί τρείς επληγώθησαν εκ τών Ελλήνων πυρπολητών κατά τήν ναυμαχίαν ταύτην.
Τήν δ' επιούσαν, ελθόντα πάλιν τά ελληνικά έμπροσθεν τού λιμένος τής Σούδας, εύρον πρό αυτού περιπλέοντα δέκα εχθρικά πλοία ως πρόσκοπα, κατά τών οποίων ορμήσαντα τά υπεχρέωσαν νά εισέλθωσιν αύθις εις Σούδαν, αλλά τήν νύκτα εκείνην, νότιος σφοδρός άνεμος πνεύσας, εβίασε τόν ελληνικόν στόλον ν' απομακρυνθεί τής θέσεως εκείνης, καί εννέα μέν πλοία διευθύνθησαν πρός τήν Σαντορίνην, τά πλείστα δέ μετά τών ναυάρχων προσωρμίσθησαν εις τά Βάτικα (Νεάπολις Λακωνίας), ως έχοντα καί ανάγκην ύδατος καί ανάγκην επισκευασίας.»
Μετά δύο ημέρας ο εχθρός διέταξε τήν έξοδον διπλασίου αριθμού πολεμικών πλοίων εκ φρεγατών καί βρικίων περί τά τριάκοντα, αλλά μόλις καί τούτων εμφανισθέντων, ισάριθμα ελληνικά πλοία, ορμήσαντα κατ' αυτών, ήλθον μετ' αυτών εις συμπλοκήν, οπόταν ο πυρπολητής Ιωάννης Στύπας Υδραίος, διευθύνας τό πυρπολικόν του κατά τινος κορβέτας πρώτης τάξεως απέτυχε, καί εκάη επί ματαίω τό πυρπολικόν του. Αλλ' αμέσως ορμήσας κατά τής αυτής εχθρικής κορβέτας έτερος πυρπολητής Υδραίος, ο Αντώνιος Βώκος, εκόλλησεν επ' αυτής τό πυρπολικόν του καί κατέκαυσεν αυτήν.
Ο πυρπολητής Γεώργιος Πολίτης Υδραίος καί ούτος, διώκων μέ τό πυρπολικόν του ετέραν εχθρικήν φρεγάταν, τοσούτον επροχώρησεν εντός τού λιμένος τής Σούδας, εις όν η διωκόμενη φρεγάτα κατέφευγεν, ώστε επλησίασε πολύ υπό τά τείχη τού επί τής νήσου φρουρίου, υπό τού οποίου αδιακόπως καί επυροβολείτο, καί μή δυνάμενον πλέον μήτε νά οπισθοχωρήση διά τήν επελθούσαν γαλήνην, μήτε άλλο τι νά πράξη κατά τών πυκνώς εν αγκύρα ισταμένων εχθρικών πλοίων, βλέπων δέ καί τήν εν ή ευρέθη επικίνδυνον θέσιν υπό πολλών περικυκλωθείς εχθρικών λέμβων, κατέκαυσε τό πυρπολικόν του, καί επιβάς μετά τού πληρώματός του εις τήν λέμβον του, πυροβολούμενος δέ υπό τών εχθρικών λέμβων καί αντιπυροβολών, διέσχισεν αυτάς καί διεσώθη επί τών ελληνικών πλοίων, τέσσαρες μόνον εφονεύθησαν καί τρείς επληγώθησαν εκ τών Ελλήνων πυρπολητών κατά τήν ναυμαχίαν ταύτην.
Τήν δ' επιούσαν, ελθόντα πάλιν τά ελληνικά έμπροσθεν τού λιμένος τής Σούδας, εύρον πρό αυτού περιπλέοντα δέκα εχθρικά πλοία ως πρόσκοπα, κατά τών οποίων ορμήσαντα τά υπεχρέωσαν νά εισέλθωσιν αύθις εις Σούδαν, αλλά τήν νύκτα εκείνην, νότιος σφοδρός άνεμος πνεύσας, εβίασε τόν ελληνικόν στόλον ν' απομακρυνθεί τής θέσεως εκείνης, καί εννέα μέν πλοία διευθύνθησαν πρός τήν Σαντορίνην, τά πλείστα δέ μετά τών ναυάρχων προσωρμίσθησαν εις τά Βάτικα (Νεάπολις Λακωνίας), ως έχοντα καί ανάγκην ύδατος καί ανάγκην επισκευασίας.»
Στίς 16 Ιουνίου 1825 φάνηκαν νά πλέουν νότια από τό Τσιρίγο (Κύθηρα), 80 εχθρικά πλοία. Τότε η υδραϊκή μοίρα
επιτέθηκε μαζί μέ τά δύο πυρπολικά τών Μπουντούρη καί Ματρόζου εναντίον τού
υπέρτερου εχθρικού στόλου. Η ναυμαχία έγινε στόν κάβο Ματαπά (ακρωτήριο Ταίναρο)
καί διήρκεσε δύο περίπου ώρες. Έχασαν όμως οι Έλληνες καί τά δύο πυρπολικά πού διέθεταν, τά οποία κάηκαν
χωρίς αποτέλεσμα. Ο κυβερνήτης τού ενός πυρπολικού Ιωάννης Ματρόζος σκοτώθηκε από μία σφαίρα, όταν
προσπαθούσε νά ανάψει τό φυτίλι. Τελικώς, ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος κατάφερε
νά φθάσει στό Νεόκαστρο καί νά αποβιβάσει 4000 πεζούς, 700 ιππείς καί 1200 εργάτες μέ αρχηγό τόν Χουσεΐν μπέη.
Ο ελληνικός στόλος κατάφερε νά συλλάβει μόνο τρία αυστριακά μεταγωγικά, τά οποία μετέφεραν αλεύρι καί κριθάρι
γιά τίς ανάγκες τού αιγυπτιακού στρατού.
http://www.agiasofia.com/epanastasis/epanastasis27.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου