Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Η Β΄ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

Βιβλιογραφία
Αννα Κομνηνή "Αλεξιάς"
Εκδοτική Αθηνών "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους"
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους"
Sir James Cochran Stevenson Runciman "Ιστορία των σταυροφοριών - Τόμος Ι,II,III"
Sir James Cochran Stevenson Runciman "Βυζαντινός Πολιτισμός"
Ελένη Γλυκάτζη - Αρβελερ "Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας"
Jonathan Harris "Byzantium and the Crusades"
Rene Grousset "Histoire des croisades"
Marc Carrier "L' IMAGE DES BYZANTINS SELON LES CHRONIQUEURS OCCIDENTAUX"



Αφορμή γιά νά κηρυχθεί η Δευτέρα Σταυροφορία αποτέλεσε η πτώση της Εδεσσας. Ηταν ο αταμπέγκ του Χαλεπιού Ζεγγί, που πολιόρκησε ξαφνικά την Έδεσσα καί κατάφερε ύστερα από δύο μήνες προσπαθειών, νά τήν κατακτήση, στίς 23 Δεκεμβρίου 1144. Η είσοδος των Τούρκων συνοδεύτηκε από σκηνές φρίκης, αλλά ο ίδιος ο Ζένγκι (Zengi) σταμάτησε τη σφαγή και τη λεηλασία, γιατί κατάλαβε ότι ήταν πρός τό συμφέρον του να διατηρήσει την εμπορική ευημερία της πόλης. Τό 1146, ο κόμης Ζοσλέν Β', συνεπικουρούμενος από τούς Αρμένιους κατοίκους της Εδεσσας, ανακατέλαβε τήν πόλη, αλλά δέν μπόρεσε νά αναχαιτίσει τά αλλεπάληλα κύματα των Τούρκων πού αντεπιτίθεντο καί τήν εγκατέλειψε. Ο αρμενικός πληθυσμός, που είχε επιχειρήσει να τον βοηθήσει, κατασφάχτηκε από τους Τούρκους. Όσοι επέζησαν, πουλήθηκαν σαν κτήνη στην αγορά του Χαλεπιού. «Τους έγδυσαν απ' τα ρούχα τους, και γυμνούς, άντρες και γυναίκες, τους υποχρέωσαν με ξυλιές, να τρέχουν μπροστά απ' τ' άλογα. Οι Τούρκοι τρυπούσαν την κοιλιά όποιου λιποψυχούσε και τα πτώματα γέμιζαν το δρόμο».

Η φήμη γιά τίς βιαιότητες των μουσουλμάνων κατά των χριστιανών εξαπλώθηκε μέ γοργό ρυθμό καί ο Αγιος Βερνάρδος (Saint-Bernard de Clairvaux), με το κήρυγμά του στη συνέλευση του Βεζελαί (Vezelay), στις 31 Μαρτίου του 1146, ξεσήκωσε ένα απερίγραπτο ενθουσιασμό όμοιο με κείνο του 1095. Μερικοί άρχισαν να φωνάζουν για σταυρούς. Σε λίγο όλο το υλικό που είχε ετοιμασθεί για να ραφτούν σταυροί είχε εξαντληθεί και ο ίδιος ο Αγιος Βερνάρδος έβγαλε τα εξωτερικά του ενδύματα για να κοπούν γι' αυτόν το σκοπό. Όταν έδυσε ο ήλιος αυτός και οι βοηθοί του εξακολουθούσαν να ράβουν, γιατί όλο και περισσότεροι πιστοί ζητούσαν να πάνε στη Σταυροφορία. Ο ίδιος αυτός, στη Δίαιτα του Σπάιερ, αργότερα, στις 25 Δεκεμβρίου 1146, έπεισε τον αυτοκράτορα της Γερμανίας Κονράδο Γ' (Conrad Hohenstaufen) να ηγηθεί μιας Σταυροφορίας, ακολουθώντας το παράδειγμα του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου Ζ' (Louis VII). Ο πάπας Ευγένιος Γ' διακύρηξε επίσημα ότι οι σταυροφόροι θά έπαιρναν ως ανταμοιβή άφεση αμαρτιών "remissio peccatorum" καί οι οικογένειές τους θά περιέρχονταν στήν προστασίας της Εκκλησίας. Παραθέτω γράμμα του Αγίου Βερνάρδου πρός τόν ένδοξο αυτοκράτορα Μανουήλ (glorieux Manuel), μέ τό οποίο τόν παρακαλεί νά δεχθεί τόν βασιλιά της Γαλλίας (roi de France) καί τούς υπόλοιπους ηγεμόνες (seigneurs) της Δύσης νά περάσουν μέσα από τά εδάφη της αυτοκρατορίας (empire):
«Au grand et glorieux Manuel, empereur de Constantinople, le frere Bernard, abbe de Clairvaux, salut et prieres.

C'est a vous maintenant, tres-glorieux empereur, de montrer toute votre bonte et d'en multiplier les actes ; la terre tout entiere est emue et s'agite parce que le Roi du ciel a perdu la patrie qu'il avait ici-bas, le pays que ses pieds ont foule. Les ennemis du Seigneur s'appretent a fondre sur la Cite sainte et a detruire le sepulcre glorieux...

Voila pourquoi, sur l'ordre du souverain Pontife et sur nos propres instances de si bas qu'elles partissent, le roi de France et, avec lui, une multitude de seigneurs, de chevaliers et de peuples se sont mis en marche pour la Terre sainte et se proposent de passer par les terres de votre empire pour aller au secours de la cite du Dieu vivant...»
Οι Γερμανοί καί οι Γάλλοι θά ακολουθούσαν το παλιό δρομολόγιο του Γοδεφρείδου του Μπουγιόν, από το Δούναβη, τη Σερβία, τη Θράκη και την Κωνσταντινούπολη. Ο Μανουήλ Κομνηνός τούς υποσχέθηκε εφόδια καί τρόφιμα καί ως αντάλλαγμα ζητούσε από αυτούς αφενός νά μήν επιτεθούν στούς πολίτες της αυτοκρατορίας, αφετέρου νά επιστρέψουν τυχόν εδάφη τά οποία θά απελευθέρωναν από τούς Τούρκους εισβολείς. Γύρω στις 20 Ιουλίου 1147, ο Conrad εισήλθε στην αυτοκρατορία, στο Μπρανίτσεβο. Βυζαντινά πλοία βοήθησαν τη διαπεραίωση των ανδρών του στην άλλη όχθη του Δούναβη. Στη Νύσσα, ο κυβερνήτης της επαρχίας Βουλγαρίας, Μιχαήλ Βρανάς, τον υποδέχτηκε και εφοδίασε το στρατό με τρόφιμα που είχαν αποθηκευθεί όταν περίμεναν την άφιξή του: «Τό μέν δή πλήθος τοσούτον αυτοίς ήν, αγχού δέ πόλεως Ναϊσού γεγονόσιν, η μητρόπολις τών κατά τήν Δακικήν τυγχάνει ούσα, ενταύθα ο τήν της χώρας πρός βασιλέως εμπεπιστευμένος αρχήν Μιχαήλ επώνυμον Βρανάς προυνοείτο ήδη των αναγκαίων αυτοίς, ούτω προστεταγμένον αυτώ, μέχρι μέν ούν καί επί Σαρδικής εν τούτοις ήσαν, δεξιωσομένω τε τά εικότα καί τά αναγκαία σφίσιν εμπορισομένω. Ην μέν ο αυτών Μιχαήλ σεβαστός εκ Παλαιολόγων, ανήρ ικανός συνετός καί πραγμάτων πολλών έμπειρος....» (Ιωάννης Κίνναμος).

Στη Σόφια, όπου έφθασε ύστερ' από λίγες μέρες ο κυβερνήτης της Θεσσαλονίκης και εξάδελφος του αυτοκράτορα, Μιχαήλ Παλαιολόγος, τον καλωσόρισε εκ μέρους του αυτοκράτορα. Ομως μετά την αναχώρηση από τη Σόφια, οι στρατιώτες άρχισαν να λεηλατούν την ύπαιθρο, να μην πληρώνουν τους χωρικούς για ό,τι έπαιρναν, ακόμα και να σκοτώνουν εκείνους που διαμαρτύρονταν. Όταν διατυπώθηκαν παράπονα στον Conrad, αυτός ομολόγησε ότι δεν μπορούσε να πειθαρχήσει τον συρφετό. Στη Φιλιππούπολη έκλεψαν τρόφιμα και ξέσπασε μια στάση όταν ένας τοπικός ταχυδακτυλουργός, που ήλπισε να κερδίσει λίγα χρήματα από τους στρατιώτες δείχνοντας όλα τα τεχνάσματά του, κατηγορήθηκε από τους Γερμανούς για μαγεία καί στή συνέχεια αυτοί πυρπόλησαν τά προάστια.
Ο Ελληνας βασιλιάς έστειλε στρατό για να συνοδεύει τους σταυροφόρους και να τους κρατεί επάνω στο δρόμο. Αυτό προκάλεσε χειρότερες αταξίες, Δεύτερη Σταυροφορία - Κωνσταντινούπολη 1147 γιατί πολύ συχνά Ελληνες και Γερμανοί ήρθαν στα χέρια. Το κορύφωμα έγινε κοντά στην Αδριανούπολη, όταν μερικοί ληστές έκλεψαν και σκότωσαν ένα Γερμανό μεγιστάνα που είχε μείνει πίσω άρρωστος. Ύστερ' απ' αυτό, ο Φρειδερίκος της Σουηβίας έκαψε το μοναστήρι κοντά στο οποίο είχε διαπραχθεί το έγκλημα και έσφαξε τους καλόγερους. Ο Μανουήλ έστειλε τόν Ανδρόνικο Ωπο, στό γερμανικό στρατόπεδο ζητώντας τους να κατευθυνθούν στήν Καλλίπολη καί από εκεί, διά μέσω του Ελλησπόντου, νά διαπεραιωθούν στή Μικρά Ασία. Ο Κορράδος αρνήθηκε καί έτσι στις 10 Σεπτεμβρίου 1147, οι Γερμανοί έφθασαν στήν Κωνσταντινούπολη. Εκεί σημειώθηκε μία σοβαρή σύγκρουση μέ τό αυτοκρατορικό στράτευμα, τό οποίο αποτελείτω κυρίως από Κουμάνους καί Τούρκους μισθοφόρους καί οι Γερμανοί αναγκάστηκαν νά περάσουν απέναντι στήν ασιατική ακτή.

Ο στρατός του Κονράδου έφυγε από τη Νίκαια στις 15 Οκτωβρίου με τον Βάραγγο Στέφανο ως οδηγό. Στις 25 Οκτωβρίου, όταν έφθασαν στον μικρό ποταμό Βαθύ, κοντά στο Δορύλαιο, όχι μακριά από την τοποθεσία της μεγάλης νίκης των σταυροφόρων μισόν αιώνα πρωτύτερα, ολόκληρος ο σελτζουκικός στρατός έπεσε επάνω τους. Το γερμανικό πεζικό ήταν κουρασμένο και διψασμένο. Πολλοί από τους ιππότες μόλις είχαν αφιππεύσει για να ξεκουράσουν τα εξαντλημένα άλογά τους. Οι ξαφνικές, γρήγορες και επαναλαμβανόμενες επιθέσεις των ελαφρών Τούρκων ιππέων τους κατέλαβαν απροετοίμαστους. Υπήρξε μάλλον σφαγή παρά μάχη. Εις μάτην ο Conrad προσπάθησε να συντάξει τους άνδρες του, προς το βράδυ βρισκόταν σε πλήρη φυγή με τους επιζήσαντες στο δρόμο προς τη Νίκαια. Είχε χάσει τα εννέα δέκατα των στρατιωτών του και όλο το περιεχόμενο του στρατοπέδου του. Η λεία πουλήθηκε από τους νικητές στα παζάρια όλης της μωαμεθανικής Ανατολής, ως την Περσία

Στο μεταξύ, ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος Ζ' έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, εγκαταστάθηκε στο Φιλοπάτιον, και συμμετείχε σε συμπόσια στο αυτοκρατορικό ανάκτορο των Βλαχερνών καί στό παλάτι του Βουκολέοντος, ενώ ο αυτοκράτωρ τον οδηγούσε ο ίδιος στα αξιοθέατα της πόλεως. Πολλοί από τους ευγενείς του ήταν επίσης γοητευμένοι από τις περιποιήσεις που τους έκαναν. Βεβαίως στίς συζητήσεις, ο Γάλλος βασιλιάς καθόταν σέ κάθισμα χαμηλότερο από εκείνο του Ελληνα αυτοκράτορα, ενώ δέν παρέλειψε νά ορκισθεί ότι θά παρέμενε φίλος καί σύμμαχός του. Αλλά ο Μανουήλ φρόντισε να περάσει ο γαλλικός στρατός όσο το δυνατόν συντομότερα πέρα από τον Βόσπορο στη Χαλκηδόνα. Ας διαβάσουμε τήν αφήγηση του κληρικού Odo of Deuil (1110-1162), στό έργο του "La Croisade de Louis VII, roi de France, IV" σχετικά μέ τήν υποδοχή του Γάλλου βασιλιά από τόν Ελληνα αυτοκράτορα:
«The French forces arrived at Constantinople on October 4, 1147. There they were both impressed by the splendor of the city and alarmed by the suspicious actions of the Greeks. Constantinople is the glory of the Greeks. Rich in fame, richer yet in wealth, the city is triangular in shape, like a ship's sail. In Its inner angle lies Santa Sophia and the Palace of Constantine, in which there is a chapel honored for its sacred relics. The city is hemmed in on two sides by the sea: approaching the city, we had on the right the Arm of St. George and on the left a certain estuary which branches off from it and flows on for almost four miles. There is set what is called the Palace of Blachernae which, although it is rather low, yet, rises to eminence because of its elegance and its skillful construction. On its three sides the palace offers to its inhabitants the triple pleasure of gazing alternately on the sea, the countryside, and the town.

The exterior of the palace is of almost incomparable loveliness and its interior surpasses anything that I can say about it. It is decorated throughout with gold and various colors and the floor is paved with cleverly arranged marble. Indeed, I do not know whether the subtlety of the art or the preciousness of the materials gives it the greater beauty or value. On the third side of the city's triangle there are fields. This side is fortified by towers and a double wall which extends for nearly two miles, from the sea to the palace. This wall is not especially strong, and the towers are not very high, but the city trusts, I think, in its large population and in its ancient peace.

Within the walls there is vacant land which is cultivated with hoes and plows. Here there are all kinds of gardens which furnish vegetables for the citizens. Subterranean conduits flow into the city under the walls to furnish the citizens with an abundance of fresh water. The city is rather squalid and smelly and many places are afflicted with perpetual darkness. The rich build their houses so as to overhang the streets and leave these dark and dirty places for travellers and for the poor. There murder and robberies occur, as well as other sordid crimes which love the dark. Life in this city is lawless, since it has as many lords as it has rich men and almost as many thieves as poor men. Here the criminal feels neither fear nor shame, since crime is not punisbed by law nor does it ever fully come to light.

Constantinople exceeds the average in everything-it surpasses other cities in wealth and also in vice. It has many churches which are unequal to Santa Sophia in size, though not in elegance. The churches are admirable for their beauty and equally so for their numerous venerable relics of the saints. Those who could enter them did so, some out of curiosity in order to see them, and some out of faithful devotion.

The King also was guided on a visit to the holy places by the Emperor. As they returned, the King dined with the Emperor at the latter's insistence. The banquet was as glorious as the banqueters; the handsome service, the delicious food, and the witty conversation satisfied eyes, tongue, and ears alike. Many of the King's men feared for him there, but he bad placed his trust in God and with faith and courage he feared nothing. Since he harbored no wicked designs himself, he was not quick to believe that others harbored wicked designs on him. Even though the Greeks gave no evidence of their treachery, however, I believe that they would not have shown such vigilant helpfulness if their intentions were honest. They were concealing the grievances for which they were going to take revenge after we crossed the Arm of St. George. It should not be held against them, however, that they kept the city gates closed against the commoners, since they had burned many of the Greeks' houses and olive trees, either because of a lack of wood or else because of the insolence and drunkenness of fools. The King frequently bad the ears, bands, and feet of some of them cut off, but he was unable to restrain their madness in this way.»
Εκεί, κοντά στη Νίκαια, ο Λουδοβίκος Ζ' έμαθε την καταστροφή που είχε πάθει η γερμανική στρατιά, και περιμάζεψε τα υπολείμματά της πριν προχωρήσει. Έχοντας παραδειγματιστεί απ' αυτό το γεγονός, παραιτήθηκε από την ιδέα να διασχίσει τη Φρυγία κι ακολούθησε το δρόμο της ακτής, για να βρίσκεται σε επαφή με τον βυζαντινό στόλο. Γάλλοι καί Γερμανοί βάδισαν προς τα κάτω περνώντας από το Αδραμύττιον, την Πέργαμο και τη Σμύρνη και έφθασαν στην Έφεσο. Ο στρατός του Louis ήταν στην εμπροσθοφυλακή και οι Γερμανοί ακολουθούσαν αργά σε μια ημέρα πορείας πίσω, ενώ οι σύμμαχοί των τους πείραζαν για τη βραδύτητά τους. Ο Βυζαντινός ιστορικός Ιωάννης Κίνναμος αναφέρει την κραυγή "Pousse Allemand" (κουνηθείτε Γερμανοί) την οποία τους πετούσαν με περιφρόνηση οι Γάλλοι: «επειδή τε ες ταυτό συνήεσαν τά στρατεύματα, ρημάτιόν τι εκ μακρού πρός Γερμανών Αλαμανοίς επιλέγεσθαι ειωθόος αναφανδά καί τότε προυφέρετο "πούτζη Αλαμανέ"..»

Παρ' όλα αυτά, παρενοχλούνταν αδιάκοπα στην πορεία του απ' τις τουρκικές συμμορίες. Στά φαράγγια της Πισιδίας, οι Τούρκοι πέτυχαν νά παγιδεύσουν τούς Γάλλους, προξενώντας τους μεγάλες απώλειες.Ο ίδιος ο Λουδοβίκος, καταδιώχτηκε από μιαν ομάδα εχθρών, μα κατόρθωσε, αφού πιάστηκε από κάτι χαμηλά κλαδιά ενός δέντρου, να σκαρφαλώσει σ' έναν δεσπόζοντα βράχο, απ' όπου αντιμετώπισε τον εχθρό.  Το χρονικό μας τον δείχνει να θερίζει με το αιματόβρεχτο σπαθί του κεφάλια και χέρια επιτιθεμένων που, αποθαρρυμένοι, εγκατέλειψαν στο τέλος το εγχείρημα.

Ο Μανουήλ πάντως φαίνεται νά είχε συνάψει ειρήνη μέ τούς Τούρκους, καί δέν συμμετείχε σέ μάχες εναντίον τους. Αυτό τό γεγονός δείχνει τό φόβο πού ενέπνεαν στούς Βυζαντινούς, οι εκστρατείες των Λατίνων, ενώ γι'αυτό τό λόγο, οι Λατίνοι ιστορικοί κατηγορούσαν μέ φανατισμό, τούς Γραικούς ως διπρόσωπους: «Tunc Greci penitus frangebantur in feminas, omne virile robur et verborum et animi deponentes. Leviter jurabant quicquid nos velle putabant, sed nec nobis fidem nec sibi verecundiam conservabant. Generalis est enim eorum sententia non imputari perjurium quod fit propter sacrum imperium:
tous les Grecs etaient comme brises et changes en femmes, (Οι Ελληνες ήταν θηλυπρεπείς) renoncant a toute force virile dans leur langage aussi bien que dans leur coeur. Ils nous promettaient par serment et avec legerete tout ce qu'ils pensaient que nous pouvions desirer ne reussissaient point a nous inspirer de confiance, (δεν μας προξενούσαν εμπιστοσύνη) ni a garder pour eux-memes la moindre dignite (ήταν δίχως ίχνος αξιοπρέπειας)...»
Odon de Deuil

Ετσι η εικόνα των Γραικών πάλι αμαυρώθηκε στή Δύση, η οποία είδε σαν μοναδική αιτία γιά τήν αποτυχία της Δεύτερης Σταυροφορίας, τή στάση του αυτοκράτορα. Παραβλέπουν βέβαια σαν ασήμαντο γεγονός τά δεινά πού είχαν προξενήσει οι Νορμανδοί, στήν ελληνική Κάτω Ιταλία, καί ότι τό φθινόπωρο του 1147 ο βασιλεύς Roger της Σικελίας είχε καταλάβει τη νήσο Κέρκυρα. Παραβλέπουν καί τίς λεηλασίες πού έκανε σέ δεκάδες ελληνικές πόλεις καί κυρίως στή Θήβα καί τήν Κόρινθο, από τίς οποίες οι Νορμανδοί απήγαγαν εκατοντάδες εξιδικευμένους τεχνίτες μεταξωτών υφασμάτων, για να βοηθήσουν στη νεογέννητη μεταξοβιομηχανία στο Παλέρμο. «καί έτυχέ γε του κατά σκοπόν ο βάρβαρος. εν ακμή γάρ της των δυσμικών εθνών ες τά Ρωμαίων εμβολής Κόρινθόν τε καί Εύβοιαν καί Θήβας εληΐσατο τάς Βοιωτικάς.....» (Ιωάννης Κίνναμος).

Ο Γαλλογερμανικός στρατός έφθασε επιτέλους στήν Αττάλεια, όπου ο Λουδοβίκος Ζ' αποφάσισε ν' ακολουθήσει το θαλάσσιο δρόμο. Πάλι κατηγορήθηκαν οι Ελληνες ότι δέν παρείχαν τόν απαραίτητο αριθμό πλοίων γιά ολόκληρο τό στράτευμα καί μόνο οι ευγενείς ιππότες επιβιβάστηκαν στούς δρόμωνες καί κατέπλευσαν στις 19 Μαρτίου 1148, στον Αγιο Συμεών, πού ήταν τό λιμάνι της Αντιόχειας. Εγκαταλειφθέντες από τους αρχηγούς των οι απλοί μαχητές ξεκίνησαν γιά τήν Αντιόχεια από τό δρόμο της στεριάς. Μη γνωρίζοντας τον τόπο, απειθάρχητοι και δυσπιστούντες προς τους ντόπιους οδηγούς τους, συνεχώς παρενοχλούμενοι από τους Τούρκους, με τους οποίους είχαν την πεποίθηση ότι ήταν συνεννοημένοι οι Βυζαντινοί, οι ταλαίπωροι Γάλλοι με ό,τι απέμεινε από το γερμανικό πεζικό του Conrad που τους ακολουθούσε, τράβηξαν τον δρόμο του μαρτυρίου των για την Κιλικία. Λιγότεροι από τους μισούς έφθασαν κατά τα τέλη της ανοίξεως στην Αντιόχεια. Ο βασιλεύς Louis στίς επιστολές του απέδωσε τις συμφορές του στρατού στήν χώρα της "Ρωμανίας" καί στη "δολιότητα του αυτοκράτορα". Η κατηγορία κατά του Μανουήλ επαναλήφθηκε με μεγαλύτερο πάθος από τον επίσημο Γάλλο χρονογράφο της σταυροφορίας, Odo de Deuil, και συναντούμε την ηχώ της στους δυτικούς ιστορικούς ως καί σήμερα: "Astucia enim precipue Graecorum est (η μοχθηρία ανήκει στούς Ελληνες)" "Constantinople etait chretienne de nom, mais non de fait, tandis que les Grecs n'etaient pas des chretiens, de sorte qu'il etait considere comme acceptable de les tuer (H Κωνσταντινούπολις δέν είναι χριστιανική πόλη καί ούτε οι Ελληνες είναι χριστιανοί γι'αυτό είναι θεμιτό νά τούς σκοτώνουμε... Οταν κάποιος δικός μας ιερέας τελέσει λειτουργία σέ ελληνικό ναό, οι ιερείς του ναού πλένουν τήν Αγία Τράπεζα σαν νά θέλουν νά απαλλαγούν από τό μίασμα.)".

Ο πρίγκιπας της Αντιόχειας Ραϋμόνδος του Πουατιέ ήρθε να υποδεχτεί τούς βασιλείς μέσα σε γενική χαρά. Μαζί με τον Λουδοβίκο Ζ' είχε έρθει και η βασίλισσα Ελεονώρα (Eleanor), που ήταν ανιψιά του Ραϋμόνδου. Το πάθος του βασιλιά γι' αυτήν ήταν γνωστό. Ο Raymond σκεφτόταν να επωφεληθεί απ' αυτό για να ξαναπάρει, με τη βοήθεια του Λουδοβίκου Ζ', την περιοχή πέρα απ' τον Ορόντη, από τον αταμπέγκ του Χαλεπιού Νουρ-εντ-Ντιν. Αυτό ήταν άλλωστε το συμφέρον των Χριστιανών, αφού ο Νουρ-εντ-Ντιν παρέμενε ο κυριότερος εχθρός και στην ουσία η Σταυροφορία είχε επιχειρηθεί μόνο και μόνο για να σταματήσουν, μετά την πτώση της Έδεσσας, τις πιο πέρα καταχτήσεις του φοβερού Τούρκου αρχηγού ή του πατέρα του, του Ζεγγί. Ο Ραϋμόνδος έβλεπε κιόλας τον εαυτό του, χάρη στη βοήθεια του βασιλιά της Γαλλίας, στα πρόθυρα του Χαλεπιού, όταν έμαθε πως, από έναν αρκετά περίεργο θρησκευτικό ενδοιασμό, ο Λουδοβίκος Ζ' αρνιόταν να τον βοηθήσει, υποστηρίζοντας ότι έχοντας ξεκινήσει για Σταυροφορία, για να υπερασπίσει τον Πανάγιο Τάφο, θα παρέβαινε το τάμα του, αν πολεμούσε τους Τούρκους στην περιοχή του Χαλεπιού.Οι χρονογράφοι προσθέτουν, πως ο Ραϋμόνδος έγινε έξω φρενών από μια τέτοια στενοκεφαλιά...

Η στάση του Λουδοβίκου Ζ', ακατανόητη από πολιτική άποψη, ίσως εξηγείται από τήν ζηλοτυπία του για τή νεαρή γυναίκα του στήν οποία έδειχνε μία άμμετρη συμπάθεια ο Ραϋμόνδος. Πραγματικά η Ελεονώρα ήταν φιλάρεσκη, επιπόλαιη, καί είχε κιόλας βαρεθεί τον άντρα της. Όπως και να 'ναι, όταν ο βασιλιάς κάλεσε τη γυναίκα του να τον ακολουθήσει με το στρατό του στην Ιερουσαλήμ, εκείνη του ανάγγειλε την πρόθεσή της να μείνει στην Αντιόχεια, κοντά στον Ραϋμόνδο, και να χωρίσει. Την πήρε δια της βίας φεύγοντας βιαστικά για την Ιερουσαλήμ, νύχτα, χωρίς νά αποχαιρετήσει τον πρίγκιπα της Αντιόχειας.

Στην Ιερουσαλήμ, ο Κονράδος Γ' και τα υπολείμματα της γερμανικής Σταυροφορίας είχαν προηγηθεί απ' τον Λουδοβίκο Ζ'. Όταν οι δυο ηγεμόνες ενώθηκαν στην Αγία Πόλη, η αντιβασίλισσα Μελισσάνθη τους παρακάλεσε να πολιορκήσουν τη Δαμασκό. Εκείνοι δέχτηκαν. Έτσι η Δεύτερη Σταυροφορία, που κηρύχτηκε στην Ασία απ' τον Αγιο Βερνάρδο για να ξαναπάρει την Έδεσσα και τις πόλεις του πριγκιπάτου της Αντιόχειας από τους Τούρκους του Χαλεπιού, τους φοβερότερους εχθρούς της λατινικής Ανατολής, απέφυγε να τους επιτεθεί, και πήγε αντίθετα να πολεμήσει τους Δαμασκηνούς, τους παλιούς αυτούς συμμάχους του βασιλιά Φουλκ!
Γάλλοι καί Γερμανοί σταυροφόροι, ενισχυμένοι με το στρατό της Ιερουσαλήμ, βάδισαν λοιπόν ενάντια στη Δαμασκό, καί άρχισαν την πολιορκία της, στις 24 Ιουλίου του 1148, με μιαν επίθεση από τους κήπους των νοτιοδυτικών προαστίων. Η επίθεση απέτυχε ενώ οι βαρόνοι ήδη τσακώνονταν γιά τό μέλλον μίας πόλης τήν οποία ακόμα δέν είχαν κυριεύσει. Τελικά στίς 28 Ιουλίου, οι σταυροφόροι διέλυσαν το στρατόπεδό τους και άρχισαν να κινούνται πίσω προς τη Γαλιλαία. Αν και τα χρήματα του εμίρη της Δαμασκού Unur, πιθανόν να είχαν εξαγοράσει την αποχώρησή τους, αυτός δεν τους άφησε να φύγουν με την ησυχία τους. Τουρκομάνοι ελαφροί ιππείς βρίσκονταν διαρκώς στα πλευρά τους, τοξεύοντας βέλη μέσα στο σωρό. Ο δρόμος γέμισε από πτώματα ανθρώπων και αλόγων. Στις αρχές Αυγούστου το μεγάλο εκστρατευτικό σώμα επέστρεψε στην Παλαιστίνη και τα τοπικά στρατεύματα πήγαν στις εστίες τους. Εκείνο που κατόρθωσε ήταν να χάσει πολλούς από τους άνδρες του και πολύ από το υλικό του και να υποστεί τρομερή ταπείνωση. Το ότι ένας τόσο λαμπρός στρατός εγκατέλειψε τον αντικειμενικό του σκοπό μόνο μετά πέντε ημέρες αγώνα, υπήρξε σκληρό πλήγμα για το χριστιανικό γόητρο. Ο θρύλος των αήττητων ιπποτών από τη Δύση που είχε δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια της μεγάλης περιπέτειας της Πρώτης Σταυροφορίας, είχε τελείως καταρρεύσει. Το φρόνημα του μωαμεθανικού κόσμου αναζωογονήθηκε .

Οι Φράγκοι της Συρίας και οι σταυροφόροι έφτασαν στην Ιερουσαλήμ, πολύ δυσαρεστημένοι μεταξύ τους. Για τους σταυροφόρους, οι ντόπιοι Φράγκοι, τα «πουλάρια», όπως τους ονόμαζαν, φαίνονταν στα μάτια τους σαν προδότες. «Καλύτερα οι Τούρκοι παρά τούτοι δω οι Λεβαντίνοι», αυτή τη φράση περίπου βάζει στο στόμα των Γάλλων σταυροφόρων το χρονικό Ηράκλειον. Ο Γουλιέλμος της Νεμπρίζ θα υπερθεματίσει γράφοντας πως όλα αυτά τα «πουλάρια» είναι μισομουσουλμάνοι. Όσο για τους φεουδάρχες της Συρίας, αυτοί λίγο έλειψε να θεωρήσουν τους σταυροφόρους της Δύσης σαν επικίνδυνους φανατικούς, που έρχονταν να «σφάξουν Μουσουλμάνους», χωρίς να ξεχωρίζουν φίλους καί εχθρούς, προς μεγάλη ζημία της φράγκικης πολιτικής. Και πρέπει να ομολογήσουμε πως η συμπεριφορά της Δεύτερης Σταυροφορίας, που αρνήθηκε να επιτεθεί ενάντια στον φοβερό αταμπέγκ του Χαλεπιού για να τα βάλει με τους άκακους Δαμασκηνούς, δικαιολογούσε κάπως αυτή την άποψη. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο Λουδοβίκος Ζ' έφυγε απ' τη Συρία το Πάσχα του 1149.

Ο Γερμανός βασιλεύς Κονράδος δεν αργοπόρησε στην Παλαιστίνη μετά την επιστροφή από τη Δαμασκό. Μαζί με την ακολουθία του επιβιβάστηκε στην Acre στις 8 Σεπτεμβρίου, σε ένα πλοίο που κατευθυνόταν στη Θεσσαλονίκη. Όταν αποβιβάστηκε εκεί, πήρε μια επείγουσα πρόσκληση από τον Μανουήλ να περάσει τα Χριστούγεννα στην αυτοκρατορική αυλή. Τώρα υπήρχε πλήρης ομόνοια μεταξύ των δύο μοναρχών. Αν και ο νεαρός ανιψιός του Friedrich μπορεί να εξακολουθούσε να έτρεφε μνησικακία κατά των Βυζαντινών, κατηγορώντας τους για τις γερμανικές απώλειες στη Μικρά Ασία, ο Conrad σκεφτόταν μόνο την αξία της συμμαχίας του Μανουήλ εναντίον του Roger της Σικελίας και είχε κατακτηθεί από το προσωπικό θέλγητρο του Μανουήλ και από τη γοητευτική του φιλοξενία. Κατά τη διάρκεια της επισκέψεώς του έγινε ο γάμος του αδελφού του, Heinrich της Αυστρίας, με την ανιψιά του Μανουήλ, Θεοδώρα, με μεγάλη λαμπρότητα. Σκανδαλισμένοι Βυζαντινοί έκλαψαν που έβλεπαν την χαριτωμένη νεαρή πριγκίπισσα να καταδικάζεται σε μια τόσο βάρβαρη μοίρα- "να θυσιάζεται στο τέρας της Δύσεως", όπως έγραψε στη μητέρα της με συμπάθεια ένας αυλικός ποιητής- αλλά ο γάμος σημείωσε την πλήρη συμφιλίωση των αυλών της Γερμανίας και του Βυζαντίου. Όταν ο Conrad έφυγε από την Κωνσταντινούπολη τον Φεβρουάριο του 1149 για να επιστρέψει στη Γερμανία, είχε γίνει μεταξύ των συμμαχία εναντίον του Ρογήρου της Σικελίας, του οποίου τα εδάφη στην Ιταλία είχαν σκοπό να μοιράσουν .

Ενώ ο Conrad απολάμβανε τις ανέσεις της Κωνσταντινουπόλεως, ο βασιλεύς Louis παρέμενε στην Παλαιστίνη. Ο αββάς Σούγκερ του έγραψε επανειλημμένως παρακαλώντας τον να επανέλθει στη Γαλλία, αλλ' αυτός δεν μπορούσε να πάρει την απόφαση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήθελε να περάσει ένα Πάσχα στην Ιερουσαλήμ. Ήξερε ότι μετά την επιστροφή του θ' ακολουθούσε ένα διαζύγιο με όλες τις πολιτικές του συνέπειες. Επιδίωξε ν' αναβάλει την κακή μέρα. Στο μεταξύ, ενώ ο Conrad ανανέωνε τη φιλία του με το Βυζάντιο, η μνησικακία του Louis κατά του Μανουήλ μεγάλωνε όλο και περισσότερο όσο τη σκεφτόταν. Αλλαξε την πολιτική του και επιδίωξε τη συμμαχία του Νορμανδού βασιλιά της Σικελίας.

Ετσι, στις αρχές του καλοκαιριού του 1149, ο Louis έφυγε από τη Παλαιστίνη με σικελικό πλοίο, το οποίο ενώθηκε σε λίγο με τη σικελική μοίρα που περιπολούσε στα νερά της ανατολικής Μεσογείου. Ο σικελικός πόλεμος εναντίον του Βυζαντίου εξακολουθούσε να βρίσκεται σε εξέλιξη και όταν ο στόλος παρέκαμπτε την Πελοπόννησο, δέχτηκε επίθεση από το βυζαντινό ναυτικό. Ο βασιλεύς Louis έδωσε βιαστικά διαταγή να υψωθεί η γαλλική σημαία στο πλοίο του και γι' αυτό του επετράπη να συνεχίσει τον πλουν του. Αλλά ένα πλοίο που είχε μέσα πολλούς από την ακολουθία του και από τα υπάρχοντά του αιχμαλωτίσθηκε και μεταφέρθηκε ως λεία πολέμου στην Κωνσταντινούπολη. Πέρασαν πολλοί μήνες ώσπου να συμφωνήσει ο αυτοκράτωρ να στείλει πίσω τους ανθρώπους και τα πράγματα στη Γαλλία

Ας κλείσουμε τήν ενότητα μέ τό συμπέρασμα του Ράνσιμαν σχετικά μέ τήν αποτυχία της Δεύτερης Σταυροφορίας:
«Καμιά μεσαιωνική επιχείρηση δεν ξεκίνησε με πιο λαμπρές ελπίδες. Σχεδιασμένη από τον πάπα, κηρυγμένη και εμπνευσμένη από τη χρυσή ευγλωττία του Αγίου Bernard και υπό την ηγεσία των δύο μεγαλύτερων ηγεμόνων της δυτικής Ευρώπης, είχε δώσει τόσες πολλές υποσχέσεις για τη δόξα και τη σωτηρία της Χριστιανοσύνης.

Αλλά όταν έφθασε στο επαίσχυντο τέλος της με την θλιβερή υποχώρηση από τη Δαμασκό, το μόνο που είχε κατορθώσει ήταν να οξύνει τις σχέσεις μεταξύ των δυτικών χριστιανών και των Βυζαντινών, σχεδόν ως το σημείο της ρήξεως, να σπείρει υποψίες μεταξύ των νεοφερμένων σταυροφόρων και των Φράγκων που ήταν εγκαταστημένοι στην Ανατολή, να χωρίσει τους δυτικούς Φράγκους ηγεμόνες μεταξύ τους, να φέρει τους μωαμεθανούς πλησιέστερα τους μεν προς τους δε, και να καταφέρει θανάσιμο πλήγμα στη φήμη των Φράγκων ως ανίκητων πολεμιστών.

Μπορεί οι Γάλλοι να επιζήτησαν να επιρρίψουν την ευθύνη για την αποτυχία σε άλλους, στον δόλιο αυτοκράτορα Μανουήλ ή στους χλιαρούς Παλαιστινίους βαρόνους, και ο Αγιος Bernard μπορεί να εκσφενδόνιζε μύδρους εναντίον των κακών ανθρώπων οι οποίοι έφεραν εμπόδια στους σκοπούς του Θεού. Αλλά στην πραγματικότητα η Δεύτερη Σταυροφορία κατέληξε στο μηδέν εξ αίτιας των αρχηγών της, με τη βαναυσότητά τους, την αμάθειά τους και την άκαρπη ανοησία τους.»

http://www.agiasofia.com/greek/stavrof2.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου