Τρίτη 13 Ιουλίου 2010

«Κύπρος 1974: Η προσφορά του 336 Τάγματος Κυπριακής Εθνοφυλακής στη διατήρηση της Λευκωσίας»


Αντιστράτηγος ε.α. Δημήτριος Αλευρομάγειρος*

Στους αθάνατους Αξιωματικούς και Στρατιώτες αντιστασιακούς πατριώτες του 336 Τάγματος Εθνοφυλακής Κύπρου, που πρόσθεσαν το αίμα τους, σ’ αυτό που είχε ήδη χυθεί για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ της Κύπρου.

Με σεβασμό, θαυμασμό και ευγνωμοσύνη…

Εδώ και αρκετά χρόνια κάθε καλοκαίρι και μέσα στους καυτούς μήνες Ιουλίου-Αυγούστου, στη νεόδμητη εκκλησία του Αγίου Παύλου στον Άγιο Δομέτιο Λευκωσίας, η Κυπριακή πολιτεία, εκπρόσωποι της Ελληνικής πολιτείας μαζί με τους συγγενείς και συμπολεμιστές των ηρωικών Νεκρών του 336 Κυπριακού Τάγματος Εθνοφυλακής του 1974, τελούμε μνημόσυνο στη μνήμη αυτών που έπεσαν για να παραμείνει η Λευκωσία ελεύθερη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά τα 35 χρόνια που μας χωρίζουν από τη βάρβαρη τουρκική εισβολή, κάθε χρόνο όλο και πιο πολλοί προσέρχονται σ’αυτήν την ιεροτελεστία μνήμης και τιμής και είναι αξιοσημείωτο ότι πέρα από την απόδοση τιμής σ’ αυτούς του Ήρωες, η παρουσία μας έχει και τη διάσταση της άντλησης δύναμης από τη θυσία τους για να παραμείνουμε σταθεροί στο εθνικό μας αζιμούθιο και να υπακούσουμε στις εθνικές εντολές τους για την πλήρη απελευθέρωση της Κύπρου. Και όταν αυτό συμβεί, τότε και μόνον τότε, θα έχουμε εκπληρώσει το χρέος μας και προς Αυτούς και συνεπώς προς την Πατρίδα μας.


Προλεγόμενα

Το προδοτικό πραξικόπημα κατά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου της 15ης Ιουλίου 1974 ήταν η αρχή του τέλους ενός «προαναγγελθέντος θανάτου». Η προαναγγελία αυτή εντοπίζεται στο Νοέμβρη του 1967, όταν την επαίσχυντη αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας ακολούθησε ο ουσιαστικός αφοπλισμός της Κύπρου.

Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι και η Κύπρος δεν κατόρθωσε να αναπληρώσει, εν μέρει, το αμυντικό κενό αυτής της απόσυρσης και εδώ οπωσδήποτε υπάρχουν σημαντικές ευθύνες και στις εκάστοτε ηγεσίες της Εθνικής Φρουράς. Κυρίως αυτές οι ευθύνες είναι η μη προμήθεια κατάλληλων οπλικών συστημάτων, η μη συνέχιση της οργάνωσης του εδάφους, αλλά πρωτίστως η παντελής έλλειψη εκπαίδευσης της εφεδρείας, τη στιγμή μάλιστα που λόγω της σημαντικής μείωσης της αμυντικής ισχύος από την απόσυρση του Νοεμβρίου του 1967 της Ελληνικής Μεραρχίας, η κύρια δύναμη αποτροπής θα ήταν η εφεδρεία. Αυτό κατεφάνη απόλυτα με την έναρξη των επιχειρήσεων.

Επισημαίνεται επίσης -από στρατιωτικής πλευράς- ότι η σημαντική διάλυση και αποδιοργάνωση της Εθνοφρουράς, λόγω του πραξικοπήματος, είχε ως αποτέλεσμα τον πλήρη αιφνιδιασμό και την επέκταση της σύγχυσης στις στρατιωτικές Μονάδες. Συγκεκριμένα η μη εφαρμογή των σχεδίων από την ηγεσία του ΓΕΕΦ (Γενικόν Επιτελείον Εθνικής Φρουράς Κύπρου), η μη έξοδος των στρατευμάτων από τα στρατόπεδα την νύκτα τουλάχιστον της 19ης προς την 20ην Ιουλίου και η μη επάνδρωση των πολυβολείων που υπήρχαν από το 1964 στην περιοχή της Κυρήνειας [τούτο δεν συνέβη στην περιοχή Αμμοχώστου όπου ύστερα από επιμονή του ηρωικώς πεσόντος την 20ην Ιουλίου πρώτου Έλληνα αξιωματικού, του Ταγματάρχη Ανδρέα Μουζάκη αλλά και άλλων αξιωματικών προς τον διοικητή της 1ης Ανωτέρας Τακτικής Διοίκησης Αμμοχώστου (επιπέδου Συντάγματος), ο οποίος μόλις είχε τοποθετηθεί και υιοθέτησε άμεσα την πρόταση να εξέλθουν τα στρατεύματα στις περιοχές αραιώσεως]

Τραγικό σφάλμα επίσης ήταν η συνεχής αίτηση αδείας της ηγεσίας του ΓΕΕΦ από το επιτελείο της Αθήνας για ενέργειες στην Κύπρο αφού η Αθήνα, πλήρως ανίκανη από την εκουσία ή έστω ακουσία προδοσία της, προσέτρεχε σε αίτηση βοηθείας από τους πάτρωνές της Αμερικανούς. Όλα αυτά, μαζί με την εν τω μεταξύ ανάγνωση των Βρετανικών και Αμερικανικών αρχείων οδηγούν σήμερα στη βεβαιότητα ότι η δικτατορία του 1967 επεβλήθη για έναν κυρίως λόγο. Την καταστροφή της Κύπρου.

Πρέπει στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι η σύνθεση των εις Κύπρο ευρισκομένων αξιωματικών, ήταν, πλην των κρισίμων τοποθετήσεων («θέσεις κλειδιά»), μάλλον αντιχουντικοί τους οποίους το δικτατορικό καθεστώς της Αθήνας τους έστειλε στην Κύπρο προκειμένου να απαλλαγεί από την εις Ελλάδα παρουσίαν τους ή και να τους ενοχοποιήσει σε περίπτωση αποτυχίας των άνομων σχεδίων της.

Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Αρχηγού του ΓΕΕΦ Στρατηγού Ντενίση τον οποίον το δικτατορικό καθεστώς κάλεσε στην Αθήνα την 13-7-1974 για να του αφαιρέσει ουσιαστικά τη Διοίκηση και να αφήσει ελεύθερον τον Ταξίαρχο Γεωργίτση, πιστόν στο καθεστώς, να εκτελέσει το πραξικόπημα.

Συνεπώς το πραξικόπημα του Ιουλίου του 1974 δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος Μαΐου ή εντός του Ιουνίου 1974, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, σε ένδειξη καλής θελήσεως παραχώρησε στους υπουργούς εξωτερικών των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, Κίσιντζερ και Γκρομύκο, το Προεδρικό Μέγαρο για συζητήσεις επί του Μεσανατολικού. Κατά τη διάρκεια ή στο περιθώριο αυτής της συνάντησης τόσον ο Χ. Κίσιντζερ, όσον και ο Γκρομύκο εξεθίασαν τον Αρχιεπίσκοπο και μάλιστα ο Κίσιντζερ δήλωσε «ότι η Κύπρος δεν έχει τίποτα να φοβάται από την όξυνση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων η οποία οφειλόταν στην έξοδο του ερευνητικού τουρκικού πλοίου Τσάνταρλι στο Αιγαίο για παράνομες γεωλογικές έρευνες».


Πέραν πάσης αμφιβολίας συμπεραίνεται ότι ο Κίσιντζερ προσπάθησε να παραπλανήσει τον Αρχιεπίσκοπο για τα άνομα σχέδιά του (πραξικόπημα και εισβολή). Άλλωστε τούτο φάνηκε στην εκφρασθείσα και από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο δυσπιστία του, όσον αφορά τις πληροφορίες που συνέρρεαν για επικείμενο πραξικόπημα, τόσο από το στενό του περιβάλλον όσο και από ελλαδικούς κύκλους (είναι σήμερα γνωστό ότι αυτή την ανησυχία του την είχε διατυπώσει έγκαιρα, μεταξύ πολλών και ο Ευάγγελος Αβέρωφ).

Όμως τα γεγονότα έτρεχαν και το χειρότερο, ενώ οι περισσότεροι ανησυχούσαμε, ταυτόχρονα διαπιστώναμε ότι υπήρχε πλήρης αδυναμία αποτροπής. Μία μικρή παρηγοριά ήταν ότι η ευφυΐα και η ικανότητα του Αρχιεπισκόπου θα ανέτρεπε τον προδιαγεγραμμένο όλεθρο. Όταν όμως, το επίσημο ΓΕΕΦ δεν αντέδρασε καν στην απόφαση του Μακαρίου να επανέλθουν όλοι οι αξιωματικοί στην Ελλάδα (η γνωστή επιστολή προς Γκιζίκη) τότε σχεδόν διεφάνη ότι οδηγούμεθα ολοταχώς προς τον όλεθρο.

Το Ιουλιανό λοιπόν πραξικόπημα όχι μόνον έφερε καίριον πλήγμα στο κύρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και διέλυσε τον Κυπριακόν κοινωνικόν ιστόν με την απομάκρυνση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, ο οποίος ουσιαστικά είχε κάνει γνωστή την Κύπρο εις ολόκληρον τον κόσμο, αλλά αδυνάτισε δραματικά και την όποια αποτρεπτική στρατιωτική ικανότητα της Εθνικής Φρουράς και αδυνάτισε επίσης και την μοναδική αξιόμαχη στρατιωτική δύναμη της ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμις Κύπρου η οποία βάσει των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου ανήρχετο σε 900 άνδρες).

Την 19η Ιουλίου 1974 ήταν προγραμματισμένο να λάβει χώρα η αντικατάσταση του 30% σχεδόν των στρατιωτών της ΕΛΔΥΚ. 300 περίπου εκπαιδευμένοι παλαιοί στρατιώτες επέστρεφαν στην Ελλάδα και τους αντικαθιστούσαν ισάριθμοι, νέοι που ήρχοντο στην Κύπρο σε μια χαώδη κατάσταση και με πλήρη άγνοια των τοπικών συνθηκών, τελείως άπειροι.

Βλέπετε οι Τούρκοι δεν κάνουν ούτε το παραμικρό λάθος. Η ΕΛΔΥΚ, το μόνο αξιόμαχο στρατιωτικό τμήμα, έχανε ένα σημαντικό έμπειρο δυναμικό. Όλα πλέον ήταν έτοιμα για το έγκλημα.

Εδώ οφείλουμε να σταθούμε -πολλές φορές θα το πράξουμε- σε ευλαβική στάση Προσοχής! Οι 300 περίπου αυτοί στρατιώτες που αναχώρησαν αφήνοντας πίσω ένα χάος, που έβλεπαν να γλιτώνουν από του χάρου τα δόντια, απολύοντο! Όμως μόλις έφτασαν κοντά στη Ρόδο επέστρεψαν, αποβιβάσθηκαν στην Πάφο, πήραν όπλα, ενσωματώθηκαν με ενθουσιασμό με τους συναδέλφους τους της ΕΛΔΥΚ και πολλοί από αυτούς είναι μεταξύ των ηρωικών Νεκρών της Κυπριακής Ελευθερίας.

Είναι ενδιαφέρον όμως, να διαβάσει κάποιος και τα συναισθήματα των Τούρκων με όποια, έστω, αντικειμενικότητα τα περιγράφει στο βιβλίο του «Απόφαση, Απόβαση» ο Τούρκος δημοσιογράφος Αλί Μπιράν (πρωτοδημοσιεύτηκε στην “Μιλλιέτ”, σε συνέχειες το 1977). Διαβάζοντας θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η διστακτικότητα και ο συντηρητισμός των ενεργειών των τουρκικών στρατευμάτων, έδινε μία θαυμάσια ευκαιρία να συντριβεί η αποβατική δύναμη, αν η Ελληνική πλευρά, έστω και μετά το πραξικόπημα ενεργούσε στοιχειωδώς με στρατιωτική σύνεση.

Το βράδυ της 19ης/20ην Ιουλίου 1974, οι ενεργές Μονάδες Αμμοχώστου εξήλθαν των στρατοπέδων στους χώρους αραιώσεως, ενέργεια σωτήρια για την ασφάλειά τους κυρίως από τους βομβαρδισμούς καίτοι η Αμμόχωστος δεν επελέγη τελικά από τους Τούρκους ως χώρος απόβασης. Τις απογευματινές ώρες της 19ης Ιουλίου διετάχθη από το ΓΕΕΦ επιστράτευση των πυρήνων των επιστρατευομένων Μονάδων. Όμως με την από τις πρώτες πρωινές ώρες της 20ης Ιουλίου εκδηλωθείσα εισβολή διετάχθη γενική επιστράτευση, ενέργεια η οποία έδειξε τον πανικό της Διοίκησης αφού έπρεπε να είχε ήδη σημειωθεί σταδιακή επιστράτευση, όπως τα ίδια τα σχέδια και τα μέτρα εμπλοκής που είχε σχεδιάσει το ΓΕΕΦ προέβλεπαν. Η γενική επιστράτευση εκτός από τον πανικό που μετέφερε στον άμαχο πληθυσμό επέφερε σύγχυση και στους στρατιωτικούς σχηματισμούς αφού ήταν αδύνατον να επιτευχθεί υπό συνθήκες μάχης. Πλήθος επιστρατευομένων και λοιπόν πολιτών συνέρρεε στις έδρες των μη εμπλεκομένων Μονάδων να καταταγεί, για να υπερασπίσει την άμοιρη πατρίδα του.

Με την έναρξη της επιστράτευσης, όπως όριζαν τα σχέδια, ανέλαβα την Διοίκηση του επιστρατευομένου Τάγματος 336 ΤΕ, του οποίου οι αποθήκες υλικών ευρίσκοντο στο στρατόπεδο του 201 ΤΠ (εγγύς Αμμοχώστου) και του οποίου οι πυρήνες είχαν μερικώς επιστρατευθεί από την Νύκτα 19ης/20ην Ιουλίου.

Η επιστράτευση ολοκληρώθηκε τις απογευματινές ώρες της 20ης Ιουλίου στο χωριό ΠΡΑΣΤΕΙΟ Αμμοχώστου και το Τάγμα διατάχθηκε να επιστρέψει στην Αμμόχωστο περί την 19:00 της ιδίας ημέρας. Υποδιοικητής Τάγματος ανέλαβε ο Λοχαγός Αντρέας Δημητρίου και Διοικητές Λόχων ορίσθηκαν οι:

1ος Λόχος, Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πανίκος Παπόρης, 2ος Λόχος, Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Χρήστος Σολωμής, 3ος Λόχος, Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Λάκης Σοφρωνίου, Λόχος Υποστήριξης, Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Αντώνης Καρράς, Λόχος Διοίκησης, Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Μιχάλης Κουτούρης, Υπασπιστής Τάγματος, Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Μιχάλης Στεφανίδης, άπαντες έφεδροι Κύπριοι, πλην του Υποδιοικητή ο οποίος ήταν μόνιμος του Κυπριακού Στρατού.

Την πρωίαν της 21ης Ιουλίου και ώραν 04:00 διετάχθη το Τάγμα, δι’ ενός Λόχου [επελέγη ο 2ος Λόχος (έφ. Ανθυπολοχαγός Χρήστος Σολωμής)] να καταλάβει την τουρκοκυπριακή συνοικία Σακάρια Αμμοχώστου, αλλά με την εκδήλωση της επίθεσης διεπιστώθη ότι η στρατιωτική Τουρκοκυπριακή (Τ/Κ) δύναμη είχε ήδη εκκενώσει τη συνοικία και μετέβη εις την εντός των τοιχών παλαιά Αμμόχωστο (Τ/Κ περιοχή).



Στη Λευκωσία

Το βράδυ της ίδιας μέρας το Τάγμα έλαβε διαταγή να κινηθεί στη Λευκωσία, να εγκατασταθεί στην περιοχή Προεδρικού Μεγάρου και να τεθεί στη διάθεση του ΓΕΕΦ.

Κατά την είσοδό μας στην Λευκωσία περί την 3ην πρωινή ώρα, ακούσαμε βόμβους αεροσκαφών και έντονους πυροβολισμούς. Εντυπωσιάσθηκα γνωρίζοντας από το 1964 ότι οι Τούρκοι δεν πολεμούσαν την νύκτα. Σύντομα πληροφορήθηκα το τραγικό γεγονός της κατάρριψης ενός ελληνικού πολεμικού αεροσκάφους (Α/Φ) τύπου Νορ Άτλας από φίλια πυρά, ως αποτέλεσμα έλλειψης ενημέρωσης. Ας είναι αιωνία η μνήμη των ηρωικών καταδρομέων και του πληρώματος της Πολεμικής Αεροπορίας.

Το Τάγμα εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Προεδρικού Μεγάρου περί την 5ην πρωινήν και αφού τοποθετήθηκαν τα περίπου οκτώ αντιαεροπορικά σε επίκαιρες θέσεις ήταν πλέον σε ετοιμότητα ανάληψης αποστολής όπου αυτή ήθελε διεταχθή από το ΓΕΕΦ.

Ενώ ξημέρωνε, πρόβαλε σιγά-σιγά, σαν σκηνικό αρχαίας τραγωδίας, το προ εβδομάδος καμένο και καταστραμμένο, αλίμονο από ελληνικά χέρια, κτίριο του Προεδρικού Μεγάρου. Σίγουρα πολλοί, παρά την αγωνία και την κόπωση, νοιώσαμε την ειρωνεία και τη χλεύη να μας παρατηρεί με αυστηρότητα από τα ερείπια, τα οποία ως άλλη Κασσάνδρα, μας κραύγαζαν με ιερή μανία για την μοίρα της προδοτικής αλαζονείας, όχι μόνον των επίορκων των Ιερών και Οσίων…

22α Ιουλίου

10:00ω: Το Τάγμα διετάχθη όπως έχει ετοιμότητα κινήσεως, είτε προς διάβαση Πανάγρων (προς περιοχή Κερύνειας), είτε ανάληψης αμυντικού τομέα Λευκωσίας.

18:00ω: Ελήφθη διαταγή ΓΕΕΦ, ότι συμφωνήθηκε εκεχειρία. Έχοντας την εμπειρία του 1964 [είχα λάβει μέρος στις επιχειρήσεις Μανσούρας Κόκκινων, 4-8 Αυγούστου 1964] ως Διοικητής Λόχου του 206 Κυπριακού Τάγματος Πεζικού, όπου οι Τούρκοι ουδέποτε τηρούσαν την όποια εκεχειρία] κατέστησα λίαν προσεκτικούς τους στρατιώτες ιδίως τους χειριστές των αντιαεροπορικών πολυβόλων (0.50mm). Όντως οι Τούρκοι όχι μόνον συνέχισαν τις αεροπορικές επιδρομές αλλά όπως αμέσως με ενημέρωσαν επιτίθετο στις ανατολικές περιοχές της Λευκωσίας, πλησίον της Πράσινης Γραμμής. Έλαβα μάλιστα διαταγή να στείλω επειγόντως προς την περιοχή Καϊμακλί-Τράχωνα έναν Λόχο. Ήταν η σειρά, μετά το Λόχο του Σολωμή στη Σακάρια, να δοκιμαστεί ο Λόχος του Λάκη Σοφρονίου (1ος). Όμως όταν έφθασε, οι Τούρκοι είχαν καταλάβει μέρος του Τράχωνα όπου πολέμησε με ηρωισμό ο Λόχος του Ελληνοκυπρίου (Ε/Κ) Λοχαγού Χ. Λόττα (του 211 ΤΟ).

Στο σημείο αυτό είμαι αναγκασμένος να κάνω ένα ακόμη σχόλιο. Το 1964 όταν η άμυνα της Κύπρου, και με την παρουσία της Ελληνικής Μεραρχίας βρισκόταν σε πολύ καλό επίπεδο, διαπιστώθηκε αμέσως ότι υπήρχε σημαντικό έλλειμμα Αντιαεροπορικής ομπρέλας. Η Κυπριακή Κυβέρνηση και το ΓΕΕΦ αποφάσισαν την αγορά Αντιαεροπορικών πυραύλων, μάλλον Σοβιετικής προέλευσης και για το σκοπό αυτό μετέβησαν αξιωματικοί στην Αίγυπτο, για εκπαίδευση σε άκρα μυστικότητα. Όμως στο μέσον περίπου της εκπαίδευσης η αποστολή αποκαλύφθηκε και οι πύραυλοι δεν έφθασαν ποτέ στο νησί.

Λυπάμαι αλλά δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να θυμηθώ τι αντίστοιχο έγινε το 2000 με τους πυραύλους S-300 αλλά και σε ποιο σημείο βρίσκεται σήμερα το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού χώρου, και η αεροπορική υποδομή, γνωστού όντος ότι αντιαεροπορική ομπρέλα δεν υπάρχει χωρίς αεροπορία, πυραύλους μακρού και βραχέως βεληνεκούς κ.ά).

23η Ιουλίου

10:00ω: Ελήφθη διαταγή από την 3η Ανωτέρα Τακτική Διοίκηση (Διοικητής Συνταγματάρχης Αζίνας) μέσω του 211ΤΠ με ΑΠΟΣΤΟΛΗ την «Εγκατάσταση Τάγματος στον έως τώρα τομέα του 1ου Λόχου του 211ΤΠ» (από δεξιά στρατοπέδου ΕΛΔΥΚ έως και της οδού Λήδρας). «…336 Τάγμα, αμυνθεί, πάση θυσία απαγορεύοντας την κατεύθυνση του δρόμου Κυρήνεια-Λευκωσία. Όλα τα ευρισκόμενα εντός του τομέα του Τάγματος Τμήματα, καθώς και τυχόν μεμονωμένοι στρατιώτες που κυκλοφορούσαν σε όλο τον τομέα Τάγματος, τίθενται υπό διοίκησιν 336ΤΕ. Έναρξη εγκατάστασης από την ώρα εκείνη με ευθύνη 336ΤΕ και έως τις πρωινές ώρες της 23-7. Υπαγωγή στην 3η Ανωτέρα Τακτική Διοίκηση, μέσω του 211ΤΠ. Ζωτικό Έδαφος Τάγματος η περιοχή που ορίζεται από το Σχολείο του Αγ. Παύλου (Σχολείον Κύκκου] έως τον Ιππόδρομο».

Στον Τομέα του Τάγματος, προϋπήρχαν: Στην περιοχή, εκ δεξιόν ΕΛΔΥΚ-περιοχή Σχολείου, ο Λοχαγός Ευάγγελος Παπαχατζόπουλος (απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων το 1963) με διάφορους επιστράτους και δύναμη κληρωτών του 211Τάγματος (περίπου 190-200 άνδρες).

Στην περιοχή του ξενοδοχείου Λήδρα Πάλλας και οικία Έλληνα Πρέσβη, Λόχος εφέδρων αξιωματικών με διοικητή τον Υπολοχαγό Νίκο Λιγουδιστιανό (απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων το 1969) ο οποίος διεκρίθη για την αντίστασή του και την πειθαρχία στην Πρώτη φάση της εισβολής (δύναμη περίπου 120 ανδρών).

Στην περιοχή Πύλη Πάφου-Κτήριον Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΣΙΤΑ), Λόχος υπό τον έφεδρο Ανθυπολοχαγό Γιώργο Ρωσσίδη. Και φυσικά σε όλο τον τομέα υπήρχαν κληρωτοί του Λόχου του 211 Τάγματος με επικεφαλής τον Κύπριο Λοχαγό Γιάννη Χριστοδουλίδη (Μαυρόγιαννο), στην έδρα του οποίου τοποθέτησα το Σταθμό Διοίκησης του 336 Τάγματος σε 100 περίπου μέτρα από τα εν επαφή φυλάκια.

Περί την 17:00 ώραν, αρχής γενομένης εκ του αριστερού και μαζί με τον μέχρι τότε Διοικητή του τομέα Λοχαγόν Μαυρόγιαννο και το Υπασπιστή μου, άρχισα την τοποθέτηση των στρατιωτών του 336 Τάγματος, η οποία και ετερματίσθη περί την 04:00 πρωινήν (ακριβώς την ώραν που στην Ελλάδα ορκίζετο ως Πρωθυπουργός ο Κ. Καραμανλής) με ελάχιστα γενικά προβλήματα πλην της εκφρασθείσης ανησυχίας από τους αξιωματικούς της Ειρηνευτικής Δύναμης (ΟΥΝΦΙΚΥΠ) του ΟΗΕ -αν ενθυμούμαι καλώς ήσαν Καναδοί- οι οποίοι πρέπει να το επισημάνω δεν ήσαν φίλα διακείμενοι, τουλάχιστον εκείνη την περίοδο, και το έδειχναν.

Η νέα διάταξη του τομέα του Τάγματος έχει, πλέον, ως εξής:

Εκ δεξιόν χαράδρας στρατοπέδου ΕΛΔΥΚ-Περιοχή Σχολείου, Λόχος Παπαχατζόπουλου (δύναμης περίπου 200 ανδρών).

Δεξιόν Σχολείου έως Αριστερά Φυλακών Λευκωσίας, 3ος Λόχος 336 ΤΕ με τον Ανθυπολοχαγό Πανίκο Παπόρη (δύναμης 220 ανδρών).

Φυλακές Λευκωσίας-Πρεσβείες, Πεδιαίος, 2ος Λόχος 336 Τάγματος.

Δικαστήρια-Λήδρα Πάλλας-Οικία Έλληνα Πρέσβυ, Λόχος Λιγουδιστιανού (δύναμης 120 ανδρών).

ΣΙΤΑ-Πύλη Πάφου, Λόχος Ρωσσίδη (δύναμης 80 ανδρών).

Παλαιά Λευκωσία μέχρις και οδού Λήδρας, 1ος Λόχος 336 Τάγματος, Ανθυπολοχαγός Λάκης Σωφρονίου (δύναμης 140 ανδρών)

Λόχος Διοίκησης 336 Τάγματος (ανθυπολοχαγός Μιχάλης Κουντούρης) εντός του Ιπποδρόμου, όπου και ο Υποδιοικητής του Τάγματος Λοχαγός Ανδρέας Δημητρίου, ώστε εάν τεθεί εκτός Μάχης ο Διοικητής να μην μείνει ακέφαλο το Τάγμα.

Λόχος Υποστήριξης, διοίκηση και ελάχιστα στοιχεία που απέμειναν διότι τα υπόλοιπα διετέθησαν στους Λόχους και στην ασφάλεια του χώρου του Προεδρικού Μεγάρου (Ανθυπολοχαγός Αντώνης Καρράς) εντός αυτού.

Το Τάγμα είχε την υποστήριξη από στοιχεία Μοίρας Πυροβολικού υπό τον Ταγματάρχη Σεβασλίδη (απόφοιτο της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων το 1958) με τον οποίον είχα άμεση τηλεφωνική επαφή και ουσιαστικά του έδινα προσωπικά τις συντεταγμένες για αιτήσεις βολών. Θεωρώ υποχρέωση να εξάρω την σημαντική του συμβολή στη διατήρηση του τομέα του Τάγματος ανέπαφου. Ας είναι αιώνια και αυτού η μνήμη γιατί ατυχώς επιστρέψας στη Ελλάδα απεβίωσε από ηλεκτροπληξία σε τραγικό δυστύχημα, το επόμενο έτος, κατά τη διάρκεια στρατιωτικής άσκησης.

Στον τομέα όμως του Τάγματος και κυρίως εντός της Λευκωσίας η οποία εν μέρει είχε εγκαταλειφθεί, κυκλοφορούσαν και διάφοροι ένστολοι και ένοπλοι οι οποίοι -θα μου επιτραπεί εδώ να σημειώσω ότι δεν αποδίδω σε κανέναν κακή πρόθεση και μάλιστα ύστερα από τόσα χρόνια- λειτουργούσαν ως αυτόβουλοι υπερασπιστές της πόλης. Τελικά οι μισοί σχεδόν από αυτούς ενετάγησαν στο Τάγμα ενώ τους υπόλοιπους αφού τους αφαιρέσαμε τον οπλισμόν (όχι και πολύ εύκολη υπόθεση!) τους απομακρύναμε.

Τελικά στον Τομέα του Τάγματος (3.5 περίπου χιλιομέτρων) παρατάχθησαν περί τους 1000 άνδρες, αξιωματικοί και στρατιώτες του 336 Τάγματος και των τεθέντων υπό διοίκηση του Τάγματος τμημάτων της εν τη ζώνη του 336 προϋφισταμένων τμημάτων. Οι στρατεύσιμοι έφεδροι του 336 ήταν στη συντριπτική πλειοψηφία από την Αμμόχωστο, όμως κατετάγησαν και από άλλες Μονάδες διότι λόγω της εισβολής δεν μπορούσαν να μεταβούν σε αυτές.

Το σημειώνω αυτό για να καταδείξω ότι σ’αυτή τη χαώδη κατάσταση ο πραγματικός αντιστασιακός Κύπριος Πατριώτης έδωσε εθελοντικά το παρόν. Ίσως κάποιοι δεν μπορούν να μεταφερθούν σε εκείνο το κλίμα των γεγονότων και απορούν με αυτό που αναφέρω (το εθελοντικό της παρουσίας και συνεπώς και το εθελοντικό της θυσίας τους). Όμως στην πραγματικότητα είναι έτσι όπως τα αναφέρω και μόνον όσοι ζήσανε εκείνα τα τραγικά αλλά και ηρωικά γεγονότα μπορούν να καταλάβουν το μέγεθος και την αξία αυτής της ουσιαστικά πατριωτικής εθελοντικής θυσίας τους.

***

Από την επομένη της εγκατάστασής μας στη Πράσινη γραμμή και ενώ στην Ελλάδα είχε σχηματισθεί η Κυβέρνηση Εθνικής ενότητας του Κ. Καραμανλή, αρχίσαμε εντατική οργάνωση τόσο των τμημάτων όσο και του εδάφους, ενώ είχαμε να αντιμετωπίσουμε καθημερινά ανταλλαγές πυρών με τα εν επαφή εχθρικά στρατεύματα, άλλοτε ήπιας και άλλοτε πιο σφοδρής έντασης. Η εκτίμησή μου γι’ αυτά ήταν ότι συντηρείτο, κυρίως από τους Τούρκους, ένα κλίμα επηρμένης έντασης. Με τη βοήθεια κυρίως των επικεφαλής των τμημάτων ήρθα σε πιο στενή επαφή με τα τμήματα και ένοιωσα την ευχαρίστηση να διαπιστώσω ότι τόσον μεταξύ τους όσο και σε σχέση με εμένα άρχιζε να κτίζεται ένα κλίμα εμπιστοσύνης και ύψωσης του ηθικού. Χωρίς αλαζονεία θα έλεγα ότι οι Διοικητές των Λόχων και λοιπών τμημάτων αλλά σιγά-σιγά και οι άλλοι αξιωματικοί και στρατιώτες άρχισαν να συναγωνίζονται μεταξύ τους ποιος θα προσφέρει τα πιο πολλά. Εγνώριζα όμως και το αισθανόμουν ότι χρειαζόταν μεγάλη προσοχή γιατί μία κακή έκβαση κάποιων καταστάσεων μπορούσε να ανατρέψει αυτό το θετικό κλίμα.

Οι πληροφορίες από την περιοχή Κερύνειας όμως ήταν συγκλονιστικά αρνητικές. Μετά την πολύ εύθραυστη εκεχειρία, την οποίαν τηρούσαν μόνο οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις, οι Τούρκοι αποβίβασαν στο μέχρι τότε δημιουργηθέν προγεφύρωμα, περί τοις 40.000 στρατιώτες με το ανάλογο αρματικό και λοιπό οπλικό υλικό, τελείως ανενόχλητοι παρά τις αναγκαστικά σκιώδεις διαμαρτυρίες και “παραστάσεις” τόσο της Κυπριακής όσο και της Ελληνικής Κυβέρνησης.

Σκέπτομαι ότι αν θέλει κάποιος να αποδείξει το μέγεθος του εγκλήματος της χούντας των Αθηνών το ‘74, και μόνο αυτή την εικόνα να έχει στο μυαλό του αρκεί. Η χούντα εξεφτέλησε τις ένοπλες δυνάμεις, χρεώνοντάς τους το πραξικόπημα του ‘67, ενώ παράλληλα με χιλιάδες αποστρατείες διώξεις-βασανιστήρια και φυλακίσεις εν ενεργεία και εν αποστρατεία αξιωματικών τις διέλυσε. Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι μέσα στις ένοπλες δυνάμεις υπήρξαν πολλές αντιστασιακές ενέργειες κατά της χούντας με κορυφαίες την οργάνωση «Ελεύθεροι Έλληνες» και κυρίως το κίνημα του Ναυτικού το 1973 και την συγκλονιστική ανταρσία του πολεμικού πλοίου «Βέλος» με τον Κυβερνήτη του Πλοίαρχο Νίκο Παππά και όλους του αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες του, οι οποίοι κατέρριψαν διεθνώς το μύθο που καλλιεργούσε η χούντα. Όμως η διάλυση των ΕΔ ήταν γεγονός ενώ με τα επόμενα βήματά της η χούντα αφόπλισε ουσιαστικά την Κύπρο. Με την απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας και το βλακώδες και προδοτικό πραξικόπημα του Ιουλίου του ‘74 άνοιξε ουσιαστικά την κερκόπορτα, και στη συνέχεια εγκατέλειψε την εξουσία αφήνοντας και τυπικά την καθημαγμένη Ελλάδα και Κύπρο να αντιμετωπίσουν τη διεθνή συνομωσία εντελώς ανοχύρωτες.

Μέχρι την 31η Ιουλίου τα τουρκικά στρατεύματα γράφοντας στα “παλαιότερα των υποδημάτων” τους την εκεχειρία είχαν φθάσει στον Καραβά με τους Κύπριους να εγκαταλείπουν αλλόφρονες τις εστίες τους γιατί αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο της αιχμαλωσίας και των βιασμών.

Αρχές Αυγούστου συνεστήθη μία μικτή επιτροπή με μέλη από τις δυνάμεις του ΟΗΕ, του ΓΕΕΦ (Ταγματάρχης Τσολάκης Ευάγγελος) και Τούρκου ή Τουρκοκύπριου αξιωματικού, προκειμένου να “διευθετηθούν οι γραμμές αντιπαράθεσής“. Δεν γνωρίζω τι έγινε στη υπόλοιπη Κύπρο αλλά όταν η επιτροπή ήλθε στην περιοχή του Τάγματος και ο Ταγματάρχης, με ευπρέπεια ομολογουμένως, μου ζήτησε κάποια μικρή εις βάρος μας διευθέτηση του απάντησα ευγενώς ότι δεν προτίθεμαι να το πράξω και ότι εκείνοι που πρέπει να απέλθουν ήταν οι Τούρκοι, δεδομένου ότι μπροστά στο Σχολείο του Κύκκου (επί της Γραμμής αντιπαράθεσης στον δρόμο Λευκωσίας-Κερύνειας) υπήρχε προ της εισβολής μία μεγάλη νεκρή ζώνη την οποίαν τις πρώτες μέρες της εισβολής σιγά-σιγά την εκάλυπταν τα στρατεύματά τους. Ήταν βέβαια και πρόσφατη, στον Πρώτο Γύρο των επιχειρήσεων (20-23/8/1974) η λυσσαλέα επίθεσή τους προς το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ η οποία απεκρούσθη με την ηρωική αντίσταση των Ελλήνων στρατιωτών.

Δύο ή τρεις μέρες αργότερα και ενώ είχε ήδη αρχίσει στη Γενεύη η γνωστή διάσκεψη (κωμωδία την ονομάζω εγώ) εκινήθη στην περίπου εκ 500 μέτρων νεκρή ζώνη στην περιοχή του Σχολείου, Τάγμα Τούρκων σε διάταξη και με μπουλντόζες έφθασε σε απόσταση 150-200μ. Ετοιμαστήκαμε να αποκρούσουμε επίθεση αλλά εσταμάτησαν αφού διαμόρφωσαν σημαντικά το έδαφος, μάλλον αμυντικά. Μου έκανε εντύπωση και εζήτησα από το ΓΕΕΦ να μου στείλουν ανάλογα υλικά για δική μου οχύρωση. Το ΓΕΕΦ μου εγνώρισε ότι δεν διέθετε και ζήτησε αν έχω τη δυνατότητα να καλύψω εξ επιτόπιων πόρων, πράγμα το οποίον και έγινε.



10η και 11η Αυγούστου

Από τις προηγούμενες ημέρες είχα παρακαλέσει τον διοικητή του 2ου Λόχου, Χρήστο Σολωμή, στην περιοχή του οποίου ευρίσκοντο οι πρεσβείες (Ιταλική και Αμερικάνικο νομίζω προξενείο), να παρακολουθεί την κίνησή τους δεδομένου ότι βρίσκοντο στη γραμμή επαφής. Τυχόν εγκατάλειψη των κτιρίων θα ήταν μία σοβαρή ένδειξη επικείμενης επίθεσης. Ο Σολωμής μου ζήτησε, αν εγκαταλειφθεί το κτίριο του Αμερικάνικου προξενείου, να το καταλάβει γιατί εκτιμούσε ότι θα το καταλάβουν οι Τούρκοι και είχε τακτική σημασία για την άμυνά μας. Συμφώνησα. Την νύκτα λοιπόν αυτή εγκαταλείπονται όλες οι πρεσβείες, γίνεται από μας κατάληψη του Προξενείου και αναφέρω στο ΓΕΕΦ. Τότε ο πρόξενος διαμαρτυρήθηκε προς το ΓΕΕΦ και κατέφθασε επί τόπου ανώτερος αξιωματικός του ΓΕΕΦ, ο οποίος όταν του εξήγησα την κατάσταση ενέκρινε την ενέργειά μου (δεν γνωρίζω αν το προξενείο θα έκανε διαμαρτυρία στην περίπτωση που το κτίριο το κατελάμβαναν οι Τούρκοι…).

Πρωινές ώρες 12ης Αυγούστου

Με το Πρώτο Φως διακρίνουμε στο απέναντι πρανές του Υψώματος ΠΕΝΤΑΔΑΚΤΥΛΟΥ εχθρική επιλαρχία αρμάτων σε αραιή διάταξη με μέτωπο προς τον άξονα ΛΕΥΚΩΣΙΑ-ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ να γεμίζει τα ντεπόζιτα των αρμάτων με καύσιμα. Αναφέρω στο ΓΕΕΦ και φτάνει επί τόπου αξιωματικός του, για να διαπιστώσει και ο ίδιος την κατάσταση. Όλες οι ενδείξεις ήταν πλέον σαφείς. Η διάσκεψη -παρωδία- της Γενεύης έπνεε τα λοίσθια…

Διατρέχω όλη τη Γραμμή αντιπαράθεσης και απευθύνω παραινέσεις. Διαπιστώνω καλό ηθικό αλλά και σκεπτικισμό. Σε συνεννόηση με τους Λοχαγούς και Διοικητές Τμημάτων συγκεντρωνόμαστε στον χώρο των ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ ΜΝΗΜΑΤΩΝ και ορκιζόμαστε ότι δεν θα τα καταλάβουν οι Τούρκοι, έστω και αν περάσουν πάνω από τα πτώματά μας.

Η σκηνή αυτή έχει μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη όλων μας. Και ίσως η περιγραφή μου αδικεί την ένταση και τα πολλαπλά συναισθήματα που μας κατείχαν. Εμείς οι άσημοι στεκόμαστε Προσοχή μπροστά σ αυτούς τους Νεαρούς Γίγαντες της Κυπριακής Ελευθερίας και ορκιζόμαστε… Σ’ Αυτούς. Οποία μεγάλη μας τιμή! Να έχουμε εμείς αυτή την τιμή!

Φύγαμε κατασυγκινημένοι, αλλά είναι τέτοιες αυτές οι στιγμές που πιστεύεις ότι η ζωή έχει συνέχεια. Χωρίς κανένας να Ï


ΕΝ ΚΡΥΠΤΩ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου