Υποσ/γος
Γεώργιος Δουράτσος γεννήθηκε στο νησί της Σύρου στις 15 Αυγούστου στα 1894!
Ηταν ένα από τα 11 παιδιά -10 αγόρια και 1 κορίτσι- του Κάρολου Δουράτσου και
της Ελπίδας, το γένος Βακόνδιου. Μετά τις γυμνασιακές του σπουδές κατετάγη στον Ελληνικό Στρατό.
Μονιμοποιήθηκε στο στράτευμα και έλαβε τον βαθμό του μόνιμου ανθυπολοχαγού Πεζικού. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του υπηρεσίας φοίτησε και αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή όπως και από διάφορες Στρατιωτικές Σχολές και Κέντρα Στρατιωτικής Μόρφωσης. Μέχρι τον βαθμό του λοχαγού υπηρέτησε σε διάφορες μονάδες Πεζικού. Οπως αναφέρει το βιογραφικό του σημείωμα του Γ.Ε.Σ., ο Ελληνας αυτός αξιωματικός, έλαβε μέρος μεταξύ άλλων στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στον πόλεμο του 1940 - 41(ως διοικητής του οχυρού Ρούπελ του 6ου Συνοριακού Υποτομέα) κ.α. Από τις συμμετοχές του σε εκστρατείες και πολεμικές επιχειρήσεις θα αναφερθώ σε μία από τις πιο πρόσφατες της πολεμικής του δράσης. Εκείνη του 1940 - 41 κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου,όπου η τότε Στρατιωτική ηγεσία της Πατρίδας μας του είχε αναθέσει τη Διοίκηση και υπεράσπιση του ιστορικού οχυρού Ρούπελ. Το συγκεκριμένο οχυρό κατασκευάστηκε κατά την περίοδο του Ελληνοβουλγαρικού πολέμου στα 1913, πάνω σε αντέρισμα του όρους Τσιγκελί'. Κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1916, παρά την ουδετερότητα που είχε διατηρήσει στην αρχή του πολέμου η Ελλάδα,γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα, από τον φόβο καταλήψεως του οχυρού, από τα συμμαχικά στρατεύματα (Αγγλογάλλων) που στρατοπέδευαν στη Θεσ/νίκη, πέρασαν την Ελληνοβουλγαρική μεθόριο και το κατέλαβαν. Με τη νέα του μορφή που επήρε το οχυρό, είχε μήκος 2.500 μ.περιελάμβανε 123 έργα οχυρώσεως, με συγκροτήματα υπόγειων καταφυγίων, αποθηκών,κοιτώνων, λουτρών, μικρού Νοσοκομείου κ.λπ., με στοές επικοινωνίας συνολικού μήκους 6.100 μ. Ο οπλισμός του την περίοδο εκείνη, αποτελείτο από 7 αντιαρματικά πυροβόλα, 2 αντιαεροπορικά, 5 βαρείς όλμους των 81 χιλιοστών, 85 πολυβόλα, 25 οπλοπολυβόλα και 53 ολμοβόλα. Οι υπερασπιστές του ήταν μία δύναμη 2 ταγμάτων από 1.000 στρατιώτες και 27 αξιωματικούς. Αυτή ήταν η δύναμη τόσο πυρός όσο και ανδρών, τη διοίκηση των οποίων είχε αναλάβει υπό τις διαταγές του ο τότε ταγ/ρχης Γ. Δουράτσος. Την 6η Απριλίου 1941 γύρω στις 5 το πρωί γερμανικές ναζιστικές δυνάμεις, ορμώμενες από το βουλγαρικό έδαφος, επιτέθηκαν με σφοδρό βομβαρδισμό πυροβολικού και από τις 6 το πρωί με συνεχή κύματα αεροπλάνων -τα περίφημα 'στούκας', κατά του οχυρού, προκειμένου να εισβάλουν στο ελληνικό έδαφος, για κατάληψη της πατρίδος μας. Οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις, με κάθε είδους όπλα, πυροβολικού, αρμάτων μάχης, φλογοβόλων,αεροπλάνων, συνεχίσθηκαν μέ μεγάλη σφοδρότητα και τις επόμενες ημέρες 7 και 8 Απριλίου, χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα για τους Γερμανούς.
Το οχυρό άντεχε, με ελάχιστες απώλειες προσωπικού, έως και τις 9 Απριλίου. Οι Γερμανικές δυνάμεις, μη μπορώντας να σπάσουν την οχυρωματική γραμμή κατά μήκος όλων των συνόρων προς Βουλγαρία, αναγκάστηκαν να παρακάμψουν αυτή και μέσω Γιουγκοσλαβίας να κατέβουν στην πεδιάδα του Αξιού και να καταλάβουν τη Θεσ/νίκη. Ετσι όλη η 'Γραμμή Μεταξά' μαζί με το Οχυρό Ρούπελ αποκόπηκαν από τον υπόλοιπο κορμό του ελληνικού κράτους και κάθε αγώνας πλέον στην περιοχή των Οχυρών ήταν μάταιος. Μετά από αυτό, οι γερμανικές δυνάμεις, με κήρυκες, γνώρισαν στους υπερασπιστές του Οχυρού τη νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε και τους πρότειναν να παραδοθούν. Τότε ο ηρωικός διοικητής του Γ.Δουράτσος, μαζί με όλους τους συμπολεμιστές του, σαν νέος Λεωνίδας, απάντησε στον Γερμανό διοικητή, την ιστορική φράση: «Τα οχυρά δεν παραδίδονται,καταλαμβάνονται». Αυτή ήταν την ημέρα εκείνη η κατάσταση στο πεδίο της μάχης. Οταν λίγο πριν βραδιάσει, διαταγή του διοικητή του ΤΣΑΜ, αντιστράτηγου Μπακόπουλου, προς όλα τα αντιστεκόμενα οχυρά, έδινε εντολή να τα παραδώσουν, επειδή ο αγώνας τους ήταν πλέον άσκοπος και δεν έπρεπε να χυθεί κι άλλο ελληνικό αίμα. Αυτό έκανε και ο ταγ/ρχης Γ. Δουράτσος την 10 Απριλίου 1941. Αφού προηγουμένως ο Γερμανός δ/της που θα παρελάμβανε το οχυρό, ζήτησε από τον Ελληνα δ/τη, να τον ακολουθήσει και μαζί, να επιθεωρήσουν στρατιωτικό γερμανικό απόσπασμα που 'παρουσίαζε όπλα', πρός τιμήν των ηρωικών υπερασπιστών του Οχυρού. Ελληνες στρατιώτες αιχμαλώτους, οι Γερμανοί δεν κράτησαν. Μάλιστα η ελληνική σημαία αντικαταστάθηκε από τη γερμανική, μόνο όταν και ο τελευταίος Ελληνας στρατιώτης εγκατέλειψε το Οχυρό. Αυτή ήταν μία από τις πολλές συμμετοχές του Δουράτσου σε πολεμικές επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού. Για όλη τη στρατιωτική του δράση και τις υπηρεσίες του που πρόσφερε στην πατρίδα, του απονεμήθηκαν πολλά παράσημα μεταξύ των οποίων και τα: αριστείο ανδρείας επιχειρήσεων Μικράς Ασίας,αριστείο ανδρείας επιχειρήσεων Οχυρού Ρούπελ, μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων επιχειρήσεων 1941, Παράσημο Φοίνικας Γεωργίου του Β' κ.ά. Αποστρατεύθηκε στις 10 Μαΐου 1950 με τον βαθμό του υποστράτηγου. Πέθανε στις 12 Νοεμβρίου 1981 σε ηλικία 87 ετών και ετάφη -με στρατιωτικές τιμές- στο Κοιμητήριο του Καθολικού Ιερού Ναού του Αγίου Λουκά Ηρακλείου Αττικής! Επίσης με απόφαση της Δημοτικής Αρχής Ερμούπολης Σύρου κατασκευάστηκε και τοποθετήθηκε η προτομή του σε περίοπτη θέση σε κεντρική πλατεία της πόλης.
Μονιμοποιήθηκε στο στράτευμα και έλαβε τον βαθμό του μόνιμου ανθυπολοχαγού Πεζικού. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του υπηρεσίας φοίτησε και αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή όπως και από διάφορες Στρατιωτικές Σχολές και Κέντρα Στρατιωτικής Μόρφωσης. Μέχρι τον βαθμό του λοχαγού υπηρέτησε σε διάφορες μονάδες Πεζικού. Οπως αναφέρει το βιογραφικό του σημείωμα του Γ.Ε.Σ., ο Ελληνας αυτός αξιωματικός, έλαβε μέρος μεταξύ άλλων στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στον πόλεμο του 1940 - 41(ως διοικητής του οχυρού Ρούπελ του 6ου Συνοριακού Υποτομέα) κ.α. Από τις συμμετοχές του σε εκστρατείες και πολεμικές επιχειρήσεις θα αναφερθώ σε μία από τις πιο πρόσφατες της πολεμικής του δράσης. Εκείνη του 1940 - 41 κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου,όπου η τότε Στρατιωτική ηγεσία της Πατρίδας μας του είχε αναθέσει τη Διοίκηση και υπεράσπιση του ιστορικού οχυρού Ρούπελ. Το συγκεκριμένο οχυρό κατασκευάστηκε κατά την περίοδο του Ελληνοβουλγαρικού πολέμου στα 1913, πάνω σε αντέρισμα του όρους Τσιγκελί'. Κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1916, παρά την ουδετερότητα που είχε διατηρήσει στην αρχή του πολέμου η Ελλάδα,γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα, από τον φόβο καταλήψεως του οχυρού, από τα συμμαχικά στρατεύματα (Αγγλογάλλων) που στρατοπέδευαν στη Θεσ/νίκη, πέρασαν την Ελληνοβουλγαρική μεθόριο και το κατέλαβαν. Με τη νέα του μορφή που επήρε το οχυρό, είχε μήκος 2.500 μ.περιελάμβανε 123 έργα οχυρώσεως, με συγκροτήματα υπόγειων καταφυγίων, αποθηκών,κοιτώνων, λουτρών, μικρού Νοσοκομείου κ.λπ., με στοές επικοινωνίας συνολικού μήκους 6.100 μ. Ο οπλισμός του την περίοδο εκείνη, αποτελείτο από 7 αντιαρματικά πυροβόλα, 2 αντιαεροπορικά, 5 βαρείς όλμους των 81 χιλιοστών, 85 πολυβόλα, 25 οπλοπολυβόλα και 53 ολμοβόλα. Οι υπερασπιστές του ήταν μία δύναμη 2 ταγμάτων από 1.000 στρατιώτες και 27 αξιωματικούς. Αυτή ήταν η δύναμη τόσο πυρός όσο και ανδρών, τη διοίκηση των οποίων είχε αναλάβει υπό τις διαταγές του ο τότε ταγ/ρχης Γ. Δουράτσος. Την 6η Απριλίου 1941 γύρω στις 5 το πρωί γερμανικές ναζιστικές δυνάμεις, ορμώμενες από το βουλγαρικό έδαφος, επιτέθηκαν με σφοδρό βομβαρδισμό πυροβολικού και από τις 6 το πρωί με συνεχή κύματα αεροπλάνων -τα περίφημα 'στούκας', κατά του οχυρού, προκειμένου να εισβάλουν στο ελληνικό έδαφος, για κατάληψη της πατρίδος μας. Οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις, με κάθε είδους όπλα, πυροβολικού, αρμάτων μάχης, φλογοβόλων,αεροπλάνων, συνεχίσθηκαν μέ μεγάλη σφοδρότητα και τις επόμενες ημέρες 7 και 8 Απριλίου, χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα για τους Γερμανούς.
Το οχυρό άντεχε, με ελάχιστες απώλειες προσωπικού, έως και τις 9 Απριλίου. Οι Γερμανικές δυνάμεις, μη μπορώντας να σπάσουν την οχυρωματική γραμμή κατά μήκος όλων των συνόρων προς Βουλγαρία, αναγκάστηκαν να παρακάμψουν αυτή και μέσω Γιουγκοσλαβίας να κατέβουν στην πεδιάδα του Αξιού και να καταλάβουν τη Θεσ/νίκη. Ετσι όλη η 'Γραμμή Μεταξά' μαζί με το Οχυρό Ρούπελ αποκόπηκαν από τον υπόλοιπο κορμό του ελληνικού κράτους και κάθε αγώνας πλέον στην περιοχή των Οχυρών ήταν μάταιος. Μετά από αυτό, οι γερμανικές δυνάμεις, με κήρυκες, γνώρισαν στους υπερασπιστές του Οχυρού τη νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε και τους πρότειναν να παραδοθούν. Τότε ο ηρωικός διοικητής του Γ.Δουράτσος, μαζί με όλους τους συμπολεμιστές του, σαν νέος Λεωνίδας, απάντησε στον Γερμανό διοικητή, την ιστορική φράση: «Τα οχυρά δεν παραδίδονται,καταλαμβάνονται». Αυτή ήταν την ημέρα εκείνη η κατάσταση στο πεδίο της μάχης. Οταν λίγο πριν βραδιάσει, διαταγή του διοικητή του ΤΣΑΜ, αντιστράτηγου Μπακόπουλου, προς όλα τα αντιστεκόμενα οχυρά, έδινε εντολή να τα παραδώσουν, επειδή ο αγώνας τους ήταν πλέον άσκοπος και δεν έπρεπε να χυθεί κι άλλο ελληνικό αίμα. Αυτό έκανε και ο ταγ/ρχης Γ. Δουράτσος την 10 Απριλίου 1941. Αφού προηγουμένως ο Γερμανός δ/της που θα παρελάμβανε το οχυρό, ζήτησε από τον Ελληνα δ/τη, να τον ακολουθήσει και μαζί, να επιθεωρήσουν στρατιωτικό γερμανικό απόσπασμα που 'παρουσίαζε όπλα', πρός τιμήν των ηρωικών υπερασπιστών του Οχυρού. Ελληνες στρατιώτες αιχμαλώτους, οι Γερμανοί δεν κράτησαν. Μάλιστα η ελληνική σημαία αντικαταστάθηκε από τη γερμανική, μόνο όταν και ο τελευταίος Ελληνας στρατιώτης εγκατέλειψε το Οχυρό. Αυτή ήταν μία από τις πολλές συμμετοχές του Δουράτσου σε πολεμικές επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού. Για όλη τη στρατιωτική του δράση και τις υπηρεσίες του που πρόσφερε στην πατρίδα, του απονεμήθηκαν πολλά παράσημα μεταξύ των οποίων και τα: αριστείο ανδρείας επιχειρήσεων Μικράς Ασίας,αριστείο ανδρείας επιχειρήσεων Οχυρού Ρούπελ, μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων επιχειρήσεων 1941, Παράσημο Φοίνικας Γεωργίου του Β' κ.ά. Αποστρατεύθηκε στις 10 Μαΐου 1950 με τον βαθμό του υποστράτηγου. Πέθανε στις 12 Νοεμβρίου 1981 σε ηλικία 87 ετών και ετάφη -με στρατιωτικές τιμές- στο Κοιμητήριο του Καθολικού Ιερού Ναού του Αγίου Λουκά Ηρακλείου Αττικής! Επίσης με απόφαση της Δημοτικής Αρχής Ερμούπολης Σύρου κατασκευάστηκε και τοποθετήθηκε η προτομή του σε περίοπτη θέση σε κεντρική πλατεία της πόλης.
Την 1η Μαρτίου 1941, μετά την προσχώρηση της Βουλγαρίας στον Άξονα Γερμανίας-Ιταλίας-Ιαπωνίας,οι γερμανικές δυνάμεις στην περιοχή έναντι της οχυρωμένης τοποθεσίας Κερκίνη-Ρούπελ,ήταν οι 5η και 6η Ορεινές Μεραρχίες (έναντι Κερκίνης), το 125ο Σύνταγμα Επιλέκτων,ενισχυμένο με ένα Τάγμα της 5ης Ορεινής Μεραρχίας (έναντι Ρούπελ) και η 72η Ορεινή Μεραρχία (υψίπεδο Νευροκοπίου).
Σε δεύτερη γραμμή, στην πεδιάδα Μαρινούπολης, η 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία και δύο βουλγαρικές μεραρχίες. Όλες οι παραπάνω δυνάμεις ανήκαν στο 18ο Γερμανικό Σώμα Στρατού, του οποίου ο ελιγμός περιλάμβανε επίθεση κατά μέτωπο για διάνοιξη της στενωπού του Ρούπελ, υπέρβαση της Κερκίνης με ορεινούς σχηματισμούς, με παράλληλη ενέργεια παράκαμψης ολόκληρης της τοποθεσίας συνόρων διά του άξονα Στρούμνιτσα-Κωστουρίνο-Θεσσαλονίκη.
Το Συγκρότημα Σιδηροκάστρου, με έδρα το Σιδηρόκαστρο, κατείχε το χώρο μεταξύ της ανατολικής όχθης του Στρυμόνα μέχρι το οχυρό Περσέκ. Στο συγκρότημα Σιδηροκάστρου υπάγονταν:
- Ο δυτικός υποτομέας, που περιλάμβανε το οχυρό Ρούπελ με διοικητή τον Τχη (ΠΖ) Γεώργιο Δουράτσο και δύναμη αποτελούμενη από 27 Αξκούς και 950 οπλίτες, και το οχυρό Καρατάς με διοικητή τον Ταγματάρχη Πεζικού Αστέριο Κοντογιάννη και δύναμη από 28 αξιωματικούς και 785 οπλίτες, καθώς και την περιοχή του υψώματος Νικάκι μεταξύ αυτών.
- Ο κεντρικός υποτομέας περιλάμβανε το οχυρό Κάλης με διοικητή τον Ταγματάρχη Πεζικού Κων/νο Κωστόπουλο και φρουρά 30 Αξιωματικών και 902 οπλιτών, και
- Ο ανατολικός υποτομέας, που περιλάμβανε τον υπόλοιπο χώρο.
Η επίθεση των Γερμανών κατά των οχυρών άρχισε την 05:15 της 6ης Απριλίου 1941 με σφοδρό βομβαρδισμό του Πυροβολικού με βλήματα διαφόρων διαμετρημάτων, και από τις 06:00 και με αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης (Στούκας),τα οποία αναπτυγμένα σε σχηματισμούς έριχναν βόμβες, κάτω από το τρομερό σφύριγμα των σειρήνων τους.
Με την έναρξη της επίθεσης των Στούκας, ένας γερμανικός ειδικός λόχος, με 18
λέμβους από καουτσούκ, εμφανίστηκε να πλέει στον Στρυμόνα ποταμό. Η προπομπός ομάδα, αποτελούμενη από τρεις λέμβους, καθηλώθηκε σε προτοποθετημένο συρματόπλεγμα. Τα πληρώματα προσπάθησαν να απεμπλέξουν τις βάρκες, αλλά βαλλόμενοι από τα οχυρά Ουσίτα και Παλιουριώνες φονεύθηκαν ή πνίγηκαν. Οι ελάχιστοι που διασώθηκαν, κατόρθωσαν κολυμπώντας να συνενωθούν με τα προχωρημένα στοιχεία του 1ου Τάγματος, το οποίο, αφού πέρασε τον Μπίστριτσα ποταμό από τους πόρους,
αναπτύχθηκε σε ευρύ μέτωπο. Ο λόχος δεξιά του Τάγματος κινήθηκε κατά μήκος της στενωπού και μόλις βρέθηκε κάτω από το οχυρό Ουσίτα, δέχθηκε καταιγισμό πυρών από το Οχυρό και καθηλώθηκε με σοβαρές απώλειες. Την ίδια εξέλιξη είχε και η επίθεση του υπόλοιπου Τάγματος (3 λόχοι κατά του οχυρού Ουσίτας). Με την έλευση του σκότους αποσύρθηκαν στις θέσεις εξόρμησης (στα υψώματα ανατολικά του Προμαχώνα).
Στον αριστερό τομέα του Συγκροτήματος (2ο-3ο Τάγμα), τμήμα του Συγκροτήματος αιφνιδίασε τη Διμοιρία Προκάλυψης και κατέλαβε άθικτη τη γέφυρα Μπίστριτσα, η οποία καταστράφηκε αργότερα από τα πυρά του πυροβολικού. Τα τμήματα του Συγκροτήματος, αφού πέρασαν τον Μπίστριτσα ποταμό, κινήθηκαν προς τα νότια και το 2ο Τάγμα κατόρθωσε να καταλάβει το ύψωμα 354 (Χαλάσματα) και να προετοιμαστεί για την εισχώρηση προς τα ανατολικά. Μετά την κατάληψη του υψώματος 354, το 3ο Τάγμα αναπτύχθηκε στα δεξιά και άρχισε την επίθεση κατά των υψωμάτων Νέοι-Ανατ. Προφήτες. Παρά τις επίμονες προσπάθειες των Γερμανών, το Τάγμα δεν κατόρθωσε να θέσει πόδι στα οχυρά, υπέστη σοβαρές απώλειες και τις εσπερινές ώρες μετέπεσε σε κατάσταση άμυνας. Έτσι, έληξε η πρώτη ημέρα της επίθεσης των Γερμανών εναντίον του Ρούπελ, με τρομακτικές απώλειες για τον εχθρό. Ενώ όμως οι μετωπικές επιθέσεις κατά του Συγκροτήματος Ρούπελ αποκρούσθηκαν, στο άκρο δεξιά το 2ο Τάγμα, μετά την κατάληψη του υψώματος 354 στις 06:30, επιχείρησε βαθιά διείσδυση μεταξύ των οχυρών Ρούπελ και Καρατάς και
εκμεταλλευόμενο τις βαθιές χαραδρώσεις, κατόρθωσε μέχρι το απόγευμα να καταλάβει το χωριό Κλειδί και το υπερκείμενο ύψωμα Τσούκα.
Στα οχυρά Καρατάς και Κάλης, η εχθρική δράση περιορίστηκε σε βομβαρδισμό
πυροβολικού και αεροπορίας κατά διαστήματα εντός της ημέρας. Η επίθεση του
100ού Τάγματος κατά του οχυρού Παλιουριώνες είχε την ίδια εξέλιξη, όπως και η επίθεση κατά του Ρούπελ, ενώ στα υπόλοιπα οχυρά Κερκίνης (Ιστίμπεη-Κελκαγιά-Αρπαλούκι), οι Γερμανοί κατόρθωσαν να επικαθήσουν σε αυτά.
Κατά τη 2η ημέρα (7 Απριλίου), συνεχίστηκε η επίθεση των Γερμανών κατά των οχυρών, ενώ παράλληλα η Γερμανική Διοίκηση έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο παράκαμψης των οχυρών από την κοιλάδα του Στρούμνιτσα ποταμού. Το βράδυ της 7ης Απριλίου, η 2η Τεθωρακισμένη Γερμανική Μεραρχία έφθασε στα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στην περιοχή της λίμνης Δοϊράνης. Κατά την 3η ημέρα (8 Απριλίου), παρά την σφοδρή επιθετική προσπάθεια σ' όλο το μέτωπο και ιδιαίτερα εναντίον των οχυρών Ρούπελ και Παλιουριώνες, τα οχυρά έμειναν
ανέπαφα. Οι απώλειες των Γερμανών ήταν τρομακτικές. Τα τμήματα, που διείσδυσαν την προηγούμενη νύχτα από τις χαραδρώσεις του υψώματος Νικάκι συγκεντρώθηκαν στο χωριό Κλειδί και το απόγευμα ο διοικητής του τάγματος με τα υπόλοιπα των δύο λόχων, συγκεντρώθηκαν στο ύψωμα Τούμπα.
Κατά την 4η ημέρα (9 Απριλίου), οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν κυρίως εναντίον των οχυρών Ρούπελ και Παλιουριώνες. Στις 17:00, Γερμανοί κήρυκες,γνωρίζοντας ότι είχε υπογραφεί στη Θεσσαλονίκη η συνθηκολόγηση, ήρθαν στο Ρούπελ και ζήτησαν την παράδοση του οχυρού. Ο Διοικητής του, Ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος απάντησε ότι «τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται». Τελικά, η παράδοση του Ρούπελ έγινε την επομένη 10 Απριλίου, στις 06:00, αφού ο διοικητής έλαβε διαταγή κατάπαυσης του πυρός.
Ο Γερμανός συνταγματάρχης που παρέλαβε το οχυρό Ρούπελ, έδωσε συγχαρητήρια στον διοικητή και εξέφρασε τον θαυμασμό και την εκτίμησή του για την αντίσταση και τον ηρωισμό των Ελλήνων στρατιωτών. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ρούπελ ανήλθαν σε 44 νεκρούς και 152 τραυματίες
http://filostratos.pblogs.gr/2012/09/gewrgios-doyratsos-enas-hrwas-toy-roypel.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου