κείμενο / φωτογραφίες Μανώλης Δημελλάς.
…Η Κάρπαθος εξεγέρθηκε (5/10/1944) και ελευθερώθηκε οκτώ μήνες νωρίτερα από όλα τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, έφτασαν μάλιστα να φιλοξενηθούν χιλιάδες πρόσφυγες πάνω στα έρημα ακρογιάλια του τόπου…
…Οι πραγματικά εμπνευσμένοι (Καρπάθιοι) δεν ήταν τύποι με ξυρισμένα κεφάλια, ούτε μορφωμένοι με γλώσσα γεμάτη ξυράφια, να κοπανούν κάθε διαφορετική άποψη, αν δεν είναι της δικιάς τους αριστεροδεξιάς παρέας, ήταν γονείς, πατεράδες και μανάδες που σήκωσαν τα μανίκια, έβαλαν τα στήθια τους μπροστά στα κορμάκια των παιδιών τους που ήθελαν να ζήσουν λίγο, λιγάκι καλύτερα, να ξεφύγουν από την εποχή της μιζέριας…
Ο Γιώργης δεν είναι γέρος, όχι, μα ούτε
να περπατήσει δεν μπορεί, ούτε καν να μιλήσει, ένα βαρύ εγκεφαλικό τον
έχει καθηλώσει σε ένα σώμα που τσιμενταρισμένο, πνίγει, δεν αφήνει το
καθαρό μυαλό του να πετάξει.
Είναι ο μόνος, σχεδόν ο μοναδικός, που θυμάται τόσο έντονα την ιστορία της Καρπαθιακής επανάστασης, του ξεσηκωμού τον Οκτώβρη του 1944, απέναντι στον άξονα, στους σκληρούς κατακτητές, με αποτέλεσμα να ελευθερωθεί το νησί, οκτώ μήνες νωρίτερα από όλα τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, έφτασαν μάλιστα να φιλοξενηθούν χιλιάδες πρόσφυγες πάνω στα έρημα ακρογιάλια του τόπου, δίνοντας έτσι μια περίεργη πρωτιά στην άγνωστη κατά τα άλλα Κάρπαθο της άγονης γραμμής.
Δεν αναλύω την ιστορία, ούτε βάζω άγιους και εικονίσματα στους τοίχους, στο περίεργα δραματικό γύρισμα της μοίρας μας, έχει σπουδαίο ενδιαφέρον ακόμη και ψυχαναλυτικό η στάση των συνανθρώπων μας στα μεγάλα γεγονότα, όμως πιο σπουδαία γίνεται η δική μας, σημερινή αντιμετώπιση, τόσο της ιστορίας, όσο και της καθημερινότητας που την κάνουμε άλλοτε λάστιχο και την ξεχειλώνουμε με σκοπιμότητα, είτε δυσπιστούμε σε κάθε τι μοναδικό και αυθεντικό, μόνο και μόνο γιατί δεν κρύβονται μεγάλα και τροφαντά υπόγεια νοήματα.
Ο ξεσηκωμός του νησιού, της Καρπάθου, έγινε μια δροσερή Πέμπτη, στις 5 του Οκτώβρη 1944, τα όπλα, κάτι λιανοντούφεκα, τα πήραν κάτι αγράμματοι, ξυπόλητοι με μπαλωμένα παντελόνια, με σφραγισμένα τα ελάχιστα ραδιόφωνα, με καμιά γνώση για τον έξω κόσμο.
Εκατό χρόνια πίσω η Κάρπαθος ήταν Ελληνικό νησί, πέρασαν κουρσάροι και κατακτητές, Τούρκοι, Ιταλοί, Γερμανοί.
Δεν είναι παραμύθι, τελειωμένες ανθρώπινες ζωές, που ολομόναχες αφόπλισαν τους 300 οπλισμένους, εναπομείναντες Ιταλούς αξιωματικούς και καραμπινιέρους, έστειλαν με μια βάρκα, χαλασμένη κι αυτή, μισοδιαλυμένη, θαλασσοπνίγονταν με το μήνυμα μούσκεμα στην αλμύρα, για την Αίγυπτο, ανήγγειλαν τον ξεσηκωμό και την ενσωμάτωση της Καρπάθου με την Ελλάδα. Κανείς δεν τους πήρε σοβαρά, κανένας ακόμη και σήμερα δεν πολυπιστεύει σε τέτοιες πράξεις, που δεν έχουν μεγάλα μυστικά, απόκρυφα νοήματα, πλεκτάνες με δροσερούς, ολοζώντανους εξωγήινους.
Πέρασαν 68 χρόνια από τότε, μικρές, βαρετές, μαθητικές γιορτές, θυμίζουν δικαίως στα παιδιά λέξεις όπως σκασιαρχείο και κοπάνα, οι μεγάλοι με κάθε επισημότητα μασαμπουκιάζουν τυροπιτάκια στους μπουφέδες, ενώ εξάρουν τα άγνωστα μεγαλεία των προγόνων μας.
Δεν λέω να κρεμάσουμε εικονίσματα, ούτε να ξεκινήσουμε ολονύκτια προσκυνήματα και δεήσεις που αφορμής δοθείσης θα καταδικάσουμε ακόμη και τον στοματικό έρωτα.
Μα είναι που στέκονται ψηλά σε ετούτη την χώρα, όλοι εκείνοι που δεν φάνηκαν ποτέ και πουθενά, εκείνοι που αποφάσισαν να βάλουν τα χέρια τους μέσα στην τρύπα με τα φίδια δίχως να λογαριάσουν φαρμακερά, δηλητηριασμένα τσιμπίματα κυρίως από δικά μας «αγαπημένα» πρόσωπα.
Σήμερα στην εποχή της αμφισβήτησης όλα κρίνονται από το μηδέν, πραγματικά όλα ξανά στο τραπέζι μα νομίζω πως οι καθρέφτες, οι δικές μας προσωπικές προβολές είναι πάλι, καλά κρυμμένες.
Στο παρελθόν σφραγίζουμε το μέλλον μας.
Ο ξεσηκωμός της Καρπάθου, όπως και τόσες άλλες κρύφες ιστορίες του τόπου μας δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια ματωμένη πορεία στο χρόνο, δείχνει πως κάθε στιγμή, κάθε εποχή ήθελε, θέλει, αυθεντικούς και καθαρούς ανθρώπους, που πέρα και μακριά από υστεροφημίες σηκώνουν τα μανίκια και χρεώνονται δράσεις που πάνε μπροστά, εξελίσσουν, κάνουν τις επόμενες γενιές να περπατούν καλύτερα όσο κι αν εκείνες αμφισβητούν τα κίνητρα και τους στόχους των παλιών ξεχασμένων σε κιτρινισμένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες προγόνων που μας ήθελαν τουλάχιστον ελεύθερους.
Οι πραγματικά εμπνευσμένοι δεν ήταν τύποι με ξυρισμένα κεφάλια, ούτε μορφωμένοι με γλώσσα γεμάτη ξυράφια, να κοπανούν κάθε διαφορετική άποψη, αν δεν είναι της δικιάς τους αριστεροδεξιάς παρέας, ήταν γονείς, πατεράδες και μανάδες που σήκωσαν τα μανίκια, έβαλαν τα στήθια τους μπροστά στα κορμάκια των παιδιών τους που ήθελαν να ζήσουν λίγο, λιγάκι καλύτερα, να ξεφύγουν από την εποχή της μιζέριας.
Εμείς πάλι, πως θα σταθούμε στο θλιβερό παρόν μας;
Είναι ο μόνος, σχεδόν ο μοναδικός, που θυμάται τόσο έντονα την ιστορία της Καρπαθιακής επανάστασης, του ξεσηκωμού τον Οκτώβρη του 1944, απέναντι στον άξονα, στους σκληρούς κατακτητές, με αποτέλεσμα να ελευθερωθεί το νησί, οκτώ μήνες νωρίτερα από όλα τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, έφτασαν μάλιστα να φιλοξενηθούν χιλιάδες πρόσφυγες πάνω στα έρημα ακρογιάλια του τόπου, δίνοντας έτσι μια περίεργη πρωτιά στην άγνωστη κατά τα άλλα Κάρπαθο της άγονης γραμμής.
Δεν αναλύω την ιστορία, ούτε βάζω άγιους και εικονίσματα στους τοίχους, στο περίεργα δραματικό γύρισμα της μοίρας μας, έχει σπουδαίο ενδιαφέρον ακόμη και ψυχαναλυτικό η στάση των συνανθρώπων μας στα μεγάλα γεγονότα, όμως πιο σπουδαία γίνεται η δική μας, σημερινή αντιμετώπιση, τόσο της ιστορίας, όσο και της καθημερινότητας που την κάνουμε άλλοτε λάστιχο και την ξεχειλώνουμε με σκοπιμότητα, είτε δυσπιστούμε σε κάθε τι μοναδικό και αυθεντικό, μόνο και μόνο γιατί δεν κρύβονται μεγάλα και τροφαντά υπόγεια νοήματα.
Ο ξεσηκωμός του νησιού, της Καρπάθου, έγινε μια δροσερή Πέμπτη, στις 5 του Οκτώβρη 1944, τα όπλα, κάτι λιανοντούφεκα, τα πήραν κάτι αγράμματοι, ξυπόλητοι με μπαλωμένα παντελόνια, με σφραγισμένα τα ελάχιστα ραδιόφωνα, με καμιά γνώση για τον έξω κόσμο.
Εκατό χρόνια πίσω η Κάρπαθος ήταν Ελληνικό νησί, πέρασαν κουρσάροι και κατακτητές, Τούρκοι, Ιταλοί, Γερμανοί.
Δεν είναι παραμύθι, τελειωμένες ανθρώπινες ζωές, που ολομόναχες αφόπλισαν τους 300 οπλισμένους, εναπομείναντες Ιταλούς αξιωματικούς και καραμπινιέρους, έστειλαν με μια βάρκα, χαλασμένη κι αυτή, μισοδιαλυμένη, θαλασσοπνίγονταν με το μήνυμα μούσκεμα στην αλμύρα, για την Αίγυπτο, ανήγγειλαν τον ξεσηκωμό και την ενσωμάτωση της Καρπάθου με την Ελλάδα. Κανείς δεν τους πήρε σοβαρά, κανένας ακόμη και σήμερα δεν πολυπιστεύει σε τέτοιες πράξεις, που δεν έχουν μεγάλα μυστικά, απόκρυφα νοήματα, πλεκτάνες με δροσερούς, ολοζώντανους εξωγήινους.
Πέρασαν 68 χρόνια από τότε, μικρές, βαρετές, μαθητικές γιορτές, θυμίζουν δικαίως στα παιδιά λέξεις όπως σκασιαρχείο και κοπάνα, οι μεγάλοι με κάθε επισημότητα μασαμπουκιάζουν τυροπιτάκια στους μπουφέδες, ενώ εξάρουν τα άγνωστα μεγαλεία των προγόνων μας.
Δεν λέω να κρεμάσουμε εικονίσματα, ούτε να ξεκινήσουμε ολονύκτια προσκυνήματα και δεήσεις που αφορμής δοθείσης θα καταδικάσουμε ακόμη και τον στοματικό έρωτα.
Μα είναι που στέκονται ψηλά σε ετούτη την χώρα, όλοι εκείνοι που δεν φάνηκαν ποτέ και πουθενά, εκείνοι που αποφάσισαν να βάλουν τα χέρια τους μέσα στην τρύπα με τα φίδια δίχως να λογαριάσουν φαρμακερά, δηλητηριασμένα τσιμπίματα κυρίως από δικά μας «αγαπημένα» πρόσωπα.
Σήμερα στην εποχή της αμφισβήτησης όλα κρίνονται από το μηδέν, πραγματικά όλα ξανά στο τραπέζι μα νομίζω πως οι καθρέφτες, οι δικές μας προσωπικές προβολές είναι πάλι, καλά κρυμμένες.
Στο παρελθόν σφραγίζουμε το μέλλον μας.
Ο ξεσηκωμός της Καρπάθου, όπως και τόσες άλλες κρύφες ιστορίες του τόπου μας δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια ματωμένη πορεία στο χρόνο, δείχνει πως κάθε στιγμή, κάθε εποχή ήθελε, θέλει, αυθεντικούς και καθαρούς ανθρώπους, που πέρα και μακριά από υστεροφημίες σηκώνουν τα μανίκια και χρεώνονται δράσεις που πάνε μπροστά, εξελίσσουν, κάνουν τις επόμενες γενιές να περπατούν καλύτερα όσο κι αν εκείνες αμφισβητούν τα κίνητρα και τους στόχους των παλιών ξεχασμένων σε κιτρινισμένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες προγόνων που μας ήθελαν τουλάχιστον ελεύθερους.
Οι πραγματικά εμπνευσμένοι δεν ήταν τύποι με ξυρισμένα κεφάλια, ούτε μορφωμένοι με γλώσσα γεμάτη ξυράφια, να κοπανούν κάθε διαφορετική άποψη, αν δεν είναι της δικιάς τους αριστεροδεξιάς παρέας, ήταν γονείς, πατεράδες και μανάδες που σήκωσαν τα μανίκια, έβαλαν τα στήθια τους μπροστά στα κορμάκια των παιδιών τους που ήθελαν να ζήσουν λίγο, λιγάκι καλύτερα, να ξεφύγουν από την εποχή της μιζέριας.
Εμείς πάλι, πως θα σταθούμε στο θλιβερό παρόν μας;
Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για το θέμα, δεν έχετε από το να παραβρεθήτε στην εκδήλωση του συλλόγου Απανταχού Μενετιατών Καρπάθου, την Κυριακή 14 Οκτώβρη 2012 στον πολυχώρο “Κ.Κωσταράκος”, θήρας και Μαντινείας στα Καμίνια του Πειραιά, με ομιλητές τους καθηγητές πανεπιστημίου, κ.κ. Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης, ο Χάρης Μπαμπούνης καθώς και τον πρόεδρο του Ελληνοιταλικού επιμελητηρίου κ. Γιάννη Τσαμίχα… περισσότερα κλικ εδώ
http://www.24grammata.com/?p=32755
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου