Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ


Ο π. Γεώργιος Τσέτσης μπροστά στο στασίδι της γιαγιάς του

Του Αριστείδη Βικέτου

Αν και ταξιδεύω στην Πόλη τα τελευταία 20 χρόνια, δεν είχε τύχει- άλλωστε η «Βασιλεύουσα» είναι πάντοτε ανεξερεύνητη και αποκαλύπτει κάθε φορά πράγματα θαυμαστά στον επισκέπτη της - να επισκεφθώ τη συνοικία του Χάσκιοϊ (Πικρίδιον). Το Χάσκιοϊ, που βρίσκεται στις βόρειες όχθες του Κεράτιου Κόλπου, απέναντι από το Φανάρι και τον Μπαλατά (Μπαλάτ), το αντίκριζα πάντα από τη σκάλα του Φαναρίου. Το 2008 βρέθηκα πολύ κοντά στη συνοικία, όταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος παρέθεσε γεύμα στους προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών στο εστιατόριο του Μουσείου του Ραχμί Κοτς.
Ένα τέτοιο γεύμα στον ίδιο χώρο στις αρχές αυτού του Σεπτεμβρίου ήταν η αφορμή για μια περιδιάβαση στο Χάσκιοϊ. Στάθηκα ιδιαίτερα τυχερός , γιατί ανέλαβε να με συνοδεύσει και να με ξεναγήσει ο καταγόμενος και μεγαλωμένος στο Χάσκιοϊ μέγας πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου πατήρ Γεώργιος Τσέτσης, ο οποίος χρόνια με τιμά με τη φιλία του και είναι ένας άριστος δάσκαλός μου για την Πόλη και την Πολίτικη Ρωμιοσύνη.
Ξεκινώντας από το μουσείο Κοτς διασταυρώσαμε τον δρόμο και βρεθήκαμε στην καρδιά του Πικριδίου, σημερινού Χάσκιοϊ.

Όπως μου ανέφερε ο π. Γεώργιος, η περιοχή που καλύπτει το σημερινό Χάσκιοϊ, μαρτυρείται ότι κατοικήθηκε τουλάχιστον από τον 6ο αιώνα. Η περιοχή αναφέρεται ως Αρεοβίνδου ή Αραβίνδου, ονομασία την οποία πήρε από έναν ευγενή που είχε χτίσει στον χώρο αυτό τη θερινή του κατοικία. Η περιοχή πήρε το όνομα Πικρίδιο στα τέλη του 8ου αιώνα από τη μεγάλη μονή του Πικριδίου την οποία ανήγειρε ο πρωτοσπαθάριος Ιωάννης Πικρίδιος. Οι πολυάριθμες μονές και οι πολλές εκκλησίες που είχαν ιδρυθεί στην περιοχή (μονή Λυκαόνων, Ευτυχίου, Αγίας Ματρώνας, Γαλακρήνων κτλ.), μαρτυρούν για τη σπουδαιότητα του Πικριδίου στα βυζαντινά χρόνια.

Μετά την Άλωση της Πόλης το Πικρίδιο ονομάστηκε Χάσκιοϊ (Ηaskoy). Κατά την οθωμανική περίοδο η περιοχή, που ονομάζεται και Αγία Παρασκευή, λόγω της ομώνυμης εκκλησίας, ήταν κατοικημένη από Ρωμιούς και Αρμένιους, καθώς και πολλούς Εβραίους. Το Χάσκιοϊ είναι όνομα σύνθετο, προερχόμενο από τις λέξεις «χας», η οποία στην οθωμανική γλώσσα δήλωνε τα πέραν της Κωνσταντινουπόλεως εδάφη, και «κιο», που σημαίνει χωριό.

Για τη σπουδαιότητα της Περαίας του Πικριδίου κατά τους βυζαντινούς χρόνους μαρτυρούν οι πολυάριθμες Μονές, οι οποίες είχαν ιδρυθεί κατά καιρούς στον τόπο αυτό, όπως και οι πάμπολλοι ναοί καί ευκτήριοι οίκοι, που ήταν εγκατεσπαρμένοι στις διάφορες συνοικίες του Πικριδίου.

Οι γνωστότερες Μονές της περιοχής, εκτός από εκείνη που είχε κτίσει ο Ιωάννης Πικρίδιος, και από την οποία πήρε η περιοχή το όνομά της, ήταν η Μονή των Λυκαόνων, η Μονή του Ευτυχίου, η Μονή της Αγίας Ματρώνης και η Μονή των Γαλακρηνών (στο σημερινό Σούτλουτζε), που είχε κτίσει ο Νικόλαος Μυστικός, και στην οποία κηδεύθηκε το 925.

Ο αρχαιότερος γνωστός ναός της περιοχής ήταν αφιερωμένος στη μνήμη του Αγίου Λαυρεντίου και είχε κτισθεί από την αυτοκράτειρα Πουλχερία, εξ αφορμής της ευρέσεως των ιερών λειψάνων των Αγίων Λαυρεντίου και Αγνής. Άλλος γνωστός ναός στην περιοχή μεταξύ Χάσκιοϊ και Σούτλουτζε, κτισμένος από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό, ήταν και ο αφιερωμένος στη μνήμη του Αγίου Μάμαντος.

Σύμφωνα με τον γνωστό περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπί, οι Ρωμιοί της περιοχής κατοικούσαν σε δύο γειτονιές-μαχαλάδες και οι Αρμένιοι σε μια. Οι Αρμένιοι που ζούσαν εκεί ήταν στην πλειονότητά τους μετανάστες από το Έγιν της Ανατολής και ασχολούνταν με οικοδομικά επαγγέλματα. Ο Εβλιγιά Τσελεμπί αναφέρει ότι στην περιοχή υπήρχαν 50 βυρσοδεψεία και 100 καπηλειά.

Το 1688 ενταφιάζεται στο Πικρίδιο ο Μέγας Ρήτωρ του Πατριαρχείου Μανουήλ Καρυοφύλλης. Από τότε το χωριό θα παραμείνει στενά συνδεδεμένο με το λεγόμενο «αρχοντικό» νεκροταφείο. Το νεκροταφείο αυτό, ευρισκόμενο ακριβώς απέναντι από το Φανάρι, σε αντίθεση με τα «λαϊκά» νεκροταφεία της Ζωοδόχου Πηγής και του Εγρί-καπού, αποτελεί για μεγάλο χρονικό διάστημα τον επισημότερο χώρο ταφής των ορθοδόξων στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ ενταφιάστηκαν πολλοί πατριάρχες, αρχιερείς, ηγεμόνες και λόγιοι.

Λόγω της απαγόρευσης του ενταφιασμού σε περιβόλους ναών το 1865, ο τελευταίος ενταφιασμός χρονολογείται στο 1866.

Στην περιοχή Χάσκιοϊ, λέει ο πατήρ Γεώργιος, εκκλησιαστικό κτίσμα αφιερωμένο στην αγία Παρασκευή υπήρχε ήδη από τους βυζαντινούς χρόνους. Μετά την Άλωση το μικρό αυτό παρεκκλήσι μετατρέπεται σε ναό. Το μεγαλύτερο τμήμα της σημερινής εκκλησίας χτίστηκε στον χώρο όπου βρισκόταν ο αρχικός ναός του 15ου αιώνα.

Ο «έχων βυζαντινήν την καταγωγή», κατά τον Σκαρλάτο Βυζάντιο, ναός της Αγίας Παρασκευής στο Χάσκιοϊ, ανοικοδομείται το 1724 με χορηγίες του οσποδάρου της Ουγγροβλαχίας Κωνσταντίνου Βραγγοβάνου και άλλων πλουσίων Φαναριωτών, και το έργο ολοκληρώνεται το 1752, επί πατριαρχίας Κυρίλλου του Ε΄. Επιγραφή που απαθανατίζει το γεγονός, εντοιχισμένη στον γυναικωνίτη, αναφέρει:
«Καθιδρύσατο τόνδε Ναόν αίγλη του Κωνσταντίνου δαπάναις Ουγκροβλαχίης Σημάντορος Μπρανκοβάνου Θεού δέος αθληφόρω Μάρτυρι Παρασκευή Αγία».

Όταν φθάσαμε στο ναό της Αγίας Παρασκευής περί τις 4 το απόγευμα, αυτός ήταν κλειστός. Ο π. Γεώργιος χτύπησε το κουδούνι και σε λίγο μας άνοιξε και μας υποδέχτηκε η Ρουμάνα φύλακάς του.

Το 1833 ανακαινίστηκε ο ναός και πήρε τη σημερινή του μορφή. Η εκκλησία είναι χτισμένη στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής και έχει ένα σχετικά ογκώδες κωδωνοστάσιο. Έχει μεγάλο νάρθηκα, που συγκοινωνεί με τον γυναικωνίτη, ο οποίος καταλαμβάνει ολόκληρο τον χώρο του νάρθηκα.


Μέσα στο ναό η συγκίνηση του πατρός Γεωργίου ήταν πολύ μεγάλη. Εκεί βαπτίστηκε, εκεί πήρε τα πρώτα μαθήματα ψαλτικής και ανέγνωσε σε μικρή ηλικία το αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής του Παραλύτου, το οποίο είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Σε κάποια στιγμή ο π. Γεώργιος στάθηκε μπροστά από ένα στασίδι. «Αυτό ήταν το στασίδι της γιαγιάς μου», μου είπε και λίγο πιο πέρα μου έδειξε εκείνα της μητέρας του Ελένης και του πατέρα του Θωμά.

Ο π. Γεώργιος γεννήθηκε στο Πικρίδιο (Χάσκιοϊ) στις 22 Ιουνίου 1934. Προερχόμενος από λευιτική οικογένεια (παππούς και θείος κληρικοί) άρχισε να εθίζεται με το εκκλησιαστικό-λειτουργικό περιβάλλον «εξ απαλών ονύχων», στο Αναλόγιο της Εκκλησίας της γενέτειράς του.

Το 1945, και σε ηλικία 11 ετών, προσλαμβάνεται, επί Πατριαρχίας Βενιαμίν του Α’ ως Κανονάρχης του Πατριαρχικού Ναού, αρχικά δίπλα στον Άρχοντα Πρωτοψάλτη Κωνσταντίνο Πρίγγο και στη συνέχεια κοντά στον Άρχοντα Λαμπαδάριο Θρασύβουλο Στανίτσα. Έτσι, συμψάλλοντας με Στανίτσα και ακούγοντας Πρίγγο, εξοικειώθηκε με το λεγόμενο φαναριώτικο «πατριαρχικό ύφος» του ψάλλειν.

Τα πρώτα μουσικά μαθήματα τα πήρε από τον δάσκαλό του Θρασύβουλο Στανίτσα, από δε το φθινόπωρο του 1949, από τον Κωνσταντίνο Πρίγγο τον οποίο είχε καθηγητή της μουσικής στην Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης από την οποία αποφοίτησε το 1960. Επί μία πενταετία και μέχρι την αποφοίτησή του από τη Χάλκη, διετέλεσε δεξιός ψάλτης και χοράρχης της φοιτητικής χορωδίας της Θεολογικής Σχολής. Σήμερα θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους εναπομείναντες παλαιούς εκπροσώπους του φαναριώτικου «πατριαρχικού ύφους» του ψάλλειν. Εκτός από τις θεολογικές του μελέτες κυκλοφορούν εξαιρετικοί ψηφιακοί δίσκοι του με βυζαντινούς ύμνους.

Η ορθόδοξη κοινότητα του Χάσκιοϊ είχε και δύο αγιάσματα. Στο Αϊναλί Καβάκ (Αynal? Κavak) βρίσκεται το αγίασμα του Αγίου Παντελέημονα. Το ομώνυμο αγίασμα του ναού της Αγίας Παρασκευής βρίσκεται ανάμεσα σε ορθόδοξα, μουσουλμανικά και εβραϊκά νεκροταφεία, στο λόφο Τσικσαλίν, στην οδό Κalayci Βahce. Το λιθόκτιστο βυζαντινό αγίασμα αποτελεί λείψανο αρχαίου υδραγωγείου.

Ο ναός της Αγίας Παρασκευής του Χάσκιοϊ υπέστη σοβαρές ζημιές στο «πογκρόμ» , που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι κατά των Ρωμιών στις 6 και 7 Σεπτεμβρίου 1955 και ανακαινίστηκε το 1958.

Ποια είναι η νεομάρτυς από την Προύσα
Φωτογραφία
Η ΑΓΙΑνεομάρτυς Αργυρή γεννήθηκε στην Προύσα το έτος 1688 μ.Χ. Ήταν ωραία στην όψη και φοβούμενη τον Θεό. Ενώ ήταν ακόμη νεόνυμφη αγαπήθηκε από κάποιον Τούρκο, ο οποίος μη δυνάμενος να τη φέρει κοντά του, ψευδομαρτύρησε εναντίον της ότι ήθελε να ασπασθεί τη μουσουλμανική θρησκεία. Ο κριτής της Προύσας φυλάκισε αμέσως την αγία. Ο χριστιανός σύζυγος της αγίας, μετά από ενέργειές του, πέτυχε να γίνει η δίκη στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά κι εκεί, αφού ήρθε ο Τούρκος, ψευδομαρτύρησε και πάλι κατ’ αυτής. Η αγία στην απολογία της ομολόγησε με πνευματική ανδρεία και παρρησία την πίστη της στον Χριστό. Έτσι κατά διαταγή του κριτού ρίχθηκε στη φυλακή του Χάσκιοϊ, όπου μετά από πολυχρόνια δεινά και βασανιστήρια, παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο το έτος 1721 μ.Χ. Η Εκκλησία εορτάζει την ανακομιδή των λειψάνων της αγίας Αργυρής στις 30 Απριλίου.

Το μαρτυρικό της σκήνωμα-σώμα ευσεβείς Χριστιανοί το έθαψαν, όπως λέγει ο πατήρ Τσέτσης, κατά την επιθυμία της σε μία άκρη στον περίβολο του ναού της Αγίας Παρασκευής στο Χάσκιοϊ (Πικρίδιο), που τότε ήταν νεκροταφείο. Στις 30 Απριλίου 1725 έγινε η ανακομιδή των ιερών λειψάνων της. Ο βιογράφος της άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης καταγράφει ότι το ιερό λείψανο της αγίας βρέθηκε ακέραιο, σώο, πλημμυρισμένο από θεία ευωδιά. Ιερείς και πιστοί με ευλάβεια και συγκίνηση το απέθεσαν μέσα σε λάρνακα στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής με την άδεια του τότε Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παϊσίου.

Στα δραματικά γεγονότα του 1955 που έγιναν στην Πόλη, φανατικοί και εμπαθείς Τούρκοι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του π. Γεωργίου Τσέτση, κατέστρεψαν και λεηλάτησαν μεταξύ των άλλων και τον ιερό ναό της Αγίας Παρασκευής. Έκαψαν δε και την αγία λάρνακά της. Σήμερα σώζονται σε μικρή λειψανοθήκη ελάχιστα υπολείμματα ιερών λειψάνων της ένδοξου νεομάρτυρος.

Ούτε ένας Ρωμιός δεν απέμεινε  
Η σταδιακή μετατόπιση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο του ρωμαίικου πληθυσμού της Πόλης από τις συνοικίες του Κεράτιου και των τειχών προς το κέντρο (Σταυρόδρομι, Φερίκιοϊ και Ταταύλα), η οποία εντείνεται μετά τα γεγονότα της 6ης-7ης Σεπτεμβρίου 1955, επηρέασε αρνητικά και την κοινότητα του Χάσκιοϊ. Το δημοτικό σχολείο διέκοψε τη λειτουργία του ελλείψει μαθητών το 1973. Ο π. Γεώργιος Τσέτσης παρατηρεί με λύπη ότι σήμερα στη συνοικία πια δεν κατοικεί σχεδόν κανένας Ρωμιός. Έτσι, το 2004 η χρήση της εκκλησίας παραχωρήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στη ρουμανική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης.  

Ωστόσο, στην περιδιάβασή μας ο πατήρ Γεώργιος μου τόνισε ότι το Χάσκιοϊ, το ιστορικό Πικρίδιο, από τον 6ο μέχρι το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα ήταν μια ακμάζουσα ελληνική κοινότητα, με ναούς και αγιάσματα, με εκπαιδευτήρια και μορφωτικά κέντρα, με φιλανθρωπικά καταστήματα και φιλαρμονικές, και όχι όπως παρουσιάζεται από ορισμένους ως «πάλαι ποτέ εβραιογειτονιά», όπου οι διωγμένοι από την Ισαβέλα της Ισπανίας Σεφαράδες Εβραίοι εγκαταστάθηκαν στην ανθούσα αυτή ορθόδοξη ρωμαίικη συνοικία της Περαίας του Πικριδίου μόλις περί τα τέλη του 15ου αιώνα! 

Τάφοι πατριαρχών
ΣΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟτης Αγίας Παρασκευής ο διαπρεπής κληρικός Γεώργιος Τσέτσης μου έδειξε τις ταφόπλακες τάφων Πατριαρχών, ηγεμόνων και λογάδων του Γένους. Εκεί είναι θαμμένοι ο ονομαστός ελληνιστής Ιάκωβος Μάνος ο Αργείος (ο γνωστός και ως Γιακουμάκης) και ο περιώνυμος προστάτης των ελληνικών γραμμάτων Μανωλάκης ο Καστοριεύς.

Με βάση τα στοιχεία του Ελληνικού Προξενείου της Κωνσταντινούπολης, στις αρχές του 20ού αιώνα ο πληθυσμός της ορθόδοξης κοινότητας του Χάσκιοϊ ήταν περίπου 2.000 κάτοικοι. Το 1906 λειτουργούσε στην κοινότητα εξατάξια αστική σχολή και ένα εξατάξιο παρθεναγωγείο.

Σύμφωνα με μια πατριαρχική καταγραφή του έτους 1949, η ρωμαίικη κοινότητα του Χάσκιοϊ αποτελείτο στα μέσα του 20ού αιώνα από 61 οικογένειες. Ο αριθμός επιβεβαιώνεται και από τα αρχειακά στοιχεία του Χριστόφορου Χρηστίδη, σύμφωνα με τα οποία το 1955 η κοινότητα αυτή αποτελείτο από 60 οικογένειες και είχε ένα τριτάξιο δημοτικό σχολείο και μια φιλόπτωχο αδελφότητα.
Ριζικής ανακαινίσεως έτυχε ο ναός της Αγίας Παρασκευής επί Πατριάρχου Βαρθολομαίου το έτος 1997, όπου και το ιερό και ευωδιάζον λείψανο της αγίας Αργυρής. Ο ναός αναστηλώθηκε χάρις στη γενναιόδωρη χορηγία του ευλαβούς τέκνου της Εκκλησίας Παναγιώτου Τσάκου, ο δε έγκαινιασμός του ορίσθηκε να τελεσθεί στις 30 Απριλίου 1997, ανήμερα της μνήμης της αγίας νεομάρτυρος Αργυρής. Τελικά, λόγω καθυστερήσεως των ανακαινιστικών έργων, ο εγκαινιασμός αναβλήθηκε για τις 26 Ιουλίου του ιδίου έτους, μέρα κατά την οποία πανηγυρίζει ο ιερός ναός. Η μέρα αυτή μένει αξέχαστη στον π. Γεώργιο, ο οποίος λειτούργησε στο ναό της γενέτειράς του.

«Ενας χώρος όμως, ο οποίος, με τον τρόπο του, άρρηκτα συνδέθηκε κι αυτός με την ιστορία της Πόλης, είναι και το Πικρίδιο. Το υποβαθμισμένο αυτό βιομηχανικό προάστιο, γνωστό σήμερα ως Χάσκιοϊ, το οποίο από την απέναντι όχθη του Κερατίου ατενίζει μελαγχολικά τη Βλαχέρνα και το Φανάρι, αναπολώντας παλιές εποχές και μιμνησκόμενο το ένδοξο παρελθόν του, που, μαζί με τόσες άλλες χαμένες πατρίδες, πέρασε κι αυτό στην Ιστορία», σημειώνει στο σχετικό βιβλίο του με την Ακολουθία της αγίας νεομάρτυρος Αργυρής ο π. Γ. Τσέτσης.

Ο ναός υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τα Σεπτεμβριανά το 1955
Ο ΙΕΡΟΣναός της Αγίας Παρασκευής χρονολογικά είναι ο νεότερος όλων. Σώζεται μέχρι σήμερα και λειτουργεί περιοδικά -έστω και αν στο Χάσκιοϊ δεν υπάρχει πια ψυχή ζώσα Πικριδιωτών- μιλώντας στους σπάνιους προσκυνητές για το δοξασμένο παρελθόν της ιστορικής αυτής εστίας του Γένους. Ό ναός βεβηλώθηκε και υπέστη σοβαρές ζημιές κατά «τα γεγονότα» του Σεπτεμβρίου 1955, πολλές δε εικόνες, ιερά σκεύη, ο αρχιερατικός θρόνος, ο άμβων και το κιβώριο της Αγίας Τράπεζας κακοπάθησαν. Μολαταύτα, κατά την τριετία που ακολούθησε, χάρις στον ζήλο και τις προσπάθειες της Έφοροεπιτροπής, που τελούσε τότε υπό τον Δημήτριο Πετρίδη, ο ναός ανακαινίσθηκε. Με την ευκαιρία αυτή, ο άμβων, από τον τέταρτο κίονα του αριστερού κλίτους, μετατοπίσθηκε στον τρίτο, απέναντι από τον αρχιερατικό θρόνο και τοποθετήθηκε σε χαμηλότερη θέση.

Η μετατόπιση αυτή πραγματοποιήθηκε καθ’ υπόδειξη του Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα, που επηρεασμένος προφανώς από την εσωτερική διάταξη πολλών ναών της Αμερικής, προτιμούσε τους άμβωνες να βρίσκονται χαμηλά και να είναι στραμμένοι προς το πλήρωμα.

Ο ναός της Αγίας Παρασκευής κοσμείται με αξιολογότατες ιερές εικόνες, το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο, ο επίσης ξυλόγλυπτος αρχιερατικός θρόνος και ο άμβων.

Το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο του ναού είναι εκφραστικό δείγμα λαϊκής τέχνης των Κάτω Χρόνων.
Αρχικά είχε χρυσωθεί από τον Πικριδιώτη αρχιχρυσοχόο της Οθωμανικής Αυλής Μιχαλάκη Βέη, ο οποίος, μεταξύ άλλων, είχε διακοσμήσει και τα σουλτανικά ανάκτορα του Τσιραγάν και του Μπεηλέρμπεη. Το χρύσωμα αυτό διατηρήθηκε μέχρι το 1903, οπότε «παρ’ όλη την καλή θέληση των διεπόντων τα της ενορίας, θελησάντων να χρυσώσωσιν αυτό, κατεστράφη ο αληθής χρυσός, τεθέντος επ’ αυτού ψευδούς χρυσώματος».

Το εικονοστάσιο κοσμούν ιερές εικόνες οι οποίες παρουσιάζουν μεγάλο αρχαιολογικό και καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Ειδικότερα οι εικόνες του Χριστού και της Παναγίας είναι άξιες πολλού λόγου.

Η τρίτη αξιόλογη εικόνα του εικονοστασίου είναι της Αγίας Παρασκευής. Είναι διαστάσεων 1,00x0,68 μ. και εικονίζει την οσιομάρτυρα σε προτομή, να κρατά σταυρό με το δεξί χέρι και κομποσχοίνι με το αριστερό. Η εικόνα ιστορήθηκε τα μέσα του 19ου αιώνος.

Χωρίς αμφιβολία όμως - κατά τον π. Γεώργιο -η αξιολογότερη εικόνα, που μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’50 βρισκόταν στον ναό της Αγίας Παρασκευής, ήταν μια φορητή εικόνα του Ιησού Χριστού μικρών διαστάσεων (0,45 χ 0,35 μ.), αναγόμενη στα τέλη του 14ου ή τις αρχές του 15ου αιώνα. Στο κέντρο εικονιζόταν ο Χριστός που ευλογούσε κατά αρχαϊκό τρόπο, έχοντας υψωμένα τα δύο μόνο δάκτυλα, και κρατούσε με το αριστερό χέρι κλειστό Ευαγγέλιο.
Στα μέσα του περασμένου Αυγούστου ο πατήρ Γεώργιος Τσέτσης, που βασικά ζει στη Γενεύη διακονώντας εκεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο , αφιέρωσε λίγες μέρες και πήγε στην Πόλη , όχι για υπηρεσιακούς λόγους, αλλά με την πρεσβυτέρα του, τα δυο παιδιά και τα εγγόνια τους ως ένα οφειλόμενο προσκύνημα στα πατρώα εδάφη, ιδίως για να γνωρίσουν τα εγγόνια τις ρίζες τους.


ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ 09/10/2011 


http://infognomonpolitics.blogspot.com/2011/10/blog-post_2412.html#.TpKAFbJBKdA
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου