Σημαντικότατο ρόλο έπαιξε το Μεσολόγγι κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων. Στις αρχές του 19ου αιώνα η πόλη προσπαθούσε να βρει την παλαιότερη ακμή της, η οποία είχε ανακοπεί από τις καταστροφές των Ορλωφικών. Οι επεκτατικές ενέργειες του Αλή Πασά, ο οποίος στόχευε στην ανεξαρτητοποίηση του από την Κωνσταντινούπολη, προκάλεσαν νέα προβλήματα στο Μεσολόγγι και όλη την περιοχή του.
Την 20-5-1821 το Μεσολόγγι κηρύσσει την Επανάσταση εναντίον των Τούρκων, πρώτο στην Δυτική Ελλάδα και εκλέγει αρχηγό τον Αθαν. Ραζηκώτσικα ενώ καλεί τον αρματωλό του Ζυγού Δημ. Μακρή μέσα στην πόλη. Από τότε μέχρι την Έξοδο το Μεσολόγγι γίνεται ο προμαχώνας του αγώνα εναντίον των Τούρκων.
Στις 1 Ιουνίου 1821 αρχίζουν εργασίες για την πρώτη οχύρωση της πόλης η οποία ήταν το χωμάτινο ανάχωμα που κατασκευάσε ο Αθ. Ραζηκώτσικας και από την έξω μεριά με μια τάφρο πλάτους 2μ., βάθους 1,20 μ. και μήκους 1600 μ. Κατά μήκος του αναχώματος παρατάχτηκαν 350 άνδρες από το Μεσολόγγι και 500 Αιτωλικιώτες. Πάνω στο τείχος υπήρχαν ακόμη 14 κανόνια. Μετά τη μάχη του Πέτα, οι Τούρκοι κατευθύνθηκαν στο Μεσολόγγι του οποίου η στρατηγική θέση εξασφάλιζε τον έλεγχο της Πελοποννήσου για όποιον το κατακτούσε.
Η πρώτη σημαντική απειλή ήρθε την 20η Ιουλίου 1822 από τη θάλασσα, όταν έφτασε ενωμένος τουρκικός και αιγυπτιακός στρατός υπό τις διαταγές του Χασάν Πασά με 84 καράβια. Μετά από την πρώτη αποτυχημένη επίθεση οι Έλληνες ξεκινούν διαπραγματεύσεις με τον Ομέρ Βρυώνη.
Στις 21 Οκτωβρίου φτάνουν στην πόλη ο Κίτσος Τζαβέλας και ο Μπότσαρης με λίγους άνδρες και στη σύσκεψη που ακολούθησε με τον Μαυροκορδάτο αποφασίζουν «αγώνα μέχρις εσχάτων».
Η πρώτη πολιορκία της πόλης
Την αποτυχία της τουρκικής επίθεσης στις 25 Οκτωβρίου 1822 με 11.000 άνδρες, με πασάδες τους Κιουταχή Πασά και Ομέρ Πασά Βρυώνη, διαδέχτηκαν διαπραγματεύσεις οι οποίες έδωσαν πολύτιμο χρόνο στους Μεσολογγίτες για να οργανώσουν την άμυνά τους και στους Υδραίους να προλάβουν να στείλουν στις 8 Νοεμβρίου επτά καράβια για να βοηθήσουν το Μεσολόγγι.
Τα ξημερώματα των Χριστουγέννων του 1822 οι Τούρκοι προσπαθούν να αιφνιδιάσουν τους πολιορκημένους με σκοπό να βρουν τους Έλληνες απροετοίμαστους λόγω της γιορτής (οι οποίοι θα βρίσκονταν στις εκκλησίες). Την παραμονή όμως της επίθεσης, ο Κωνσταντίνος Γούναρης από τα Γιάννενα, ο Έλληνας γραμματέας του Ομέρ Βρυώνη, του οποίου τη γυναίκα και τα παιδιά είχαν όμηρους οι Τούρκοι στην Άρτα, πρόδωσε το σχέδιο στους Έλληνες κι έτσι όταν επιτέθηκαν οι Τούρκοι βρήκαν άντρες και γυναίκες σε κάθε προμαχώνα να αντιστέκονται ηρωικά. Έτσι οι Έλληνες πήραν τη νίκη, ενώ ο Γούναρης μετά τη σφαγή της οικογένειάς του καλογέρεψε στο μοναστήρι της Κλεισούρας. Στην συνέχεια τους κυνηγούν έως τον Αχελώο και τους προκαλούν τεράστια καταστροφή.
Τον χρόνο που μεσολάβησε ανάμεσα στις 2 πολιορκίες το Μεσολόγγι αναδιοργανώνεται, οπότε και τον Μάρτιο του 1823 οργανώνεται η οχύρωση της πόλης με άνοιγμα μεγαλήτερης τάφρου, ενίσχυση της περίβολου με πύργους και πολύγωνα προτειχίσματα, πάνω στα οποία τοποθετήθηκαν 48 κανόνια. Το έργο επιμελήθηκε ο μηχανικός Μιχαήλ Πέτρος Κοκκίνης.
Η δεύτερη πολιορκία της πόλης
Τον Σεπτέμβριο του 1823 ξεκινά νέα βραχύχρονη Πολιορκία της περιοχής από τον Μουσταή Πασά, ο οποίος όμως αναγκάζεται να αποχωρήσει την 30 Νοεμβρίου.
Την 5 Ιανουαρίου 1824 αποβιβάζεται στην πόλη ο Λόρδος Βύρων με την ακολουθία του. Η άφιξή του αναπτερώνει το ηθικό των πολιτών και στρατιωτών που βρίσκονται στην πόλη. Συγκρότησε σώμα Σουλιωτών με το οποίο σχεδίαζε την κατάληψη της Ναυπάκτου, η απειθαρχία όμως που εκδηλώθηκε οδήγησε στη ματαίωση της επιχείρησης. Διορίστηκε συνταγματάρχης πυροβολικού και του απονεμήθηκε η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη. Οι Μεσολογγίτες τον ανακήρυξαν πολίτη και ευεργέτη τής πόλης τους και το Φιλελληνικό Κομιτάτο τον εξέλεξε μέλος τής επιτροπής για τη διαχείριση του πρώτου δανείου. Τα προβλήματα συνεννόησης με τους ντόπιους τού προξενούσαν απογοήτευση, που σε συνδυασμό με το άσχημο κλίμα της περιοχής, επιδείνωσαν την ήδη κλονισμένη υγεία του. Δυστυχώς την 19 Απριλίου 1824 πεθαίνει από υψηλό πυρετό.
Η Τρίτη και τελευταία πολιορκία της πόλης
Έχοντας τελεσίγραφο του Σουλτάνου, ο Κιουταχής, στρατοπεδεύει με 35.000 στρατό έξω από το Μεσολόγγι στις 15 Απριλίου του 1825 όπου ξεκινά και η τρίτη πολιορκία της πόλης. Μέσα στο Μεσολόγγι βρίσκονταν περίπου 4.500 Έλληνες μαχητές. Οι επιθέσεις τους συντρίβονταν εύκολα από τους υπερασπιστές της πόλης. Εξάλλου, ο από θαλάσσης αποκλεισμός του Μαχμούτ Πασά που περιπολούσε και εφοδίαζε τους Τούρκους με τρόφιμα και πολεμοφόδια δεν ήταν ισχυρός και επανειλημμένως διασπάσθηκε από τον στόλο του Μιαούλη, ο οποίος ενίσχυε με πολεμοφόδια και τρόφιμα τους πολιορκούμενους.
1η Φάση της πολιορκίας
Τον Ιούνιο ο Κιουταχής διατάζει γενική έφοδο η οποία αντικρούεται με πάθος. Βλέποντας την ηρωική αντίσταση ο Κιουταχής επιχειρεί διαπραγματεύσεις για να πετύχει συνθήκη, κάτι που οι Έλληνες αρνούνται. Η πολιορκία συνεχίζεται και οι Έλληνες, αν και χωρίς τροφή και πολεμοφόδια, εξακολουθούν να αντιστέκονται και προκαλούν το θυμό του Σουλτάνου που απειλεί τον Κιουταχή ότι θα του «πάρει το κεφάλι αν δεν πέσει το Μεσολόγγι».
Μια ισχυρή επίθεση του Κιουταχή στις 21 Ιουλίου 1825 απέτυχε και τρεις μέρες αργότερα στις 24 Ιουλίου μια ελληνική νυκτερινή αντεπίθεση απο 1000 ρουμελιώτες πολεμιστές υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη προκάλεσε σοβαρότατες απώλειες στο τουρκικό στρατόπεδο και ανάγκασαν τον Κιουταχή να αποσύρει τις δυνάμεις του στις υπώρειες του όρους Ζυγός, χαλαρώνοντας την πολιορκία του Μεσολογγίου που όμως κατά διαστήματα βομβάρδιζε. Αλλά και ο τουρκικός στόλος, παρενοχλούμενος από τον ελληνικό, αναγκάσθηκε να ζητήσει καταφύγιο στην αγγλοκρατούμενη Κεφαλληνία. Ελληνικά πλοία διασπάσαν το θαλάσσιο αποκλεισμό και εφοδιάσαν τους πολιορκουμένους με τροφές και πολεμοφόδια, ενώ στις 5 Αυγούστου ο Κίτσος Τζαβέλλας, επικεφαλής δυνάμεως Σουλιωτών πολεμιστών, εισήλθε στην πόλη, αναπτερώνοντας το ηθικό των πολιορκουμένων ενισχύοντας με 1500 άντρες την άμυνα του Μεσολογγίου.
Όμως, στις αρχές Νοεμβρίου, ο κοινός στόλος Τούρκων και Αιγυπτίων αποβίβασε 8.000 αιγύπτιους στρατιώτες κι ένα μήνα αργότερα 12 Δεκεμβρίου αποβιβάζεται στο Κρυονέρι ο Ιμπραήμ Πασάς με τους Αιγύπτιους στρατιώτες του και πολλούς Ευρωπαίους αξιωματικούς. Τούρκοι, Τουρκαλβανοί και Αιγύπτιοι αριθμούσαν 25.000 άνδρες, με σύγχρονο πυροβολικό, που διοικούσαν γάλλοι αξιωματικοί. Οι Έλληνες είχαν να αντιπαρατάξουν 4.000 μαχητές.
2η Φάση της πολιορκίας
Στις 25 Δεκεμβρίου 1825 άρχισε η δεύτερη φάση της πολιορκίας του Μεσολογγίου. Ο αιγύπτιος Ιμπραήμ επεχείρησε με τις δικές του δυνάμεις να καταλάβει το Μεσολόγγι στις 16 Ιανουαρίου 1826. Απέτυχε όμως, και αναγκάσθηκε να συμπράξει με τον Κιουταχή. Οι δύο στρατοί κατέστησαν ασφυκτική την πολιορκία με ανηλεή κανονιοβολισμό του Μεσολογγίου και με την κατάληψη των στρατηγικής σημασίας νησίδων Βασιλάδι στις 25 Φεβρουαρίου και του Ντολμά στις 28 Φεβρουαρίου, την 1 Μαρτίου συνθηκολογεί και το Αιτωλικό. Μετά την πτώση των δύο νησίδων, η θέση των πολιορκουμένων κατέστη δεινή, μετά και την αποτυχία του Μιαούλη να διασπάσει τον ναυτικό αποκλεισμό.
Στις 25 Μαρτίου οι Τούρκοι και Αιγύπτιοι προσπαθούν να καταλάβουν την νησίδα της Κλείσοβας χωρίς όμως επιτυχία και υποχωρούν με 3.000 νεκρούς. Αυτή ήταν και η τελευταια δυναμη αντίστασης των πολιορκουμένων.
http://www.messolonghi.gr/content/view/585/138/lang,el/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου