Του Κυριάκου Κατσιμάνη, (Docteur d’ Etat ès Lettres (Paris-Sorbonne) Επίκ. .Καθηγητού Φιλοσοφίας του Παν/μίου Αθηνών, Επ. Σύμβουλος / τ. Αντιπρόεδρος του Π.Ι. (www.kkatsimanis.gr)
Στην ιερή μνήμη του Ευάγγελου Κατσιμάνη
I. ΟΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ
1.
Μια «δεύτερη Ευρώπη»
Η Ευρώπη βασίστηκε ιστορικά στις αξίες του ελληνικού και
του ρωμαϊκού πολιτισμού, με τις οποίες συνυφάνθηκε στη συνέχεια η χριστιανική
παράδοση. Στις πρωταρχές αυτές θεμελιώθηκε σταδιακά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα με
αποτέλεσμα η «γηραιά ήπειρος» να θεωρείται διεθνώς ότι έχει περιβληθεί το
φωτοστέφανο των γενναίων ιδεών και των πολιτιστικών κατακτήσεων που προάγουν
και εξευγενίζουν τον άνθρωπο. Πρόκειται για μια εξιδανικευμένη μάλλον εκδοχή
της Ευρώπης, της οποίας όμως οι αξίες χειμάζονται στην εποχή μας για δύο βασικά
λόγους. Κατ’ αρχάς, εξαιτίας της μετανεωτερικότητας[1] που
αμφισβητεί θεμελιώδη πνευματικά κεκτημένα, με τα οποία έχει ζυμωθεί η βαθύτερη
ουσία του ευρωπαϊκού πολιτισμού (πρωτοκαθεδρία του λόγου έναντι του εξωλογικού
στοιχείου, προσήλωση στην ιδέα της
προόδου, αποδοχή των δυνατοτήτων της επιστήμης κτλ). Και κυρίως εξαιτίας
της παγκοσμιοποίησης[2], που
αποθεώνει τον οικονομικό παράγοντα και ταυτόχρονα διαστρεβλώνει την αληθινή
σημασία των λέξεων, με αποτέλεσμα ιδανικά όπως η δημοκρατία, η ισότητα και τα
ανθρώπινα δικαιώματα να αποτελούν προσχήματα για τις γεωστρατηγικές σκοποθεσίες
της Νέας Τάξης[3]. Στην ουσία η Ευρώπη των
ημερών μας είναι μια «δεύτερη Ευρώπη», η μεταλλαγμένη Ευρώπη του υλιστικού
ευδαιμονισμού, της εμπορευματοποίησης των πάντων και της άνευ όρων παράδοσης
στην οικονομία της αγοράς – μια Ευρώπη
που έχει εγκαταλείψει την ιδιότητά της ως σημαιοφόρου της πολιτιστικής πορείας
της ανθρωπότητας, έχει απεμπολήσει την «ιδρυτική» φιλοδοξία της να αποτελέσει
αντίβαρο στις υπερδυνάμεις και έχει προ πολλού προσδεθεί στο άρμα των ΗΠΑ ως
υπεργολάβος ή και δορυφόρος τους[4].
Το χειρότερο είναι ότι, εξαιτίας της
απροσχημάτιστης κυριαρχίας ορισμένων κρατών-μελών, που αποσκοπούν στην
οικονομική καθυπόταξη των ασθενέστερων εταίρων και την εξυπηρέτηση άλλων
ανομολόγητων επιδιώξεών τους, οι ευρωπαϊκές αξίες της οικονομικής ανάπτυξης των
λαών και της αλληλεγγύης σε πνεύμα ισότητας και αμοιβαίου σεβασμού
εγκαταλείπονται. Τη θέση τους καταλαμβάνει η βίαιη δημοσιονομική πειθαρχία, που
σε συνδυασμό με την αμείλικτη λιτότητα και την επικράτηση του χρηματοπιστωτικού
συστήματος καταστρέφει σταδιακά τη μεσαία τάξη, αυξάνει την ανεργία, εξουθενώνει
οικονομικά τους πολίτες, υπονομεύει την κοινωνική συνοχή και απομακρύνει το
όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης εξαιτίας του οικονομικού και ψυχικού χάσματος
που δημιουργείται ανάμεσα στους βόρειους και τους νότιους Ευρωπαίους[5].
Επομένως φαίνεται να διαψεύδεται το όραμα του κατ´ εξοχήν «ευρωπαϊστή» Έλληνα
πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος το 1979, κατά την τελετή της
επίσημης ένταξης της Ελλάδας στην (τότε) ΕΟΚ, είχε διατυπώσει την ακόλουθη
ευχή: «Η Ευρώπη να οργανώσει την
οικονομία γύρω από τον άνθρωπο και όχι τον άνθρωπο γύρω από την οικονομία»[6].
2.
Η τριπλή ένσταση και ο οικουμενικός στοχαστής
Ο Αριστοτέλης, από το άλλο μέρος,
παραμένει εξαιρετικά επίκαιρος. Η μεθοδική συλλογή, κατάταξη και μελέτη
δεδομένων από όλους σχεδόν τους τομείς του επιστητού στην εποχή του, η επίμονη
αναζήτηση του αιτίου, η ανάδειξη της σημασίας των εμπειρικών δεδομένων για την
προώθηση της επιστημονικής έρευνας, η αξιοποίηση της σωκρατικής κληρονομιάς
σχετικά με τους «επακτικούς λόγους» και το «ορίζεσθαι
καθόλου», δηλαδή την επαγωγική διαδικασία και τη διατύπωση γενικών ορισμών[7], και
η συστηματοποίηση της τυπικής λογικής
κατέστησαν την επιστημολογία του Αριστοτέλη πολιτιστικό κεφάλαιο της
ευρωπαϊκής σκέψης. Προπάντων όμως η επεξεργασία και η θεωρητική αξιοποίηση της
ελληνικής έννοιας του μέτρου[8], στην
οποία θεμελιώνεται η ηθικοπολιτική διανόηση του φιλοσόφου, ανέδειξαν τη
διδασκαλία του σταθερή βάση αναφοράς για την ευρωπαϊκή φιλοσοφία. Η διεθνής
φιλοσοφική ορολογία (ύλη, ουσία, κατηγορία, συλλογισμός, απόδειξη, επαγωγή,
αίσθηση, γένος, είδος, εντελέχεια, δύναμη κτλ.) είναι σε μεγάλο βαθμό
αριστοτελική και η μεγάλη αντοχή της διδασκαλίας του στη διαδρομή των αιώνων,
σε συνδυασμό με την αποδοχή και το σεβασμό που γνώρισε από διαφορετικούς λαούς
και πολιτισμούς σε πολλά και διάφορα σημεία του πλανήτη, αναδεικνύουν τον
Αριστοτέλη χαρακτηριστικό παράδειγμα οικουμενικού στοχαστή[9].
Όμως πριν προχωρήσουμε, είναι
απαραίτητες ορισμένες προκαταρκτικές παρατηρήσεις. Οποιαδήποτε απόπειρα να
αξιοποιηθεί ο Αριστοτέλης ως οδηγός μας σε μια στοχαστική προσέγγιση της
ευρωπαϊκής κρίσης θα μπορούσε να προσκρούσει σε μια τριπλή ένσταση. Πρώτα
πρώτα, πώς είναι δυνατόν να μας φωτίσει για τα σημερινά δεδομένα και μάλιστα
κατά τρόπο πρωθύστερο ένας κορυφαίος, έστω, φιλόσοφος του παρελθόντος που είχε
ζήσει δυόμιση χιλιάδες περίπου χρόνια πριν από την εποχή μας; Έπειτα, τα
δεδομένα του 4. π. Χ. αιώνα παρουσιάζουν τεράστιες διαφορές συγκρινόμενα με τα
δεδομένα του δικού μας αιώνα και ο Αριστοτέλης, του οποίου ο ηθικοπολιτικός
στοχασμός ήταν σε μεγάλο βαθμό επικεντρωμένος στην ελληνική πόλη των κλασικών
χρόνων, θα ήταν αδύνατον να ενταχθεί στο κλίμα ενός υπερεθνικού σχηματισμού,
όπως η ΕΕ στις αρχές της τρίτης μ.Χ. χιλιετίας, ο οποίος υπήρξε καρπός
κοσμογονικών ιστορικών ανατροπών και πολιτιστικών ζυμώσεων. Αρκεί να θυμηθούμε
πρόχειρα την κατάρρευση του αρχαίου κόσμου, το μεσαίωνα, την αναγέννηση, το
διαφωτισμό, τις ανακαλύψεις, τις ένοπλες συρράξεις μεταξύ των ευρωπαϊκών
κρατών, τη βιομηχανική επανάσταση, τη γαλλική και την οκτωβριανή επανάσταση,
τους δύο παγκόσμιους πόλεμους, τον ψυχρό πόλεμο, την πτώση του τείχους του
Βερολίνου και τη λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης. Αυτά όλα τα συνταρακτικά
δεδομένα, που υπήρξαν η μήτρα από όπου ξεπήδησε η σημερινή Ευρώπη, ήταν τελείως
άγνωστα στον Αριστοτέλη. Τέλος, ενώ ο αριστοτελισμός αντιπροσωπεύει ένα
πολιτιστικό μέγεθος που τοποθετείται στο πεδίο των ιδεών, η ΕΕ είναι μια
υπερκρατική οντότητα με οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και γεωπολιτικές
παραμέτρους. Άρα οι προκείμενοι δύο όροι της συγκρίσεως είναι μεταξύ τους
εντελώς διαφορετικοί με αποτέλεσμα η κίνηση από τον Αριστοτέλη στην Ευρώπη και αντιστρόφως
να φαίνεται ότι αποτελεί κάθε φορά μετάβαση σε άλλο γένος. Πράγμα που σημαίνει ότι θα ήταν ουτοπικό και
αδιανόητο να περιμένει κανείς από τον Αριστοτέλη έτοιμες λύσεις για την
ευρωπαϊκή κρίση των ημερών μας.
Ωστόσο, οι αντιρρήσεις αυτές δεν
μπορούν να αναιρέσουν το γεγονός ότι οι
ιδέες ενός κορυφαίου φιλοσόφου υπηρετούν διαχρονικές ανθρώπινες άξιες, άρα
έχουν τη δυνατότητα να φωτίσουν τα πνεύματα, να ανασηκώσουν τις ψυχές, να
τονώσουν την πνευματική εγρήγορση, να προφυλάξουν από την αυτοεγκατάλειψη στην
αμεριμνησία του τέλματος και τελικά να προσφέρουν βάσεις αναφοράς για
στοχαστικές αποτιμήσεις και διαυγείς επιλογές. Ένας φιλόσοφος είναι επίκαιρος,
εφόσον με τη διδασκαλία του μας οδηγεί στην αυτογνωσία, μας επιτρέπει να
συνειδητοποιήσουμε την απόσταση που μας χωρίζει από το δέον και το ευκταίο, μας
τονώνει την αποφασιστικότητα να αντισταθούμε στον ευτελισμό και στην ισοπέδωση,
μας ενθαρρύνει να αγωνιστούμε για να περισώσουμε ό,τι μπορεί να περισωθεί και
μας αποκαλύπτει ποιες δυνατότητες διανοίγονται ανάμεσα στις μυλόπετρες της
ανάγκης, ώστε να αξιοποιήσουμε τα όποια περιθώρια της ελευθερίας μας για να
επιβιώσουμε σε συνθήκες αξιοπρέπειας. Η αλήθεια, την οποία ένας οικουμενικός
φιλόσοφος σαν τον Αριστοτέλη μάς βοηθάει να προσεγγίσουμε, κατά το μέτρο που οδηγεί
στην αυτοσυνειδησία και την επίγνωση καταστάσεων, είναι ένα είδος έλλογης
δράσης σε «δυνάμει» κατάσταση -- μια δυναμική παρέμβαση που ανά πάσα στιγμή
μπορεί να εκδηλωθε ί[10].
Βέβαια, η κατάκτηση της αλήθειας μπορεί
να απαιτεί εκ μέρους μας μόχθο, να μας θέτει ενώπιον των ευθυνών μας, να μας
τρομάζει ή και να μας πληγώνει. Όμως αυτά όλα δεν είναι επαρκής αιτία για να εγκαταλείψουμε
την αναζήτησή της. Πιστεύουμε, λοιπόν, πως η διαχρονική εμβέλεια των θεωρήσεων
του Αριστοτέλη θα μας επιτρέψει να προσεγγίσουμε στοχαστικά ορισμένες καίριες
πτυχές της κρίσης, από την οποία ταλαιπωρείται σήμερα η Ευρώπη [11].
η συνέχεια ΕΔΩ: Η ευρωπαϊκή κρίση και η Αριστοτελική φιλοσοφία.pdf
(*) Ομιλία που έγινε στις 13
Ιουλίου 2016 στην Aula
της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου)
στο πλαίσιο των εργασιών του Παγκόσμιου Συνεδρίου με θέμα τη Φιλοσοφία του
Αριστοτέλη (Αθήνα, 9-15 Ιουλίου 2016).
[1] Ή, κατ’ άλλους, της ριζοσπαστικοποίησης
της νεωτερικότητας, που είναι στην ουσία το ίδιο. Antony Giddens, The consequences of modernity, Polity
Press, Cambridge, 1997, 51: «Δεν έχουμε κινηθεί εκείθεν της νεωτερικότητας,
αλλά διερχόμαστε, ακριβώς, τη φάση της ριζοσπαστικοποίησής της».
[2] Βλ. σχετικά, ό.π., 63-64, 177.
[3] Η διαστρέβλωση της σημασίας ορισμένων
λέξεων συστοιχεί με την καταχρηστική προσφυγή σε ορισμένες άλλες, των οποίων η
χρήση γενικεύεται υπέρμετρα, βλ. Pascal Bruckner, La mélancolie
démocratique
(ελλ. μτφρ. Η μελαγχολική δημοκρατία, Αστάρτη,
Αθήνα, 1991, 128: «Αν υπάρχει ένας όρος που έκανε κεραυνοβόλο καριέρα στα
τελευταία πενήντα χρόνια σε σημείο να κακοποιείται συνεχώς και να αδειάζεται
από κάθε περιεχόμενο είναι ακριβώς η λέξη ‘φασισμός’. (…) Η ελευθερία των ηρώων
του Μαλρώ και του Καμύ ήταν ‘φασιστική’ (…), ο γκωλισμός σημάδευε την επιστροφή
στο φασισμό, σύμφωνα με την αριστερά του 1958, τα CRS ήταν SS σύμφωνα με το
γνωστό σλόγκαν, η γαλλική δημοκρατία μια απλή παραλλαγή της φαιάς πανώλους σύμφωνα
με ένα διάσημο τεύχος των «Temps Modernes»
του 1971, ακόμη και η γλώσσα ήταν φασιστική, αν πιστέψουμε τον Ρολαν Μπαρτ στον
εναρκτήριο λόγο του στο Collège de France!». «Ο φασισμός ήταν λοιπόν οτιδήποτε
αντιστεκόταν στο άμεσο καπρίτσιο των ατόμων».
[4] Βλ. Κυριάκου
Κατσιμάνη, «Οι «δύο Ευρώπες», Παρέμβαση
κατά τη συζήτηση που οργάνωσε το Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκής Εταιρείας
Πολιτισμού με θέμα «Η Ενωμένη Ευρώπη και οι Πολιτισμικές της Αξίες», in Ευρωπαϊκή Έκφραση, 76(2010),18-19.
[5] Χαρακτηριστικό
παράδειγμα η άμεση προτεραιότητα που αποδίδει η ΕΕ στη συγκράτηση των τιμών και
την κατοχύρωση του ανταγωνισμού με ταυτόχρονη απαγόρευση στα κράτη ή σε άλλες
κρατικές αρχές να δανείζονται από τις εθνικές τράπεζες. Αυτό σημαίνει ότι τα
κράτη μέλη, για την κάλυψη των ελλειμμάτων τους, υποχρεώνονται να επιβάλλουν
στους πολίτες ολοένα και σκληρότερη λιτότητα και να προσφεύγουν παράλληλα στον
εξωτερικό δανεισμό. Με τον τρόπο, όμως, αυτό το εξωτερικό χρέος διογκώνεται
διαρκώς, ενώ οι πολίτες καταδικάζονται σε δραματική πτωχοποίηση.
[6] Βλ. Κωνσταντίνου
Καραμανλή, δήλωση για την Ευρώπη (1979): :
--
Εύγλωττα είναι και όσα αναφέρει σε επιστολή του προς τους κκ. Σουλτς, Βαν Ρομπέι και Μπαρόζο ο
Έλληνας καθηγητής του Δικαίου της ΕΕ στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Παναγιώτης Ι.
Κανελλόπουλος, ο οποίος είχε τιμηθεί με τον τίτλο του Καθηγητή της
έδρας Jean Monnet από το 1999, λόγω του ότι είχε αρμοδίως αναγνωριστεί
το ερευνητικό, το διδακτικό και το συγγραφικό του έργο που ήταν αφιερωμένο στην
ευρωπαϊκή ενοποιητική ιδέα: «Πώς θα δεχθούν οι φοιτητές μου όσα συνήθως τους
διδάσκω για την προσπάθεια δημιουργίας πνεύματος αλληλεγγύης και
υπερεθνικής ενότητας των κρατών και των λαών της Ευρώπης, όταν πολλοί επίσημοι
Ευρωπαίοι κηρύττουν το μίσος και την περιφρόνηση σε βάρος της Ελλάδας και των
Ελλήνων, αλλά και άλλων κρατών μελών, που παρουσιάζουν οικονομικά προβλήματα,
θέτοντας (ενν. οι επίσημοι Ευρωπαίοι) πάντα το εθνικό ή πολιτικό τους συμφέρον
υπεράνω του κοινοτικού; Όλοι αυτοί κατηγορούν τους λαούς των μεσογειακών κρατών
μελών ότι δεν ακολουθούν τον δικό τους (ενν. τον ευρωπαϊκό) τρόπο ζωής και
δράσης, ζητώντας την τιμωρία τους, (…)! Είναι δυνατόν να ακούγονται τέτοιοι
ισχυρισμοί; Αυτή είναι η ουσία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης;». (http://www.protothema.gr/politics/article/237877/aksiotimoi-kyrioi-proedroi-ths-ee_-ti-na-po-stoys-foithtes-moy/.).
[7] Αριστοτ., Μετ. τα Φυσ. 1078 b
27-31, «DÚo g£r ™stin ¤ tij ¨n ¢podo…h Swkr£tei dika…wj, toÚj t'
™paktikoÝj lÒgouj kaˆ tÕ Ðr…zesqai kaqÒlou. taàta g£r ™stin ¥mfw perˆ ¢rc¾n
™pist»mhj)· –¢ll' Ð mn Swkr£thj t¦ kaqÒlou oÙ cwrist¦ ™po…ei oÙd toÝj
ÐrismoÚj· oƒ d' ™cèrisan, kaˆ t¦ toiaàta tîn Ôntwn „dšaj proshgÒreusan».Σχετικό με το θέμα είναι το άρθρο του Κυριάκου Κατσιμάνη
«Η συμβολή του Σωκράτη στην ανάπτυξη της λογικής», in Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου με θέμα «Ο Σωκράτης σήμερα», Αθήνα, 2003, 167-178.
[8] Πρβλ. R.-A.
Gauthier, La morale d’ Aristote, Presses Universitaires de France, Paris,
1973, 70 : «Οικεία για μακρό χρονικό διάστημα στην
ελληνική σκέψη, η ιδέα του ορθής μεσότητας είχε στην εποχή του Αριστοτέλη
εισβάλει σε όλους τους τομείς της ζωής
και της σκέψης. Πραγματικά, τη βρίσκουμε παντού τον 5. αιώνα π.Χ.: στους νέους Ίωνες φιλοσόφους, στον
Πρόδικο, που την εισάγει στη ρητορική, στους Πυθαγορείους, που την εισάγουν στα
μαθηματικά, και προπάντων στους ιατρούς. Από την ιατρική περνά, με το
Δημόκριτο, στην ηθική φιλοσοφία. Όταν ο Αριστοτέλης, με τη σειρά του, επικαλείται
την «ορθή μεσότητα», έχει ίσως στο νου του (…)
την πλατωνική θεωρία του πέρατος, αλλά εμπνέεται προπάντων από μια γενικευμένη
χρήση, για να εκφράσει μια προσωπική ιδέα»
[9] Για μια συνοπτική θεώρηση του
Αριστοτέλη και της διδασκαλίας του, βλ. W.D. Ross, Aristotle (ελλ.μτφρ.),
Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, Αθήνα, 1993, Κ.Δ. Γεωργούλη,
Αριστοτέλης ο Σταγιρίτης, εκδ.
Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Χαλκιδικής, Θεσσαλονίκη, 1962 .και Βασίλη Κάλφα «Αριστοτέλης» από την σειρά Οι
Μεγάλοι Έλληνες, εκδόσεις SKY http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2016/02/blog-post_4314.html
[10] Βλ. και Κυριάκου Κατσιμάνη, «Ο Αριστοτελισμός ως ανάχωμα
στις στρεβλώσεις της παγκοσμιοποίησης». Ανακοίνωση
στο πλαίσιο του 35ου Ετήσιου
Συνεδρίου της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων (6-8 Νοεμβρίου 2008), in
Αριστοτέλης,
Kορυφαίος διδάσκαλος και
στοχαστής,
Ελληνοεκδοτική, Αθήνα, 2009, 259-271. Το θέμα της φιλοσοφίας ως δυναμικής παρέμβασης
αναπτύσσεται και στα παρακάτω άρθρα του ίδιου:
α) «Η επιστροφή της Φιλοσοφίας. Με αφορμή το 23ο Παγκόσμιο
Συνέδριο Φιλοσοφίας», διάλεξη που δόθηκε στο Σύλλογο των
Αθηναίων, στο: https://docs.google.com/viewer?a=v&pid=sites&srcid=ZGVmYXVsdGRvbWFpbnxra2F0c2ltYW5pc2dyfGd4OjYzMmFkZDE2NTE2MmY2M2M
και β) «Μπορεί άραγε η
Φιλοσοφία να ‘αλλάξει’ τον κόσμο;». Ανακοίνωση
στο Πρώτο Παγκόσμιο Ολυμπιακό Συνέδριο Φιλοσοφίας (Σπέτσες, 28/6 - 2/7
2004), in K.
Βουδούρη - Ευαγγ. Μαραγγιανού, Φιλοσοφία,
ανταγωνιστικότητα και αγαθός βίος», εκδ. Ιωνία, Αθήνα, 2004-2005, 81-87.
[11] Ποιος φοβάται τη φιλοσοφία; Σε ειδικό αφιέρωμα με τον τίτλο
«Φιλοσοφία και οικονομικά» του
φιλοσοφικού περιοδικού Cogito διαβάζουμε τα εξής: γνωστός Αμερικανός
οικονομολόγος είχε δηλώσει παλαιότερα ότι, στη σκέψη και μόνο πως η φιλοσοφία
επιβάλλεται να επιστρέψει στην οικονομική σκέψη, θυμάται τον Goering, ο οποίος,
όταν άκουγε τη λέξη ‘κουλτούρα’, τραβούσε
το περίστροφό του! Και τον θυμάται, επειδή η Φιλοσοφία, κατά τη γνώμη του,
συσκοτίζει τη σκέψη του οικονομολόγου απομακρύνοντάς την από τη μελέτη των οικονομικών
και κοινωνικών προβλημάτων και
εμπλέκοντάς την σε ανούσιες και άχρηστες γενικές αναζητήσεις (σελ.29). –
Επειδή, λοιπόν, παρόμοιες θέσεις εξακολουθούν να διατυπώνονται και μάλιστα με
επιμονή (έστω και κατά τρόπο περισσότερο «κομψό»), ας το επαναλάβουμε για όσους
δυσκολεύονται να το κατανοήσουν. Αυτό εδώ το άρθρο δεν απηχεί τις απόψεις ούτε των κοινοτικών λογιστών και
γραφειοκρατών ούτε των ποικιλώνυμων
τεχνοκρατών που υπηρετούν τις παγκοσμιοποιημένες «αγορές». Είναι μια φιλοσοφική
προσέγγιση της ευρωπαϊκής κρίσης με σαφή αναφορά στις θεωρητικές προϋποθέσεις και τις αφετηριακές παραδοχές
που σχετίζονται με την Ευρωπαϊκή Ένωση ως φορέα πολιτισμού και ως εκφραστή
αξιών. Η προσέγγιση αυτή δεν βασίζεται σε έτοιμες αλήθειες και δεν θεωρεί
τίποτα δεδομένο. Αντίθετα, το όλο θέμα το θέτει εξ υπαρχής --το «ξανακάνει
πρόβλημα», όπως έλεγε ο Παπανούτσος-- και μάλιστα σε λειτουργική συνάφεια με
την όλη ανθρώπινη κατάσταση, η οποία εμπλέκεται στη σχετική έρευνα ως μέρος του
προβλήματος. Για τη λειτουργία της Φιλοσοφίας ως έρευνας αλλά και ως στάσης
ζωής βλ. Κυριάκου Κατσιμάνη, α) «Οι
τρεις εκφάνσεις της φιλοσοφίας και η σημασία της για τα νέο άνθρωπο», in Φιλοσοφία, “σεμινάριο 6” της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων, Αθήνα, Απρίλης 1986, 12-18 και β) «Η
επιστροφή της Φιλοσοφίας…», ό.π.
ΘΕΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου