Αυτή ήταν η κατάσταση, όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος. Είτε το ήθελε είτε όχι, ο Μεταξάς, με τη σύμφωνη γνώμη του Γεώργιου Β΄, αμέσως άρχισε να βοηθάει τους Βρεταννούς και τους συμμάχους τους. Το πιο σημαντικό ήταν ότι έπεισε τους Έλληνες εφοπλιστές να δεχτούν να ναυλώσουν πλοία τους στην κυβέρνηση της Μεγάλης Βρεταννίας, για μεταφορές, εξυπακούεται, σαφώς στρατιωτικού χαρακτήρα. Μετά άφησε τους Βρεταννούς να βάλουν πόδι στην Κρήτη (δεδομένου ότι η Σούδα αποτελεί φυσικό λιμάνι από το οποίο μπορεί να ελέγχεται το σύνολο σχεδόν της Ανατολικής Μεσογείου). Οι Γερμανοί τα βλέπανε όλα αυτά – και κάνανε πως δεν καταλαβαίνουν. Είχαν, όμως, θέσει ένα και μόνον όρο στον Μεταξά: Εφόσον η Ελλάδα παρέμενε ουδέτερη, μπορούσε να κάνει ό,τι του υπαγόρευε το Λονδίνο, εκτός από του να επιτρέψει στους Βρεταννούς να «βάλουν πόδι» στη βόρεια Ελλάδα. Γιατί; Διότι από τη βόρεια Ελλάδα, τη Θεσσαλονίκη π.χ., οι Βρεταννοί θα μπορούσαν άνετα να βομβαρδίσουν τις ρουμανικές πετρελαιοπηγές στο Πλοέστι, που αποτελούσαν την κύρια πηγή ανεφοδιασμού των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων σε υγρά καύσιμα.
Με λίγα λόγια, η στάση των Γερμανών υπήρξε σαφής: Το Ράιχ δεν ήθελε πολεμική εμπλοκή στα Βαλκάνια. Η Ελλάδα κατά συνέπεια, εφόσον παρέμενε ουδέτερη, μπορούσε να βοηθάει τους Βρεταννούς, αλλά δεν μπορούσε να τους προσφέρει τη δυνατότητα να βομβαρδίσουν τις ρουμανικές πετρελαιοπηγές. Ο Μεταξάς ευχαρίστως συμμορφώθηκε με τη γραμμή αυτήν. Σκοπός λοιπόν των Βρεταννών ήταν να εμπλέξουν την Ελλάδα στον πόλεμο, διότι, όπως πίστευαν, έτσι θα μπορούσαν να στήσουν αεροπορική βάση στη Θεσσαλονίκη.
Πώς θα γινόταν αυτό; Μέσω του Galeazzo Ciano, γαμπρού του Μουσολίνι. (Είχε παντρευτεί την κόρη του Edda.) Ο Ciano, και μετά την είσοδο, κατά το 1940, της Ιταλίας στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, διατηρούσε επαφές με το Λονδίνο και, όπως από τότε είχε φημολογηθεί, επικοινωνούσε με τους Άγγλους με ασύρματο εγκατεστημένο μέσα στο... ιταλικό υπουργείο Εξωτερικών. Αυτός προετοίμασε την επίθεση κατά της Ελλάδας και ο Μουσολίνι, έχοντας, όπως όλοι οι Ιταλοί, σε μεγάλη υπόληψη τον θεσμό της οικογένειας, απέφυγε να τον θίξει και τελικώς τον ακολούθησε στον «δρόμο της καταστροφής». Τελικώς, βέβαια, η ρήξη επήλθε, αλλά όταν πια ήταν πολύ αργά. Τον Ιούλιο του 1943, ως γνωστόν, ο Ciano συνέβαλε αποφασιστικώς στην ανατροπή του πεθερού του, μα στη συνέχεια πιάστηκε από τους Γερμανούς και τουφεκίστηκε, τον Ιανουάριο του 1944, από τις αρχές της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας. Η προδοσία του όμως είχε κρατήσει πολύ καιρό και είχε επιφέρει καταστροφικές συνέπειες.
Η ιταλική επίθεση κατά της χώρας μας συσπείρωσε τον Ελληνικό Λαό γύρω από τον Ιωάννη Μεταξά. Και οι νίκες που ακολούθησαν προσέδωσαν μεγάλο γόητρο στο καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Πολύ σωστά –και πολύ λογικά- ο Μεταξάς προσπάθησε να κρατήσει τη σύρραξη μέσα σε πλαίσια αυστηρώς ελληνοϊταλικά. Και όταν, τον Δεκέμβριο του 1940 και τον Ιανουάριο του 1941, του ζητήθηκε από τους Βρεταννούς να τους «επιτραπεί» να στείλουν «αεροπορικές δυνάμεις» στη Θεσσαλονίκη τελικώς αρνήθηκε. Έτσι, στις 29 Ιανουαρίου πέθανε λόγω φλεγμονής του φάρυγγος ήτις απέληξε εις απόστημα παραμυγδαλικόν.
Ο Αλέξανδρος Κορυζής, διάδοχός του στην πρωθυπουργία, ακολούθησε την ίδια γραμμή: Ήδη τον Φεβρουάριο του 1941 εξήγησε στον πρεσβευτή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Αθήνα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να επιτραπεί το «στήσιμο» βρεταννικής βάσης στην Θεσσαλονίκη. Κατά πάσα πιθανότητα, βασιζόταν στο στράτευμα, πολλά από τα ανώτατα στελέχη του οποίου παρέμεναν γερμανόφιλα. Τον Μάρτιο του 1941 όμως, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ προχώρησε σε μια δραστική εκκαθάριση, στέλνοντας σε αποστρατεία τους στρατηγούς που δεν ήταν πλήρως αφοσιωμένοι στους Βρεταννούς. Έτσι ο Κορυζής έχασε τα ερείσματά του και, τον ίδιο μήνα, βρεταννικές στρατιωτικές μονάδες κατέλαβαν «στρατηγικά σημεία» στη βόρεια Ελλάδα. Τη συνέχεια ευχερώς μπορεί κανείς να τη φανταστεί. Στις 6 Απριλίου 1941, ο πρεσβευτής του Ράιχ στην Αθήνα «πληροφόρησε» τον Έλληνα πρωθυπουργό ότι, λόγω της παρουσίας βρεταννικών στρατευμάτων σε «ευρωπαϊκό έδαφος» (= Βόρεια Ελλάδα), η Ελλάδα και η Γερμανία βρίσκονταν σε πόλεμο.
Παρ'όλ΄αυτά, ο Κορυζής επιχείρησε να αντισταθεί. Και όταν έμαθε, στις 20 Απριλίου 1941, ότι το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού στρατεύματος είχε «εξεγερθεί» και ζητούσε άμεση σύναψη ανακωχής με τους Γερμανούς, πρότεινε στον βασιλιά την παραίτησή του από την πρωθυπουργία, έτσι ώστε να αφεθεί το πεδίο ελεύθερο στους ξεσηκωμένους στρατιωτικούς. Ο Γεώργιος Β΄ του είπε πως «θα σκεφθεί». Ο Κορυζής τότε γύρισε στο σπίτι του και λίγο μετά βρέθηκε εκεί νεκρός με δύο σφαίρες στην καρδιά. Φονιάς του, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν ο Βρεταννός David Balfour, ο οποίος κυκλοφορούσε τότε στην Αθήνα με τα ρούχα και την ιδιότητα του... ορθόδοξου παπά.
Τα υπόλοιπα είναι λίγο-πολύ γνωστά...
http://www.elkosmos.gr/2011-11-29-16-11-20/politismos/ekdoseis/11730-----q---q--------qq.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου