ΔΗΜΗΤΡΗΣ Σ. ΜΠΕΛΕΖΟΣ
Ιστορικός
Ιστορικός
Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΣΤΙΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΑΚΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΝΑ ΑΠΑΛΛΑΓΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΕΡΣΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΚΑΤΕΛΗΞΕ ΣΕ ΜΙΑ ΣΚΛΗΡΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΟΚΙΜΑΣΤΗΚΑΝ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΣΕ ΤΟΣΟ ΜΕΓΑΛΟ ΒΑΘΜΟ ΟΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΣΩΝ, ΣΕ ΜΙΑ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ ΠΟΥ ΔΙΕΞΗΧΘΗ ΣΕ ΞΗΡΑ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΑ. Η ΤΕΛΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΣΩΝ, Η ΟΠΟΙΑ ΟΦΕΙΛΟΤΑΝ ΣΤΗΝ ΚΑΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΙΠΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΟΔΗΓΗΣΕ ΤΟΝ ΠΕΡΣΗ ΒΑΣΙΛΙΑ ΔΑΡΕΙΟ ΣΕ ΕΣΦΑΛΜΕΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΜΙΑΣ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΕΡΣΙΚΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.
Οι Έλληνες της Ιωνίας είχαν αναπτύξει εμπορικές σχέσεις με πολλές περιοχές της Μεσογείου και είχαν ιδρύσει περισσότερες αποικίες απ' όσες οι Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Παράσταση αρχαίου ελληνικού σκάφους σε ερυθρόμορφο αγγείο
του 6ου αι. π.Χ. Οι Αθηναίοι έστειλαν 20 πλοία σε βοήθεια της Ιωνικής Επανάστασης και οι Ερετριείς άλλα πέντε (Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο).
Κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας αποτελούσαν το επίκεντρο του ελληνικού πολιτισμού. Οι πόλεις αυτές ήταν χωρισμένες σε τρεις ομάδες. Στο βορειότερο τμήμα των ανατολικών ακτών του Αιγαίου βρίσκονταν οι αιολικοί οικισμοί. Στο κέντρο των ανατολικών ακτών του Αιγαίου, στη Χίο, στη Σάμο και στις απέναντι ακτές, βρίσκονταν οι πόλεις των Ιώνων, οι οποίες συγκέντρωναν το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου και της πολιτιστικής δραστηριότητας των Ελλήνων. Νοτιότερα, στη Ρόδο, στην Κω και στις κοντινές ακτές, βρίσκονταν οι πόλεις που είχαν ιδρυθεί από τους Δωριείς. Οι πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας δεν μπορούσαν να παραβληθούν με τις μικρασιατικές, καθώς ακόμα και η πλούσια Κόρινθος, η ισχυρή Σπάρτη και η Αθήνα φαίνονταν ασήμαντες σε σύγκριση με τη Μίλητο, την Έφεσο, αλλά και άλλες μικρότερες μικρασιατικές πόλεις. Οι Έλληνες της Ιωνίας είχαν αναπτύξει εμπορικές σχέσεις με πολλές περιοχές της Μεσογείου και είχαν ιδρύσει περισσότερες αποικίες απ' όσες οι Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η Μίλητος μόνο αποτελούσε μητρόπολη για δεκάδες αποικίες. Το εμπόριο έφερνε στα μικρασιατικά παράλια πλούτο και πολιτιστική άνθηση. Οι ιωνικές πόλεις έβριθαν από εντυπωσιακούς ναούς, οι οποίοι ξεχώριζαν για το μέγεθος και την ποιότητα της αρχιτεκτονικής τους διακόσμησης. Οι σοφοί της Ιωνίας είχαν ήδη αρχίσει να μελετούν τη φύση και να θέτουν τα θεμέλια της σύγχρονης επιστημονικής σκέψης και φιλοσοφίας.
του 6ου αι. π.Χ. Οι Αθηναίοι έστειλαν 20 πλοία σε βοήθεια της Ιωνικής Επανάστασης και οι Ερετριείς άλλα πέντε (Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο).
Κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας αποτελούσαν το επίκεντρο του ελληνικού πολιτισμού. Οι πόλεις αυτές ήταν χωρισμένες σε τρεις ομάδες. Στο βορειότερο τμήμα των ανατολικών ακτών του Αιγαίου βρίσκονταν οι αιολικοί οικισμοί. Στο κέντρο των ανατολικών ακτών του Αιγαίου, στη Χίο, στη Σάμο και στις απέναντι ακτές, βρίσκονταν οι πόλεις των Ιώνων, οι οποίες συγκέντρωναν το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου και της πολιτιστικής δραστηριότητας των Ελλήνων. Νοτιότερα, στη Ρόδο, στην Κω και στις κοντινές ακτές, βρίσκονταν οι πόλεις που είχαν ιδρυθεί από τους Δωριείς. Οι πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας δεν μπορούσαν να παραβληθούν με τις μικρασιατικές, καθώς ακόμα και η πλούσια Κόρινθος, η ισχυρή Σπάρτη και η Αθήνα φαίνονταν ασήμαντες σε σύγκριση με τη Μίλητο, την Έφεσο, αλλά και άλλες μικρότερες μικρασιατικές πόλεις. Οι Έλληνες της Ιωνίας είχαν αναπτύξει εμπορικές σχέσεις με πολλές περιοχές της Μεσογείου και είχαν ιδρύσει περισσότερες αποικίες απ' όσες οι Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η Μίλητος μόνο αποτελούσε μητρόπολη για δεκάδες αποικίες. Το εμπόριο έφερνε στα μικρασιατικά παράλια πλούτο και πολιτιστική άνθηση. Οι ιωνικές πόλεις έβριθαν από εντυπωσιακούς ναούς, οι οποίοι ξεχώριζαν για το μέγεθος και την ποιότητα της αρχιτεκτονικής τους διακόσμησης. Οι σοφοί της Ιωνίας είχαν ήδη αρχίσει να μελετούν τη φύση και να θέτουν τα θεμέλια της σύγχρονης επιστημονικής σκέψης και φιλοσοφίας.
Παρά όμως τα πολλά πλεονεκτήματα που προσέφερε η θέση τους, οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας είχαν ένα σημαντικό μειονέκτημα, καθώς ήταν απροστάτευτες από τα ισχυρά βαρβαρικά βασίλεια που βρίσκονταν στα ανατολικά. Ο πρώτος βάρβαρος βασιλιάς που επέβαλε την εξουσία του στους Ελληνες της Μικράς Ασίας ήταν ο Κροίσος, ο ηγεμόνας των Λυδών. Το βασίλειο του απλωνόταν στο κεντρικό και δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας και η πρωτεύουσα του, οι Σάρδεις, αποτελούσε τη σημαντικότερη πόλη της περιοχής - μαζί βέβαια με τις ελληνικές στα παράλια. Μια από τις πρώτες ενέργειες του Κροίσου, ο οποίος ανέλαβε τη βασιλεία των Λυδών το 560 π.Χ., ήταν να πολιορκήσει την Έφεσο και να αναγκάσει τον τύρρανο Πίνδαρο να απομακρυνθεί από την πόλη. Μετά την επικράτηση του στην Έφεσο, ο Κροίσος επέβαλε στις ελληνικές πόλεις να του καταβάλλουν ετήσιο φόρο υποτέλειας και να τον ενισχύουν στρατιωτικά όποτε το ζητούσε. Τον έλεγχο των Λυδών διέφυγαν η Μίλητος και οι Αιολικές πόλεις, ίσως και οι δωρικές. Παρόλα αυτά, η εξουσία του Κροίσου δεν υπήρξε καταπιεστική, από τη στιγμή μάλιστα που επιτράπηκε στους Έλληνες να ρυθμίζουν μόνοι τους τις εσωτερικές τους υποθέσεις και να επιλέγουν το πολίτευμα κάθε πόλης. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Έφεσος μπόρεσε να αποκτήσει δημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο διατηρήθηκε ως την περσική κατάκτηση. Επιπλέον, ο Κροίσος, που θαύμαζε τον ελληνικό πολιτισμό, χρηματοδότησε την κατασκευή του ναού της Αρτέμιδος στην Εφεσο. Χάρη στην οικονομική αυτή προσφορά, ο ναός έγινε τόσο μεγαλοπρεπής, ώστε χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Ανάλογο σεβασμό επεδείκνυε και για τα ελληνικά μαντεία και συχνά προσέφερε σημαντικά δώρα στο ιερό των Δελφών. Είναι πολύ πιθανό ο Κροίσος να συνέβαλε και στην ανάπτυξη του εμπορίου των Ιώνων με την Αίγυπτο, καθότι σύμμαχος του φαραώ Αμασι. Η Αίγυπτος ήταν εξαιρετικά σημαντική για το εμπόριο των Ιώνων, οι οποίοι μάλιστα είχαν ιδρύσει από κοινού στο δέλτα του Νείλου μια αποικία, τη Ναύκράτη.
Λυδοί: Αρχαίος λαός που κατοικούσε στη Λυδία, αρχαία χώρα της Μικράς Ασίας
Από τις διάφορες υποθέσεις για την καταγωγή των αρχαίων Λυδών, μεταξύ των οποίων η ταύτιση με τους σημιτικούς Λούδ και τους ομηρικούς Μαίονες, Αρχαίος λαός ς συγγενής προς τους Φρύγες που κατοικούσε νότια της Μυσίας στη Μαιονία. Οι Μαίονες παρά τον Όμηρο καλούνται "Μέονες".
Ηγεμόνες δε αυτών ήταν ο Μέσθλης και ο Άντιφος. Αργότερα τους Μαίονες υπέταξε ο άγνωστος στον Όμηρο λαός των Λυδών του οποίου το όνομα έλαβε όλη γενικότερα η χώρα.πιθανότερη θεωρείται εκείνη του Ηρόδοτου κατά την οποία οι Λυδοί αποτελούν κοινό κορμό με τους Κάρες και επομένως με τους λοιπούς ομόφυλους λαούς Λύκιους, Κρήτες κ.ά.
Νεότεροι ερευνητές της γλώσσας των Λυδών,, που τους εξέπληξε, ήταν η ανακάλυψη της στενής σχέσης της γλώσσας των Λυδών με εκείνη των Τυρρηνών (Ετρούσκων ή Τούσκων). Έτσι καταδείχτηκε η ιστορική βάση της παράδοσης που αναφέρεται από τον Ηρόδοτο και Στράβωνα, κατά την οποία σε εποχή σιτοδείας στη χώρα, επί βασιλείας του Άτυος, αποφασίσθηκε με κλήρο ο ένας από τους γιούς του βασιλιά και οι μισοί κάτοικοι της χώρας να μετοικίσουν στην Ομβρική της Ιταλίας. Ο κλήρος έπεσε στον Τυρρηνό ο οποίος απέπλευσε από τη Σμύρνη και, μετά από πολλές περιπλανήσεις, έφθασε στην Ομβρική κτίζοντας εκεί 12 πόλεις. Από τον Τυρρηνό, συνεχίζει η παράδοση, ονομάστηκαν και οι κάτοικοι εκείνης της χώρας.
Η ανάγνωση των χεττιτικών επιγραφών από τον Forrer κατέδειξε ακόμη μια άλλη παράδοση κατά την οποία η πρώτη δυναστεία των Λυδών υπό τον Άτυ καταλύθηκε από τη δυναστεία των Ηρακλειδών, αποδεικνύοντας τη σχέση Λυδών και Ελλήνων
Η ΠΕΡΣΙΚΗ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
Το 550 π.Χ., δέκα χρόνια μετά την άνοδο του Κροίσου στον θρόνο, το λυδικό βασίλειο απειλήθηκε από τα ανατολικά. Ο Κύρος Β', ο βασιλιάς των Περσών, νίκησε τους Μήδους και ένωσε τα βασίλεια της Περσίας και της Μηδείας σε ένα ισχυρό κράτος. Ο Κροίσος τότε ανησύχησε και αποφάσισε να επιτεθεί στο νέο βασίλειο. Πρώτα όμως φρόντισε να εξασφαλίσει την θετική γνώμη των Ελληνικών μαντείων, που σεβόταν και τιμούσε ιδιαίτερα, και να ζητήσει την συμμαχία των Σπαρτιατών, για τους οποίους γνώριζε ότι ήταν εξαιρετικοί πολεμιστές. Η Σπάρτη αποδέχθηκε την συμμαχία ωστόσο δεν πρόλαβε να λάβει μέρος στην σύγκρουση, η οποία εξελίχθηκε αρνητικά για τους Λυδούς. Το 546 π.χ. ο Κύρος κατόρθωσε να καταλάβει τις Σάρδεις και να καταλύσει το Λυδικό βασίλειο. Στην διάρκεια του πολέμου ο Πέρσης βασιλιάς κάλεσε του Έλληνες της Μικράς Ασίας να εξεγερθούν κατά του Κροίσου, επιδιώκοντας έτσι να διευκολύνει την Περσική επίθεση. Οι Έλληνες όμως αρνήθηκαν καθώς θεώρησαν ότι το Λυδικό βασίλειο ήταν εξαιρετικά ισχυρό και θα κέρδιζε τελικά τον πόλεμο. Η Λυδική κυριαρχία εξάλλου κάθε άλλο παρά δυσβάστακτη ήταν για τους Έλληνες, ενώ τους εξασφάλιζε την ανάπτυξη του εμπορίου και πλούσια δώρα για τα Ελληνικά ιερά, προερχόμενα από την γενναιοδωρία του Λυδού μονάρχη.
Όταν ολοκληρώθηκε η κατάληψη της Λυδίας, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας έστειλαν πρεσβεία στον Κύρο ζητώντας να μείνουν υποτελείς του, με τους όρους όμως που είχε θέσει ο Κροίσος. Αλλά ο κύρος θύμισε στους πρέσβεις την απροθυμία των Ελληνικών πόλεων να τον υποστηρίξουν στον πόλεμο με τους Λυδούς και διευκρίνισε ότι σκόπευε να μεταβάλλει τις συνθήκες που επικρατούσαν ως τότε. Δέχτηκε ωστόσο να κάνει μια εξαίρεση για τους Μιλήσιους επειδή δεν υπαγόταν στο βασίλειο της Λυδίας. Ανήσυχοι από τις εξελίξεις αυτές οι κάτοικοι των Ελληνικών πόλεων αποφάσισαν αν οργανώσουν την άμυνα τους. Αντιπρόσωποι των Ιωνικών πόλεων συγκεντρώθηκαν στο Πανιώνιον, το θρησκευτικό κέντρο των Ιώνων της Μικράς Ασίας και αποφάσισαν να ζητήσουν βοήθεια από τους Σπαρτιάτες. Οι Αιολικές πόλεις συμμάχησαν μαζί τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν από κοινού τον εχθρό, δεν έπραξαν το ίδιο και οι νησιωτικές πόλεις που θεωρούσαν ότι οι Πέρσες δεν θα τις απειλούσαν, καθότι δεν διέθεταν ναυτική δύναμη. Μια από τις πρώτες ενέργειες των Ιώνων και των Αιολέων ήταν να στείλουν πρεσβεία στην Σπάρτη. Σημαντικότερος μεταξύ των μελών της πρεσβείας ήταν ο Πύθερμος από την Φώκαια, στον οποίο ανατέθηκε να μιλήσει στους Σπαρτιάτες εκ μέρους όλων των πόλεων της Μικρας Ασίας. Οι Σπαρτιάτες από την πλευρά τους απέφυγαν να αναλάβουν κάποια συγκεκριμένη δέσμευση, έστειλαν ωστόσο μια αντιπροσωπεία στην Μικρά Ασία για να μελετήσει την κατάσταση και ειδοποίησαν τον Κύρο ότι δεν θα ανεχόταν Περσική επίθεση σε καμία Ελληνική πόλη. Ο Κύρος πάλι δεν εντυπωσιάστηκε ιδιαιτέρα από αυτήν την προειδοποίηση, όμως προβλήματα που παρουσιάστηκαν σε άλλα σημεία του Περσικού κράτους, τον ανάγκασαν να αναβάλει την εκστρατεία στην Μικρά Ασία.
Η ΠΕΡΣΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΙΩΝΙΑ
Το διάστημα που ο Κύρος απουσίαζε, ο Λυδός Πακτύης υποκίνησε την εξέγερση των ομοεθνών του κατά των Περσών. Το κίνημα του εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα στη Λυδία, αφού μόνο στις Σάρδεις υπήρχε κάποια περσική φρουρά. Σύντομα ο Πακτύης κατόρθωσε να κερδίσει και την εμπιστοσύνη των Ελλήνων, οι οποίοι τον υποστήριξαν, πιστεύοντας ότι με την ανασύσταση του λυδικού βασιλείου θα απέφευγαν την περσική απειλή. Ο Κύρος, όταν πληροφορήθηκε τη λυδική εξέγερση, έστειλε στη Μικρά Ασία τον Μαζάρη, που χωρίς δυσκολία κατόρθωσε να διαλύσει τον στρατό του Πακτύη. Αφού κατέστειλε την εξέγερση στη Λυδία, ο Μαζάρης στράφηκε κατά των ελληνικών πόλεων. Κατέλαβε την Πριήνη και τη Μαγνησία του Μαιάνδρου, τις οποίες και λεηλάτησε, πέθανε όμως προτού προλάβει να συνεχίσει την εκστρατεία. Τον διαδέχθηκε ο Άρπαγος, ο οποίος άρχισε να πολιορκεί τη Φώκαια. Οι Φωκαείς προσπάθησαν να αγοράσουν από τους Χίους τις Οινούσες, για να μεταφέρουν εκεί την πόλη τους, αλλά δεν το κατόρθωσαν. Ο μισός πληθυσμός της πόλης τότε αποφάσισε να μεταφερθεί στην Αλαλία, αποικία που είχαν ιδρύσει στην Κορσική. Ο άλλος μισός προτίμησε να παραμείνει στη Μικρά Ασία, αποδεχόμενος την περσική κυριαρχία. Ανάλογη ήταν η τύχη και των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων της Μικρός Ασίας. Πολλές επιχείρησαν να αντισταθούν, χωρίς όμως οργάνωση και συνεννόηση μεταξύ τους. Έτσι, οι Πέρσες κατόρθωσαν μέσα σε λίγα χρόνια να υποτάξουν όλες τις ελληνικές πόλεις της ακτής. Όσοι δεν επιθυμούσαν να υποταχθούν στους Πέρσες αναχωρούσαν για τις αποικίες της δυτικής Μεσογείου. Ο Βίας ο Πριηνεύς μάλιστα, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, υποστήριξε ότι όλοι οι Έλληνες των ακτών της Μικράς Ασίας έπρεπε να αναχωρήσουν μαζικά για τη Σαρδηνία και να ιδρύσουν εκεί νέες πόλεις, μακριά από την περσική απειλή, την οποία κατά τη γνώμη του δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν. Υποστήριξε επίσης ότι, ακόμα και αν οι ελληνικές πόλεις κατόρθωναν τότε να απωθήσουν τις περσικές επιθέσεις, θα παρέμεναν πάντα εκτεθειμένες σε νέες επιθέσεις στο μέλλον. Οι Έλληνες των μικρασιατικών παραλίων όμως απέρριψαν αυτή την ιδέα και υποτάχθηκαν στους Πέρσες. Λίγο αργότερα υποχρεώθηκαν να υποταχθούν και οι πόλεις των κοντινών νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Τελευταίες αναγνώρισαν την περσική κυριαρχία οι δωρικές πόλεις στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Οι ελληνικές πόλεις υποτάχθηκαν με την υποχρέωση να παρέχουν στον Πέρση βασιλιά φόρο υποτέλειας και στρατιωτικές δυνάμεις. Οι δωρικές πόλεις μάλιστα κατακτήθηκαν με τη βοήθεια στρατού που προσέφεραν οι ήδη υποταγμένοι Ίωνες και Αιολείς της Μικράς Ασίας.
Το 550 π.Χ., δέκα χρόνια μετά την άνοδο του Κροίσου στον θρόνο, το λυδικό βασίλειο απειλήθηκε από τα ανατολικά. Ο Κύρος Β', ο βασιλιάς των Περσών, νίκησε τους Μήδους και ένωσε τα βασίλεια της Περσίας και της Μηδείας σε ένα ισχυρό κράτος. Ο Κροίσος τότε ανησύχησε και αποφάσισε να επιτεθεί στο νέο βασίλειο. Πρώτα όμως φρόντισε να εξασφαλίσει την θετική γνώμη των Ελληνικών μαντείων, που σεβόταν και τιμούσε ιδιαίτερα, και να ζητήσει την συμμαχία των Σπαρτιατών, για τους οποίους γνώριζε ότι ήταν εξαιρετικοί πολεμιστές. Η Σπάρτη αποδέχθηκε την συμμαχία ωστόσο δεν πρόλαβε να λάβει μέρος στην σύγκρουση, η οποία εξελίχθηκε αρνητικά για τους Λυδούς. Το 546 π.χ. ο Κύρος κατόρθωσε να καταλάβει τις Σάρδεις και να καταλύσει το Λυδικό βασίλειο. Στην διάρκεια του πολέμου ο Πέρσης βασιλιάς κάλεσε του Έλληνες της Μικράς Ασίας να εξεγερθούν κατά του Κροίσου, επιδιώκοντας έτσι να διευκολύνει την Περσική επίθεση. Οι Έλληνες όμως αρνήθηκαν καθώς θεώρησαν ότι το Λυδικό βασίλειο ήταν εξαιρετικά ισχυρό και θα κέρδιζε τελικά τον πόλεμο. Η Λυδική κυριαρχία εξάλλου κάθε άλλο παρά δυσβάστακτη ήταν για τους Έλληνες, ενώ τους εξασφάλιζε την ανάπτυξη του εμπορίου και πλούσια δώρα για τα Ελληνικά ιερά, προερχόμενα από την γενναιοδωρία του Λυδού μονάρχη.
Όταν ολοκληρώθηκε η κατάληψη της Λυδίας, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας έστειλαν πρεσβεία στον Κύρο ζητώντας να μείνουν υποτελείς του, με τους όρους όμως που είχε θέσει ο Κροίσος. Αλλά ο κύρος θύμισε στους πρέσβεις την απροθυμία των Ελληνικών πόλεων να τον υποστηρίξουν στον πόλεμο με τους Λυδούς και διευκρίνισε ότι σκόπευε να μεταβάλλει τις συνθήκες που επικρατούσαν ως τότε. Δέχτηκε ωστόσο να κάνει μια εξαίρεση για τους Μιλήσιους επειδή δεν υπαγόταν στο βασίλειο της Λυδίας. Ανήσυχοι από τις εξελίξεις αυτές οι κάτοικοι των Ελληνικών πόλεων αποφάσισαν αν οργανώσουν την άμυνα τους. Αντιπρόσωποι των Ιωνικών πόλεων συγκεντρώθηκαν στο Πανιώνιον, το θρησκευτικό κέντρο των Ιώνων της Μικράς Ασίας και αποφάσισαν να ζητήσουν βοήθεια από τους Σπαρτιάτες. Οι Αιολικές πόλεις συμμάχησαν μαζί τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν από κοινού τον εχθρό, δεν έπραξαν το ίδιο και οι νησιωτικές πόλεις που θεωρούσαν ότι οι Πέρσες δεν θα τις απειλούσαν, καθότι δεν διέθεταν ναυτική δύναμη. Μια από τις πρώτες ενέργειες των Ιώνων και των Αιολέων ήταν να στείλουν πρεσβεία στην Σπάρτη. Σημαντικότερος μεταξύ των μελών της πρεσβείας ήταν ο Πύθερμος από την Φώκαια, στον οποίο ανατέθηκε να μιλήσει στους Σπαρτιάτες εκ μέρους όλων των πόλεων της Μικρας Ασίας. Οι Σπαρτιάτες από την πλευρά τους απέφυγαν να αναλάβουν κάποια συγκεκριμένη δέσμευση, έστειλαν ωστόσο μια αντιπροσωπεία στην Μικρά Ασία για να μελετήσει την κατάσταση και ειδοποίησαν τον Κύρο ότι δεν θα ανεχόταν Περσική επίθεση σε καμία Ελληνική πόλη. Ο Κύρος πάλι δεν εντυπωσιάστηκε ιδιαιτέρα από αυτήν την προειδοποίηση, όμως προβλήματα που παρουσιάστηκαν σε άλλα σημεία του Περσικού κράτους, τον ανάγκασαν να αναβάλει την εκστρατεία στην Μικρά Ασία.
Η ΠΕΡΣΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΙΩΝΙΑ
Το διάστημα που ο Κύρος απουσίαζε, ο Λυδός Πακτύης υποκίνησε την εξέγερση των ομοεθνών του κατά των Περσών. Το κίνημα του εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα στη Λυδία, αφού μόνο στις Σάρδεις υπήρχε κάποια περσική φρουρά. Σύντομα ο Πακτύης κατόρθωσε να κερδίσει και την εμπιστοσύνη των Ελλήνων, οι οποίοι τον υποστήριξαν, πιστεύοντας ότι με την ανασύσταση του λυδικού βασιλείου θα απέφευγαν την περσική απειλή. Ο Κύρος, όταν πληροφορήθηκε τη λυδική εξέγερση, έστειλε στη Μικρά Ασία τον Μαζάρη, που χωρίς δυσκολία κατόρθωσε να διαλύσει τον στρατό του Πακτύη. Αφού κατέστειλε την εξέγερση στη Λυδία, ο Μαζάρης στράφηκε κατά των ελληνικών πόλεων. Κατέλαβε την Πριήνη και τη Μαγνησία του Μαιάνδρου, τις οποίες και λεηλάτησε, πέθανε όμως προτού προλάβει να συνεχίσει την εκστρατεία. Τον διαδέχθηκε ο Άρπαγος, ο οποίος άρχισε να πολιορκεί τη Φώκαια. Οι Φωκαείς προσπάθησαν να αγοράσουν από τους Χίους τις Οινούσες, για να μεταφέρουν εκεί την πόλη τους, αλλά δεν το κατόρθωσαν. Ο μισός πληθυσμός της πόλης τότε αποφάσισε να μεταφερθεί στην Αλαλία, αποικία που είχαν ιδρύσει στην Κορσική. Ο άλλος μισός προτίμησε να παραμείνει στη Μικρά Ασία, αποδεχόμενος την περσική κυριαρχία. Ανάλογη ήταν η τύχη και των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων της Μικρός Ασίας. Πολλές επιχείρησαν να αντισταθούν, χωρίς όμως οργάνωση και συνεννόηση μεταξύ τους. Έτσι, οι Πέρσες κατόρθωσαν μέσα σε λίγα χρόνια να υποτάξουν όλες τις ελληνικές πόλεις της ακτής. Όσοι δεν επιθυμούσαν να υποταχθούν στους Πέρσες αναχωρούσαν για τις αποικίες της δυτικής Μεσογείου. Ο Βίας ο Πριηνεύς μάλιστα, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, υποστήριξε ότι όλοι οι Έλληνες των ακτών της Μικράς Ασίας έπρεπε να αναχωρήσουν μαζικά για τη Σαρδηνία και να ιδρύσουν εκεί νέες πόλεις, μακριά από την περσική απειλή, την οποία κατά τη γνώμη του δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν. Υποστήριξε επίσης ότι, ακόμα και αν οι ελληνικές πόλεις κατόρθωναν τότε να απωθήσουν τις περσικές επιθέσεις, θα παρέμεναν πάντα εκτεθειμένες σε νέες επιθέσεις στο μέλλον. Οι Έλληνες των μικρασιατικών παραλίων όμως απέρριψαν αυτή την ιδέα και υποτάχθηκαν στους Πέρσες. Λίγο αργότερα υποχρεώθηκαν να υποταχθούν και οι πόλεις των κοντινών νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Τελευταίες αναγνώρισαν την περσική κυριαρχία οι δωρικές πόλεις στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Οι ελληνικές πόλεις υποτάχθηκαν με την υποχρέωση να παρέχουν στον Πέρση βασιλιά φόρο υποτέλειας και στρατιωτικές δυνάμεις. Οι δωρικές πόλεις μάλιστα κατακτήθηκαν με τη βοήθεια στρατού που προσέφεραν οι ήδη υποταγμένοι Ίωνες και Αιολείς της Μικράς Ασίας.
αναπαράσταση Έλληνα οπλίτη, ο οποίος καταβάλλει Πέρση αντίπαλο (ερυθρόμορφο αγγείο, Εδιμβούργο, Βασιλικό Μουσείο).
Για να εξασφαλίσουν τον έλεγχο των ακτών της Μικρός Ασίας, οι Πέρσες επέβαλαν στις ελληνικές πόλεις τυράννους της αρεσκείας τους.
Η συμπεριφορά των τυράννων ελεγχόταν από τον Πέρση σατράπη που έδρευε στις Σάρδεις και ήταν υπόλογος στον Πέρση βασιλιά.
Οι ελληνικές πόλεις στις ανατολικές ακτές της Μικρός Ασίας. (Ιστορία του Ελληνικού Εθνους).
Για να εξασφαλίσουν τον έλεγχο των ακτών της Μικράς Ασίας, οι Πέρσες επέβαλαν στις ελληνικές πόλεις τυράννους της αρεσκείας τους. Η συμπεριφορά των τυράννων ελεγχόταν από τον Πέρση σατράπη που έδρευε στις Σάρδεις και ήταν υπόλογος στον Πέρση βασιλιά. Η λειτουργία των συνελεύσεων των ελεύθερων πολιτών διακόπηκε, ενώ περιεσταλη και η εμπορική δραστηριότητα με άλλες περιοχές της Μεσογείου. Ο περιορισμός της εμπορικής δραστηριότητας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας οφειλόταν στο γεγονός ότι στο περσικό κράτος υπάγονταν και οι μεγάλοι εμπορικοί αντίπαλοι των Ελλήνων, οι Φοίνικες των ακτών του Λιβάνου. Το περσικό βασίλειο επομένως δεν είχε ιδιαίτερους λόγους για να στηρίξει τις εμπορικές πρωτοβουλίες των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, όπως είχε πράξει το Βασίλειο των Λυδών. Επιπλέον, η κατάληψη της Αιγύπτου από τους Πέρσες το 545 π.Χ. περιόρισε ακόμα περισσότερο τις εμπορικές σχέσεις των Ιώνων με τη χώρα του Νείλου. Το 510 π.Χ. καταστράφηκε από τους Κροτωνιάτες η Σύβαρις στην κάτω Ιταλία, εμπορικός εταίρος της Μιλήτου. Η οικονομική καταστροφή ήταν για τους Μιλήσιους τόσο σημαντική, ώστε η πόλη κήρυξε επίσημο πένθος. Το περσικό κράτος βέβαια δεν ευθυνόταν για την καταστροφή της ελληνικής πόλης στην Ιταλία, η οικονομική κρίση όμως που ακολούθησε ενίσχυσε τη δυσαρέσκεια κατά της περσικής εξουσίας.
ΜΙΛΗΤΟΣ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ
Ο ΤΥΡΑΝΝΟΣ ΙΣΤΙΑΙΟΣ
Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. η πόλη της Μιλήτου διοικείτο από τον τύραννο Ιστιαίο, έναν εξαιρετικά φιλόδοξο δολοπλόκο, ο οποίος είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του Πέρση βασιλιά Δαρείου κατά την εκστρατεία που πραγματοποίησε στην περιοχή των Σκυθών, βόρεια του Δούναβη. Το 513 π.Χ. ο Δαρείος πέρασε στην Ευρώπη με πολυάριθμο στρατό και κατευθύνθηκε βόρεια, θέλοντας να υποτάξει τους βάρβαρους Σκύθες. Πράγματι, ο περσικός στρατός έφθασε ως τον Δούναβη, κατασκεύασε γέφυρες και πέρασε στη βόρεια όχθη. Τη φύλαξη των γεφυρών αυτών ο Δαρείος ανέθεσε στους τυράννους των ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας και στους Ελληνες οπλίτες που διοικούσαν Στο μεταξύ, οι Σκύθες είχαν παρασύρει τους Πέρσες σε έναν διαρκή πόλεμο φθοράς, με συνεχείς αιφνιδιαστικές επιθέσεις. Οι αρχηγοί τους τότε πρότειναν στους Έλληνες τυράννους να καταστρέψουν τις γέφυρες και να παγιδεύσουν τους Πέρσες βόρεια του Δούναβη, όπου οι πολεμοχαρείς Σκύθες θα μπορούσαν να τους εξοντώσουν. Οι περισσότεροι από τους τυράννους σκέφτηκαν ότι τους δινόταν μια πολύ καλή ευκαιρία να απαλλαγούν από την περσική κηδεμονία. Ο Αθηναίος Μιλτιάδης μάλιστα, ο μετέπειτα στρατηγός των δυνάμεων της πόλης του στη μάχη του Μαραθώνα, συμβούλευσε τους τυράννους να δεχθούν τις σκυθικές προτάσεις. Ας σημειωθεί ότι την εποχή εκείνη ο Μιλτιάδης διοικούσε μια μικρή ηγεμονία, που είχε δημιουργήσει στην χερσόνησο της Θράκης ο ομώνυμος θείος του, ήταν και αυτός υποτελής στους Πέρσες και συμμετείχε στην εκστρατεία στον Δούναβη.
Στις προτάσεις του Μιλτιάδη αντέδρασε ο Ιστιαίος, με το κύρος που διέθετε ως τύραννος μιας από τις σημαντικότερες και πλουσιότερες Ελληνικές πόλεις. Υπενθύμισε στους υπόλοιπους τύραννους ότι είχαν διοριστεί από τους Πέρσες και υπενθύμισε ότι στην περίπτωση που η Περσική δύναμη χανόταν, τίποτα δεν θα εμπόδιζε τους κατοίκους των Ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας να ανατρέψουν τα μισητά τυραννικά καθεστώτα. Πράγματι, τα επιχειρήματα του ήταν πολύ πειστικά και οι υπόλοιποι τύραννοι συμφώνησαν να μην καταστρέψουν τις γέφυρες. Η απόφαση τους αυτή έσωσε τον Περσικό στρατό και τον Δαρείο από την ολοκληρωτική συντριβή. Για να ανταμείψει τον Ιστιαίο, ο Πέρσης βασιλιάς του παραχώρησε την περιοχή του Μυρκίνου στον Στρυμόνα όπου υπήρχαν σημαντικά μεταλλεία αργύρου και δάση κατάλληλα για υλοτομία.
Όταν ο Ιστιαίος ανέλαβε την περιοχή του Μυρκίνου την οχύρωσε. Η εξέλιξη όμως θορύβησε τον σατράπη των Σάρδεων Μεγάβαζο, ο οποίος φρόντισε να ενημερώσει τον Δαρείο για τις ενέργειες του τυράννου της Μιλήτου που αποσκοπούσαν στην δημιουργία μιας οικονομικής και στρατιωτικής βάσης στο βόρειο Αιγαίο. Ο Δαρείος μπόρεσε να διακρίνει τον κίνδυνο που ελλόχευε και διέταξε τον Ιστιαίο να μεταβεί στα Σούσα για να συμβουλέψει τους Πέρσες σχετικά με θέματα που αφορούσαν την Ιωνία. ¨όταν όμως έφτασε στις Σάρδεις, διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Μίλητο καθώς την θέση του ως τυράννου την είχε αναλάβει ο γαμπρός του, Αρισταγόρας. Παρόλα αυτά, δεν ήταν κρατούμενος στις Σάρδεις και οι Πέρσες πράγματι τον χρησιμοποίησαν ως σύμβουλο, φροντίζοντας ωστόσο να μην επιτρέψουν την επιστροφή του στην Μίλητο. Ίσως μάλιστα η ιδέα για εξέγερση στην Ιωνία να οφείλεται στον Ιστιαίο, ο οποίος θεωρούσε πως έτσι θα απομακρυνόταν από τις Σάρδεις και θα επέστεφε στην Μίλητο. Συγκεκριμένα πίστευε ότι, αν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ξεσηκωνόταν ο Δαρείος θα αναγκαζόταν να τον στείλει πίσω στην Μίλητο για να συντονίσει την καταστολή της εξέγερσης. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν είναι απίθανο, εφόσον μάλιστα ο Ιστιαίος γνώριζε πολύ καλά την κατάσταση στην Ιωνία και βρισκόταν σε μυστική επαφή με τον Αρισταγόρα.
Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. η πόλη της Μιλήτου διοικείτο από τον τύραννο Ιστιαίο, έναν εξαιρετικά φιλόδοξο δολοπλόκο, ο οποίος είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του Πέρση βασιλιά Δαρείου κατά την εκστρατεία που πραγματοποίησε στην περιοχή των Σκυθών, βόρεια του Δούναβη. Το 513 π.Χ. ο Δαρείος πέρασε στην Ευρώπη με πολυάριθμο στρατό και κατευθύνθηκε βόρεια, θέλοντας να υποτάξει τους βάρβαρους Σκύθες. Πράγματι, ο περσικός στρατός έφθασε ως τον Δούναβη, κατασκεύασε γέφυρες και πέρασε στη βόρεια όχθη. Τη φύλαξη των γεφυρών αυτών ο Δαρείος ανέθεσε στους τυράννους των ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας και στους Ελληνες οπλίτες που διοικούσαν Στο μεταξύ, οι Σκύθες είχαν παρασύρει τους Πέρσες σε έναν διαρκή πόλεμο φθοράς, με συνεχείς αιφνιδιαστικές επιθέσεις. Οι αρχηγοί τους τότε πρότειναν στους Έλληνες τυράννους να καταστρέψουν τις γέφυρες και να παγιδεύσουν τους Πέρσες βόρεια του Δούναβη, όπου οι πολεμοχαρείς Σκύθες θα μπορούσαν να τους εξοντώσουν. Οι περισσότεροι από τους τυράννους σκέφτηκαν ότι τους δινόταν μια πολύ καλή ευκαιρία να απαλλαγούν από την περσική κηδεμονία. Ο Αθηναίος Μιλτιάδης μάλιστα, ο μετέπειτα στρατηγός των δυνάμεων της πόλης του στη μάχη του Μαραθώνα, συμβούλευσε τους τυράννους να δεχθούν τις σκυθικές προτάσεις. Ας σημειωθεί ότι την εποχή εκείνη ο Μιλτιάδης διοικούσε μια μικρή ηγεμονία, που είχε δημιουργήσει στην χερσόνησο της Θράκης ο ομώνυμος θείος του, ήταν και αυτός υποτελής στους Πέρσες και συμμετείχε στην εκστρατεία στον Δούναβη.
Στις προτάσεις του Μιλτιάδη αντέδρασε ο Ιστιαίος, με το κύρος που διέθετε ως τύραννος μιας από τις σημαντικότερες και πλουσιότερες Ελληνικές πόλεις. Υπενθύμισε στους υπόλοιπους τύραννους ότι είχαν διοριστεί από τους Πέρσες και υπενθύμισε ότι στην περίπτωση που η Περσική δύναμη χανόταν, τίποτα δεν θα εμπόδιζε τους κατοίκους των Ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας να ανατρέψουν τα μισητά τυραννικά καθεστώτα. Πράγματι, τα επιχειρήματα του ήταν πολύ πειστικά και οι υπόλοιποι τύραννοι συμφώνησαν να μην καταστρέψουν τις γέφυρες. Η απόφαση τους αυτή έσωσε τον Περσικό στρατό και τον Δαρείο από την ολοκληρωτική συντριβή. Για να ανταμείψει τον Ιστιαίο, ο Πέρσης βασιλιάς του παραχώρησε την περιοχή του Μυρκίνου στον Στρυμόνα όπου υπήρχαν σημαντικά μεταλλεία αργύρου και δάση κατάλληλα για υλοτομία.
Όταν ο Ιστιαίος ανέλαβε την περιοχή του Μυρκίνου την οχύρωσε. Η εξέλιξη όμως θορύβησε τον σατράπη των Σάρδεων Μεγάβαζο, ο οποίος φρόντισε να ενημερώσει τον Δαρείο για τις ενέργειες του τυράννου της Μιλήτου που αποσκοπούσαν στην δημιουργία μιας οικονομικής και στρατιωτικής βάσης στο βόρειο Αιγαίο. Ο Δαρείος μπόρεσε να διακρίνει τον κίνδυνο που ελλόχευε και διέταξε τον Ιστιαίο να μεταβεί στα Σούσα για να συμβουλέψει τους Πέρσες σχετικά με θέματα που αφορούσαν την Ιωνία. ¨όταν όμως έφτασε στις Σάρδεις, διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Μίλητο καθώς την θέση του ως τυράννου την είχε αναλάβει ο γαμπρός του, Αρισταγόρας. Παρόλα αυτά, δεν ήταν κρατούμενος στις Σάρδεις και οι Πέρσες πράγματι τον χρησιμοποίησαν ως σύμβουλο, φροντίζοντας ωστόσο να μην επιτρέψουν την επιστροφή του στην Μίλητο. Ίσως μάλιστα η ιδέα για εξέγερση στην Ιωνία να οφείλεται στον Ιστιαίο, ο οποίος θεωρούσε πως έτσι θα απομακρυνόταν από τις Σάρδεις και θα επέστεφε στην Μίλητο. Συγκεκριμένα πίστευε ότι, αν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ξεσηκωνόταν ο Δαρείος θα αναγκαζόταν να τον στείλει πίσω στην Μίλητο για να συντονίσει την καταστολή της εξέγερσης. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν είναι απίθανο, εφόσον μάλιστα ο Ιστιαίος γνώριζε πολύ καλά την κατάσταση στην Ιωνία και βρισκόταν σε μυστική επαφή με τον Αρισταγόρα.
Οι Πέρσες εκτελούν στην πυρά τον βασιλιά της Λυδίας Κροίσο.
Ο Κροίσος ήταν ο πρώτος που υπέταξε τις ελληνικές πόλεις της Μικρός Ασίας, οι οποίες, μετά την ήττα του,
περιήλθαν στην εξουσία των Περσών (παράσταση από ελληνικό ερυθρόμορφο αγγείο, Παρίσι, Μουσείο Λούβρου).
Παράσταση θνήσκοντος Ελληνα οπλίτη από το αέτωμα του ναού της Αφαίας στην Αίγινα.
Αποδίδονται πιστά το κράνος και η ασπίδα, απουσιάζει όμως ο θώρακας,
προκειμένου να προβληθεί η ηρωική γυμνότητα του πολεμιστή (Γλυπτοθήκη Μονάχου).
Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ
Πέρα από τα σχέδια και τις δολοπλοκίες του Ιστιαίου, αφορμή για την επανάσταση στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας στάθηκε η αποτυχημένη εκστρατεία των Περσών στη Νάξο. Στο νησί αυτό του Αιγαίου είχε ανατραπεί η παράταξη των ολιγαρχικών από τους δημοκρατικούς, με αποτέλεσμα οι ηγέτες των πρώτων να αναγκαστούν να καταφύγουν στον Αρισταγόρα της Μιλήτου, από τον οποίο μάλιστα ζήτησαν βοήθεια για να ανακτήσουν την εξουσία τους. Ο Αρισταγόρας διείδε στην πρόταση τους μια μεγάλη ευκαιρία για να ελέγξει το κεντρικό Αιγαίο και να επεκτείνει τη δύναμη του. Στην αρχή, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος και τον πλούτο της Νάξου, ήταν διστακτικός, τελικά όμως αποφάσισε ότι η επιχείρηση μπορούσε να στεφθεί με επιτυχία και ζήτησε από τον σατράπη Αρταφέρνη στις Σάρδεις να τον βοηθήσει. Ο Αρισταγόρας μάλιστα τον έπεισε ότι η επιχείρηση θα ήταν σχετικά εύκολη και θα οδηγούσε στην επιβολή της περσικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Ο Αρταφέρνης δέχθηκε και διέταξε τη συγκρότηση ενός στόλου από 200 πλοία, τα οποία προήλθαν κυρίως από τις ελληνικές πόλεις της Μικρός Ασίας. Αρχηγός του στόλου τοποθετήθηκε ο Αρισταγόρας, με υποδιοικητή τον Πέρση Μεγαβάτη. Η εκστρατεία όμως δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τα σχέδια τους. Οι Νάξιοι ειδοποιήθηκαν για τον κίνδυνο που τους απειλούσε και πρόλαβαν να οργανώσουν την άμυνα τους. Ωστόσο, παραμένει άγνωστο ποιος τους προειδοποίησε. Κατά τον αρχαίο ιστορικό Ηρόδοτο, υπεύθυνος γι' αυτό ήταν ο Μεγαβάτης, ο οποίος είχε έλθει σε σύγκρουση με τον Αρισταγόρα και δεν επιθυμούσε την επιτυχία της εκστρατείας. Είναι όμως πολύ πιθανό η πληροφορία να μεταφέρθηκε στους Ναξίους από τα πληρώματα των πλοίων του στόλου που είχε συγκεντρώσει ο Αρισταγόρας. Υποστηρίχθηκε επίσης ότι ο Αρισταγόρας σχεδίασε την εκστρατεία όχι για να καταλάβει τη Νάξο, αλλά για να βρει μια πρόφαση να συγκεντρώσει τις δυνάμεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, εν όψει της επανάστασης που σχεδίαζε με τον Ιστιαίο, χωρίς να κινήσει τις υποψίες των Περσών. Εάν αυτή η υπόθεση αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, δεν αποκλείεται να πληροφόρησε ο ίδιος ο Ιστιαίος τους Ναξίους για την επικείμενη εισβολή στο νησί τους. Το βέβαιο όμως είναι ότι ο στόλος του Αρισταγόρα έφθασε στη Νάξο το καλοκαίρι του 499 π.Χ. και πολιόρκησε την πόλη για τέσσερις μήνες χωρίς επιτυχία. Ο Αρισταγόρας τότε φοβήθηκε ότι οι Πέρσες θα τον θεωρούσαν υπεύθυνο, αφού τους είχε παρασύρει σε αυτή την περιπέτεια, και πιθανώς να του ζητούσαν να τους αποζημιώσει για τα έξοδα που είχαν κάνει ή να του αφαιρούσαν το τυραννικό αξίωμα. Για τον λόγο αυτό έκρινε, σε συνεννόηση με τον Ιστιαίο, πως είχε έλθει η ώρα να ξεσπάσει η Ιωνική Επανάσταση.
Το 499 π.Χ. ο Αρισταγόρας συγκάλεσε συνέλευση των Ιώνων στη Μίλητο, στην οποία τους προέτρεψε να συμμετάσχουν σε μια εξέγερση κατά των Περσών. Ταυτόχρονα, κατήργησε το τυραννικό καθεστώς της πόλης και επανέφερε τη δημοκρατία. Οι ενέργειες του παρέσυραν τόσο τους συμπολίτες του όσο και τους κατοίκους των υπόλοιπων πόλεων στις ακτές της Μικρός Ασίας και στα γειτονικά νησιά. Μόνο ο Εκαταίος ο Μιλήσιος, ένας από τους σημαντικότερους σοφούς της εποχής, προσπάθησε να αποτρέψει τους Έλληνες από μια τόσο παράτολμη ενέργεια. Εμφάνισε στους συμπολίτες του έναν παγκόσμιο χάρτη, τον οποίο είχε ο ίδιος σχεδιάσει και στον οποίο απεικονιζόταν το μέγεθος του περσικού κράτους. Οι Μιλήσιοι παρόλα αυτά δεν πτοήθηκαν. Τότε ο Εκαταίος τούς παρότρυνε να χρησιμοποιήσουν τους θησαυρούς του ναού του Διδυμαίου Απόλλωνα, ενός από τους σημαντικότερους χώρους λατρείας των Ελλήνων, για την κατασκευή στόλου. Σύμφωνα με τον Εκαταίο, αν η επανάσταση επιτύχαινε, οι Μιλήσιοι θα μπορούσαν να επιστρέψουν στον Απόλλωνα πολύ περισσότερα από αυτά που θα αφαιρούσαν σε μια περίοδο κρίσης. Εάν αντίθετα η επανάσταση αποτύγχανε, οι θησαυροί του ναού θα χάνονταν και πάλι, καθώς θα τους λεηλατούσαν οι Πέρσες. Οι συμβουλές του όμως δεν εισακούσθηκαν.
Πέρα από τα σχέδια και τις δολοπλοκίες του Ιστιαίου, αφορμή για την επανάσταση στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας στάθηκε η αποτυχημένη εκστρατεία των Περσών στη Νάξο. Στο νησί αυτό του Αιγαίου είχε ανατραπεί η παράταξη των ολιγαρχικών από τους δημοκρατικούς, με αποτέλεσμα οι ηγέτες των πρώτων να αναγκαστούν να καταφύγουν στον Αρισταγόρα της Μιλήτου, από τον οποίο μάλιστα ζήτησαν βοήθεια για να ανακτήσουν την εξουσία τους. Ο Αρισταγόρας διείδε στην πρόταση τους μια μεγάλη ευκαιρία για να ελέγξει το κεντρικό Αιγαίο και να επεκτείνει τη δύναμη του. Στην αρχή, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος και τον πλούτο της Νάξου, ήταν διστακτικός, τελικά όμως αποφάσισε ότι η επιχείρηση μπορούσε να στεφθεί με επιτυχία και ζήτησε από τον σατράπη Αρταφέρνη στις Σάρδεις να τον βοηθήσει. Ο Αρισταγόρας μάλιστα τον έπεισε ότι η επιχείρηση θα ήταν σχετικά εύκολη και θα οδηγούσε στην επιβολή της περσικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Ο Αρταφέρνης δέχθηκε και διέταξε τη συγκρότηση ενός στόλου από 200 πλοία, τα οποία προήλθαν κυρίως από τις ελληνικές πόλεις της Μικρός Ασίας. Αρχηγός του στόλου τοποθετήθηκε ο Αρισταγόρας, με υποδιοικητή τον Πέρση Μεγαβάτη. Η εκστρατεία όμως δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τα σχέδια τους. Οι Νάξιοι ειδοποιήθηκαν για τον κίνδυνο που τους απειλούσε και πρόλαβαν να οργανώσουν την άμυνα τους. Ωστόσο, παραμένει άγνωστο ποιος τους προειδοποίησε. Κατά τον αρχαίο ιστορικό Ηρόδοτο, υπεύθυνος γι' αυτό ήταν ο Μεγαβάτης, ο οποίος είχε έλθει σε σύγκρουση με τον Αρισταγόρα και δεν επιθυμούσε την επιτυχία της εκστρατείας. Είναι όμως πολύ πιθανό η πληροφορία να μεταφέρθηκε στους Ναξίους από τα πληρώματα των πλοίων του στόλου που είχε συγκεντρώσει ο Αρισταγόρας. Υποστηρίχθηκε επίσης ότι ο Αρισταγόρας σχεδίασε την εκστρατεία όχι για να καταλάβει τη Νάξο, αλλά για να βρει μια πρόφαση να συγκεντρώσει τις δυνάμεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, εν όψει της επανάστασης που σχεδίαζε με τον Ιστιαίο, χωρίς να κινήσει τις υποψίες των Περσών. Εάν αυτή η υπόθεση αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, δεν αποκλείεται να πληροφόρησε ο ίδιος ο Ιστιαίος τους Ναξίους για την επικείμενη εισβολή στο νησί τους. Το βέβαιο όμως είναι ότι ο στόλος του Αρισταγόρα έφθασε στη Νάξο το καλοκαίρι του 499 π.Χ. και πολιόρκησε την πόλη για τέσσερις μήνες χωρίς επιτυχία. Ο Αρισταγόρας τότε φοβήθηκε ότι οι Πέρσες θα τον θεωρούσαν υπεύθυνο, αφού τους είχε παρασύρει σε αυτή την περιπέτεια, και πιθανώς να του ζητούσαν να τους αποζημιώσει για τα έξοδα που είχαν κάνει ή να του αφαιρούσαν το τυραννικό αξίωμα. Για τον λόγο αυτό έκρινε, σε συνεννόηση με τον Ιστιαίο, πως είχε έλθει η ώρα να ξεσπάσει η Ιωνική Επανάσταση.
Το 499 π.Χ. ο Αρισταγόρας συγκάλεσε συνέλευση των Ιώνων στη Μίλητο, στην οποία τους προέτρεψε να συμμετάσχουν σε μια εξέγερση κατά των Περσών. Ταυτόχρονα, κατήργησε το τυραννικό καθεστώς της πόλης και επανέφερε τη δημοκρατία. Οι ενέργειες του παρέσυραν τόσο τους συμπολίτες του όσο και τους κατοίκους των υπόλοιπων πόλεων στις ακτές της Μικρός Ασίας και στα γειτονικά νησιά. Μόνο ο Εκαταίος ο Μιλήσιος, ένας από τους σημαντικότερους σοφούς της εποχής, προσπάθησε να αποτρέψει τους Έλληνες από μια τόσο παράτολμη ενέργεια. Εμφάνισε στους συμπολίτες του έναν παγκόσμιο χάρτη, τον οποίο είχε ο ίδιος σχεδιάσει και στον οποίο απεικονιζόταν το μέγεθος του περσικού κράτους. Οι Μιλήσιοι παρόλα αυτά δεν πτοήθηκαν. Τότε ο Εκαταίος τούς παρότρυνε να χρησιμοποιήσουν τους θησαυρούς του ναού του Διδυμαίου Απόλλωνα, ενός από τους σημαντικότερους χώρους λατρείας των Ελλήνων, για την κατασκευή στόλου. Σύμφωνα με τον Εκαταίο, αν η επανάσταση επιτύχαινε, οι Μιλήσιοι θα μπορούσαν να επιστρέψουν στον Απόλλωνα πολύ περισσότερα από αυτά που θα αφαιρούσαν σε μια περίοδο κρίσης. Εάν αντίθετα η επανάσταση αποτύγχανε, οι θησαυροί του ναού θα χάνονταν και πάλι, καθώς θα τους λεηλατούσαν οι Πέρσες. Οι συμβουλές του όμως δεν εισακούσθηκαν.
Αθηναίος οπλίτης. Η άριστη φυσική κατάσταση, η μεγάλη δύναμη, η εντατική εκπαίδευση και ο ισχυρός οπλισμός του
τον καθιστούσαν τον πλέον επίφοβο αντίπαλο για οποιονδήποτε στρατό της Αρχαιότητας (Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο).
Αναχώρηση Αθηναίου οπλίτη για τον πόλεμο. Οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς έστειλαν 2.000 οπλίτες
για να ενισχύσουν την Ιωνική Επανάσταση (ερυθρόμορφο αγγείο, Μόναχο, Αρχαιολογικό Μουσείο).
ΟΙ ΙΩΝΕΣ ΑΝΑΖΗΤΟΥΝ ΒΟΗΘΕΙΑ
ΈΦΕΣΟΣ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ .ΔΕΞΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ |
Η πρώτη περίοδος της Ιωνικής επανάστασης πέρασε με την εύκολη επικράτηση της. Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ανέλαβαν τον έλεγχο του στόλου που ήταν συγκεντρωμένος στον Μυούντα και εκδίωξαν τους τυράννους από τις πόλεις τους. Παντού επικρατούσε ένα αίσθημα ευφορίας. Όσοι όμως γνώριζαν την κατάσταση και την δύναμη του Περσικού κράτους ανέμεναν με αγωνία την αντίδραση του Δαρείου στην πρόκληση των Ιώνων. Ενώ περίμεναν την Περσική απάντηση, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας προσπάθησαν να εξασφαλίσουν βοήθεια από την άλλη πλευρά του Αιγαίου και ιδιαίτερα από την Σπάρτη και την Αθήνα. Οι Αθηναίοι ανήκαν και αυτοί στην Ιωνική φυλή και μάλιστα ισχυριζόταν ότι η Αττική ήταν η κοιτίδα από την οποία οι Ίωνες είχαν εξαπλωθεί προς τις ανατολικές ακτές του Αιγαίου. Επρόκειτο επίσης για μια πολυάνθρωπη πόλη, που ήταν σε θέση να διαθέσει κάποιες στρατιωτικές δυνάμεις και χρήματα για να στηρίξει τους Ίωνες. Η Σπάρτη από την άλλη πλευρά ήταν η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη στην Ελλάδα και έιχε γνωστοποιήσει την διάθεσή της να βοηθήσει τους Ίωνες στο παρελθόν, όταν είχε προειδοποιήσει τον Κύρο να μην απειλήσει τις Ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.
Η πρεσβεία στην Αθήνα και την Σπάρτη ανατέθηκε στον Αρισταγόρα, ο οποίος αρχικά προσπάθησε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Σπαρτιάτη βασιλιά Κλεομένη μεγαλύτερου αδελφού του ηρωικού Λεωνίδα. Στην πρώτη τους συνάντηση ο Αρισταγόρας εμφανίστηκε με έναν χάρτη, επιστημονική καινοτομία των Ιώνων, άγνωστη στην Σπάρτη, και προσπάθησε να του εξηγήσει τις αδυναμίες του Περσικού κράτους, αλλά και την απειλή που αυτό συνιστούσε για όλο τον Ελληνισμό. Περιέγραψε επίσης στον Κλεομένη τα όπλα και τις τακτικές των Περσών και προσπάθησε να τον πείσει ότι οι Έλληνες θα μπορούσαν να υπερισχύσουν σε αυτούς τους τομείς υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα συγκέντρωναν την απαραίτητη δύναμη για να αντιμετωπίσουν το πλήθος των στρατιωτών που ήταν σε θέση να διαθέσει ο βασιλιάς της Περσίας. Ο Κλεομένης από την πλευρά του φοβόταν ότι η απομάκρυνση μεγάλου αριθμού Σπαρτιατών από την Πελοπόννησο ίσως ενθάρρυνε τους είλωτες και τους περίοικους να εξεγερθούν. Ο Αρισταγόρας θέλησε τότε να δελεάσει τον Σπαρτιάτη βασιλιά με την υπόσχεση της κυριαρχίας στο Περσικό κράτος. Σύμφωνα με τον Μιλήσιο, η στρατιωτική ικανότητα των Λακεδαιμονίων θα έπρεπε να αξιοποιηθεί σε ένα τόσο σημαντικό σχέδιο και όχι να αναλώνεται σε μικρής κλίμακας συγκρούσεις με τους γείτονες τους στην Πελοπόννησο.
Στην επόμενη συνάντηση τους ο βασιλιάς των Λακεδαιμονίων ζήτησε να μάθει πόση απόσταση που χώριζε την πρωτεύουσα των Περσών από τις ακτές του Αιγαίου. Ο Αρισταγόρας απάντησε με ειλικρίνεια, λέγοντας ότι χρειαζόταν πορεία τριών μηνών για να φθάσει κανείς από τη Μίλητο στην καρδιά της Περσίας. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, στο άκουσμα αυτής της πληροφορίας ο Κλεομένης διέταξε τον Αρισταγόρα να εγκαταλείψει αμέσως την πόλη του, διότι, κατά τη γνώμη του, οι Σπαρτιάτες δεν θα δέχονταν ποτέ να αναλάβουν μια τόσο μακρινή εκστρατεία. Τότε ο Αρισταγόρας επισκέφθηκε τον Κλεομένη στο σπίτι του, όπου προσέφυγε ως ικέτης. Προσπάθησε μάλιστα να τον δωροδοκήσει, υποσχόμενος αρχικά δέκα τάλαντα, τα οποία αργότερα αύξησε σε 50. Επενέβη όμως η μικρή κόρη του Σπαρτιάτη βασιλιά, η Γοργώ, που ήταν τότε μόλις εννέα ετών, και προειδοποίησε τον πατέρα της ότι αυτός ο περίεργος ξένος μπορούσε να τον διαφθείρει. Μετά την παρέμβαση της κόρης του, ο Κλεομένης διέκοψε κάθε συζήτηση και ο Αρισταγόρας αναγκάσθηκε να αποχωρήσει από τη Σπάρτη χωρίς αποτέλεσμα. Η ιστορία αυτή είναι βέβαια κάπως υπερβολική. Σε καμία περίπτωση ο Κλεομένης δεν θα μπορούσε να αποφασίσει μόνος του για την ανάμειξη ή μη της Σπάρτης σε μια τόσο επικίνδυνη εκστρατεία. Ακόμα και αν στήριζε την πρόταση του Αρισταγόρα με το βασιλικό του κύρος, δεν ήταν σίγουρο ότι θα κατάφερνε να πείσει τον συμβασιλέα Δημάρατο και την Απέλλα, τη συνέλευση των Σπαρτιατών. Οπως και να έχουν όμως τα πράγματα, γεγονός είναι ότι ο Αρισταγόρας δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Σπαρτιατών.
Μεγαλύτερη επιτυχία είχαν οι εκκλήσεις του Αρισταγόρα στην Αθήνα. Η Εκκλησία του Δήμου δέχθηκε να αποστείλει στην Ιωνία 20 τριήρεις με αρχηγό τον Μελάνθιο, μολονότι οι δυνάμεις αυτές ήταν πολύ μικρές σε σύγκριση με τον πληθυσμό και την έκταση της Αττικής. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που οι Αθηναίοι είχαν ειδικούς λόγους να επιθυμούν την ανάσχεση της περσικής επιθετικότητας, αφού ο Ιππίας, πρώην τύραννος της πόλης τους και γιος του τυράννου Πεισίστρατου, μετά την ανατροπή του το 511 π.Χ., είχε καταφύγει στην περσική Αυλή και προσπαθούσε να επανέλθει στην εξουσία με την περσική υποστήριξη. Στα πλοία της Αθήνας προστέθηκαν και άλλα πέντε που προσέφερε η Ερέτρια, ως αντάλλαγμα για τη βοήθεια που είχαν παράσχει στους Ερετριείς οι Μιλήσιοι, όταν είχαν συγκρουστεί με τους Χαλκιδείς. Τα 25 πλοία της βοήθειας από τη δυτική ακτή του Αιγαίου μετέφεραν 2.000 οπλίτες. Οι δυνάμεις αυτές ήταν ελάχιστες μπροστά σε αυτές του περσικού κράτους. Οι ενισχύσεις από την Αθήνα και την Ερέτρια έφθασαν στη Μικρά Ασία το 498 π.Χ.
Ερείπια της Σαλαμίνας της Κύπρου, η οποία πρωτοστάτησε στην επανάσταση των Ελλήνων της Κύπρου κατά των Περσών.
Ερείπια της Εφέσου, μιας από τις σημαντικότερες πόλεις της Ιωνίας. Ο πλούτος και το μέγεθος των ιωνικών πόλεων δεν τις βοήθησε να αποφύγουν την υποταγή τους στους Πέρσες.
Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΑΡΔΕΩΝ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΣΩΝ
Παρά την αναμενόμενη Περσική επίθεση, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας δεν φρόντισαν να οργανώσουν την άμυνα τους, ούτε να σχεδιάσουν κάποιες κοινές ενέργειες. Περιορίστηκαν στην κοπή κοινού νομίσματος, ενώ το βάρος των πολεμικών προετοιμασιών ανέλαβε η Μίλητος. Σε αντίθεση με όσα ήλπιζαν οι Έλληνες, η εξέγερση δεν εξαπλώθηκε στη Λυδία, η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ανάσχεση της Περσικής επίθεσης και την παροχή πολύτιμων συμμάχων στις ελληνικές πόλεις της ακτής. Ωστόσο, στην πρώτη σύγκρουση της επανάστασης ο ελληνικός στόλος κατόρθωσε να εξουδετερώσει τον φοινικικό στις ακτές της Παμφυλίας. Ο Αρισταγόρας κατάφερε επίσης να μεταφέρει με επιτυχία πίσω στην πατρίδα τους τον λαό των Παιάνων. Οι Παίονες κατοικούσαν στις όχθες του Στρυμόνα και οι Πέρσες τούς είχαν υποχρεώσει να μετακινηθούν στο εσωτερικό της Φρυγίας. Οταν ξέσπασε η Ιωνική Επανάσταση, οι Παίονες αναχώρησαν μυστικά από τη Φρυγία με τις οικογένειες τους και κατευθύνθηκαν προς τις ακτές της Ιωνίας. Από εκεί πέρασαν με τη βοήθεια των Ελλήνων στη Χίο και μετά επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Παρά την επιτυχία της όμως, αυτή η επιχείρηση δεν προσέφερε κάτι ουσιαστικό στην προστασία των Ελληνικών πόλεων. Αντίθετα, θύμισε στους Πέρσες ότι το ζήτημα της Ιωνικής Επανάστασης έπρεπε να επιλυθεί γρήγορα, προτού οι Ελληνες δημιουργήσουν μεγαλύτερα προβλήματα στη Μικρά Ασία. Οσο εξάλλου οι ελληνικές πόλεις των παραλίων έμεναν ατιμώρητες, αυξανόταν η πιθανότητα να μιμηθούν το παράδειγμα τους και οι Λυδοί, οπότε όλη η Μικρά Ασία θα ξέφευγε από τον Περσικό έλεγχο.
ΣΑΡΔΕΙΣ
Ίσως η πιο τολμηρή επιχείρηση της Ιωνικής Επανάστασης να οφειλόταν ακριβώς στην επιθυμία των Ελλήνων να παρασύρουν τους Λυδούς σε εξέγερση. Ο αδελφός του Αρισταγόρα Χαροπίνος ανέλαβε να οδηγήσει ένα σώμα Ιώνων και τους οπλίτες που έστειλαν οι Αθηναίοι στις Σάρδεις, την παλαιά πρωτεύουσα της Λυδίας και έδρα του Πέρση σατράπη της Μικράς Ασίας. Οι Ελληνικές δυνάμεις κατόρθωσαν να καταλάβουν την πόλη, η Περσική φρουρά όμως οχυρώθηκε στην ακρόπολη με επικεφαλής τον σατράπη Αρταφέρνη. Την ώρα που οι Έλληνες προσπαθούσαν να πολιορκήσουν την ακρόπολη των Σάρδεων εκδηλώθηκε φωτιά στην κάτω πόλη και το μεγαλύτερο μέρος της καταστράφηκε. Η φωτιά εξαπλώθηκε με μεγάλη ταχύτητα, επειδή τα περισσότερα σπίτια ήταν κατασκευασμένα από καλάμια. Μετά την καταστροφή των Σάρδεων, οι Έλληνες αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν προς την ακτή, επειδή πλησίαζε από την ανατολή ο Περσικός στρατός. Ο Χαροπίνος προτίμησε να αναδιπλώσει τις δυνάμεις του και να τις ενώσει με τον υπόλοιπο στρατό της Μιλήτου, ώστε να αντιμετωπίσουν από κοινού τον εχθρό. Οι δυνάμεις των επαναστατών και ο Περσικός στρατός συναντήθηκαν το καλοκαίρι του 498 π.Χ. κοντά στην Έφεσο, όπου οι Έλληνες ηττήθηκαν. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε και ο Ευαλκίδης, ο στρατηγός των Ερετριέων. Μετά την αποτυχία στην Έφεσο, οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς αποφάσισαν να επιστρέψουν στις πόλεις τους. Ο Αρισταγόρας προσπάθησε να τους αποτρέψει, αλλά δεν τα κατάφερε. Οι Πέρσες από την άλλη πλευρά δεν ξέχασαν την ανάμειξη των Αθηναίων στην καταστροφή των Σάρδεων. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, όταν ο Ξέρξης πληροφορήθηκε ότι οι Αθηναίοι είχαν βοηθήσει τους επαναστατημένους Ίωνες, έριξε ένα βέλος στον ουρανό και ζήτησε από τους θεούς να του επιτρέψουν να τους τιμωρήσει. Διέταξε επίσης έναν δούλο του να του υπενθυμίζει τους Αθηναίους τρεις φορές την ημέρα την ώρα του φαγητού.
Παρά την απομάκρυνση των Αθηναίων και των Ερετριέων οι εξεγερμένοι Έλληνες της Μικράς Ασίας δεν απογοητεύθηκαν. Κρίνοντας ότι στην ξηρά πλεονεκτούσαν οι Πέρσες, αποφάσισαν να μην διακινδυνεύσουν εκ νέου σε μια μάχη ή εκστρατεία στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, αλλά να εκμεταλλευτούν την υπεροχή τους στο ναυτικό. Αρχικά ο Ελληνικός στόλος έπλευσε στον Ελλήσποντο, όπου παρέσυρε όλες τις Ελληνικές πόλεις να λάβουν μέρος στην επανάσταση. Η Καρία, της οποίας οι κάτοικοι είχαν επηρεασθεί από τον Ελληνικό πολιτισμό, ακολούθησε το παράδειγμα των Ιώνων. Εξεγέρθηκαν επίσης και οι Έλληνες της Κύπρου με ηγέτη το Ονήσιλο, αδελφό του βασιλιά της Σαλαμίνας. Από ολόκληρο το νησί μόνο η Αμαθούς δεν συντάχθηκε με τις υπόλοιπες Κυπριακές πόλεις, καθώς ο πληθυσμός της αποτελείτο από Ετεοκύπριους, δηλαδή φύλλα που κατοικούσαν στο νησί πριν από την έλευση των Ελλήνων, και Φοίνικες. Η πόλη τελικά πολιορκήθηκε από τον Ονήσιλο χωρίς όμως επιτυχία.
Μετά την πτώση της Μιλήτου, η αντίσταση των υπόλοιπων Ιωνικών και Αιολικών πόλεων στις μικρασιατικές ακτές ή τα κοντινά νησιά ήταν μάταιη. Μέχρι το τέλος του 493 π.Χ. είχε τεθεί εκτός μάχης κάθε εστία αντίστασης, ενώ η περιοχή του Αιγαίου είχε επανέλθει στο καθεστώς που επικρατούσε πριν από την Ιωνική Επανάσταση.
Η ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ
Στο μεταξύ οι Πέρσες ετοιμαζόταν να καταφέρουν ένα ισχυρό πλήγμα στην επανάσταση. Σύμφωνα με το σχέδιό τους θα έπρεπε πρώτα να κατέστελλαν την επανάσταση στην Κύπρο, που αποτελούσε το πιο απομακρυσμένο σημείο της εξέγερσης αλλά και το πιο ευάλωτο, καθώς βρισκόταν πολύ κοντά στις Φοινικικές πόλεις του Λιβάνου. Ας σημειωθεί ότι οι Φοίνικες προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που τους προσέφερε η Ιωνική Επανάσταση για να πλήξουν τους Έλληνες και να προωθήσουν τα δικά τους εμπορικά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Μετά την Κύπρο, θα ακολουθούσαν οι πόλεις του Ελλησπόντου και η περιοχή της Καριάς. Στη συνέχεια, οι επιχειρήσεις θα ολοκληρώνονταν με την υποταγή των πόλεων στις δυτικές ακτές της Μικρός Ασίας, οι οποίες αποτελούσαν τον αρχικό πυρήνα της Ιωνικής Επανάστασης. Τελευταίος στόχος, σύμφωνα πάντα με το περσικό σχέδιο, θα ήταν η Μίλητος, το επίκεντρο της εξέγερσης και η πλουσιότερη και ισχυρότερη ελληνική πόλη του Αιγαίου.
Οι Πέρσες ξεκίνησαν την εφαρμογή του σχεδίου τους με απόβαση στην Κύπρο. Μετά την άφιξη του στο νησί, ο περσικός στρατός συγκρούστηκε κοντά στη Σαλαμίνα με τις δυνάμεις του Ονήσιλου και τελικά κατόρθωσε να επιβληθεί, χωρίς όμως αυτό να σημάνει και τη λήξη της εξέγερσης. Οι εξεγερμένοι Έλληνες της Κύπρου ωστόσο συνέχισαν την αντίσταση, ενώ οι Έλληνες της Ιωνίας έστειλαν στο νησί τον στόλο τους για ενίσχυση. Ο ιωνικός στόλος συνάντησε τα πλοία που είχαν συγκεντρώσει οι Πέρσες, τα οποία ήταν κυρίως φοινικικά, στα ανοικτά της Σαλαμίνας και τα νίκησε. Παρά τις επιτυχίες στην Κύπρο η κατάσταση εξελίχθηκε αρνητικά στον Ελλήσποντο, όπου ο Πέρσης στρατηγός Δαυρίσης υπέταξε τις ελληνικές πόλεις. Πιο δύσκολη αποδείχθηκε η επικράτηση των Περσών στην Καρία, καθότι οι Κάρες ήταν ικανοί πολεμιστές και χρησιμοποιούσαν όπλα παρόμοια με αυτά των Ελλήνων. Οι Πέρσες χρειάσθηκαν δύο χρόνια και τρεις σκληρές μάχες για να κατορθώσουν τελικά να τους υποτάξουν, το φθινόπωρο του 496 π.Χ., οπότε η Ιωνία απέμεινε μόνη, αντιμέτωπη με την περσική δύναμη. Ο σατράπης Αρταφέρνης άρχισε την υποταγή της καταλαμβάνοντας κάθε πόλη ξεχωριστά. Στα τέλη του 496 π.Χ. οι Πέρσες κατέλαβαν τις Κλαζομενές και την Κύμη.
Ο Αρισταγόρας, βλέποντας την ήττα να πλησιάζει, έκρινε ότι είχε έλθει η ώρα να φροντίσει για την προσωπική του σωτηρία. Αναχώρησε λοιπόν με κάποιους οπαδούς του για τη Μύρκινο, στον Στρυμόνα, όπου οχυρώθηκε στα τείχη που είχε κατασκευάσει ο Ιστιαίος παλαιότερα. Στο τέλος του 496 π.Χ. όμως σκοτώθηκε από τους Θράκες ενώ πολιορκούσε την πόλη Εννέα Οδοί. Στο μεταξύ, ο Δαρείος θεώρησε ότι μπορούσε πλέον να χρησιμοποιήσει τον Ιστιαίο. Ετσι, δικαίωσε τον παλαιό τύραννο της Μιλήτου, ο οποίος, αναγκάζοντας τους Πέρσες να τον στείλουν πίσω στην Ιωνία, επέτυχε τον στόχο του. Ο Ιστιαίος αρχικά βρέθηκε στις Σάρδεις, όμως ο σατράπης Αρταφέρνης υποψιάστηκε τον ύποπτο ρόλο του, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να εγκαταλείψει το περσικό στρατόπεδο και να προσχωρήσει στους επαναστάτες, χωρίς ωστόσο να προσφέρει ουσιαστικές υπηρεσίες. Συγκρότησε πειρατικό στόλο, με τον οποίο προκάλεσε αναστάτωση στο Αιγαίο, ενώ η δράση του έφθασε ως τη Σικελία, όπου πολέμησε για μικρό διάστημα εναντίον των Ετρούσκων και των Καρχηδονίων. Στο μεταξύ, οι Πέρσες εκμεταλλεύθηκαν τη διάσπαση των Ελλήνων για να υποτάξουν σταδιακά πολλές πόλεις, ανάμεσα τους και την Έφεσο, τη σημαντικότερη ιωνική πόλη μετά τη Μίλητο, η οποία είχε πλέον απομονωθεί.
Την άνοιξη του 494 π.Χ. οι Περσικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν γύρω από τη Μίλητο για να την αποκλείσουν από ξηρά και θάλασσα. Οι Ίωνες και οι Αιολείς, οι οποίοι εξακολουθούσαν να αντιστέκονται, αποφάσισαν να μη διακινδυνεύσουν μια σύγκρουση με τους Πέρσες στην ξηρά, αλλά να εξασφαλίσουν τον θαλάσσιο εφοδιασμό της πόλης. Ο Ιωνικός στόλος, αποτελούμενος από 353 σκάφη, συγκεντρώθηκε στο νησάκι Λάδη, κοντά στην είσοδο του λιμανιού της Μιλήτου. Τα Ιωνικά και αιολικά πληρώματα όμως αρνήθηκαν να υπακούσουν στις εντολές του ναυάρχου Διονυσίου από τη Φώκαια, επειδή ήταν πολύ αυστηρός σε θέματα επιβολής της πειθαρχίας και απαιτούσε συνεχή άσκηση. Οι έριδες ανάμεσα στις διάφορες πόλεις και οι ραδιουργίες των εξόριστων τυράννων συνέβαλαν στη χαλάρωση της πειθαρχίας και στη μείωση της μαχητικής ικανότητας του Ελληνικού στόλου. Απέναντι από τους Έλληνες βρισκόταν ο Περσικός στόλος, ο οποίος αποτελείτο από 600 πλοία, κυρίως Φοινικικά, αλλά και Αιγυπτιακά, Κιλικικά και Κυπριακά. Το καλοκαίρι του 494 π.Χ. οι δύο στόλοι συγκρούστηκαν, όταν τα Φοινικικά πλοία κινήθηκαν αιφνιδιαστικά εναντίον των Ιωνικών. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης οι Σάμιοι τράπηκαν σε φυγή μαζί με τα περισσότερα πλοία από τη Λέσβο. Τελικά οι Έλληνες έχασαν τη ναυμαχία και ο ναύαρχος Διονύσιος αναγκάσθηκε να καταφύγει αρχικά στην Κύπρο, όπου προσπάθησε να συνεχίσει τον αγώνα, και αργότερα στη Σικελία.
Την ήττα του ελληνικού στόλου ακολούθησε η πτώση της Μιλήτου. Η σημαντικότερη ως τότε Ελληνική πόλη λεηλατήθηκε και καταστράφηκε. Πρωταρχικός στόχος της Περσικής λεηλασίας ήταν ο πλούσιος ναός του Διδυμαίου Απόλλωνα, όπως είχε προβλέψει ο Εκαταίος, όταν παρότρυνε τους Ίωνες να εκμεταλλευτούν αυτά τα πλούτη για να εξασφαλίσουν την άμυνα και την ελευθερία τους. Το μεγαλύτερο μέρος του ανδρικού πληθυσμού θανατώθηκε, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά υποδουλώθηκαν και μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό της Ασίας. Λίγα χρόνια αργότερα οι εκτοπισμένοι της Ιωνικής Επανάστασης χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή ενός βασιλικού ανακτόρου στα Σούσα. Παρότι η Μίλητος ανοικοδομήθηκε το 479 π.Χ., μετά την απελευθέρωση της Ιωνίας από τους Πέρσες, χρειάσθηκε να περάσουν αιώνες μέχρι να αποκτήσει ξανά την παλαιά της αίγλη.
Μετά την πτώση της Μιλήτου, η αντίσταση των υπόλοιπων ιωνικών και αιολικών πόλεων στις μικρασιατικές ακτές ή τα κοντινά νησιά ήταν μάταιη. Μέχρι το τέλος του 493 π.Χ. είχε τεθεί εκτός μάχης κάθε εστία αντίστασης, ενώ η περιοχή του Αιγαίου είχε επανέλθει στο καθεστώς που επικρατούσε πριν από την Ιωνική Επανάσταση. Ο Μιλτιάδης αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την ηγεμονία του στη Χερσόνησο της Θράκης και να επιστρέψει στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης είχε ταχθεί υπέρ των Ιώνων και είχε καταλάβει τη Λήμνο και την Ιμβρο, τις οποίες παραχώρησε στην Αθήνα, αυξάνοντας το μένος του Δαρείου για τους Αθηναίους. Τραγικό υπήρξε το τέλος του πιθανού υποκινητή της εξέγερσης, του Ιστιαίου. Ο πρώην τύρρανος διέθετε ακόμα έναν μικρό στόλο και προσπάθησε να πλήξει τα φοινικικά πλοία που βρίσκονταν στο Αιγαίο. Συνελήφθη όμως και οδηγήθηκε στον σατράπη Αρταφέρνη, ο οποίος, επειδή τον μισούσε, πίστευε ότι, αν έστελνε τον Ιστιαίο ζωντανό στον Δαρείο, ο βασιλιάς της Περσίας ίσως να θυμόταν την εκτίμηση που έτρεφε για τον παλαιό του σύμβουλο και να του χάριζε τη ζωή. Γι' αυτό διέταξε να τον σκοτώσουν και να στείλουν το ταριχευμένο του κεφάλι στον Δαρείο, ο οποίος πράγματι δυσαρεστήθηκε από αυτή την εξέλιξη και διέταξε να ταφεί ο Ιστιαίος όπως ταίριαζε σε έναν άνθρωπο που είχε προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στον βασιλιά της Περσίας.
Οι Πέρσες από την πλευρά τους προσπάθησαν να μη προκαλέσουν περισσότερο τους κατοίκους των κατακτημένων Ελληνικών πόλεων. Στις περισσότερες από αυτές παρέμειναν τα δημοκρατικά πολιτεύματα που είχαν επικρατήσει κατά την Ιωνική Επανάσταση. Ο Δαρείος εξάλλου θεωρούσε ότι υπεύθυνοι για την επανάσταση ήταν οι τύραννοι των Ιωνικών πόλεων με τις υπερβολές τους. Επίσης, απαγορεύθηκαν οι συγκρούσεις ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις και ορίσθηκε ως υπεύθυνος για την επίλυση των μεταξύ τους διαφορών ο Πέρσης σατράπης των Σάρδεων. Η φορολογική επιβάρυνση των Ελλήνων δεν αυξήθηκε. Οι Πέρσες όμως είχαν πλέον συνειδητοποιήσει ότι ήταν δύσκολο να ελέγξουν τις Ελληνικές περιοχές στις ανατολικές περιοχές του Αιγαίου, αφού πολύ κοντά υπήρχαν άλλες ελεύθερες Ελληνικές πόλεις. Ο Δαρείος και οι σύμβουλοι του με την Ιωνική επανάσταση συνειδητοποίησαν ότι η Περσική παρουσία στο ανατολικό Αιγαίο δεν θα ήταν απόλυτα ασφαλής όσο υπήρχαν ακόμα ελεύθερες Ελληνικές πόλεις στις δυτικές ακτές του Αιγαίου και σε απόσταση λίγων ημερών από την Ιωνία. Η επιθυμία των Περσών να τιμωρήσουν τους Αθηναίους για την υποστήριξη που παρείχαν στην Ιωνική επανάσταση οδήγησε τελικά στους Μηδικούς πολέμους.
Η ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ
Στο μεταξύ οι Πέρσες ετοιμαζόταν να καταφέρουν ένα ισχυρό πλήγμα στην επανάσταση. Σύμφωνα με το σχέδιό τους θα έπρεπε πρώτα να κατέστελλαν την επανάσταση στην Κύπρο, που αποτελούσε το πιο απομακρυσμένο σημείο της εξέγερσης αλλά και το πιο ευάλωτο, καθώς βρισκόταν πολύ κοντά στις Φοινικικές πόλεις του Λιβάνου. Ας σημειωθεί ότι οι Φοίνικες προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που τους προσέφερε η Ιωνική Επανάσταση για να πλήξουν τους Έλληνες και να προωθήσουν τα δικά τους εμπορικά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Μετά την Κύπρο, θα ακολουθούσαν οι πόλεις του Ελλησπόντου και η περιοχή της Καριάς. Στη συνέχεια, οι επιχειρήσεις θα ολοκληρώνονταν με την υποταγή των πόλεων στις δυτικές ακτές της Μικρός Ασίας, οι οποίες αποτελούσαν τον αρχικό πυρήνα της Ιωνικής Επανάστασης. Τελευταίος στόχος, σύμφωνα πάντα με το περσικό σχέδιο, θα ήταν η Μίλητος, το επίκεντρο της εξέγερσης και η πλουσιότερη και ισχυρότερη ελληνική πόλη του Αιγαίου.
Οι Πέρσες ξεκίνησαν την εφαρμογή του σχεδίου τους με απόβαση στην Κύπρο. Μετά την άφιξη του στο νησί, ο περσικός στρατός συγκρούστηκε κοντά στη Σαλαμίνα με τις δυνάμεις του Ονήσιλου και τελικά κατόρθωσε να επιβληθεί, χωρίς όμως αυτό να σημάνει και τη λήξη της εξέγερσης. Οι εξεγερμένοι Έλληνες της Κύπρου ωστόσο συνέχισαν την αντίσταση, ενώ οι Έλληνες της Ιωνίας έστειλαν στο νησί τον στόλο τους για ενίσχυση. Ο ιωνικός στόλος συνάντησε τα πλοία που είχαν συγκεντρώσει οι Πέρσες, τα οποία ήταν κυρίως φοινικικά, στα ανοικτά της Σαλαμίνας και τα νίκησε. Παρά τις επιτυχίες στην Κύπρο η κατάσταση εξελίχθηκε αρνητικά στον Ελλήσποντο, όπου ο Πέρσης στρατηγός Δαυρίσης υπέταξε τις ελληνικές πόλεις. Πιο δύσκολη αποδείχθηκε η επικράτηση των Περσών στην Καρία, καθότι οι Κάρες ήταν ικανοί πολεμιστές και χρησιμοποιούσαν όπλα παρόμοια με αυτά των Ελλήνων. Οι Πέρσες χρειάσθηκαν δύο χρόνια και τρεις σκληρές μάχες για να κατορθώσουν τελικά να τους υποτάξουν, το φθινόπωρο του 496 π.Χ., οπότε η Ιωνία απέμεινε μόνη, αντιμέτωπη με την περσική δύναμη. Ο σατράπης Αρταφέρνης άρχισε την υποταγή της καταλαμβάνοντας κάθε πόλη ξεχωριστά. Στα τέλη του 496 π.Χ. οι Πέρσες κατέλαβαν τις Κλαζομενές και την Κύμη.
Ο Αρισταγόρας, βλέποντας την ήττα να πλησιάζει, έκρινε ότι είχε έλθει η ώρα να φροντίσει για την προσωπική του σωτηρία. Αναχώρησε λοιπόν με κάποιους οπαδούς του για τη Μύρκινο, στον Στρυμόνα, όπου οχυρώθηκε στα τείχη που είχε κατασκευάσει ο Ιστιαίος παλαιότερα. Στο τέλος του 496 π.Χ. όμως σκοτώθηκε από τους Θράκες ενώ πολιορκούσε την πόλη Εννέα Οδοί. Στο μεταξύ, ο Δαρείος θεώρησε ότι μπορούσε πλέον να χρησιμοποιήσει τον Ιστιαίο. Ετσι, δικαίωσε τον παλαιό τύραννο της Μιλήτου, ο οποίος, αναγκάζοντας τους Πέρσες να τον στείλουν πίσω στην Ιωνία, επέτυχε τον στόχο του. Ο Ιστιαίος αρχικά βρέθηκε στις Σάρδεις, όμως ο σατράπης Αρταφέρνης υποψιάστηκε τον ύποπτο ρόλο του, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να εγκαταλείψει το περσικό στρατόπεδο και να προσχωρήσει στους επαναστάτες, χωρίς ωστόσο να προσφέρει ουσιαστικές υπηρεσίες. Συγκρότησε πειρατικό στόλο, με τον οποίο προκάλεσε αναστάτωση στο Αιγαίο, ενώ η δράση του έφθασε ως τη Σικελία, όπου πολέμησε για μικρό διάστημα εναντίον των Ετρούσκων και των Καρχηδονίων. Στο μεταξύ, οι Πέρσες εκμεταλλεύθηκαν τη διάσπαση των Ελλήνων για να υποτάξουν σταδιακά πολλές πόλεις, ανάμεσα τους και την Έφεσο, τη σημαντικότερη ιωνική πόλη μετά τη Μίλητο, η οποία είχε πλέον απομονωθεί.
Την άνοιξη του 494 π.Χ. οι Περσικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν γύρω από τη Μίλητο για να την αποκλείσουν από ξηρά και θάλασσα. Οι Ίωνες και οι Αιολείς, οι οποίοι εξακολουθούσαν να αντιστέκονται, αποφάσισαν να μη διακινδυνεύσουν μια σύγκρουση με τους Πέρσες στην ξηρά, αλλά να εξασφαλίσουν τον θαλάσσιο εφοδιασμό της πόλης. Ο Ιωνικός στόλος, αποτελούμενος από 353 σκάφη, συγκεντρώθηκε στο νησάκι Λάδη, κοντά στην είσοδο του λιμανιού της Μιλήτου. Τα Ιωνικά και αιολικά πληρώματα όμως αρνήθηκαν να υπακούσουν στις εντολές του ναυάρχου Διονυσίου από τη Φώκαια, επειδή ήταν πολύ αυστηρός σε θέματα επιβολής της πειθαρχίας και απαιτούσε συνεχή άσκηση. Οι έριδες ανάμεσα στις διάφορες πόλεις και οι ραδιουργίες των εξόριστων τυράννων συνέβαλαν στη χαλάρωση της πειθαρχίας και στη μείωση της μαχητικής ικανότητας του Ελληνικού στόλου. Απέναντι από τους Έλληνες βρισκόταν ο Περσικός στόλος, ο οποίος αποτελείτο από 600 πλοία, κυρίως Φοινικικά, αλλά και Αιγυπτιακά, Κιλικικά και Κυπριακά. Το καλοκαίρι του 494 π.Χ. οι δύο στόλοι συγκρούστηκαν, όταν τα Φοινικικά πλοία κινήθηκαν αιφνιδιαστικά εναντίον των Ιωνικών. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης οι Σάμιοι τράπηκαν σε φυγή μαζί με τα περισσότερα πλοία από τη Λέσβο. Τελικά οι Έλληνες έχασαν τη ναυμαχία και ο ναύαρχος Διονύσιος αναγκάσθηκε να καταφύγει αρχικά στην Κύπρο, όπου προσπάθησε να συνεχίσει τον αγώνα, και αργότερα στη Σικελία.
Την ήττα του ελληνικού στόλου ακολούθησε η πτώση της Μιλήτου. Η σημαντικότερη ως τότε Ελληνική πόλη λεηλατήθηκε και καταστράφηκε. Πρωταρχικός στόχος της Περσικής λεηλασίας ήταν ο πλούσιος ναός του Διδυμαίου Απόλλωνα, όπως είχε προβλέψει ο Εκαταίος, όταν παρότρυνε τους Ίωνες να εκμεταλλευτούν αυτά τα πλούτη για να εξασφαλίσουν την άμυνα και την ελευθερία τους. Το μεγαλύτερο μέρος του ανδρικού πληθυσμού θανατώθηκε, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά υποδουλώθηκαν και μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό της Ασίας. Λίγα χρόνια αργότερα οι εκτοπισμένοι της Ιωνικής Επανάστασης χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή ενός βασιλικού ανακτόρου στα Σούσα. Παρότι η Μίλητος ανοικοδομήθηκε το 479 π.Χ., μετά την απελευθέρωση της Ιωνίας από τους Πέρσες, χρειάσθηκε να περάσουν αιώνες μέχρι να αποκτήσει ξανά την παλαιά της αίγλη.
Μετά την πτώση της Μιλήτου, η αντίσταση των υπόλοιπων ιωνικών και αιολικών πόλεων στις μικρασιατικές ακτές ή τα κοντινά νησιά ήταν μάταιη. Μέχρι το τέλος του 493 π.Χ. είχε τεθεί εκτός μάχης κάθε εστία αντίστασης, ενώ η περιοχή του Αιγαίου είχε επανέλθει στο καθεστώς που επικρατούσε πριν από την Ιωνική Επανάσταση. Ο Μιλτιάδης αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την ηγεμονία του στη Χερσόνησο της Θράκης και να επιστρέψει στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης είχε ταχθεί υπέρ των Ιώνων και είχε καταλάβει τη Λήμνο και την Ιμβρο, τις οποίες παραχώρησε στην Αθήνα, αυξάνοντας το μένος του Δαρείου για τους Αθηναίους. Τραγικό υπήρξε το τέλος του πιθανού υποκινητή της εξέγερσης, του Ιστιαίου. Ο πρώην τύρρανος διέθετε ακόμα έναν μικρό στόλο και προσπάθησε να πλήξει τα φοινικικά πλοία που βρίσκονταν στο Αιγαίο. Συνελήφθη όμως και οδηγήθηκε στον σατράπη Αρταφέρνη, ο οποίος, επειδή τον μισούσε, πίστευε ότι, αν έστελνε τον Ιστιαίο ζωντανό στον Δαρείο, ο βασιλιάς της Περσίας ίσως να θυμόταν την εκτίμηση που έτρεφε για τον παλαιό του σύμβουλο και να του χάριζε τη ζωή. Γι' αυτό διέταξε να τον σκοτώσουν και να στείλουν το ταριχευμένο του κεφάλι στον Δαρείο, ο οποίος πράγματι δυσαρεστήθηκε από αυτή την εξέλιξη και διέταξε να ταφεί ο Ιστιαίος όπως ταίριαζε σε έναν άνθρωπο που είχε προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στον βασιλιά της Περσίας.
Οι Πέρσες από την πλευρά τους προσπάθησαν να μη προκαλέσουν περισσότερο τους κατοίκους των κατακτημένων Ελληνικών πόλεων. Στις περισσότερες από αυτές παρέμειναν τα δημοκρατικά πολιτεύματα που είχαν επικρατήσει κατά την Ιωνική Επανάσταση. Ο Δαρείος εξάλλου θεωρούσε ότι υπεύθυνοι για την επανάσταση ήταν οι τύραννοι των Ιωνικών πόλεων με τις υπερβολές τους. Επίσης, απαγορεύθηκαν οι συγκρούσεις ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις και ορίσθηκε ως υπεύθυνος για την επίλυση των μεταξύ τους διαφορών ο Πέρσης σατράπης των Σάρδεων. Η φορολογική επιβάρυνση των Ελλήνων δεν αυξήθηκε. Οι Πέρσες όμως είχαν πλέον συνειδητοποιήσει ότι ήταν δύσκολο να ελέγξουν τις Ελληνικές περιοχές στις ανατολικές περιοχές του Αιγαίου, αφού πολύ κοντά υπήρχαν άλλες ελεύθερες Ελληνικές πόλεις. Ο Δαρείος και οι σύμβουλοι του με την Ιωνική επανάσταση συνειδητοποίησαν ότι η Περσική παρουσία στο ανατολικό Αιγαίο δεν θα ήταν απόλυτα ασφαλής όσο υπήρχαν ακόμα ελεύθερες Ελληνικές πόλεις στις δυτικές ακτές του Αιγαίου και σε απόσταση λίγων ημερών από την Ιωνία. Η επιθυμία των Περσών να τιμωρήσουν τους Αθηναίους για την υποστήριξη που παρείχαν στην Ιωνική επανάσταση οδήγησε τελικά στους Μηδικούς πολέμους.
Η θεά Αθηνά στέκεται σκεπτική μπροστά από μια στήλη αφιερωμένη σε Αθηναίους που έπεσαν πολεμώντας για την πόλη τους.
Η αποστολή βοήθειας στους επαναστατημένους Έλληνες της Μικρός Ασίας αποτέλεσε μία πρώτη
προσπάθεια της Αθήνας να επεκτείνει την επιρροή της στο Αιγαίο (Αθήνα, Μουσείο Ακρόπολης).
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΔΟΝΙΟΥ
Η πρώτη προσπάθεια τιμωρίας των Αθηναίων ξεκίνησε το 492 π.χ., αμέσως μετά την οριστική καταστολή της Ιωνικής επανάστασης. Σκοπός των Περσών δεν ήταν μόνο η Αθήνα αλλά και η αποκατάσταση της κυριαρχίας τους στις ακτές του βορείου Αιγαίου. Παρόλο που οι λαοί της Θράκης, με εξαίρεση τους Έλληνες που κατοικούσαν στις ακτές, δεν είχαν συμμετάσχει στην Ιωνική επανάσταση, οι Πέρσες είχαν υποχρεωθεί κα εκκενώσουν την περιοχή, αφενός επειδή χρειαζόταν τον στρατό που βρισκόταν εκεί για την αντιμετώπιση των Ιώνων και αφετέρου γιατί φοβήθηκαν ότι οι φρουρές κινδύνευαν να αποκλειστούν και να εξοντωθούν. Η ηγεσία της εκστρατείας στην Θράκη ανατέθηκε στον Μαρδόνιο γαμπρό του Δαρείου. Ο στρατός και ο στόλος των Περσών συγκεντρώθηκαν την άνοιξη του 492 π.χ. στην Κιλικία. Στη συνέχεια, ο στόλος παρέπλευσε την Ιωνία, κάνοντας μια τελική επίδειξη δύναμης στις Ελληνικές πόλεις. Στο πέρασμα του ο Μαρδόνιος φρόντισε για την κατάλυση πολλών τυραννικών πολιτευμάτων στις πόλεις της Ιωνίας, αφού οι τύραννοι θεωρούντο πλέον αναξιόπιστοι από τους Πέρσες. Ο στρατός διέσχισε την Μικρά Ασία περνώντας από τις Σάρδεις και τελικά, όπως και ο στόλος, προσέγγισε τον Ελλήσποντο. Στην Θράκη ο στρατός επεχείρησε την υποταγή των διαφόρων Θρακικών φυλών, από τις οποίες μόνο οι Βρύγες τόλμησαν να αντισταθούν, πραγματοποιώντας μάλιστα αιφνιδιαστική επίθεση στο Περσικό στρατόπεδο. Κατά την επίθεση αυτή οι Πέρσες υπέστησαν πολλές απώλειες, ενώ ο Μαρδόνιος τραυματίστηκε. Παρόλα αυτό, οι Βρύγες τελικά υποτάχθηκαν και ο Μαρδόνιος μπόρεσε να προχωρήσει προς νότο. Την πορεία του όμως ανέκοψε η καταστροφή του στόλου του στον Άθω, καθώς σε μια τρικυμία οι Πέρσες έχασαν τα μισά πλοία τους, πιθανόν 300 και 20000 άνδρες των πληρωμάτων. Μετά την καταστροφή του στόλου, ο Μαρδόνιος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την εκστρατεία. Ωστόσο παρά την αποτυχία αυτή, τα Περσικά σχέδια δεν μεταβλήθηκαν. Στόχος της Περσικής αυτοκρατορίας παρέμεινε η άμεση και παραδειγματική τιμωρία των Αθηναίων, απαραίτητη για την αποκατάσταση του κύρους της Περσικής κυριαρχίας στο Αιγαίο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(1) Ηρόδοτος: 1ΣΤΟΡΙΑΙ.
(2) Hermann Bengtson: GRIECHISCHE GESCHICHTE, Verlag C.H. Beck, Μόναχο 1994.
(3) J.B. Bury & R. Meiggs: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992.
(4) N.G.L Hammond: A HISTORY OF GREECE TO 322 B.C., Oxford University Press, 1986.
(5) ΙΣΤΟΡΙΑ TOY ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1972.
(6) Παναγιώτης Κανελλόπουλος: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, Εκδόσεις Διον. Γιαλέλης, Αθήνα 1982.
(7) Claude Mosse & Annie Schnapp-Gourbeillon: ΕΠΙΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1996.
(8) Γΐώργιος Σταϊνχάουερ: Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ, Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2000.
(2) Hermann Bengtson: GRIECHISCHE GESCHICHTE, Verlag C.H. Beck, Μόναχο 1994.
(3) J.B. Bury & R. Meiggs: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992.
(4) N.G.L Hammond: A HISTORY OF GREECE TO 322 B.C., Oxford University Press, 1986.
(5) ΙΣΤΟΡΙΑ TOY ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1972.
(6) Παναγιώτης Κανελλόπουλος: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, Εκδόσεις Διον. Γιαλέλης, Αθήνα 1982.
(7) Claude Mosse & Annie Schnapp-Gourbeillon: ΕΠΙΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1996.
(8) Γΐώργιος Σταϊνχάουερ: Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ, Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2000.
http://hellinon.net/NeesSelides/Ionia.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου