Γράφει η Φανούλα Αργυρού, Λονδίνο
Σε μια δίκη-παρωδία εις βάρος των Ελλήνων, οι Τουρκοκύπριοι δολοφόνοι αθωώθηκαν. Γιατί τα πορίσματα σχετικής έρευνας δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα. Τι αποκάλυψε στο Θ. Δέρβη Βρετανός αξιωματούχος.
Ο ΣΕΡ ΧΙΟΥ ΦΟΥΤ
Σε τηλεγράφημά του έλεγε πριν από τη δίκη ότι οι κατηγορούμενοι δεν θα καταδικάζονταν!
Στις 12 Ιουνίου 1958, οι Τούρκοι έσφαξαν οκτώ Κοντεμενιώτες και τραυμάτισαν πολλούς άλλους. Σύμφωνα με μαρτυρίες και γεγονότα, οι Άγγλοι αποικιοκράτες κατηγορούνται ότι συνεργάστηκαν με τους Τούρκους και ουσιαστικά οδήγησαν τους δίσμοιρους Έλληνες του Κοντεμένου στη σίγουρη σφαγή στο Κιόνελι.
Μετά τα γεγονότα της 12ης Ιουνίου 1958, ο τότε κυβερνήτης Σερ Χιου Φουτ διέταξε αναγκαστικά έρευνα, το πόρισμα της οποίας δεσμεύθηκε να δώσει στη δημοσιότητα. Ας δούμε, λοιπόν, πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, όπως μας τα παρουσιάζουν τα βρετανικά αποδεσμευθέντα έγγραφα και τι ακριβώς συνέβη στα παρασκήνια, κάτι που μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστο.
Ορίστηκε, λοιπόν, από τον κυβερνήτη μια επιτροπή, με όρους εντολής να διερευνήσει το όλο θέμα (Commission of Inquiry into the Geunyeli Incidents). Επικεφαλής της Επιτροπής αυτής διορίστηκε ο τότε αρχιδικαστής Σερ Paget J. Bourke.
Η Επιτροπή συνήλθε για την πρώτη της συνεδρία στις 20 Ιουνίου σε αίθουσα της Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας και απαρτιζόταν από τους ακόλουθους: Εκ μέρους της αποικιακής κυβέρνησης ο Γενικός Εισαγγελέας Σερ Τζέιμς Χένρι και ο Τζ. Πάλαρτ, δικηγόρος του Στέμματος.
Εκ μέρους των δολοφονηθέντων και των συγγενών τους οι δικηγόροι: Γ. Χρυσαφίνης, Ι. Κληρίδης, Σ. Παυλίδης, Ξ. Κληρίδης, Λ. Δημητριάδης, K. Φάνος, Γ. Λαδάς και Μ. Τριανταφυλλίδης.
Εκ μέρους των Τουρκοκυπρίων κατηγορουμένων, Ερόλ Μεχμέτ Ασίμ, Χασάν Χουσεΐν, Χασάν Ομέρ Μουλά Αλί και Ισμαΐλ Αλί ΧατζιΧασάν, οι Τουρκοκύπριοι δικηγόροι Ραούφ Ντενκτάς και Εργούν Μουνίρ. Και ο συνταγματάρχης Τζ. Χάμιλτον, εκ μέρους των βρετανικών αποικιακών στρατιωτικών Αρχών.
Η Επιτροπή ερεύνησε το θέμα και πήρε μαρτυρίες, και η έρευνά της διήρκεσε από τις 20 Ιουνίου μέχρι τις 28 Ιουνίου 1958. Δόθηκε στον κυβερνήτη Σερ Χιου Φουτ στις 2 Ιουλίου 1958. Όμως, το περιεχόμενό της δεν δόθηκε στη δημοσιότητα μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου 1958. Κατ’ αρχάς χρησιμοποίησαν τη δικαιολογία ότι έπρεπε να περιμένουν να γίνει και να τελειώσει η δίκη των 9 Τουρκοκυπρίων κατηγορουμένων για τις σφαγές και μετά να δοθεί στη δημοσιότητα το πόρισμα της Επιτροπής. Η δίκη όμως, που ήταν μια αισχρή παρωδία εις βάρος των Ελλήνων, έκλεισε υπέρ της αθώωσης των Τουρκοκυπρίων την 1η Σεπτεμβρίου 1958 και όμως το πόρισμα ακόμα δεν διδόταν στη δημοσιότητα. Το γιατί θα το δούμε στη συνέχεια.
Αποζημιώσεις
Στις 13 Δεκεμβρίου 1958, ο κυβερνήτης Σερ Χιου Φουτ ενημερώνει τον Υπ. Αποικιών ότι κανένας από τους συγγενείς των θυμάτων είχε μέχρι τότε κάνει αίτηση για οικονομική βοήθεια. Αν έπαιρναν τέτοιες αιτήσεις θα τις εξέταζε η Επιτροπή για Ex Gratia Payments. Όμως, ο κυβερνήτης ήταν της άποψης ότι τέτοιες αιτήσεις θα απερρίπτοντο, σύμφωνα με την πολιτική της κυβέρνησής του να ελαχιστοποιεί τέτοιες πληρωμές στο κοινό. Όμως, παράλληλα, τόνισε ότι τον ίδιο καιρό αναθεωρούσαν το όλο θέμα οικονομικής βοήθειας σε τέτοιες περιπτώσεις, με ιδιαίτερη έμφαση στα γεγονότα της Αμμοχώστου και Κιόνελι, και ότι ο ίδιος (κυβερνήτης) θα ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει οικονομική βοήθεια στα θύματα του Κιόνελι. Ο Φουτ συμπλήρωνε λέγοντας ότι η συμβουλή που είχε πάρει από τους συμβούλους του ήταν όπως αποφεύγεται η λέξη «αποζημίωση» στο θέμα και εχρησιμοποιείτο ο όρος «οικονομική βοήθεια».
Εξ όσων γνωρίζουμε, κανένας μέχρι σήμερα δεν ζήτησε είτε αποζημίωση είτε οικονομική βοήθεια από την τότε αποικιακή κυβέρνηση για τη σφαγή των συγγενών τους ή τους τραυματισμούς. Όπως μας παρουσιάζουν τα πράγματα τα βρετανικά έγγραφα, οι αποικιοκράτες είχαν κάνει τη σκέψη αυτή και ήσαν ήδη προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν τις πιθανότητες απαίτησης αποζημίωσης υπό τη μορφή της «οικονομικής βοήθειας».
Γιατί οι δικηγόροι των συγγενών των θυμάτων και των τραυματισθέντων δεν απαίτησαν αποζημιώσεις εκ μέρους των πελατών τους; Και ας μη μας πουν σήμερα, όσοι ζουν, ότι δεν γνώριζαν περι τέτοιων δικαιωμάτων.
Στο πόρισμα τονίζεται ότι πριν από τα γεγονότα της 12ης Ιουνίου, συγκεκριμένα από τις 7 Ιουνίου, είχαν ξεκινήσει ενδοκοινοτικές ταραχές και υπήρξαν πολλές περιπτώσεις τουρκικών επιθέσεων, ειδικά στη Λευκωσία, εναντίον της ελληνικής κοινότητας και κατά ελληνικών περιουσιών…
Oι σφαγιασθέντες
Την Πέμπτη 12 Ιουνίου 1958, στη διάρκεια του ένοπλου αντιαποικιακού αγώνα της ΕΟΚΑ, Εγγλέζοι συνέλαβαν 30 άοπλους κι ανύποπτους χωρικούς από τον Κοντεμένο, και προμελετημένα τους παρέδωσαν, ανυπεράσπιστους και παγιδευμένους, για σφαγή, σε εξτρεμιστές Τούρκους του χωριού Κιόνελι. Κατακρεουργήθηκαν οκτώ: (1) Σωτήρης Λοΐζου 17χρ. (2) Γιώργος Σταύρου 17χρ. (3) Πέτρος Σταύρου 21χρ. (4) Ευριπίδης Κυριακού 24 χρ. (5) Ιωάννης Σταύρου 31χρ. (6) Χαράλαμπος Σταύρου 34χρ. (7) Χριστόδουλος Σταύρου 34χρ. (8) Κωστάκης Μουρρής 34χρ. Τραυματίστηκαν σοβαρά άλλοι έξι.
Δίκη παρωδία – Αθώοι όλοι οι κατηγορούμενοι
Η απOφαση βγήκε την 1η Σεπτεμβρίου 1958. Ο Σερ Χιου Φουτ ενημερώνει αυθημερόν το Λονδίνο ότι το δικαστήριο (την 1 Σεπτεμβρίου 1958), βρήκε όλους τους Τουρκοκύπριους κατηγορουμένους (σύνολο 9) αθώους. Η απόφαση βασίστηκε στον ισχυρισμό ότι οι μαρτυρίες των αυτοπτών μαρτύρων δεν ήσαν έγκυρες και τεκμηρειωμένες. Όμως, σύμφωνα με τα βρετανικά έγγραφα, ο Σερ Χιου Φουτ γνώριζε εκ των προτέρων, (τηλεγράφημα ημερ. 24 Ιουλίου 1958 προς Υπ. Αποικιών) ότι οι κατηγορούμενοι Τουρκοκύπριοι δεν θα κατεδικάζοντο!
Επέμβαση Λονδίνου στο πόρισμα της Επιτροπής
Στις 9 ΙουλΙου 1958, το Γραφείο Αποικιών σημείωνε ότι η πρώτη αντίδραση του Γραφείου Πολέμου ήταν αρνητική στην ανάγκη δημοσιοποίησης της έκθεσης. Όμως και εφόσον ο κυβερνήτης είχε ήδη δημόσια δεσμευθεί (17 Ιουνίου) να τη δώσει στη δημοσιότητα σε κάποια φάση, αυτό βέβαια θα ήταν εις βάρος των σωμάτων ασφαλείας. «…Οι πλέον βλαβερές παράγραφοι του πορίσματος είναι η 37 και η 38, που λένε ότι κατά την άποψη του Αρχιδικαστή, ο τρόπος με τον οποίο τα σώματα ασφαλείας χειρίστηκαν το θέμα ήταν παράνομος… Σίγουρα το πόρισμα δημιουργεί ερωτήματα για τιμωρία, αγωγές, και βέβαια αποζημιώσεις. Αν ο κυβερνήτης δεχθεί το πόρισμα της Επιτροπής, τότε θα εναπόκειται σε πληρωμές αποζημιώσεων, για να αποφευχθούν πιθανές αγωγές. Τέτοιες αποζημιώσεις θα είναι ευθύνη της κυβέρνησης της Κύπρου, για την οποία εργάζονται τα σώματα ασφαλείας. Τιμωρίες, από την άλλη, θα είναι της αρμοδιότητας των στρατιωτικών Αρχών… Είναι ατυχές, βέβαια, που ο Αρχιδικαστής δεν κατάφερε να εξακριβώσει με μεγαλύτερη ακρίβεια το πώς οι Τούρκοι κατέστρωσαν την παγίδα. Το γεγονός ότι η ομάδα των Ελλήνων, μετά την αποβίβασή τους από τα στρατιωτικά οχήματα, βρέθηκαν μέσα σε μια προετοιμασμένη παγίδα εντός μιας συγκριτικά κοντινής απόστασης, μας λέει ότι είτε οι Τούρκοι είχαν την πληροφορία για τις στρατιωτικές ενέργειες προκαταβολικώς, είτε έδρασαν με τρομερή ετοιμότητα παρακολούθησης. Δυστυχώς, η σειρά των γεγονότων δεν είναι ξεκάθαρη στο πόρισμα. Είμαι σίγουρος ότι αυτό το σημείο θα εκληφθεί από τους Έλληνες ως ένδειξη ότι η Επιτροπή προσπαθεί να καλύψει κάποιον (είτε Βρετανό είτε Τούρκο)…»
Στις 15 Ιουλίου 1958, το Γραφείο Αποικιών σημείωνε: «Σας είπα για τις έντονες αντιδράσεις του Υπουργού Πολέμου στη δημοσιοποίηση της Έκθεσης όπως έχει, με την παράγραφο 38 που καταγράφει ότι ο τρόπος δράσης των σωμάτων ασφαλείας ήταν ”παράνομος” (unlawful). O δικός μας Υπουργός (Αποικιών) συμφώνησε ότι αυτό θα είχε το χειρότερο αποτέλεσμα υπό τις σημερινές συνθήκες και ότι συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο Υπουργών όπως εισηγηθούμε στον κυβερνήτη και τον αρχιδικαστή να ετοιμαστεί ένα συντομευμένο πόρισμα… Υπέδειξε ότι ο αρχιδικαστής είναι ανένδοτος και επιμένει να περιληφθεί η επίμαχη αναφορά… η καλύτερή μας ελπίδα είναι να τον πείσουμε…»
Στις 25 Αυγούστου 1958, το Γραφείο Αποικιών προσθέτει: «…O κυβερνήτης εισηγείται όπως καλέσουμε τον Αρχιδικαστή Σερ Πάκετ Μπουρκ είτε να διορθώσει την παράγραφο 38 είτε να ετοιμάσει μια σύνοψη του πορίσματος… Οι παράγραφοι που προβληματίζουν περισσότερο είναι οι 21-24, που ασχολούνται με τη λανθασμένη οδηγία να πάρουν την ομάδα των Ελλήνων στο Κιόνελι και τη σύγχυση που επικρατούσε στα γραφεία Επιχειρήσεων στη Λευκωσία. Οι παραγράφοι 31-32, που αναφέρονται στην πρακτική να οδηγούνται ενοχλητικά πρόσωπα κάποια μίλια μακριά από το σπίτι τους και να τους ζητείται να περπατούν πίσω. Οι παραγράφοι 37-38, που είναι και οι κύριες παράγραφοι που ενοχλούν σημαντικά… Τώρα, πρέπει να αποφασίσουμε πώς να προσεγγίσουμε τον Σερ Πάκετ Μπουρκ…».
Επιστολή δικηγόρων των θυμάτων προς κυβερνήτη
Με επιστολή τους ημερ. 10 Οκτωβρίου 1958, οι δικηγόροι Στ. Παυλίδης, Γ. Χρυσαφίνης, Ι. Κληρίδης, Γλ. Κληρίδης, Μ. Τριανταφυλλίδης, Ξ. Κληρίδης, Κ. Φάνος και Λ. Δημητριάδης, ζήτησαν από τον κυβερνήση Σερ Χιου Φουτ, και εφόσον είχε ήδη γίνει και η δίκη των Τουρκοκυπρίων οι οποίοι είχαν αθωωθεί, να δώσει στη δημοσιότητα την Έκθεση της Επιτροπής. Δεν έβλεπαν κανένα λόγο πλέον να καθυστερεί η δημοσιοποίησή της.
Ο δικηγόρος Λεύκος Κληρίδης δημοσίευσε επιστολή στον τοπικό Τύπο, με τίτλο «Έρευνα για το Κιόνελι – Γιατί η σιωπή;» ζητώντας τη δημοσιοποίησή της και τονίζοντας ότι ολόκληρη η Κύπρος περιμένει απάντηση.
Στις 21 Οκτωβρίου 1958, ο Υπουργός Πολέμου έγραψε στον Υπουργό Αποικιών, ζητώντας όπως μη βρεθεί ένοχος ο αξιωματούχος των σωμάτων ασφαλείας για την απόφαση που πήρε, και το πόρισμα όντως τον έβρισκε ένοχο, γιατί αυτό θα έβλαπτε το ηθικό των σωμάτων ασφαλείας. Ζήτησε όπως ο κυβερνήτης προσθέσει π.χ. μια παράγραφο στο τέλος του πορίσματος, τονίζοντας ότι ο ίδιος δεν συμφωνεί ότι η πράξη του αξιωματούχου ήταν λανθασμένη…
Την 1η Νοεμβρίου 1958, ο κυβερνήτης με τηλεγράφημά του προς τον Υπ. Αποικιών τον ενημέρωνε ότι είχε συζητήσει το θέμα με το Στρατηγό Ντάρλινγκ και τον Αρχιδικαστή… Ο Στρατηγός Ντάρλινγκ είπε ότι θα βοηθούσε τα μέγιστα αν αφαιρείτο από την παράγραφο 38 η πρόταση που ενοχοποιούσε. Συζήτησε, είπε, ιδιωτικά με τον Αρχιδικαστή το θέμα, ο οποίος του είπε, όμως, πως έχοντας ήδη καταθέσει το πόρισμα, δεν ήταν διατεθειμένος να το τροποποιήσει. Όμως ο Αρχιδικαστής άφησε να νοηθεί ότι δεν θα έφερνε ένσταση, αν ο κυβερνήτης τελικά δημοσιοποιούσε το πόρισμα αφαιρώντας κάποιες προτάσεις…
Επεμβάσεις και αλλοιώσεις
Τελικά και αφού προηγήθηκαν έντονες παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, ο Αρχιδικαστής δέχθηκε και έγιναν μετατροπές. Αφαιρέθηκε η ενοχλητική πρόταση στην παράγραφο 38, που αποκαλούσε ως παράνομο τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκαν το όλο θέμα τα σώματα ασφαλείας και αφαιρέθηκε και από την παράγραφο 32 η επί λέξει αναφορά του Συνταγματάρχη Redgrave, o οποίος και κατεύθυνε τους Έλληνες του Κοντεμένου στη σίγουρη σφαγή από τους Τούρκους…
Μετάφραση της παραγράφου 38 ως είχε 2 Ιουλίου 1958: «Έχω καλεστεί από τον Colonel Hamilton, που αντιπροσωπεύει το Στρατό, να υποστηρίξω όχι μόνο ότι όλοι ενέργησαν με καλή πίστη, κάτι που δεν είχα δυσκολία να κάνω, αλλά επίσης ότι η διαταγή που δόθηκε και η δράση επ’ αυτής που λήφθηκε ήσαν λογικές. Δεν μπορώ να το κάνω. Δεν γίνεται να είμαστε σοφότεροι μετά τα γεγονότα. Το μόνο συμπέρασμα που μπορώ να υποστηρίξω είναι ότι ο τρόπος που υιοθετήθηκε ήταν απερίσκεπτος και λανθασμένος. Ήταν επίσης, κατά την άποψή μου, παράνομος. Δεν λέω ούτε για ένα λεπτό πως το τι συνέβη μπορούσε λογικά να προβλεφθεί. Δεν προτείνω να διερευνήσω τις πιθανότητες. Το γεγονός είναι ότι μια ομάδα Ελλήνων, που συνελήφθησαν με την υποψία ότι θα επετίθεντο κατά των Τούρκων, πιέσθηκε και εξαναγκάσθηκε εν καιρώ αυξημένης ενδο-κοινοτικής έντασης, να περπατήσει διά μέσου τουρκικών περιουσιών, μακριά από τουρκικό χωριό, όμως προς τη γενική κατεύθυνση ενός τουρκικού συνοικισμού δίχως την επίβλεψη των σωμάτων ασφαλείας, παραμένοντας στο δρόμο Κερύνειας.
Αμφότεροι ο Assistant Chief Constable Rice και ο Assistant Superintendent Trusler θεωρούν την πορεία αυτή μη σοφή και προσπάθησαν να προστατεύσουν τους εαυτούς των από το να φανούν οξυδερκείς απλώς μετά τα γεγονότα».
Ομολογία Βρετανού στο Δέρβη
ΣTIΣ 14 Ιουνίου 1958, ο τότε δήμαρχος Λευκωσίας δρ Θεμιστοκλής Δέρβης έστειλε τηλεγράφημα στον κυβερνήτη Σερ Χιου Φουτ, το οποίο μεταβιβάστηκε σε Λονδίνο, Αθήνα και Άγκυρα. Ο δρ Δέρβης έλεγε στο τηλεγράφημα ότι τον επισκέφθηκε ο Brigadier, υπεύθυνος ασφάλειας της περιοχής, το πρωί της 14ης και του είπε ότι το ανακοινωθέν της κυβέρνησης δεν ανταποκρινόταν στα γεγονότα. Ο εν λόγω Βρετανός του είπε ότι την όλη ευθύνη φέρει ο Βρετανός αξιωματούχος (προφανώς ο Redgrave, βλέπε πιο κάτω), ο οποίος οδήγησε τους Έλληνες από τον Κοντεμένο στο τουρκικό χωριό Κιόνελι και τους διέταξε να επιστρέψουν πεζοί στο χωριό τους. Ζητήθηκε από τον δρα Δέρβη να προβεί σε έκκληση προς το λαό να μείνει ήρεμος, όμως ο δρ Δέρβης αρνήθηκε να πάρει τέτοια ευθύνη, όπως έγραψε στο τηλεγράφημα, προτού αποκατασταθεί η αλήθεια και γίνει αποδοχή της ευθύνης του νεαρού αξιωματικού…
Τι γνώριζαν οι Ελληνοκύπριοι δικηγόροι;
Οι επεμβάσεις/λογοκρισία του Λονδίνου για αφαίρεση λέξεων, παραγράφων από το αρχικό πόρισμα της Επιτροπής, που ενοχοποιούσαν τους Άγγλους για την εγκληματική τους πράξη, ήσαν γνωστές στους δικηγόρους των Ελληνοκυπρίων; Aν ναι, γιατί δεν προέβησαν σε διαμαρτυρίες και ξεσκέπασμα της λογοκρισίας της οποίας έτυχε το αρχικό κείμενο του πορίσματος, όταν αυτό τελικά δόθηκε στη δημοσιότητα το Δεκέμβριο του 1958; Όσον αφορά στην παράγραφο 38, ίσως αυτή να μην τους ήταν γνωστή, όμως, η αφαίρεση τής επί λέξει μαρτυρίας που έδωσε ο Συνταγματάρχης Redgrave θα πρέπει να τους ήταν γνωστή. Γιατί δεν διαμαρτυρήθηκαν όταν αυτή αφαιρέθηκε από το πόρισμα που δόθηκε τελικά στη δημοσιότητα;
www.sigmalive.com/simerini
Ίδρυμα Στρατηγού Γ. Γρίβα-Διγενή
Σε μια δίκη-παρωδία εις βάρος των Ελλήνων, οι Τουρκοκύπριοι δολοφόνοι αθωώθηκαν. Γιατί τα πορίσματα σχετικής έρευνας δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα. Τι αποκάλυψε στο Θ. Δέρβη Βρετανός αξιωματούχος.
Ο ΣΕΡ ΧΙΟΥ ΦΟΥΤ
Σε τηλεγράφημά του έλεγε πριν από τη δίκη ότι οι κατηγορούμενοι δεν θα καταδικάζονταν!
Στις 12 Ιουνίου 1958, οι Τούρκοι έσφαξαν οκτώ Κοντεμενιώτες και τραυμάτισαν πολλούς άλλους. Σύμφωνα με μαρτυρίες και γεγονότα, οι Άγγλοι αποικιοκράτες κατηγορούνται ότι συνεργάστηκαν με τους Τούρκους και ουσιαστικά οδήγησαν τους δίσμοιρους Έλληνες του Κοντεμένου στη σίγουρη σφαγή στο Κιόνελι.
Μετά τα γεγονότα της 12ης Ιουνίου 1958, ο τότε κυβερνήτης Σερ Χιου Φουτ διέταξε αναγκαστικά έρευνα, το πόρισμα της οποίας δεσμεύθηκε να δώσει στη δημοσιότητα. Ας δούμε, λοιπόν, πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, όπως μας τα παρουσιάζουν τα βρετανικά αποδεσμευθέντα έγγραφα και τι ακριβώς συνέβη στα παρασκήνια, κάτι που μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστο.
Ορίστηκε, λοιπόν, από τον κυβερνήτη μια επιτροπή, με όρους εντολής να διερευνήσει το όλο θέμα (Commission of Inquiry into the Geunyeli Incidents). Επικεφαλής της Επιτροπής αυτής διορίστηκε ο τότε αρχιδικαστής Σερ Paget J. Bourke.
Η Επιτροπή συνήλθε για την πρώτη της συνεδρία στις 20 Ιουνίου σε αίθουσα της Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας και απαρτιζόταν από τους ακόλουθους: Εκ μέρους της αποικιακής κυβέρνησης ο Γενικός Εισαγγελέας Σερ Τζέιμς Χένρι και ο Τζ. Πάλαρτ, δικηγόρος του Στέμματος.
Εκ μέρους των δολοφονηθέντων και των συγγενών τους οι δικηγόροι: Γ. Χρυσαφίνης, Ι. Κληρίδης, Σ. Παυλίδης, Ξ. Κληρίδης, Λ. Δημητριάδης, K. Φάνος, Γ. Λαδάς και Μ. Τριανταφυλλίδης.
Εκ μέρους των Τουρκοκυπρίων κατηγορουμένων, Ερόλ Μεχμέτ Ασίμ, Χασάν Χουσεΐν, Χασάν Ομέρ Μουλά Αλί και Ισμαΐλ Αλί ΧατζιΧασάν, οι Τουρκοκύπριοι δικηγόροι Ραούφ Ντενκτάς και Εργούν Μουνίρ. Και ο συνταγματάρχης Τζ. Χάμιλτον, εκ μέρους των βρετανικών αποικιακών στρατιωτικών Αρχών.
Η Επιτροπή ερεύνησε το θέμα και πήρε μαρτυρίες, και η έρευνά της διήρκεσε από τις 20 Ιουνίου μέχρι τις 28 Ιουνίου 1958. Δόθηκε στον κυβερνήτη Σερ Χιου Φουτ στις 2 Ιουλίου 1958. Όμως, το περιεχόμενό της δεν δόθηκε στη δημοσιότητα μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου 1958. Κατ’ αρχάς χρησιμοποίησαν τη δικαιολογία ότι έπρεπε να περιμένουν να γίνει και να τελειώσει η δίκη των 9 Τουρκοκυπρίων κατηγορουμένων για τις σφαγές και μετά να δοθεί στη δημοσιότητα το πόρισμα της Επιτροπής. Η δίκη όμως, που ήταν μια αισχρή παρωδία εις βάρος των Ελλήνων, έκλεισε υπέρ της αθώωσης των Τουρκοκυπρίων την 1η Σεπτεμβρίου 1958 και όμως το πόρισμα ακόμα δεν διδόταν στη δημοσιότητα. Το γιατί θα το δούμε στη συνέχεια.
Αποζημιώσεις
Στις 13 Δεκεμβρίου 1958, ο κυβερνήτης Σερ Χιου Φουτ ενημερώνει τον Υπ. Αποικιών ότι κανένας από τους συγγενείς των θυμάτων είχε μέχρι τότε κάνει αίτηση για οικονομική βοήθεια. Αν έπαιρναν τέτοιες αιτήσεις θα τις εξέταζε η Επιτροπή για Ex Gratia Payments. Όμως, ο κυβερνήτης ήταν της άποψης ότι τέτοιες αιτήσεις θα απερρίπτοντο, σύμφωνα με την πολιτική της κυβέρνησής του να ελαχιστοποιεί τέτοιες πληρωμές στο κοινό. Όμως, παράλληλα, τόνισε ότι τον ίδιο καιρό αναθεωρούσαν το όλο θέμα οικονομικής βοήθειας σε τέτοιες περιπτώσεις, με ιδιαίτερη έμφαση στα γεγονότα της Αμμοχώστου και Κιόνελι, και ότι ο ίδιος (κυβερνήτης) θα ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει οικονομική βοήθεια στα θύματα του Κιόνελι. Ο Φουτ συμπλήρωνε λέγοντας ότι η συμβουλή που είχε πάρει από τους συμβούλους του ήταν όπως αποφεύγεται η λέξη «αποζημίωση» στο θέμα και εχρησιμοποιείτο ο όρος «οικονομική βοήθεια».
Εξ όσων γνωρίζουμε, κανένας μέχρι σήμερα δεν ζήτησε είτε αποζημίωση είτε οικονομική βοήθεια από την τότε αποικιακή κυβέρνηση για τη σφαγή των συγγενών τους ή τους τραυματισμούς. Όπως μας παρουσιάζουν τα πράγματα τα βρετανικά έγγραφα, οι αποικιοκράτες είχαν κάνει τη σκέψη αυτή και ήσαν ήδη προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν τις πιθανότητες απαίτησης αποζημίωσης υπό τη μορφή της «οικονομικής βοήθειας».
Γιατί οι δικηγόροι των συγγενών των θυμάτων και των τραυματισθέντων δεν απαίτησαν αποζημιώσεις εκ μέρους των πελατών τους; Και ας μη μας πουν σήμερα, όσοι ζουν, ότι δεν γνώριζαν περι τέτοιων δικαιωμάτων.
Στο πόρισμα τονίζεται ότι πριν από τα γεγονότα της 12ης Ιουνίου, συγκεκριμένα από τις 7 Ιουνίου, είχαν ξεκινήσει ενδοκοινοτικές ταραχές και υπήρξαν πολλές περιπτώσεις τουρκικών επιθέσεων, ειδικά στη Λευκωσία, εναντίον της ελληνικής κοινότητας και κατά ελληνικών περιουσιών…
Oι σφαγιασθέντες
Την Πέμπτη 12 Ιουνίου 1958, στη διάρκεια του ένοπλου αντιαποικιακού αγώνα της ΕΟΚΑ, Εγγλέζοι συνέλαβαν 30 άοπλους κι ανύποπτους χωρικούς από τον Κοντεμένο, και προμελετημένα τους παρέδωσαν, ανυπεράσπιστους και παγιδευμένους, για σφαγή, σε εξτρεμιστές Τούρκους του χωριού Κιόνελι. Κατακρεουργήθηκαν οκτώ: (1) Σωτήρης Λοΐζου 17χρ. (2) Γιώργος Σταύρου 17χρ. (3) Πέτρος Σταύρου 21χρ. (4) Ευριπίδης Κυριακού 24 χρ. (5) Ιωάννης Σταύρου 31χρ. (6) Χαράλαμπος Σταύρου 34χρ. (7) Χριστόδουλος Σταύρου 34χρ. (8) Κωστάκης Μουρρής 34χρ. Τραυματίστηκαν σοβαρά άλλοι έξι.
Δίκη παρωδία – Αθώοι όλοι οι κατηγορούμενοι
Η απOφαση βγήκε την 1η Σεπτεμβρίου 1958. Ο Σερ Χιου Φουτ ενημερώνει αυθημερόν το Λονδίνο ότι το δικαστήριο (την 1 Σεπτεμβρίου 1958), βρήκε όλους τους Τουρκοκύπριους κατηγορουμένους (σύνολο 9) αθώους. Η απόφαση βασίστηκε στον ισχυρισμό ότι οι μαρτυρίες των αυτοπτών μαρτύρων δεν ήσαν έγκυρες και τεκμηρειωμένες. Όμως, σύμφωνα με τα βρετανικά έγγραφα, ο Σερ Χιου Φουτ γνώριζε εκ των προτέρων, (τηλεγράφημα ημερ. 24 Ιουλίου 1958 προς Υπ. Αποικιών) ότι οι κατηγορούμενοι Τουρκοκύπριοι δεν θα κατεδικάζοντο!
Επέμβαση Λονδίνου στο πόρισμα της Επιτροπής
Στις 9 ΙουλΙου 1958, το Γραφείο Αποικιών σημείωνε ότι η πρώτη αντίδραση του Γραφείου Πολέμου ήταν αρνητική στην ανάγκη δημοσιοποίησης της έκθεσης. Όμως και εφόσον ο κυβερνήτης είχε ήδη δημόσια δεσμευθεί (17 Ιουνίου) να τη δώσει στη δημοσιότητα σε κάποια φάση, αυτό βέβαια θα ήταν εις βάρος των σωμάτων ασφαλείας. «…Οι πλέον βλαβερές παράγραφοι του πορίσματος είναι η 37 και η 38, που λένε ότι κατά την άποψη του Αρχιδικαστή, ο τρόπος με τον οποίο τα σώματα ασφαλείας χειρίστηκαν το θέμα ήταν παράνομος… Σίγουρα το πόρισμα δημιουργεί ερωτήματα για τιμωρία, αγωγές, και βέβαια αποζημιώσεις. Αν ο κυβερνήτης δεχθεί το πόρισμα της Επιτροπής, τότε θα εναπόκειται σε πληρωμές αποζημιώσεων, για να αποφευχθούν πιθανές αγωγές. Τέτοιες αποζημιώσεις θα είναι ευθύνη της κυβέρνησης της Κύπρου, για την οποία εργάζονται τα σώματα ασφαλείας. Τιμωρίες, από την άλλη, θα είναι της αρμοδιότητας των στρατιωτικών Αρχών… Είναι ατυχές, βέβαια, που ο Αρχιδικαστής δεν κατάφερε να εξακριβώσει με μεγαλύτερη ακρίβεια το πώς οι Τούρκοι κατέστρωσαν την παγίδα. Το γεγονός ότι η ομάδα των Ελλήνων, μετά την αποβίβασή τους από τα στρατιωτικά οχήματα, βρέθηκαν μέσα σε μια προετοιμασμένη παγίδα εντός μιας συγκριτικά κοντινής απόστασης, μας λέει ότι είτε οι Τούρκοι είχαν την πληροφορία για τις στρατιωτικές ενέργειες προκαταβολικώς, είτε έδρασαν με τρομερή ετοιμότητα παρακολούθησης. Δυστυχώς, η σειρά των γεγονότων δεν είναι ξεκάθαρη στο πόρισμα. Είμαι σίγουρος ότι αυτό το σημείο θα εκληφθεί από τους Έλληνες ως ένδειξη ότι η Επιτροπή προσπαθεί να καλύψει κάποιον (είτε Βρετανό είτε Τούρκο)…»
Στις 15 Ιουλίου 1958, το Γραφείο Αποικιών σημείωνε: «Σας είπα για τις έντονες αντιδράσεις του Υπουργού Πολέμου στη δημοσιοποίηση της Έκθεσης όπως έχει, με την παράγραφο 38 που καταγράφει ότι ο τρόπος δράσης των σωμάτων ασφαλείας ήταν ”παράνομος” (unlawful). O δικός μας Υπουργός (Αποικιών) συμφώνησε ότι αυτό θα είχε το χειρότερο αποτέλεσμα υπό τις σημερινές συνθήκες και ότι συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο Υπουργών όπως εισηγηθούμε στον κυβερνήτη και τον αρχιδικαστή να ετοιμαστεί ένα συντομευμένο πόρισμα… Υπέδειξε ότι ο αρχιδικαστής είναι ανένδοτος και επιμένει να περιληφθεί η επίμαχη αναφορά… η καλύτερή μας ελπίδα είναι να τον πείσουμε…»
Στις 25 Αυγούστου 1958, το Γραφείο Αποικιών προσθέτει: «…O κυβερνήτης εισηγείται όπως καλέσουμε τον Αρχιδικαστή Σερ Πάκετ Μπουρκ είτε να διορθώσει την παράγραφο 38 είτε να ετοιμάσει μια σύνοψη του πορίσματος… Οι παράγραφοι που προβληματίζουν περισσότερο είναι οι 21-24, που ασχολούνται με τη λανθασμένη οδηγία να πάρουν την ομάδα των Ελλήνων στο Κιόνελι και τη σύγχυση που επικρατούσε στα γραφεία Επιχειρήσεων στη Λευκωσία. Οι παραγράφοι 31-32, που αναφέρονται στην πρακτική να οδηγούνται ενοχλητικά πρόσωπα κάποια μίλια μακριά από το σπίτι τους και να τους ζητείται να περπατούν πίσω. Οι παραγράφοι 37-38, που είναι και οι κύριες παράγραφοι που ενοχλούν σημαντικά… Τώρα, πρέπει να αποφασίσουμε πώς να προσεγγίσουμε τον Σερ Πάκετ Μπουρκ…».
Επιστολή δικηγόρων των θυμάτων προς κυβερνήτη
Με επιστολή τους ημερ. 10 Οκτωβρίου 1958, οι δικηγόροι Στ. Παυλίδης, Γ. Χρυσαφίνης, Ι. Κληρίδης, Γλ. Κληρίδης, Μ. Τριανταφυλλίδης, Ξ. Κληρίδης, Κ. Φάνος και Λ. Δημητριάδης, ζήτησαν από τον κυβερνήση Σερ Χιου Φουτ, και εφόσον είχε ήδη γίνει και η δίκη των Τουρκοκυπρίων οι οποίοι είχαν αθωωθεί, να δώσει στη δημοσιότητα την Έκθεση της Επιτροπής. Δεν έβλεπαν κανένα λόγο πλέον να καθυστερεί η δημοσιοποίησή της.
Ο δικηγόρος Λεύκος Κληρίδης δημοσίευσε επιστολή στον τοπικό Τύπο, με τίτλο «Έρευνα για το Κιόνελι – Γιατί η σιωπή;» ζητώντας τη δημοσιοποίησή της και τονίζοντας ότι ολόκληρη η Κύπρος περιμένει απάντηση.
Στις 21 Οκτωβρίου 1958, ο Υπουργός Πολέμου έγραψε στον Υπουργό Αποικιών, ζητώντας όπως μη βρεθεί ένοχος ο αξιωματούχος των σωμάτων ασφαλείας για την απόφαση που πήρε, και το πόρισμα όντως τον έβρισκε ένοχο, γιατί αυτό θα έβλαπτε το ηθικό των σωμάτων ασφαλείας. Ζήτησε όπως ο κυβερνήτης προσθέσει π.χ. μια παράγραφο στο τέλος του πορίσματος, τονίζοντας ότι ο ίδιος δεν συμφωνεί ότι η πράξη του αξιωματούχου ήταν λανθασμένη…
Την 1η Νοεμβρίου 1958, ο κυβερνήτης με τηλεγράφημά του προς τον Υπ. Αποικιών τον ενημέρωνε ότι είχε συζητήσει το θέμα με το Στρατηγό Ντάρλινγκ και τον Αρχιδικαστή… Ο Στρατηγός Ντάρλινγκ είπε ότι θα βοηθούσε τα μέγιστα αν αφαιρείτο από την παράγραφο 38 η πρόταση που ενοχοποιούσε. Συζήτησε, είπε, ιδιωτικά με τον Αρχιδικαστή το θέμα, ο οποίος του είπε, όμως, πως έχοντας ήδη καταθέσει το πόρισμα, δεν ήταν διατεθειμένος να το τροποποιήσει. Όμως ο Αρχιδικαστής άφησε να νοηθεί ότι δεν θα έφερνε ένσταση, αν ο κυβερνήτης τελικά δημοσιοποιούσε το πόρισμα αφαιρώντας κάποιες προτάσεις…
Επεμβάσεις και αλλοιώσεις
Τελικά και αφού προηγήθηκαν έντονες παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, ο Αρχιδικαστής δέχθηκε και έγιναν μετατροπές. Αφαιρέθηκε η ενοχλητική πρόταση στην παράγραφο 38, που αποκαλούσε ως παράνομο τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκαν το όλο θέμα τα σώματα ασφαλείας και αφαιρέθηκε και από την παράγραφο 32 η επί λέξει αναφορά του Συνταγματάρχη Redgrave, o οποίος και κατεύθυνε τους Έλληνες του Κοντεμένου στη σίγουρη σφαγή από τους Τούρκους…
Μετάφραση της παραγράφου 38 ως είχε 2 Ιουλίου 1958: «Έχω καλεστεί από τον Colonel Hamilton, που αντιπροσωπεύει το Στρατό, να υποστηρίξω όχι μόνο ότι όλοι ενέργησαν με καλή πίστη, κάτι που δεν είχα δυσκολία να κάνω, αλλά επίσης ότι η διαταγή που δόθηκε και η δράση επ’ αυτής που λήφθηκε ήσαν λογικές. Δεν μπορώ να το κάνω. Δεν γίνεται να είμαστε σοφότεροι μετά τα γεγονότα. Το μόνο συμπέρασμα που μπορώ να υποστηρίξω είναι ότι ο τρόπος που υιοθετήθηκε ήταν απερίσκεπτος και λανθασμένος. Ήταν επίσης, κατά την άποψή μου, παράνομος. Δεν λέω ούτε για ένα λεπτό πως το τι συνέβη μπορούσε λογικά να προβλεφθεί. Δεν προτείνω να διερευνήσω τις πιθανότητες. Το γεγονός είναι ότι μια ομάδα Ελλήνων, που συνελήφθησαν με την υποψία ότι θα επετίθεντο κατά των Τούρκων, πιέσθηκε και εξαναγκάσθηκε εν καιρώ αυξημένης ενδο-κοινοτικής έντασης, να περπατήσει διά μέσου τουρκικών περιουσιών, μακριά από τουρκικό χωριό, όμως προς τη γενική κατεύθυνση ενός τουρκικού συνοικισμού δίχως την επίβλεψη των σωμάτων ασφαλείας, παραμένοντας στο δρόμο Κερύνειας.
Αμφότεροι ο Assistant Chief Constable Rice και ο Assistant Superintendent Trusler θεωρούν την πορεία αυτή μη σοφή και προσπάθησαν να προστατεύσουν τους εαυτούς των από το να φανούν οξυδερκείς απλώς μετά τα γεγονότα».
Ομολογία Βρετανού στο Δέρβη
ΣTIΣ 14 Ιουνίου 1958, ο τότε δήμαρχος Λευκωσίας δρ Θεμιστοκλής Δέρβης έστειλε τηλεγράφημα στον κυβερνήτη Σερ Χιου Φουτ, το οποίο μεταβιβάστηκε σε Λονδίνο, Αθήνα και Άγκυρα. Ο δρ Δέρβης έλεγε στο τηλεγράφημα ότι τον επισκέφθηκε ο Brigadier, υπεύθυνος ασφάλειας της περιοχής, το πρωί της 14ης και του είπε ότι το ανακοινωθέν της κυβέρνησης δεν ανταποκρινόταν στα γεγονότα. Ο εν λόγω Βρετανός του είπε ότι την όλη ευθύνη φέρει ο Βρετανός αξιωματούχος (προφανώς ο Redgrave, βλέπε πιο κάτω), ο οποίος οδήγησε τους Έλληνες από τον Κοντεμένο στο τουρκικό χωριό Κιόνελι και τους διέταξε να επιστρέψουν πεζοί στο χωριό τους. Ζητήθηκε από τον δρα Δέρβη να προβεί σε έκκληση προς το λαό να μείνει ήρεμος, όμως ο δρ Δέρβης αρνήθηκε να πάρει τέτοια ευθύνη, όπως έγραψε στο τηλεγράφημα, προτού αποκατασταθεί η αλήθεια και γίνει αποδοχή της ευθύνης του νεαρού αξιωματικού…
Τι γνώριζαν οι Ελληνοκύπριοι δικηγόροι;
Οι επεμβάσεις/λογοκρισία του Λονδίνου για αφαίρεση λέξεων, παραγράφων από το αρχικό πόρισμα της Επιτροπής, που ενοχοποιούσαν τους Άγγλους για την εγκληματική τους πράξη, ήσαν γνωστές στους δικηγόρους των Ελληνοκυπρίων; Aν ναι, γιατί δεν προέβησαν σε διαμαρτυρίες και ξεσκέπασμα της λογοκρισίας της οποίας έτυχε το αρχικό κείμενο του πορίσματος, όταν αυτό τελικά δόθηκε στη δημοσιότητα το Δεκέμβριο του 1958; Όσον αφορά στην παράγραφο 38, ίσως αυτή να μην τους ήταν γνωστή, όμως, η αφαίρεση τής επί λέξει μαρτυρίας που έδωσε ο Συνταγματάρχης Redgrave θα πρέπει να τους ήταν γνωστή. Γιατί δεν διαμαρτυρήθηκαν όταν αυτή αφαιρέθηκε από το πόρισμα που δόθηκε τελικά στη δημοσιότητα;
www.sigmalive.com/simerini
Ίδρυμα Στρατηγού Γ. Γρίβα-Διγενή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου